Οι εικόνες του τεύχους προέρχονται από την αναδρομική
έκθεση «Takis 1∞» που πραγματοποιείται με αφορμή τα 100 χρόνια
από τη γέννηση του Παναγιώτη Βασιλάκη (Takis) στο Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας
Γουλανδρή στην Αθήνα (Ερατοσθένους 13)
και, παράλληλα, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος στη χώρα της
Άνδρου. Επιμέλεια: Μαρία Κουτσομάλλη-Moreau και Toby
Kamps.
Μέχρι 2 Νοεμβρίου.
13/7/25
Εξιδανικεύσεις του έρωτα
Της Βέρας
Παύλου*
BRUCE
FINK, Για τον έρωτα. Εισαγωγή στο όγδοο σεμινάριο του Λακάν, Εκδόσεις Opposito, μτφρ. Στέλλα Μαυρή, Μιχάλης Μεντίνης,
σελ. 304
Μετά την έκδοση της Εισαγωγής στη Λακανική Κλινική το 2006 (εκδόσεις Πλέθρον), ο Bruce Fink, αμερικάνος λακανικός ψυχαναλυτής, επανέρχεται στο προσκήνιο με την δεύτερη έκδοση της μετάφρασης του βιβλίου του για τον Έρωτα. Για ποιον έρωτα πρόκειται;
Ένας σπάνιος άνθρωπος
ΔΙΗΓΗΜΑ
Δεν
είχε καμία εμφανισιακή σπανιότητα. Ήταν ένας κοινός κοινότατος τύπος που σχεδόν
αόρατος τους προσπερνούσε γιατί κανείς τους δεν τον έβλεπε και κανείς δεν τον
παρατηρούσε. Δεν είχε πράσινα μεταξωτά μαλλιά, ούτε κίτρινα μάτια που
φωσφόριζαν, δεν είχε φρύδια τοξωτά, ούτε τριπλή σειρά βλεφαρίδων κι οπωσδήποτε
δεν είχε φακίδες στη μύτη και στ’ αυτιά. Είχε όμως αυτό το σπάνιο χάρισμα μιας
αντίληψης υπερηχητικής, που είχε μπει από καιρό σε τροχιά πυραύλου. Ήταν ένας
σπάνιος άνθρωπος. Ήταν σπάνιος και το ήξερε. Ήταν ένας σπάνιος άνθρωπος που όλη
του τη ζωή προσπαθούσε να διαφυλάξει τη σπανιότητά του.
Ήταν
λογικό οι γύρω του να δυσκολεύονται ή να μην καταλαβαίνουν καθόλου όσα
καταλάβαινε μέσω της σπάνιας συνθήκης που τον καταλάμβανε –σαν ένα είδος
ψύχωσης- ώστε ν’ αντιλαμβάνεται ό,τι γύρω του συνέβαινε ή ήταν έτοιμο να
συμβεί. Γνώριζε τα πάντα πριν καν αυτά προκύψουν. Όλα τα καταλάβαινε, κι όλα τα
αποκωδικοποιούσε, όλα τα υπολόγιζε κι όλα τα μετρούσε με σπάνιους υπολογισμούς
και ακόμα πιο σπάνιες μετρήσεις.
«Πρέπει
να βρεθεί η εξίσωση» συχνά μονολογούσε. «Πρέπει να βρεθεί η εξίσωση ανάμεσα
στις ευθείες γραμμές που τέμνονται και στους κύκλους που περιστρέφονται γύρω
από αυτό που δεν είναι ούτε φελλός, ούτε φτερό, ούτε νούφαρο κι όμως επιπλέει.
Αυτό το κάτι που επιπλέει αυτή η ζωή, η άλλοτε εναέρια, κι άλλοτε επίπεδη σαν
τα πουλιά εδάφους- εδάφους, σαν τα περιστέρια και τις δεκαοχτούρες. Η τέταρτη
διάσταση της ζωής και του χωροχρόνου.
Ένα
βόμβος πηγαινοερχόταν κάθε πρωί. Ένας βόμβος υπόκωφος που έμοιαζε ν’ ακούγεται
από κρυμμένη σφηκοφωλιά σε κουφάλα δέντρου. «Δεν θέλω να είμαι ένας φάρος
γνώσης άλλο πια, αναβοσβήνοντας για μένα και μόνον, μου αρκεί να γίνω ζυμάρι,
εύκαμπτο, ελαστικό και να φουσκώνω ανάμεσα σε καρβέλια χιλιάδες» μονολογούσε.
Αναδημιουργία του κόσμου
![]() |
Takis, Εσωτερικός
χώρος, 1963, επιχρυσωμένος μπρούντζος, 29 × 32 × 31 εκ. Συλλογή Ιδρύματος
«Ελληνική Διασπορά». |
Του Γιώργου Βέη*
ΓΙΟΚΟ
ΟΓΚΑΟΥΑ, Το μικρό εξάγωνο δωμάτιο, Μετάφραση: Άννα Παπασταύρου, Εκδόσεις
Πατάκη, σελ. 110
Εκδόθηκε πριν από τριάντα ένα χρόνια. Πρόκειται για ευσύνοπτο μυθιστόρημα, ομολογουμένως τυπικό δείγμα της αφηγηματικής στρατηγικής της εξαιρετικά παραγωγικής, πολυβραβευμένης Γιόκο Ογκάουα (Οκαγιάμα Ιαπωνίας, 1962 - ). Στα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της προκείμενης, επιμελώς συγκροτημένης γραφής, η οποία όντως πέρασε άρτια, το τονίζω, στα ελληνικά, συγκαταλέγονται: α) η εξόφθαλμη χρήση της αλληγορίας, β) οι διαδοχικοί, πολυφωνικοί υπαινιγμοί, γ) οι σαφείς αναφορές σε ένα προβληματιζόμενο, διαρκώς μάλιστα, εγώ, το οποίο προσβλέπει σταθερά στην αναδόμησή του μέσα από την ιαματική διαδικασία της ικανής και αναγκαίας του ψυχο-πνευματικής άσκησης, δ) η κατά κανόνα παρεμβολή δίσημων εκφάνσεων ή καθόλα αινιγματικών αποχρώσεων του βίου, ε) τα δεδομένα ενός καλώς δομημένου ρεαλισμού συνυπάρχουν με τα δεδομένα ενός εξωλογικού διηγητικού κράματος, στ) η ενίοτε διαισθητική, εμφανώς τηλεπαθητική επικοινωνία των προσώπων, ως να ήταν το απαραίτητο εκείνο στοιχείο μιας αυτοθεραπευτικής διαδικασίας βίου στο κατά τα άλλα οικείο πλαίσιο της καθημερινότητας, ζ) η συνειδητή άρνηση της εκκένωσης του εαυτού, η) το όποιο διακριτό ή εννοούμενο έλλειμμα δεν εμποδίζει τους χαρακτήρες να αρθρώσουν άμυνες, εξευμενίζοντας ταυτοχρόνως το ίδιο το έλλειμμά τους, θ) η βασανιστική απώλεια του ερωτικού συντρόφου, οι εντατικές απωθήσεις ορμών, οι δεδηλωμένες αρχαϊκές εστίες της ύπαρξης συναποτελούν εστίες της εξιστόρησης, ι) η αλυσίδα των συνειρμών υποστηρίζει συστηματικά την όλη αφηγηματική εξέλιξη, ια) η συνεχής παρουσία και εξακολουθητική δράση των υλικών του ονείρου και ιβ) η πρόσφορη, παρατεταμένη συνύπαρξη του πραγματικού και των συμφραζομένων του με το αμιγώς συμβολικό, αλλά και το επιδραστικό φαντασιακό.
Η απολύτως αινιγματική Μιντόρι, φιλότιμη συνοδός μιας ηλικιωμένης γυναίκας, συναντά για πρώτη φορά στα αποδυτήρια ενός κολυμβητηρίου τη νεαρή ηρωίδα του παρόντος έργου. Η τύχη προνοεί, ως γνωστόν, και για τα δημιουργικά απρόοπτα της ζωής. Έτσι, δεν θα αργήσει η απρόβλεπτη ξενάγηση, την οποία παρέχει η από μηχανής ιέρεια Μιντόρι στη νέα φίλη της σ΄ ένα εγκαταλελειμμένο συγκρότημα κτιρίων. Εκεί τις περιμένει ένας επιστάτης ονόματι Γιουζούρου. Αποκλειστική μέριμνά του η εύρυθμη λειτουργία μιας λυόμενης ντουλάπας. Πρόκειται για το σημαδιακό «μικρό εξάγωνο δωμάτιο», όπου μπορεί με τη σειρά του ο κάθε επισκέπτης να εισέλθει, έναντι ενός ταπεινού φιλοδωρήματος, για να πει ό, τι θεωρεί σκόπιμο. Κοιτάζοντας το αφηγηματικό είδωλό του στον σιωπηλό σύντροφο της στιγμής, στον στοργικό καθρέφτη, εξομολογείται όσα δεν θέλει να καταθέσει στον οποιοδήποτε άλλον. Ούτε το παραλήρημα αποκλείεται εξ ορισμού. Εκεί εντέλει η θεραπεία του εαυτού εκτιμάται πολλαπλώς.
η φόρα
φαίνονταν μόλις στο
προφίλ σκυμμένη
κάπως δά γερτή ναν σείει την κουνιστήν
του βάθους γηρασμένην πολυθρόνα ‒ το
δειλινό μέ δίχτυα μπόγια ως προμάζευεν
τ’ αδέσποτα χρωμάτων κ’ η αυλαία σε βράδυ
θριάμβους θα κομπόθιαζες ότι εθρασύνθης αίμα
Κώστας Θ. Ριζάκης
κάπως δά γερτή ναν σείει την κουνιστήν
του βάθους γηρασμένην πολυθρόνα ‒ το
δειλινό μέ δίχτυα μπόγια ως προμάζευεν
τ’ αδέσποτα χρωμάτων κ’ η αυλαία σε βράδυ
θριάμβους θα κομπόθιαζες ότι εθρασύνθης αίμα
Κώστας Θ. Ριζάκης
Στον δρόμο της δημοκρατικής αντίστασης
Της Διώνης Δημητριάδου
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΤΟΣ, Σωτήρης
Πέτρουλας, μυθιστορηματική βιογραφία, εκδόσεις Άπαρσις, σελ. 240
Σε όσους από εμάς έχουν βαθιά χαραχτεί οι στίχοι του Μίκη Θεοδωράκη, γραμμένοι για τον Πέτρουλα: […] Σωτήρη Πέτρουλα, Σωτήρη Πέτρουλα/ οδήγα το λαό σου οδήγα μας μπροστά, έχει ιδιαίτερη σημασία το βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε, γραμμένο από τον Γιώργο Αλεξάτο, μετά από ενδελεχή έρευνα σε αρχεία και κυρίως μαρτυρίες, για τον Σωτήρη Πέτρουλα που δολοφονήθηκε στις 21 Ιουλίου του 1965, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στο κέντρο της Αθήνας εναντίον της Αποστασίας. Και έχει σημασία, γιατί πέρα από τη μνήμη που επανέρχεται, καταργώντας την πολύ βολική λήθη, το βιβλίο δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα τόσο για τη ζωή (αν και σύντομη) του Πέτρουλα, όσο και για τις καταβολές της οικογένειάς του, μέσα στην ιδιαιτερότητα της κλειστής μανιάτικης κοινωνίας, όσο και για το ευρύτερο κλίμα που επικρατούσε κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Εμφύλιο. Οι ηττημένοι της εμφύλιας διαμάχης σε διαρκή διωγμό, κι όμως να αντέχουν, να δημιουργούνται όλο και νέοι πυρήνες αριστερής ιδεολογίας, και οι νικητές να θριαμβολογούν πάνω στις πληρωμένες δάφνες τους, να διαιωνίζουν την προδοσία, να διατηρούν τις ομάδες Χ και τους ταγματασφαλίτες της Κατοχής με άλλο προσωπείο.
Σε μια τέτοια εποχή, σε μια τέτοια σπαρασσόμενη κοινωνία, γεννήθηκε και αντρώθηκε ο Πέτρουλας, διατηρώντας τα χαρτιά του όλα ανοιχτά κι αυτός και η οικογένειά του, διωκόμενη από τον θεσμό της βεντέτας αλλά, κυρίως, από την ιδεολογική της τοποθέτηση, γεγονός που ελάχιστες ελπίδες επιβίωσης του προσέδιδε. Από το Οίτυλο η οικογένεια κατέφυγε με μεγάλο κίνδυνο το 1946 στην Αθήνα, στη φτωχική γειτονιά του Κολωνού, σε μια αυλή με δωμάτια που φιλοξενούσαν διαφορετικές οικογένειες (οι παλιότεροι θα τα θυμούνται και στον Κολωνό, και στην Καισαριανή και στην Κοκκινιά), οι γονείς, ο μεγάλος γιος Ηλίας, η Βούλα, ο μόλις τετράχρονος Σωτήρης (σε λίγο θα προστεθεί και ο Παναγιώτης). Μόλις το 1960 θα καταφέρουν να στεγάσουν την οικογένειά τους ο Θόδωρος και η Ποτούλα σε δικό τους σπίτι, στα Σεπόλια.
Ο Αλεξάτος παρακολουθεί την πορεία του Πέτρουλα, τη σταδιακή συνειδητοποίηση της πολιτικής κατάστασης, καθώς αρχίζει να κατανοεί τη θέση της οικογένειάς του που αριθμεί νεκρούς, φυλακισμένους και εξόριστους, όλους στο πλευρό του δικαίου και της δημοκρατίας. Με έφεση στα γράμματα, φοιτά σε νυχτερινό σχολείο, έρχεται σε επαφή με νέους του μεροκάματου, όπως και ο ίδιος. Τότε έμαθε ο Σωτήρης και τι ακριβώς ήταν καθένας απ’ αυτούς που τα ονόματά τους τα ’χε ακούσει κάμποσες φορές, όταν δούλευε στο κουρείο. Με σεβασμό από τους δημοκρατικούς. Με μίσος από εκείνους που οι αριστεροί ονόμαζαν «μοναρχοφασίστες». (σ. 86).
Μεσημβρία
Μες
το λιοπύρι το σκληρό κι οι ίσκιοι πώς στερεύουν
ακόμα κι από την πυκνή των δέντρων φυλλωσιά,
που μάταια με τις ρίζες τους αδιάκοπα γυρεύουν
μέσα στη ζείδωρη νυχτιά της γης λίγη δροσιά.
Ο ήλιος μονοκράτορας ψηλά τ’ ουράνιου θόλου,
το θαύμα το πολυάχιδο σκορπώντας ξαφνικά,
σαν σίγουρος πολεμιστής χωρίς οργή καθόλου,
τον παγωμένο Πύθωνα του σκοταδιού νικά.
Από του πόλου το μυχό σκληρή φωτιά τυλίγει
μ’ άπλετη θέρμη ατέρμονης χρυσής μαρμαρυγής,
ανήλεα την ικμάδα τους στραγγίζοντας τη λίγη,
ό,τι φυτρώνει, ζει κι ανθεί στην ερημιά της γης.
Όλα γυρεύουν να καούν και να γενούνε στάχτη:
οι μύριοι πόθοι της καρδιάς και τα είδωλα του νου,
η πολυδαίδαλη ζωή και το πικρό της τ’ άχτι,
η μαύρη λήθη του βυθού κι η μνήμη του ουρανού.
Μα τον παλμό του αστείρευτου φωτός τον αρμονίζει
η μεσημβρία η ένδοξη σαν άρπα ηλιακή
κι ετούτη η πάμφωτη σιγή σε κάρωμα λικνίζει
τον άνθρωπο που ο ίμερος τον άφησε κι η αλκή.
Τις όχθες μόνο των νεκρών χειμάρρων πλημμυρίζουν
της ροδοδάφνης σάρκινοι κι ολόλευκοι οι ανθοί,
που σαν λατρείας άμωμης θυμίαμα δωρίζουν
μιαν αρωματική ψυχή στον ήλιο να ευφρανθεί!
Στον κάμπο τον αθέριστο με το φρυγμένο αγκάθι,
που τα κοπάδια του Άδμητου βόσκησε θεός κρυφός,
απ’ τις πολύροζες ελιές ως τα βουνά στα βάθη
όλα ονειρεύονται βαθιά στον ύπνο τους το φως.
Τ’ αγάλματα αντιτείνουνε μονάχα στα μουσεία,
που δείχνει ο ίσκιος τους αχνός το διάβα των ωρών,
την όρασή τους την τυφλή στην πάμφωτη απουσία,
αρχαίων αγάλματα θεών κι εφήβων και κορών.
Αφήνεσαι σιγά κι εσύ μες την πυρρόξανθη ώρα
και ο ύπνος διακλαδώνεται στα μέλη σου τερπνός,
φεύγει η ψυχή σου σαν ατμός, ενώ ανεβαίνει τώρα
ανάμεσα απ΄ τα κέρατα του τράγου αργός καπνός.
Και μέσα σε λυκόφωτη βυθίζεσαι γαλήνη
−ακόμα μες τις φλέβες σου σφύζει το φως και ζει!−
εκεί που ο ήλιος ο κρυπτός κι η μυστική σελήνη
στη γη συμβασιλεύουνε των όνειρων μαζί.
Γιώργος Βαρθαλίτης
ακόμα κι από την πυκνή των δέντρων φυλλωσιά,
που μάταια με τις ρίζες τους αδιάκοπα γυρεύουν
μέσα στη ζείδωρη νυχτιά της γης λίγη δροσιά.
Ο ήλιος μονοκράτορας ψηλά τ’ ουράνιου θόλου,
το θαύμα το πολυάχιδο σκορπώντας ξαφνικά,
σαν σίγουρος πολεμιστής χωρίς οργή καθόλου,
τον παγωμένο Πύθωνα του σκοταδιού νικά.
Από του πόλου το μυχό σκληρή φωτιά τυλίγει
μ’ άπλετη θέρμη ατέρμονης χρυσής μαρμαρυγής,
ανήλεα την ικμάδα τους στραγγίζοντας τη λίγη,
ό,τι φυτρώνει, ζει κι ανθεί στην ερημιά της γης.
Όλα γυρεύουν να καούν και να γενούνε στάχτη:
οι μύριοι πόθοι της καρδιάς και τα είδωλα του νου,
η πολυδαίδαλη ζωή και το πικρό της τ’ άχτι,
η μαύρη λήθη του βυθού κι η μνήμη του ουρανού.
Μα τον παλμό του αστείρευτου φωτός τον αρμονίζει
η μεσημβρία η ένδοξη σαν άρπα ηλιακή
κι ετούτη η πάμφωτη σιγή σε κάρωμα λικνίζει
τον άνθρωπο που ο ίμερος τον άφησε κι η αλκή.
Τις όχθες μόνο των νεκρών χειμάρρων πλημμυρίζουν
της ροδοδάφνης σάρκινοι κι ολόλευκοι οι ανθοί,
που σαν λατρείας άμωμης θυμίαμα δωρίζουν
μιαν αρωματική ψυχή στον ήλιο να ευφρανθεί!
Στον κάμπο τον αθέριστο με το φρυγμένο αγκάθι,
που τα κοπάδια του Άδμητου βόσκησε θεός κρυφός,
απ’ τις πολύροζες ελιές ως τα βουνά στα βάθη
όλα ονειρεύονται βαθιά στον ύπνο τους το φως.
Τ’ αγάλματα αντιτείνουνε μονάχα στα μουσεία,
που δείχνει ο ίσκιος τους αχνός το διάβα των ωρών,
την όρασή τους την τυφλή στην πάμφωτη απουσία,
αρχαίων αγάλματα θεών κι εφήβων και κορών.
Αφήνεσαι σιγά κι εσύ μες την πυρρόξανθη ώρα
και ο ύπνος διακλαδώνεται στα μέλη σου τερπνός,
φεύγει η ψυχή σου σαν ατμός, ενώ ανεβαίνει τώρα
ανάμεσα απ΄ τα κέρατα του τράγου αργός καπνός.
Και μέσα σε λυκόφωτη βυθίζεσαι γαλήνη
−ακόμα μες τις φλέβες σου σφύζει το φως και ζει!−
εκεί που ο ήλιος ο κρυπτός κι η μυστική σελήνη
στη γη συμβασιλεύουνε των όνειρων μαζί.
Γιώργος Βαρθαλίτης
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)