21/4/24

Κριτικοί διάλογοι

Πάνος Χαραλάμπους, An Eagle was Standing, 2019, γλυπτική οπτικοακουστική εγκατάσταση

Της Κωστούλας Μάκη*
 
ENZO TRAVERSO, Επανάσταση: Διανοητική και πολιτισμική ιστορία, μετάφραση: Νίκος Κούρκουλος, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, σελ. 501
 
Στην εποχή πολιτικοκοινωνικών αναταράξεων, το κυρίαρχο σαρωτικό παρόν του νεοφιλελευθερισμού παγιώνεται με ψευδείς διακηρύξεις για ισότητα και δικαιοσύνη, θεολογική πίστη στις εξελικτικές διαδικασίες προόδου και εκσυγχρονισμού, ρεπερτόρια ατομικής ευθύνης και ισχυροποίηση των μεγάλων αφηγήσεων για το τέλος της αριστεράς και των επαναστατικών κινημάτων.
Απέναντι σε αυτές τις διαδικασίες και συνεπής με τη μέχρι τώρα διαδρομή του, ο ιστορικός Enzo Traverso προσανατολίζεται προς την κριτική διερεύνηση μνήμης, ιστορίας, αριστεράς και επανάστασης, αποποιούμενος κάθε τύπου δογματική ειδημοσύνη. Στο νέο του βιβλίο, η κριτική ιστοριογραφία και η κριτική θεωρία, στο ευρύτερο αριστερό πεδίο σκέψης, διαπλέκονται μέσα από μια συνθετική επισκόπηση των επαναστατικών κινημάτων. Αναγνωρίζοντας τους υποκειμενισμούς τού εγχειρήματος, ο συγγραφέας καταθέτει χωρίς γραμμική αφήγηση τα συμβάντα, τις ιστορίες των υποκειμένων, τις διαφορετικές δυναμικές, τις προσδοκίες και τις ματαιώσεις, χωρίς εξιδανικευμένη ρομαντική διάθεση ή τελεολογικές αποδόσεις. Η επανάσταση λοιπόν εκτυλίσσεται στο βιβλίο ως διανοητική και πολιτισμική ιστορία, με παρούσα τη διαρκή πολιτική τοποθέτηση του Traverso στην αριστερή θεωρία και πράξη. Αναγνωρίζοντας και συνδέοντας ευρύτερα την έννοια της αριστερής μελαγχολίας, στις συνομιλίες παρόντος, παρελθόντος και μέλλοντος, οι αγώνες για αλλαγή του κόσμου, με όλα τα πισωγυρίσματά τους, παραμένουν ενεργά διακυβεύματα. Σε κάθε άλλη περίπτωση «ούτε οι νεκροί δεν θα είναι ασφαλείς, αν ο εχθρός νικήσει. Και αυτός ο εχθρός δεν έχει πάψει να νικά…»[1]. Αυτή η διαπίστωση του Benjamin, καθώς και οι επιδράσεις του τελευταίου στον Traverso συγκροτούν τα έξι κεφάλαια του βιβλίου, στο οποίο οι μνήμες των επαναστατικών διαδρομών εξετάζονται ως ιστορικές διλημματικές διαδρομές, ανοιχτές ως προς τις πιθανότητες στο παρόν και το μέλλον. Ο συγγραφέας παραθέτει τις πολλές φωνές και τροπές της επανάστασης, γράφοντας τον χρόνο, καθώς «η γραφή και η ανάγνωση της ιστορίας είναι άλλοι τρόποι για να μην απαρνούμαστε την ιστορία»[2] και τις διαρκείς ανατροφοδοτήσεις των αριστερών αγώνων, με όλες τις διαφοροποιήσεις και την πολυπλοκότητά τους.
Ωστόσο, ο Traverso σε καμία στιγμή δεν γίνεται ρομαντικός, υποστηρίζοντας σε οποιοδήποτε επίπεδο μια πολιτική οπτική «η οποία βασίζεται ξανά και ξανά, σε κάποιο πήλινο στρατό που περιμένει να βγει από τον τάφο του αυτοκράτορα»[3]. Ο συγγραφέας αντιτίθεται σε κάθε εθνικολαϊκιστική προσέγγιση της ιστορίας, που ορίζει έναν αδιάσπαστο γραμμικό ιστό ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Όπως σημειώνει επανειλημμένα ο Traverso, οι αοριστολογικές επικλήσεις στο τρίπτυχο της ισότητας, της αδελφοσύνης και της αλληλεγγύης δεν έχουν μόνο μια θετικιστική διάθεση εξύμνησης του δυτικού πολιτισμού αλλά συγκαλύπτουν πολιτικές αφανισμού και εξόντωσης, προκειμένου να εξυπηρετηθούν όσοι βλέπουν τον εαυτό τους ως νικητές της ιστορίας.
Αυτός ο επίμονος «αντιδιανοουμενισμός» καταγράφεται και στο βιβλίο, με εκτενείς αναφορές για τις λειτουργίες και τις διώξεις διανοούμενων αριστερών στα επαναστατικά γεγονότα. Διαλεγόμενος με το προηγούμενο έργο του, ο Traverso διατυπώνει το συνεχές αίτημα και την ανάγκη επικαιροποίησης της θέσης και της λειτουργίας των κριτικά σκεπτόμενων αριστερών και την αναζήτηση σύζευξης θεωρίας και πράξης. Γιατί στον θλιβερό κομφορμισμό του παρόντος, ακόμα και οι κατασκευές του διανοούμενου ως παρία και περιθωριακού στις νεωτερικές αφηγήσεις φαίνεται ότι δεν συνοδεύουν μόνο ισχυρές αφηγήσεις της δεξιάς αλλά και νεόκοπες στον χώρο της αριστεράς.  
Σε παγιωμένες κατασκευές της επανάστασης στα ύστερα χρόνια του καπιταλισμού, αυτή παρουσιάζεται ως «ολέθριος μύθος» και καταλήγει στη θεωρία των δύο άκρων: του φασισμού ή της κομμουνιστικής δικτατορίας, όπου, με πρόσχημα τις «ίσες αποστάσεις» καταλήγουν οι λογικές του ακραίου κέντρου. Το βιβλίο του Traverso καταργεί τα παραπάνω∙ αναδεικνύει μάλιστα τις συνδέσεις μοντερνισμού και επαναστατικών κινημάτων, μιλώντας για την ατμομηχανή της επανάστασης και τους τρόπους με τους οποίους τα αριστερά ριζοσπαστικά αιτήματα των επαναστατικών κινημάτων είναι αναπόσπαστα δεμένα με τις εξελίξεις στην τεχνολογία, την επιστήμη, την τέχνη και τις μαρξιστικές διεκδικήσεις. Ο Κοζέλεκ, τον οποίο αναφέρει συχνά ο Traverso, σημειώνει πως «αν η ιστορία είναι μια διαλεκτική ένταση ανάμεσα στο παρελθόν σαν ‘πεδίο εμπειρίας’ και το μέλλον σαν ‘ορίζοντα προσμονής’, σήμερα αυτό που παρατηρείται είναι πως ο ορίζοντας της προσμονής μοιάζει να έχει εξαφανιστεί»[4]. Τοιουτοτρόπως, στο διαρκές πεδίο της επαναστατικής ιστορίας ως πεδίου μάχης επανέρχεται και επικρατεί  η αίσθηση της αριστερής μελαγχολίας, ως κριτικού όρου και όχι ως ηττοπαθούς στάσης. Επανέρχεται η δυνατότητα επαναφοράς κριτικών διεκδικήσεων με αναστοχαστική διάθεση, η οποία ξετυλίγει και επαναδιατάσσει στον ιστορικό χρόνο συνέχειες, ρήξεις και ασυνέχειες. Μας επιτρέπει έτσι να επιμένουμε στις συγχρονίες και διαχρονίες του ιστορικού χρόνου, αναγνωρίζοντας πως όλα εντάσσονται στην ιστορία της αριστεράς και των διαφορών της, και πως στις κριτικές θεωρήσεις και αναθεωρήσεις δεν γίνεται επιλεκτικά να κρατάμε μόνο τις ένδοξες στιγμές της. Έτσι η επανάσταση στις διάφορες ιστορικότητές της διαφοροποιείται από οτιδήποτε κοινό με την ένδοξη εποποιία ή την αγιογράφηση των αριστερών αγώνων και κινημάτων παγκόσμια.
Αντίθετα, μέσα από την αναγνώριση των στιγμών ήττας, αρθρώνεται το αίτημα κριτικών συνομιλιών με όλους και όλες που συντέλεσαν στα μαρξιστικά οράματα για έναν καλύτερο κόσμο με τις διαφορετικές θεωρήσεις τους. Η Λούξεμπουργκ, ο Μαρξ, ο Τρότσκι, ο Λένιν και ο Μπλανκί διαμορφώνουν νέες διλημματικές συνομιλίες στο παρόν, ενώ παράλληλα διατηρούνται οι πιθανές δυνατότητες αλλαγής και ουτοπίας, αυτό που όρισε ο Ερνστ Μπλοχ ως το «όχι ακόμα». Θρυμματίζοντας τη γραμμικότητα και συμπλέκοντας την ιστορία, την επανάσταση, την έννοια του τραγικού και την αριστερά, ο Traverso ανοίγει κριτικούς διαλόγους και προσφέρει τα εργαλεία για νέες μνημονικές κριτικές επεξεργασίες. Σαν τον πίνακα της πέστροφας του Κουρμπέ, φόρος τιμής στη συντριβή της Κομμούνας και ενταγμένος σε ένα σύνολο από νεκρές φύσεις, συχνά μπορεί να γίνει η ταύτιση με «την επιθανάτια οδύνη των σχεδόν εξανθρωπισμένων ψαριών του»[5].
Όπως επισημαίνει και ο Φουκώ στην τελευταία του συνέντευξη: «η λύση ενός σημερινού προβλήματος δεν βρίσκεται ποτέ στην απάντηση μιας άλλης εποχής, γιατί η τελευταία αναγκαστικά απαντά σε ένα ερώτημα που ήταν διαφορετικό. Δεν υπάρχουν προβλήματα που διασχίζουν τους αιώνες, η αιώνια επιστροφή είναι επίσης αιώνια αναχώρηση»[6]. Ένα από τα θέματα που προκύπτουν στις διάφορες ιστορίες για την επανάσταση είναι η έννοια του τραγικού. «Το αληθινά τραγικό με τη νεωτερικότητα είναι η αντίστασή της στην τραγική μορφή[7]», παρόλο που η δράση ενσωματώνεται στο τραγικό. Στις συζεύξεις της επανάστασης με την τραγωδία δίνεται έμφαση στη δράση και στη σύγκρουση, όχι στην οδύνη και τη δυστυχία. Κάτω από ένα τέτοιο πρίσμα, η γνώση αυτή επικαιροποιεί την επανάσταση «γιατί αναγνωρίζουμε τους άλλους ως ανθρώπους, και κάθε τέτοια αναγνώριση είναι ξεκίνημα πάλης, η συνεχιζόμενη πραγματικότητα της ζωής μας. Το να βλέπουμε λοιπόν την επανάσταση υπό αυτό το τραγικό πρίσμα είναι ο μόνος τρόπος για να τη διατηρήσουμε»[8]. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος είναι αντικείμενο γνώσης και συγχρόνως γνωρίζον υποκείμενο, η ιστορική γνώση είναι επίσης δέσμια της ίδιας ιστορίας της, στην οποία εγκολπώνονται όλες οι παραλλαγές, τα διλήμματα και οι πλάνες. Παρακολουθώντας με λεπτομέρεια τα πρόσωπα, τις κομβικές στιγμές και τις καμπές των επαναστατικών κινημάτων, καθώς και τις πολλαπλές και διαφορετικές υποκειμενοποιήσεις που συντελούνται και μετασχηματίζονται στη διάρκεια του χρόνου αποφεύγονται δογματικές ατραποί. Όπως σημειώνει και ο Eagleton «το δόγμα παραγκωνίζει το δράμα»[9]. Στην περίπτωση όμως των επαναστατικών κινημάτων το δράμα δεν έχει καμία σχέση με το μελόδραμα αλλά αντίθετα είναι αυτό που θα μετασχηματίσει διαχρονικά στον ιστορικό χρόνο και λεπτομερώς όλες τις μάχες που έχουν δοθεί, καθώς η αριστερά αγωνίζονταν εναντίον κάθε τύπου ολοκληρωτισμού, προασπιζόμενη τα δικαιώματα των εργατών και των μη προνομιακών τάξεων. Η μελέτη του βιβλίου κινητοποιεί επίσης τους αναγνώστες και αναγνώστριες να προβούν στις δικές τους οικειοποιήσεις, διευρύνοντας κριτικά το εύρος του πολιτικού διαλόγου και την αυτονόητη διαπίστωση πως οι συνθέσεις συμβαίνουν πάντα με την αναγνώριση των διαφορών. Επομένως, μιλάμε για μια διαλεκτική σχέση επανάστασης, ιστορίας και κοινωνικών υποκειμένων με τη σταθερή υπόμνηση πως σε κάθε επανάσταση που έχει ήδη συμβεί, οι καταπιεσμένοι γίνονται ιστορικά και πολιτικά υποκείμενα μόνο σε αυτές τις συγκεκριμένες συνθήκες.      
           
*Η Κωστούλα Μάκη είναι κοινωνική ψυχολόγος

[1] Από την 6η θέση για την έννοια της ιστορίας. Benjamin, W. (1974) Über den Begriff der Geschichte. Gesammelte Schriften, I.2, Φρανκφούρτη επί του Μάιν:  Suhrkamp, σ. 695. Όπως αναφέρεται στον Αλεξίου, Β. (2023) Καρναβα(ρνα)λικά: Μελετήματα για τη βαρναλική ποίηση, Αθήνα: Κέδρος, σ. 116.
[2] Bantigny, L. (2013) La France à  l’ heure du monde. De 1981 à nos jours. Παρίσι, Seuil, «Histoire de la France contemporaine», σ. 456. Όπως αναφέρεται στον Chapoutot, J. Η μεγάλη αφήγηση: Εισαγωγή στην ιστορία του καιρού μας, μετάφραση Καράμπελας, Γ. Αθήνα: Πόλις, σ. 220.
[3] Clark, T. J. & Toscano, A. (2020) Η αριστερά ως τραγωδία, μετάφραση Καράμπελας, Γ. Αθήνα: Ηριδανός, σ. 17.
[4] Koselleck, R. (1990) “Champs d’ experience” et “horizon d’ attente”: deux categories historiques, στο Le Futur passé: contribution à la semantique des temps historiques, Παρίσι, EHESS, σειρά «recherché d’ histoire et de sciences socials, σελ. 307-309. Όπως αναφέρεται στον Traverso, E. (2014) Τι απέγιναν οι διαννοούμενοι, μετάφραση Κούρκουλος, Ν. Αθήνα: Εκδόσεις του εικοστού πρώτου.
[5] Traverso, E. (2017) Αριστερή μελαγχολία: Η δύναμη μιας κρυφής παράδοσης, μετάφραση Κούρκουλος, Ν. Αθήνα: Εκδόσεις του εικοστού πρώτου, σ. 69
[6] Βεν, Π. (2011) Φουκώ: η σκέψη του, η προσωπικότητά του, μετάφραση Καράμπελας, Γ. Αθήνα: Εστία.
[7] Clark, T. J. & Toscano, A. (2020), ο.π., σ. 72.
[8] Williams, R. (1979) Modern Tragedy, Λονδίνο: Verso, σ,. 84.
[9] Eagleton, J. (2023) Πώς να διαβάζουμε λογοτεχνία, μετάφραση Γκανά, Μ. Αθήνα: Πεδίο, σ. 146.

Δεν υπάρχουν σχόλια: