11/5/25

Ο πολιτικός του φιλελεύθερου συνταγματισμού

Του Στέφανου Δημητρίου*

ΛΥΝΤΙΑ ΤΡΙΧΑ, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Ο εμπνευστής του συνταγματικού κράτους, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 784
 
Όπως εύστοχα το δηλώνει ο τίτλος του βιβλίου της Λύντιας Τρίχα, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος υπήρξε ο εμπνευστής και κατεξοχήν πρωτεργάτης του συνταγματικού κράτους. Τεκμήριο των σχετικών, ρηξικέλευθων προσπαθειών και των έργων του είναι το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος κατά την εν Επιδαύρω Α΄ Εθνικήν Συνέλευσιν», το 1822. Ο Μαυροκορδάτος, πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, συνέβαλε καθοριστικά στο να επιτευχθεί η πληρέστερη δυνατή ισοσθένεια ανάμεσα στο Βουλευτικό και το Εκτελεστικό. Ο ρόλος του Μαυροκορδάτου είναι επίσης σημαντικός και στο ότι, εκ παραλλήλου προς την οργάνωση της κεντρικής εξουσίας, διατηρεί τα Τοπικά Πολιτεύματα. Ως προς την πρώτη, μάλιστα, εστιάζεται ιδιαίτερα στη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως είναι η θρησκευτική ελευθερία, η ιδιοκτησία, οι ατομικές ελευθερίες και η αξιοπρέπεια ως προσωπική τιμή. Μέριμνα δηλαδή του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου ήταν η σύσταση ενός θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα παρείχε αποτελεσματική προστασία σε αρχές που συνθέτουν τη μορφή του κράτους που ονομάζουμε «κράτος δικαίου». Το εγχείρημα του Μαυροκορδάτου, το οποίο έχει μείζονα σημασία και ως προς την πρώιμη εκσυγχρονιστική του σημασία και εμβέλεια, όπως φαίνεται από το Σύνταγμα του 1822, συνιστά και ιδεολογικό πλοηγό. Ανεξαρτήτως των προβλημάτων που παρεκώλυσαν την εφαρμογή του, οι αρχές που το συγκροτούν αποτυπώνουν την ουσιαστική αποδοχή και ένταξη στο περιεχόμενό του της φιλελεύθερης, ευρωπαϊκής συνταγματικής ιδέας. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι οι εν λόγω αρχές εντάχθηκαν και διατηρήθηκαν παντελώς ακέραιες. Οι αναγκαίες ισορροπίες με το τοπικό «παλαιό καθεστώς», οι ζητούμενες συναινέσεις με τους εκπροσώπους των αντίστοιχων συμφερόντων και εξουσιών, καθώς και η ανάγκη για προφύλαξη από την υπονομευτική δράση των ισχυρών τοπικών παραγόντων, υποχρέωσαν τον Μαυροκορδάτο να είναι διστακτικός ως προς το να εκτείνει το εγχείρημά του προς την κατεύθυνση του να οργανώσει μία εκσυγχρονισμένη και ορθολογικά λειτουργούσα, αποτελεσματική, ενιαία, κεντρική διοίκηση.
Διαβάζοντας ο αναγνώστης αυτό το σημαντικό βιβλίο, παρακολουθεί, μαζί με όλες τις αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν, κατά διαστήματα, την πολιτική του Μαυροκορδάτου, τις αντιφάσεις του ίδιου του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος. Πρόκειται για τη μεθοδική προσπάθεια να επιτευχθεί ο εξευρωπαϊσμός της χώρας. Αυτή η προσπάθεια είναι αδιανόητη χωρίς την καθοριστική συμβολή του Μαυροκορδάτου. Άλλωστε αυτός συνέλαβε την ιδέα και τη μεθοδική προετοιμασία και οργάνωση της επίτευξής της. Συνεπώς, οι αντιφάσεις είναι αναπόφευκτες. Άλλωστε, ακόμη και σήμερα, παρόλο που η χώρα μας δεν είναι εξαίρεση (οι μελέτες του Γιάννη Βούλγαρη το έχουν καταδείξει αυτό με πολύ στέρεα, εύρωστη επιχειρηματολογία), αυτός ο εξευρωπαϊσμός, ιδίως σε ό, τι αφορά λειτουργίες του κράτους, καθώς και ως προς την οργάνωση και τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, εξακολουθεί να αποτελεί και ζητούμενο, αλλά και –  για πολλούς, που ευνοούνται από τον διοικητικό ανορθολογισμό απευκταία εξέλιξη. Σε ό, τι αφορά όμως τη δράση αυτού του πρωτεργάτη του φιλελεύθερου εκσυγχρονισμού, δηλαδή του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, οι αναπόφευκτες αντιφάσεις ανακύπτουν από μία εγγενή αντινομία. Δηλαδή, το αντιπροσωπευτικό σύστημα εκλογής, το οποίο αρχικώς αφορούσε μόνο τον ανδρικό πληθυσμό, θα αποτελούσε ισχυρό κώλυμα για τη δράση του, εφόσον οι εκλογείς θα ψήφιζαν με γνώμονα τα επιμέρους, πελατειακά τους συμφέροντα. Εκεί, όμως, δηλαδή στην κόψη του καιρού, ο Μαυροκορδάτος καταφέρνει να συνυφάνει τη φιλελεύθερη  συνταγματική ιδεολογία του με τις  αναγκαίες ρεαλιστικές προσαρμογές και έτσι, μετακινούμενος από την ευθεία πορεία προς την επίτευξη των συνταγματικών σκοπών, στρέφεται προς το να κάνει τους μελλοντικούς πολίτες να συνηθίσουν στις αντίστοιχες συνταγματικές πρακτικές.
Άλλωστε, αυτό το πρώτο Σύνταγμα είχε ήδη αποτελέσει πεδίο πολιτικών αντιπαραθέσεων και συναφών διαβουλεύσεων, προς αναζήτηση ισορροπιών και συγκλίσεων, μεταξύ των πρωταγωνιστών, άρα είχε ήδη αρχίσει να εθίζει τους τελευταίους στον πολιτικό διάλογο, τη συνεννόηση, καθώς και στο να αναγνωρίσουν την αξία και τη σπουδαιότητα των συμβιβασμών, επί τη βάσει κοινώς αποδεκτών κανόνων. Με άλλα λόγια, εφόσον η «Διακήρυξις της Εθνικής Συνελεύσεως» συντάχθηκε εν ονόματι ενός εθνικού σκοπού και εφόσον αυτός ο σκοπός συμπίπτει με το πολιτικό αίτημα για ανεξάρτητο εθνικό κράτος, η συνεννόηση και οι επιζητούμενοι συμβιβασμοί είναι αναγκαίοι, όπως και οι κανόνες που θα διασφάλιζαν τα αποτελέσματά τους. Όμως, οι συμβιβασμοί απαιτούν και υπαναχωρήσεις και επιμέρους αναθεωρήσεις, δηλαδή απαιτούν πολιτικό ρεαλισμό. Και εδώ αξίζει να αναφέρουμε την ανεκτίμητη προσφορά του κατεξοχήν θεωρητικού και ιδεολογικού προμάχου της ατομικής και πολιτικής ελευθερίας, δηλαδή του Αδαμάντιου Κοραή, ο οποίος, αφού εξέδωσε, το 1821, με την κήρυξη της Επανάστασης, τα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη και, το 1822, τα «Ηθικά Νικομάχεια», προχωρεί στον σχολιασμό του Συντάγματος της Επιδαύρου, δηλαδή στον σχολιασμό του πρώτου ελληνικού πολιτεύματος. Ο Κοραής, σε αυτόν τον σχολιασμό, δίνει ιδιαίτερο βάρος στη συγκρότηση μιας εύνομης, φιλελεύθερης πολιτείας, αναδεικνύοντας ως προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του σκοπού, την άρση όλων των αριστοκρατικών, προνεωτερικών και ολιγαρχικών στοιχείων, που θα εμπόδιζαν το αχθεί η μελλοντική ελληνική πολιτεία στο να καταστεί σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Ο Κοραής, εναντιούμενος σε ό, τι θα ήταν κοντινό σε ένα ηγεμονικό, δεσποτικό, μοναρχικό πολίτευμα για την επιδιωκόμενη ελληνική πολιτεία, αποβλέπει σε μία δημοκρατική, φιλελεύθερη πολιτεία. Νομίζω ότι, χωρίς να ταυτίζουμε, θα πρέπει να συσχετίζουμε το ιδεολογικό εγχείρημα του Κοραή με το πολιτικό, συνταγματικό έργο του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου.
Όπως ο Αριστοτέλης, στο τρίτο βιβλίο των «Πολιτικών» του, ανεδείκνυε τη σημασία που έχει το «πείθεσθαι παρά το έθος», ως προς την ορθή πρακτική στην πόλη, δηλαδή το να εθίζονται οι πολίτες στο να πράττουν σύμφωνα με το πολιτικό δίκαιο, έτσι και ο Μαυροκορδάτος συλλαμβάνει την ιδέα της αναγκαίας προσαρμογής και της βαθμιαίας συνήθειας στο να πράττουν, όσο είναι εφικτό αρχικώς, ως πολίτες μιας συντεταγμένης πολιτείας, ώστε να έχει διακριτή πολιτική οντότητα το ελληνικό έθνος, λογιζόμενο αυτό το ίδιο συντεταγμένη ενότητα, δηλαδή ως κυρίαρχο πολιτικό σώμα. Συντεταγμένη πολιτεία, όμως, σημαίνει σύστημα πολιτειακών αρχών. Ένα τέτοιο σύστημα είναι πάντοτε και αξιακό σύστημα. Και στις αρχές που συνέχουν αυτό το σύστημα, καθώς και στο ιδεολογικό περιεχόμενο της πολιτικής θεωρίας και πράξης του, ο Μαυροκορδάτος προσπάθησε να μείνει σταθερός. Μια τέτοια σταθερότητα είναι αναπόφευκτα επισφαλής, όταν ένας πολιτικός κινείται στο ολισθηρό έδαφος που κινήθηκε ο Μαυροκορδάτος ως συνεπής αντίμαχος του πλέγματος συμφερόντων, που ονομάστηκε «πελατειακό κράτος» και το οποίο κυριάρχησε επί μακρόν στην ελληνική πολιτεία και κοινωνία και που, βεβαίως, εξακολουθεί, ακόμη και σήμερα, να χειραγωγεί την πολιτική ευβουλία και αυτονομία.
Αναφέρθηκα κυρίως στο Σύνταγμα της Επιδαύρου, όχι μόνο για την οικονομία  του λόγου, αλλά και επειδή πιστεύω ότι αυτό αποτελεί το ισχυρό τεκμήριο για την ένταξη του αρτιγέννητου ελληνικού κράτους στο πεδίο των ευσύντακτων πολιτειών. Αυτή η ένταξη δεν θα ήταν δυνατή, εάν ο Μαυροκορδάτος δεν συνέδεε την πολιτική του ιδεολογία με τη γεωπολιτική του θεώρηση, ώστε να στραφεί προς την αγγλική πολιτική, το κοινοβουλευτικό της σύστημα και τις σχετικές εγγυήσεις για την οργάνωση ενός κράτους ευνομίας και δικαιοκρατικής ευταξίας. Νομίζω ότι αυτή η ευνομία, λογιζόμενη ως ισονομία και ισοπολιτεία, αποτέλεσε τη συντακτική αρχή της πολιτικής του Μαυροκορδάτου, παρά τις αντιφάσεις, τις υποχωρήσεις και τους ολισθηρούς, συχνά, ελιγμούς που φαίνονταν – ή και όντως ισοδυναμούσαν – με διαψευστικές των διακηρυγμένων προθέσεων παρεκκλίσεις. Χωρίς, όμως, τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, δεν θα είχε εκφραστή. Δεν θα είχε ούτε λόγο ούτε πράξη. Ο Μαυροκορδάτος υπήρξε και ο λόγος της και η πράξη της. Και με αυτό το μέτρο θα πρέπει να κρίνεται.
Το βιβλίο της Λύντιας Τρίχας είναι ένα βιβλίο που μας διδάσκει. Καλογραμμένο, με σαφήνεια και αξιοσημείωτη νοηματική συνοχή, αποτελεί ένα εξαίρετο έργο, το οποίο συνιστά αντίστοιχη συμβολή στον αναγκαίο, διαρκώς ζητούμενο, αλλά και ακόμη δυσεπίτευκτο, εθνικό αναστοχασμό.
 
*Ο Στέφανος Δημητρίου είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου

Αλέκος Κυραρίνης, «Σταυρός εν μέσω δράκων», 2024, ακρυλικό σε ξύλο, 20 x 16 εκ., Συλλογή ΕΒΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια: