24/3/24

Οι εικόνες του τεύχους προέρχονται από την έκθεση με τίτλο «Grand Tour» με έργα της βρετανικής πρεσβευτικής κατοικίας στην Αθήνα που έχουν παραχωρηθεί από την Κυβερνητική Συλλογή Τέχνης του Ηνωμένου Βασιλείου και τα οποία εντάσσονται στους χώρους των μόνιμων συλλογών του Μουσείου Ελληνικού Πολιτισμού (Κουμπάρη 1, Αθήνα) και της Πινακοθήκης Γκίκα (Κριεζώτου 3, Αθήνα) του Μουσείου Μπενάκη. Μέχρι 1/6/2025.

Edward Dodwell (1776/7 - 1832), Η δυτική όψη του Παρθενώνα, 1821, επιχρωματισμένο χαρακτικό 

Η Επανάσταση πέραν του Ατλαντικού

Του Σπύρου Κακουριώτη*
 
ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΙΑΜΠΟΥ (επιμ.), Η Επανάσταση του 1821 και οι Έλληνες της Αμερικής, μτφρ. Γιώργος Αποσκίτης, Εκδόσεις Ασίνη, σελ. 209
 
Στις 6 Απριλίου 1893, ημέρα που, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, εορταζόταν ο Ευαγγελισμός και, σύμφωνα με το καθιερωμένο ήδη από τον Όθωνα καλεντάρι, η επέτειος της Επανάστασης του ’21, τριακόσια μέλη της ελληνικής κοινότητας της Νέας Υόρκης, πρόσφατοι μετανάστες οι περισσότεροι, παρέλασαν σε κεντρικούς δρόμους της πόλης και έφτασαν στο δημαρχείο της, όπου ύψωσαν την ελληνική σημαία. Έκτοτε, και μέχρι τις μέρες μας, ο εορτασμός αυτός αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ζωής των υπερπόντιων ελληνικών μεταναστευτικών κοινοτήτων, ιδιαίτερα στη Βόρεια Αμερική.
Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί ένα ιστορικό γεγονός που λειτουργεί ως θεμέλιο για τη συλλογική ταυτότητα των Ελληνοαμερικανών, επισημαίνει η επιμελήτρια του ανά χείρας συλλογικού τόμου. Αυτό είναι κάτι που γίνεται αισθητό όχι μονάχα στους ποικίλους τρόπους με τους οποίους οι ομογενείς τιμούν την επέτειο μέσα στα χρόνια αλλά και στις πολλές και διαφορετικές πολιτισμικές πρακτικές που υιοθετούν, από ονοματοδοσίες συλλόγων μέχρι την παρουσία του ’21 στη λογοτεχνία, τις τέχνες, τον Τύπο κ.λπ. Αυτές τις πτυχές διερευνούν με τα κείμενά τους επτά διακεκριμένοι καθηγητές και καθηγήτριες αμερικανικών και καναδικών πανεπιστημίων, ελληνοαμερικανικής ή ελληνικής καταγωγής.
Τα δύο πρώτα κεφάλαια ασχολούνται με την πρόσληψη και τον εορτασμό της Επανάστασης από τις κοινότητες και τις οργανώσεις της διασποράς. Ο Αλέξανδρος Κιτροέφ εξετάζει την ιστορική πορεία του εορτασμού από την AHEPA, τη μεγαλύτερη ελληνοαμερικανική οργάνωση, καταδεικνύοντας τη σύνδεση της ιστορικής πτυχής στην οποία κάθε φορά επικεντρώνεται ο εορτασμός με την εξέλιξη της ελληνοαμερικανικής ταυτότητας. Ο Σάκης Γκέκας, από τη μεριά του, προχωρά στην επισκόπηση των τελετών που διοργανώνονταν για την επέτειο μέσα στον χρόνο, επικεντρώνοντας στους Έλληνες μετανάστες στον Καναδά και ειδικότερα στο Τορόντο, εξετάζοντας την αλλαγή της εικόνας των Καναδών για τους Έλληνες, αλλά και ιστορικοποιώντας την ελληνική υπερηφάνεια που απεικονίζεται μέσα από αυτές τις μνημονικές τελετές.
Στη συνέχεια, ο Κωστής Κουρέλης εξετάζει την αποτύπωση της κληρονομιάς των ιδεών της Ελληνικής Επανάστασης στην αμερικανική και ελληνοαμερικανική αρχιτεκτονική και στον ρυθμό της Ελληνικής Αναβίωσης, ο οποίος κυριάρχησε στην αμερικανική αρχιτεκτονική στα 1810-1840 και προώθησε τα ιδεώδη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κατάργησης της δουλείας. Από τη μεριά της, η Έιπριλ Καλογεροπούλου-Χαουζχόλντερ αφηγείται την εμπειρία της κατά τη διάρκεια ενός ερευνητικού ταξιδιού στις Σπέτσες, όπου γύρισε ένα ντοκιμαντέρ για την Μπουμπουλίνα, ενώ στη συνέχεια αναλύει, μέσα από το πρίσμα μια συγκριτικής κινηματογραφικής και λογοτεχνικής ανάλυσης, την ελληνοαμερικανική παραγωγή Cliffs of Freedom (2019), δείχνοντας τον τρόπο με τον οποίο η έννοια του πατριωτισμού συνδέεται με μια έμφυλη θεώρηση της Επανάστασης, η οποία αντανακλάται στον οπτικό πολιτισμό της ελληνοαμερικανικής κοινότητας.

Με ένα στολίσκο σε επαναστατημένα νερά

William James Müller (1812 - 1845), Ο ναός της Αθηνάς στην Αθήνα, 1839, υδατογραφία σε χαρτί

Του Βαγγέλη Σαράφη*
 
ΟΛΓΑ ΚΑΤΣΙΑΡΔΗ-HERING - ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Μ. ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΗΣ, Η αυστριακή αρμάδα κατά την Ελληνική Επανάσταση. Διπλωματία και πόλεμος, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, σελ. 703

Το καλοκαίρι του 1821, λίγους μήνες μετά από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, σχηματίζεται και ξεκινά τη δράση του ο μικρός στολίσκος των 11 πλοίων της Αψβουργικής Αυτοκρατορίας, προκειμένου να προστατεύει τα αυστριακά εμπορικά πλοία από την πειρατική δράση. Μέσα από τη συστηματική παρακολούθηση της δράσης αυτού του στολίσκου το βιβλίο, που σήμερα παρουσιάζουμε, ανοίγει νέα πεδία οπτικής για το ελληνικό ζήτημα. Στην ογκώδη μονογραφία που υπογράφουν από κοινού η Όλγα Κατσιαρδή-Hering και ο Δημήτρης Μ. Κοντογεώργης οι ιστοριογραφικές ζητήσεις κινούνται σε πολλαπλά επίπεδα: από την παρατήρηση του πλου της αυστριακής αρμάδας στα ταραχώδη νερά της Ανατολικής Μεσογείου έως τις σχέσεις μεταξύ αυτοκρατοριών στη μεταναπολεόντειο εποχή. Ο αναγνώστης κινείται εντός μιας θεματολογικής ευρυχωρίας: η οργάνωση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Αψβουργικής και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι διαρκείς μεταλλαγές του διπλωματικού πεδίου κατά τη διάρκεια και μετά το Συνέδριο της Βιέννης· η αντίδραση της αυστριακής πολιτικής στο ελληνικό επαναστατικό εγχείρημα· ο ρόλος των στελεχών της διπλωματικής υπηρεσίας στις συνεχείς ζυμώσεις· οι οικονομικοί ανταγωνισμοί των Μεγάλων Δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο· οι Αυστριακοί (αξιωματικοί του ναυτικού, διπλωμάτες και έμποροι) ανάμεσα σε ναυμαχίες, τις καταδρομές και την αύξηση της πειρατείας στο Αιγαίο Πέλαγος.
Η μελέτη για την αυστριακή αρμάδα αρθρώνεται σε πέντε κεφάλαια, τα οποία, όπως δηλώνουν οι συγγραφείς στην εισαγωγή τους, διατηρούν μια σχετική αυτοτέλεια, αλλά ενώνονται με ένα νήμα: «την αυστριακή πολιτική έναντι της Επανάστασης». Συνοπτικά, στο πρώτο κεφάλαιο αναλύονται οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο αυτοκρατοριών, από τα τέλη του 17ου αιώνα έως το 1821, η οργάνωση της αυστριακής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, ο σημαντικός ρόλος του ιντερνούτσιου (ανώτερος διπλωμάτης) και η συγκρότηση ενός εκτεταμένου δικτύου προξενείων και υποπροξενείων σε όλη την έκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το δεύτερο κεφάλαιο επικεντρώνεται στις σχέσεις μεταξύ Αψβουργικής Αυτοκρατορίας και Υψηλής Πύλης στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, με την έμφαση να δίνεται στις διπλωματικές επιλογές του καγκελαρίου Μέττερνιχ έναντι και της στάσης των Μεγάλων Δυνάμεων.

Φιλέλληνες στην Τουρκία και τον Αραβικό κόσμο

Ο υπερτονισμός του «ομόδοξου» και του αντι-οθωμανικού μένους δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται καθολικά στα κίνητρα των βαλκάνιων που συστρατεύτηκαν στον Αγώνα. Η ανέχεια, η φτώχεια, η φυγοδικία, η ληστεία, η ένοπλη μισθοφορική ένταξη για επιβίωση στα οθωμανικά στρατεύματα, αποτελούν επίσης στοιχεία που δεν πρέπει να παραγνωρίζονται. Οι περιπτώσεις των πιο γνωστών βαλκάνιων αγωνιστών, του Βάσου Μαυροβουνιώτη και του Χατζή Χρήστου, είναι χαρακτηριστικές και οι δύο, αφού πριν την Επανάσταση είχαν υπηρετήσει στον οθωμανικό στρατό. Βέβαια, αντίστοιχα θολή είναι και η αντίληψη των Ελλήνων για τους βαλκάνιους συντρόφους τους στον Αγώνα. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, σε πολλά  ελληνικά κείμενα συναντάμε ασαφείς εκφράσεις για τους σλάβικους πληθυσμούς των Βαλκανίων, όπως: Σερβοβούλγαροι, Αλβανοέλληνες, Θρακοσλάβοι, και πιο συνήθως Βούλγαροι ή Γούργαροι, για την απόδοση όλων των βαλκάνιων Σλάβων. [...]
Κλείνουμε αυτή την περιδιάβαση στο φιλελληνικό διεθνιστικό κίνημα, με την αναφορά μας στο τελείως αγνοημένο −για ευνόητους λόγους− φαινόμενο των Τούρκων και λοιπόν μουσουλμάνων φιλελλήνων.
Μπορεί να μην έχει το εύρος των άλλων μορφών φιλελληνισμού, αλλά παραμένει σημαντικό, ακριβώς γιατί αντιβαίνει στην όλη εκ των υστέρων κυρίαρχη εθνοκεντρική αντίληψη της Επανάστασης.
Δεν αναφέρομαι στους εκχριστιανισμένους  Οθωμανούς αλλά σε εκείνους που παρέμειναν μουσουλμάνοι, και όμως έμμεσα ή άμεσα ενίσχυσαν την Επανάσταση. Και πρωταρχικά στον ίδιο τον πρώτο τη τάξει θρησκευτικό ηγέτη των μουσουλμάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον Σεϊχουλισλάμη Χατζί Χαλίλ Εφέντη, που αρνήθηκε να επικυρώσει τον φετφά του σουλτάνου Μαχμούτ, για σφαγές των επαναστατημένων Ελλήνων και του Οικουμενικού Πατριάρχη, με αποτέλεσμα να εξορισθεί άμεσα και λίγο αργότερα να δολοφονηθεί με διαταγή του Σουλτάνου.
Αλλά και άμεσα συμμετείχαν αρκετοί, όπως ο Χασάν Αγά Κουρτουλή, γιατρός του Οδυσσέα Ανδρούτσου και αργότερα του Μακρυγιάννη, και όσοι συμμετείχαν στην Οθωμανική Εκατονταρχία −Τούρκοι και Αλβανοί− μουσουλμάνοι στην έναρξη της Επανάστασης, με επικεφαλής τον Μουσταφά Γκέκα.
Επίσης, αρκετοί Άραβες μουσουλμάνοι, κυρίως από την Αίγυπτο, πήραν μέρος στον Αγώνα, στα σώματα του Κωνσταντίνου Μαυρομιχάλη, του Θεόδωρου Βαλιανάτου και του Γεώργιου Καραϊσκάκη, όπου καταγράφεται ο Χαμπέσης Καραγιώργης.
Ο πιο γνωστός σ’ αυτήν την αδιερεύνητη ακόμη πτυχή του αγώνα είναι ο Μαμελούκος Δαβούσσι ή Ντεμπούσι, πολεμιστής του Ναπολέοντα, που έπεσε στη μάχη του Πέτα, στα 1822.
 
Άλκης Ρήγος
[Από το βιβλίο του: 1821, μια επανάσταση «νεανικού θράσους και φαντασίαςεκδόσεις Παπαζήση]

Μικρές μελέτες, συμβολή στην έρευνα για το ’21

John Frederick Lewis (1805 - 1876), Ελληνίδες, υδατογραφία σε χαρτί

Του Στάθη Παυλόπουλου*
 
ΑΝΝΑ ΑΘΑΝΑΣΟΥΛΗ, ΒΑΛΛΙΑ ΡΑΠΤΗ, ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΣΑΡΑΦΗΣ (επιμ.), Εννέα επεισόδια από την Επανάσταση του 1821, Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού - Μνήμων, σελ. 208
 
«Ποτέ μην κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του» λέει η γνωστή αγγλική ιδιωματική φράση, όμως στην περίπτωση της έκδοσης Εννέα επεισόδια από την Επανάσταση του 1821, το εξώφυλλο δεν είναι παρά μια ευχάριστη προοικονομία όσων ακολουθούν στις σελίδες του βιβλίου. Μικρό σε σχήμα, το βιβλίο κοσμείται στο εξώφυλλο από ένα μοτίβο-λεπτομέρεια από φόρεμα της Μαντώς Μαυρογένους. Ο σχεδιασμός του εξωφύλλου όπως και της σειράς φέρει το καλό γούστο και την αισθητική ματιά της Εριφύλης Αράπογλου.
Δεν είναι όμως μόνο το εξώφυλλο που αποτυπώνει το ξεκάθαρο στίγμα της έκδοσης· τόσο το εισαγωγικό σημείωμα των επιμελητών όσο και τα προλεγόμενα του Χρήστου Λούκου καθορίζουν το πλαίσιο του εγχειρήματος. Αν επιχειρούσα σε λίγες γραμμές να συνοψίσω τη νέα έκδοση θα έλεγα ότι είναι μια τολμηρή πράξη παρέμβασης στη δημόσια συζήτηση για το 1821. Ένα βιβλίο φρέσκο, γραμμένο από νέους και νέες ιστορικούς, που δεν διεκδικούν τα φώτα της συζήτησης με πυροτεχνήματα, αλλά μέσα από μικρές μελέτες δοκιμάζουν τις αντοχές των επιχειρημάτων τους· χωρίς φόβο αλλά με ερευνητικό πάθος. Ένα βιβλίο, τέλος, που συνομιλεί έντονα με την εποχή του, αναστοχάζεται και τοποθετείται στον δημόσιο διάλογο για το 1821, όπως αυτός κορυφώθηκε με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων.
Οι εννέα μελέτες του βιβλίου αρθρώνονται σε χρονολογική σειρά, θα μπορούσαν ωστόσο να διαβαστούν και ανά 2-3, σε θεματικές συνάφειες. Το πεδίο συζήτησης και την αναγκαία για τον αναγνώστη σύνδεση με την προεπαναστατική περίοδο ανοίγει ο Κωνσταντίνος Ηροδότου, συστηματικός μελετητής των λογίων του Γένους, ειδικώς δε του Κοραή. Με επίκεντρο το κείμενο Διάλογος Αθανασίου και Νικολάου, δημοσιευμένο ανώνυμα στον Λόγιο Ερμή τον Ιανουάριο 1821 -αλλά σαφώς αποδιδόμενο στον Κοραή- ο Ηροδότου εξετάζει την πολιτική αντιπαράθεση του Αδαμάντιου Κοραή με τον Παναγιώτη Κοδρικά. Για την ακρίβεια, εστιάζει στο πιο θερμό επεισόδιο αυτής της αντιπαράθεσης, προσεγγίζοντάς την μέσα από την έννοια της δημόσιας σφαίρας όπως διατυπώθηκε από τον Jurgen Habermas. Οι πόλοι της δημόσιας σφαίρας, όπως τα εμβληματικά έντυπα Λόγιος Ερμής και Καλλιόπη, τίθενται στο επίκεντρο της ανάλυσής του.

Η Ελλάδα του Βύρωνα

(και ο Βύρωνας της Ελλάδας) Μέρος Α΄

Thomas Phillips (1770 - 1845), George Gordon Noel Byron, ο 6ος Βαρόνος Byron (1788-1824), ποιητής (λεπτομέρεια), 1813, ελαιογραφία σε καμβά

Του Γιώργου Βαρθαλίτη*
 
“Ο Μπάιρον είναι ένας από τους αθάνατους ήρωες της Ελληνικής ιστορίας, κι από όποια γωνία κι αν σταθούμε για να θεωρήσουμε την επιβλητικήν εικόνα του, θα την αγναντεύουμε πάντα στην προοπτική της πρωτοκάθεδρο· και η έδρα του θα υψώνεται σα θρόνος βασιλικός. Και ή λύρα ή σπαθί κρατά στο χέρι του, πάντα απολλώνεια θα λάμπει η όψη του, όμως με γοητεία διονυσιακή. Αλλά και το μέρος που διαδραματίζει ο Μπάιρον στην ιστορία της νέας ελληνικής λογοτεχνίας πόσο αξιοσπούδαστο και πόσο γόνιμο σε μαθήματα!” Αυτά έγραφε, ως καταστάλαγμα της βυρωνολατρίας του, το 1924, ο Κωστής Παλαμάς. Μιας βυρωνολατρίας που δεν θάμπωνε την κριτική του ματιά μα που την όξυνε ακόμη περισότερο, ώστε να διαβλέπει, παρά τα ελαττώματα του ινδάλματός του, εκείνη τη μεγαλοφυία, που κι αυτά τα ελαττώματα -ρητορισμό, αμετροέπεια, ισχνή φαντασία- τα υπερβαίνει και τα εξουδετερώνει.
Ο διασημότερος ποιητής της εποχής του, τη χαραυγή της Ελληνικής εθνεγερσίας, έρχεται να αφήσει την τελευταία του πνοή στο πολιορκημένο Μεσολόγγι. Τι βαρυσήμαντος οιωνός για τα πνευματικά πεπρωμένα της Νέας Ελλάδας! Πώς αυτή η πνοή να μην γίνει σε μας εμπνοή και πώς να μην αναρριπίσει μέσα μας τον έρωτα για τα ωραία και για τα μεγάλα;
Η νεώτερη Ελλάδα οφείλει πολλά σ' εκείνον που της αφιέρωσε την ύστατη πράξη του. Αλλά κι ο Βύρων οφείλει πολλά στην Ελλάδα -και την αρχαία και τη νέα. Στην αρχαία την παιδεία του. Στη νέα ορισμένες από τις πιο ευτυχισμένες εμπνεύσεις του.
Σημειώνει σχετικά με το πρώτο ο -διόλου βυρωνικός- Δημήτριος Βερναρδάκης: “Της ποιητικής λογικής τα μυστήρια μανθάνει και γυμνάζεταί τις εις αυτά δια της ενδελεχούς μελέτης των ποιητών, και ιδίως των Ελλήνων και των Ρωμαίων, εις δε την μελέτην των Ελλήνων και Ρωμαίων ποιητών ενέκυψεν ο Βύρων μεθ' όλης της εν τοις Αγγλικοίς εκπαιδευτηρίοις συνήθους γραμματικής και αισθητικής ακριβολογίας και λεπτολογίας, όπως και εκ των περί αυτού βιογραφικών ειδήσεων γνωρίζομεν και εκ των ποιημάτων του δύναταί τις να εικάσει”.
Αλλά ο Βύρων την Ελλάδα δεν την γνώρισε, όπως τόσοι άλλοι μεγάλοι ελληνολάτρες, μόνο από τα βιβλία. Δεν την ονειροπόλησε μονάχα με τη δύναμη της φαντασίας του. Τη γνώρισε με τα μάτια του. Έζησε τον τόπο και τους ανθρώπους του. Πόσες λαμπρές σελίδες του δεν θα είχαν γραφτεί, αν εκείνος δεν είχε ταξιδέψει στην Ελλάδα! Θυμίζω τον Γκιαούρη, τον Κουρσάρο, την Κατάρα της Αθηνάς, την Πολιορκία της Κορίνθου, κάποια άσματα του Δον Ζουάν και βέβαια τα αθάνατο δεύτερο βιβλίο του Childe Harold.