14/5/23

Γυναίκες στην τέχνη

Hannah Toticki, Focus Wear, 2020 (άποψη εγκατάστασης), διάφορα υφάσματα, ατσάλι, 180 x 50 x 45 εκ. και 170 x 55 x 45 εκ., φωτ.: Πηνελόπη Γερασίμου


Της Σάσας Λαδά*

ΓΛΑΥΚΗ ΓΚΟΤΣΗ, Βλέμματα γυναικών στην τέχνη (1850-1900), Εκδόσεις Νησίδες, σελ. 366

Η Γλαύκη Γκότση είναι ιστορικός τέχνης με αντικείμενο της έρευνας και των δημοσιεύσεών της τα ζητήματα ιστορίας των γυναικών και του φύλου στη νεότερη και σύγχρονη τέχνη, με πιο πρόσφατα τη συνεπιμέλεια των τόμων Το φύλο στην ιστορία, αποτιμήσεις και παραδείγματα (2015) και Ιστορίες για τη σεξουαλικότητα (2020).
Το νέο βιβλίο της ανιχνεύει και αναλύει συστηματικά τα βλέμματα των γυναικών στην τέχνη, το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, στη νέα τότε πρωτεύουσα, την Αθήνα. Η μελέτη αυτή έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στην ιστορία της νεοελληνικής τέχνης, στην οποία η προβληματική του φύλου παραμένει ακόμη περιθωριακή. Τα βλέμματα των γυναικών δεν έχουν απασχολήσει την ελληνική ιστοριογραφία έως τώρα. Η μελέτη επικεντρώνεται στις γυναίκες θεάτριες της περιόδου 1850-1900, καθώς και στα κείμενά τους για εικαστικά θέματα την εποχή αυτή. Όπως προκύπτει από τις πηγές που ερευνήθηκαν, στη δεκαετία του 1850 καταγράφονται οι πρώτες αναφορές για γυναίκες που επισκέπτονται καλλιτεχνικές εκθέσεις. Μια συστηματική παρακολούθηση της γυναικείας συμμετοχής στο κοινό της τέχνης και στη συζήτηση για τις εικαστικές τέχνες είναι απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου να έρθουν στο φως αγνοημένα πρόσωπα της ιστορίας και να αναδειχθούν παράμετροι, όπως το φύλο, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη σχέση των υποκειμένων με την τέχνη.
Το βιβλίο συγκροτείται από μια εκτενή εισαγωγή και τέσσερα κεφάλαια. Η εισαγωγή, με τίτλο «Από τις θεωρίες του βλέμματος στην ιστορία των γυναικών θεατών», διατρέχει τις κύριες θεωρητικές και μεθοδολογικές επεξεργασίες που αναπτύχθηκαν από το 1970 και μετά από φεμινίστριες ιστορικούς της τέχνης, που ανέδειξαν με τον πλέον επίμονο και κριτικό τρόπο την ιστορική σημασία της κατηγορίας γυναίκες και την αναγκαιότητα για τη μελέτη της σχέσης των γυναικών με την τέχνη. Καθοριστικές για την πορεία της φεμινιστικής προσέγγισης υπήρξαν από το 1981 και μετά οι παρεμβάσεις της Griselda Pollock, η οποία άσκησε έντονη κριτική στις αρχές και τις μεθόδους του ακαδημαϊκού κλάδου της ιστορίας της τέχνης.
Η σημασία του βλέμματος και του ρόλου του θεατή εντοπίζεται από νωρίς σε φεμινιστικές αναλύσεις, που αφορούν τις αναπαραστάσεις της γυναίκας και κυρίως του γυναικείου γυμνού στη δυτική τέχνη. Τη διαφοροποίηση του κοιτάγματος με βάση το φύλο ανέλυσε διεξοδικά η θεωρητικός του κινηματογράφου Laura Mulvey, ξεκινώντας με το άρθρο της «Οπτική απόλαυση και αφηγηματικός κινηματογράφος», που δημοσιεύτηκε το 1975. Η έμφαση στο φύλο δεν συνεπάγεται για τις ιστορικούς που την πρεσβεύουν ότι οι γυναίκες θεάτριες έχουν έναν, ενιαίο και κοινό τρόπο να κοιτάζουν και να προσλαμβάνουν τα έργα τέχνης. Αντίθετα, οι ερευνήτριες αναγνωρίζουν και παρουσιάζουν την ποικιλία των γυναικείων βλεμμάτων, την πολλαπλότητα των θέσεων θέασης και την πολυφωνία των κειμένων που γράφουν.
Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, με τίτλο «Το γυναικείο κοινό της τέχνης στον ελληνικό 19ο αιώνα», ανιχνεύει την παρουσία των γυναικών ως θεατριών τέχνης, μέσα από τα δημοσιεύματα του ημερήσιου και περιοδικού τύπου. Οι γυναίκες εντοπίζονται σε μουσεία, εκθέσεις και αρχαιότητες άλλοτε ως εκθέτριες, επισκέπτριες, ξεναγοί ή/και σχολιάστριες.
Η κοινωνική προέλευση του γυναικείου κοινού καθώς και τα ηλικιακά του χαρακτηριστικά, όπως καταγράφονται, παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, καθώς και οι απόψεις που εκφράζονται. Συνήθως οι επισκέπτριες προέρχονται από τα ανώτερα και μεσαία αστικά στρώματα, όμως κάποτε προέρχονται και από τον μικροαστικό ή τον εργατικό πληθυσμό της πρωτεύουσας και αυτό δεν περνά απαρατήρητο. «Εθαυματούργησαν τα 25 λεπτά της Εκθέσεως», σημειώνει η Εφημερίς περιγράφοντας τις τελευταίες μέρες των Ολυμπίων του 1888, όταν το τίμημα της εισόδου είχε μειωθεί. «Κόσμος και κόσμος συνέρρευσε εν αυτή. Πλήθος λαού, πτωχοί χειρώνακτες οίτινες είχον περιέργεια και δεν ηδύναντο να την ικανοποιήσωσι, πτωχαί γυναίκαι, αίτινες ήκουον έκθεσιν και εσταυροκοπούντο, αλλά δεν αποφάσιζαν να δώσωσι την δραχμήν των, αποφάσισαν να θυσιάσωσι τα 25 λεπτά των και να απολαύσωσι του μοναδικού θεάματος, όπερ τις οίδε πότε θα επανίδωσιν». Παράλληλα, ανιχνεύεται η αλληλογραφία των γυναικών όταν ταξιδεύουν εκτός Ελλάδος, επισκέπτονται μουσεία και γράφουν τις εντυπώσεις και τις κρίσεις τους για την τέχνη που βλέπουν, σε οικογενειακά ή φιλικά πρόσωπα.
Θέμα του δεύτερου κεφαλαίου είναι το εύγλωττο «Γράφοντας για τέχνη». Ποιες γράφουν και δημοσιεύουν για καλλιτεχνικά ζητήματα. Η έρευνα καταγράφει το είδος, τον αριθμό καθώς και τις δυνατότητες που υπάρχουν για δημοσίευση σε σχέση με τους άντρες. Κεντρική επιδίωξη αυτού του κεφαλαίου είναι η μελέτη των διαφορών στον λόγο, αλλά και στο βλέμμα μεταξύ γυναικών και αντρών. Διερευνάται επίσης η ιδιοτυπία της γυναικείας θέασης ως προς το περιεχόμενο των εικαστικών έργων και ειδικότερα ως προς τις παραστάσεις γυμνών σωμάτων και γυναικείων μορφών. Η θετική ή αρνητική υποδοχή που επιφυλάσσουν οι γυναίκες σε αυτές τις θεματικές, τα νοήματα που τους προσδίδουν, η κριτική που ασκούν, οι εναλλακτικές απεικονίσεις που προτείνουν, εμπεριέχουν στοιχεία ιδιαιτερότητάς τους σε σχέση με το αντρικό κοινό και, όπως υποστηρίζεται, αποτελούν ενδείξεις του έμφυλου χαρακτήρα του βλέμματός τους.
Η έρευνα ολοκληρώνεται με τις ατομικές περιπτώσεις της δημοσιογράφου Καλλιρόης Παρρέν και της παιδαγωγού Καλλιόπης Κεχαγιά, στις οποίες αφιερώνονται τα κεφάλαια 3 και 4. Η εστίαση στις δύο αυτές γυναίκες προκύπτει από το μεγάλο και μακροχρόνιο ενδιαφέρον τους για την τέχνη, που εξέφρασαν συστηματικά με κείμενα, καθώς και την ανάπτυξη ενός διακριτού λόγου που υποστήριζε τις απόψεις τους. 

*Η Σάσα Λαδά είναι αρχιτέκτων, ομότιμη καθηγήτρια ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: