25/5/25

Ο μέτοικος

Της Μαρίας Μοίρα
 
ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ, ξεχασμένες λέξεις, εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 214

 
Ο Αλέξης Πανσέληνος, έμπειρος τεχνίτης του λόγου, στο νέο ευσύνοπτο και ευανάγνωστο μυθιστόρημά του, εκεί προς το τέλος του βιβλίου, επιφυλάσσει στον αναγνώστη μια ενδιαφέρουσα και απρόσμενη ανατροπή. Μια αλλαγή κατεύθυνσης στην αφηγηματική εξέλιξη που μετατοπίζει το κέντρο βάρους της πλοκής, ανανεώνοντας το αναγνωστικό ενδιαφέρον.
Ο ήρωας, ο Νάσος Λύρας, είναι ένας καλοστεκούμενος ευκατάστατος συνταξιούχος μετανάστης, μόνιμος κάτοικος Μονάχου με αξιόλογη καριέρα, καθώς υπήρξε διευθυντής του διάσημου ιστορικού ξενοδοχείου της πόλης Τέσσερις Εποχές-Κεμπίνσκι. Ένας επιτυχημένος μέτοικος πολυτελείας, ο οποίος το 1966, χωρίς να συντρέχουν κάποιοι σοβαροί ή αξεπέραστοι πολιτικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί λόγοι, αποφασίζει να φύγει από την Ελλάδα, με σκοπό να κάνει ξενοδοχειακές σπουδές σε μια ακριβή αναγνωρισμένη σχολή στη Γερμανία και να εγκατασταθεί για πάντα εκεί. Και αυτό πράττει βάσει σχεδίου. Τελειώνει το γυμνάσιο, κάνει  το στρατιωτικό του και χωρίς να δώσει εξετάσεις στο ελληνικό πανεπιστήμιο αναχωρεί για το Μόναχο, έχοντας εξασφαλίσει απροσδόκητα τη συγκατάθεση των γονιών του και το παχυλό ποσό των διδάκτρων. Εγκαταλείπει την στερημένη οικογένεια και τους αριστερούς γονείς, τη μίζερη χώρα με την ταραγμένη πολιτική κατάσταση που εγκυμονούσε άδηλους κινδύνους, τους λίγους φίλους και τα κορίτσια που φλέρταρε και ποθούσε και ρίχνει κυριολεκτικά μαύρη πέτρα πίσω του.
 Από το 2014 μέχρι το 2016 και ενώ η χώρα του ταλανίζεται από βίαιους οικονομικούς κλυδωνισμούς και διασύρεται από την αδιαλλαξία και την ενορχηστρωμένη επίθεση των ευρωπαίων εταίρων (οι οποίοι ρίχνουν όλα τα κρίματα στον οκνηρό και ασυμμάζευτο λαό) για τον Νάσο Λύρα τα πράγματα κυλούν αρμονικά και αδιατάρακτα. Όπως ακριβώς τα είχε σχεδιάσει στη νεότητά του. Ο εκπατρισμένος άνδρας, απολαμβάνει την συγκατοίκηση με την καινούργια του λαμπερή σχέση. Η αρκετά νεότερη πλούσια και όμορφη Γερμανίδα, ανώτερο στέλεχος μεγάλης τράπεζας, με τον διάσημο αρχιμουσικό πατέρα και το βαρύ οικογενειακό επίθετο (μόνο μελανό σημείο του βιογραφικού η κάπως αμφιλεγόμενη εμπλοκή του μαέστρου με το ναζιστικό καθεστώς) είναι η ανέλπιστη εύνοια της τύχης που θα δώσει νέα ώθηση στις εκλεπτυσμένες συνήθειες και στις αισθητικές, ερωτικές και γαστρονομικές απολαύσεις του ήρωα. Τί άλλο θα μπορούσε να επιθυμήσει εξάλλου ένας αμετανόητος εργένης, αποξενωμένος από την πατρίδα και τους οικείους του στο κατώφλι του γήρατος; Ένας άνθρωπος που ενσωματώθηκε πλήρως και αυτοβούλως στον γερμανικό τρόπο ζωής; Ένας Έλληνας που μιλούσε άψογα τη ξένη γλώσσα, ενεργούσε, αντιδρούσε και σκεφτόταν καθ’ ολοκληρίαν σαν Γερμανός;
Οι ημερολογιακές του εγγραφές δείχνουν αυτήν την απόλυτη αποστασιοποίηση από τον παλιό του εαυτό. Την πρόθεση να ενταφιάσει στη λήθη τους γονείς, άρρωστους και μόνους όταν πεθαίνουν, τους φίλους και τις γυναίκες που κάποτε ερωτεύτηκε όταν τον αποζητούν ή τον χρειάζονται. Να απαξιώνει το ταπεινό σπίτι στο κέντρο με τα παλιά έπιπλα όπου κάποτε έζησε και μεγάλωσε, μένοντας σε ξενοδοχείο όταν επισκέπτεται περαστικός για διακοπές την βρώμικη, αντιφατική και άναρχη πόλη όπου γεννήθηκε.
Καθώς λοιπόν ελίσσεται η ιστορία με λιτή, ουσιαστική γλώσσα και παλίνδρομες κινήσεις ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν, δίνεται η ευκαιρία στον συγγραφέα να αναπαραστήσει χώρους και να σκιαγραφήσει χαρακτήρες στην Ελλάδα και στην Γερμανία διεισδυτικά και ευαίσθητα, εύστοχα και αισθαντικά. Και θα ήταν απόλυτη η συνταύτιση προσδοκιών, στόχων και αποτελεσμάτων για τον Νάσο Λύρα, αν όλο και πιο συχνά και απρόκλητα δεν τρύπωναν στο μυαλό του κάποιες ξεχασμένες λέξεις από την μητρική του γλώσσα. Να τον αποσπούν από τον καθησυχαστικό ασφαλή μικρόκοσμο που έκτισε τόσα χρόνια με ζήλο, πειθαρχία και αυταπάρνηση. Να υπονομεύουν την παρηγορητική φαντασίωση του επιθυμητού άντρα, την φενάκη του επιτυχημένου μετανάστη, τις επιβεβαιώσεις ενός bon viveur που εκτιμά το καλό φαγητό, το ακριβό κρασί και τον Βάγκνερ. Λόγια απλά καταχωρημένα στη μνήμη, λίγο ντεμοντέ (Τσελβόλ, το φτηνό ύφασμα για το κουστούμι του πατέρα), εκφράσεις του συρμού (Χαιρετίσματα από το Τιρόλο, άγριος σαν Μάου Μάου), αθώα τρυφερά παρατσούκλια (Μπεμπέκα, Κουτσουμπού) και άλλες πολλές λέξεις, κοινές και ασήμαντες να ανακαλούν το παιδικό και εφηβικό παρελθόν με διαύγεια και δύναμη. Ακόμα και η λέξη Θανάσης μπορούσε να φέρει στην επιφάνεια έναν άλλο εαυτό, διαφορετικό από τον Νάσο, τον αξιοσέβαστο Γερμανό πρώην διευθυντή του πολυτελούς ακριβού ξενοδοχείου. Λέξεις που θυμίζουν τα στερημένα παιδικά χρόνια, τις ερωτικές απογοητεύσεις, την βαρβαρότητα της στρατιωτικής θητείας, την αγριότητα της χούντας, τις αγωνίες των διώξεων και τον αθέλητο αποκλεισμό στην Ελλάδα για τρία χρόνια χωρίς διαβατήριο, τη σιωπηλή εγκαρτέρηση των γονιών για την μοναξιά και την απουσία του μοναχογιού τους.
 Όταν λοιπόν η ερωτική μέθεξη θα φθάσει στο τέλος με πρωτοβουλία της συντρόφου του, όλα θα μεταστραφούν για τον ήρωα και θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση μιας απρόσμενης υπαρξιακής κρίσης. Όταν μάλιστα, εκεί προς το τέλος του βιβλίου, αποκαλυφθεί ένα καλά κρυμμένο οικογενειακό μυστικό, μια άγνωστη κατοχική ιστορία, θα αλλάξει η ροή και η ερμηνεία των γεγονότων. Τότε όλα θα φωτιστούν αλλιώς και ο αναγνώστης θα αισθανθεί την ανάγκη να ανατρέξει στις προηγούμενες σελίδες, για να αναζητήσει τα τεκμήρια, των αφανέρωτων σε πρώτο επίπεδο, προθέσεων του συγγραφέα.
Γιατί  ο ήρωας θα αναθεωρήσει αποφάσεις και επιλογές και θα αισθανθεί την ανάγκη να γυρίσει επιτέλους πίσω για να αντιμετωπίσει τις ματαιώσεις της ηλικίας και τις εκδηλώσεις ενός ασύνειδου νόστου. Όχι στην Αθήνα αλλά στην Μυτιλήνη, τον γενέθλιο τόπο του πατέρα. Για να αγοράσει το οικογενειακό σπίτι, να το επισκευάσει και να εγκατασταθεί εκεί. Για να συνδέσει το βίαια κομμένο νήμα της ζωής του. Για να συναρμολογήσει τα χαμένα και διασκορπισμένα κομμάτια ενός λησμονημένου παρελθόντος. Για να συμπληρώσει την εικόνα εαυτού, που έμεινε λειψή και ανολοκλήρωτη εκεί στα ξένα.
 

Φωτεινή Παλπάνα, Soft Paintings: I had so much painting in me! (μέρος εγκατάστασης), 2024-2025, λαδοπαστέλ σε συνθετικό ύφασμα με πέλος, 35 x 35 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: