Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η κριτική και η θεωρία της. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η κριτική και η θεωρία της. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

18/8/12

Ο απολογισμός ενός αφιερώματος

ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΡΟΖΑΝΗ

Η κριτική και η θεωρία της. Αυτή ήταν η θεματική του αφιερώματος που ο Κώστας Βούλγαρης και ο γράφων επεχείρησαν, επιστρατεύοντας τους συγγραφείς και τα κείμενά τους, να διερευνήσουν, να διαυγάσουν και/ή κριτικά να προσεγγίσουν. Άρα, πρόκειται μάλλον για ένα εγχείρημα κριτικής της κριτικής, ή ίσως για μια προσπάθεια να αναδειχθεί η κριτική των ορίων, η οποία διολισθαίνει μέσα στα όρια της κριτικής.

Κανένα εγχείρημα σε αυτό το δύσβατο πεδίο δεν μπορεί να επικαλεσθεί την επιτυχία, διότι δεν σκοπεύει στην επιτυχία, δεν είναι δηλαδή η επιτυχία που τίθεται ως τελικός προορισμός των κειμένων και των συγγραφέων τους. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι φορές που τα κείμενα, διεισδύοντας στον πυρήνα της προβληματικής τους, αναστατώνονται και εμφανίζονται αμήχανα μπροστά στα όριά τους, τα οποία επιχειρούν να υπερβούν, προκειμένου να διατυπώσουν έναν λόγο σύμπλοκο, που εξ ανάγκης περιλαμβάνει την κριτική ως πεδίο άσκησης του λόγου και συγχρόνως την κριτική τού διατυπωμένου περί της κριτικής λόγου.

Η κριτική και η θεωρία της Αφιέρωμα, επιμέλεια Κώστας Βούλγαρης, Στέφανος Ροζάνης

Αρχής γενομένης την 27-11-2011, με ένα εισαγωγικό σημείωμα των επιμελητών, κι ενώ μεσολάβησαν τόσο πολλά και σημαντικά γεγονότα, δημοσιεύθηκαν τα κείμενα:
ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ, Η «αριθμοποίηση» της καθημερινότητας, ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΑΡΣΕΝΙΟΥ, Επιβιώνοντας με τη θεωρία. Πανεπιστήμιο και επαγγελματική κριτική, ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Αποδόμηση και κριτική, ΕΛΠΙΔΑ ΡΙΚΟΥ, Τέχνες του αναστοχασμού στην ανθρωπολογία, ΜΑΡΙΑ ΜΠΑΡΟΥΧΑ, Περί κριτηρίων αξιολόγησης των έργων της τέχνης, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ, Θεωρία της υποκριτικής στον κινηματογράφο και σπουδές αναφορικά με το «σταρ σίστεμ». Ένα σχόλιο, ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΟΥΤΣΟΣ, Για την ιστορικοκριτική ερμηνευτική πράξη, ΝΙΚΟΣ ΜΑΥΡΕΛΟΣ, Ο Αδαμάντιος Κοραής και οι απαρχές της νεοελληνικής κριτικής και της θεωρίας της, ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Εγώ, το κείμενο και ο «άλλος», ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΡΤΙΝΟΣ, Η θεατρική σκηνή. Στον αστερισμό των θραυσμάτων, ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΩΜΑΝΟΣ, Κριτήρια κριτικής στη λογοτεχνική πεζογραφία. Μερικά πρακτικά στοιχεία, ΑΘΗΝΑ ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ, Η κριτική της ποίησης την εποχή της κρίσης, ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΡΤΙΚΑΣ, Η αλληγορία της επιστροφής του παρία, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΙΟΥΠΚΙΟΛΗΣ, «Σκέψη στην εποχή των τεράτων». Διαλεκτικές της κριτικής πολιτικής θεωρίας στους καιρούς μας, ΤΖΙΝΑ ΠΟΛΙΤΗ, Θεωρία της Ιστορίας και Λογοτεχνική Πράξη: Ένα Παράδειγμα, ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΛΕΞΙΟΥ, Η Θεωρία της λογοτεχνίας, η κρίση, ο Αντόρνο και οι τζιριντζάντζουλες, ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΚΟΥΜΑΣΙΔΗΣ, Επισημάνσεις, ερωτήματα και εκδοχές μιας μεταμοντέρνας κριτικής, ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ, Άγχος του νέου, πειρασμός του παλιού. Για τους όρους της πολιτικής κριτικής, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΑΚΟΣ, Τα κριτήρια της κινηματογραφικής γραφής, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ, Ιστορία-Κριτική-Θεωρία, PHILIPPE BONNEFIS, Μια χαρούμενη απελπισία (μτφ. εισαγ. Σοφία Ιακωβίδου), ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΡΟΖΑΝΗΣ, Απώθηση και επιθετικότητα: Τα όρια της λογοτεχνικής κριτικής, ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΤΣΟΥΠΡΟΥ, Η Κριτική των δημιουργών, ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΠΙΤΣΩΡΗΣ, Ο κριτικός λόγος εν μέσω της μεταφραστικής πρακτικής και του υπομνηματισμού, ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ, Fictocriticism / Κριτική Μυθοπλασία
 

11/8/12

Fictocriticism / Κριτική Μυθοπλασία

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΥ



Δεν υπάρχει τρόπος να είσαι συγγραφέας και να αισθάνεσαι άνετα.
Η αναζήτηση της αυθεντικότητας και της αυθεντίας
 είναι καταστροφική και κάνει τους συγγραφείς να ψεύδονται.
Eva Sallis

Μόνο η αρχή των πολλαπλών εισόδων αποτρέπει την εισαγωγή του εχθρού:
του Σημαίνοντος και της απόπειρας να ερμηνευτεί ένα έργο
που στην πραγματικότητα είναι ανοικτό μόνο σε πειραματισμούς.
(Deleuze & Guattari, Kafka, σ.3).


Αναγνωρίζοντας ως σημαντικά διακριτικά στοιχεία της σύγχρονης λογοτεχνίας την αυτοαναφορικότητα και τον αναστοχασμό, ο σημερινός αναγνώστης έρχεται όλο και συχνότερα «αντιμέτωπος» με κείμενα υποψιασμένα για τα ζητήματα της πρόσληψης. Η λογοτεχνία μοιάζει να υποδέχεται, να οικειοποιείται και, πολλές φορές, να προλαμβάνει την αποτίμησή της από την κριτική. Δεν είναι, λοιπόν, σπάνιο (ούτε πρωτόγνωρο στην ιστορία της λογοτεχνίας) να εμφανίζονται λογοτεχνικά έργα τα οποία ενσωματώνουν την κριτική, αντί να στέκονται διαλεκτικώς απέναντί της.


Συζητούμε, τότε, για υβριδικά κείμενα που καταλύουν τα ειδολογικά όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και τη θεωρία, φέρνοντας σε αμηχανία και τις δύο πλευρές του διαλόγου, προδίδοντας εξίσου (και απολύτως εμπρόθετα) το fundamentum του λογικοκρατικού στοχασμού, όπως και της δημιουργικής φαντασίας.

Μολονότι τέτοιου είδους κείμενα μπορούν να εντοπιστούν ακόμα και στο απώτερο παρελθόν (π.χ. στα παραδείγματα του Μονταίν ή του Λώρενς Στερν), ένα μονοπάτι της πρόσφατης θεωρητικής σκέψης επιχειρεί να κανονικοποιήσει τα χαρακτηριστικά τους μέσω του σύνθετου όρου Fictocriticism < Fiction + Criticism, που εδώ επιλέγουμε να μεταφέρουμε για πρώτη φορά στα Ελληνικά ως: «Κριτική Μυθοπλασία». Η πιο πιστή μετάφρασή του ως «Μυθοκριτική» μοιάζει μάλλον κακόηχη.

4/8/12

Ο κριτικός λόγος εν μέσω της μεταφραστικής πρακτικής και του υπομνηματισμού


ΤΟΥ BAΓΓEΛH MΠITΣΩPH

O Nαμπόκωφ, στο κείμενό του «Η τέχνη της μετάφρασης», διακρίνει τρεις τύπους μεταφραστών: τον λόγιο, τον καλοπροαίρετο αλλά άτεχνο και τέλος τον επαγγελματία συγγραφέα που νιώθει άνετα δίπλα στον δημιουργό του ξένου πρωτοτύπου. H σύγκριση μεταξύ του άτεχνου, ημιμαθούς μεταφραστή και του λογίου δεν πρέπει να εστιάζεται στα περισσότερα ή λιγότερα μεταφραστικά λάθη τους, αλλά στο γεγονός ότι και οι δύο στερούνται απελπιστικά οιασδήποτε δημιουργικής ικανότητας, εν ολίγοις λογοτεχνικού ταλάντου. Πιο συγκεκριμένα, ο λόγιος μεταφραστής είναι πολυμαθής και ακριβής. Aυτό αποδεικνύουν οι σημειώσεις του που είναι «υποσελίδιες και δεν εξωθούνται στο τέλος του τόμου».
Να λοιπόν που ένας μεγαλοφυής και πολύγλωσσος συγγραφέας μοιάζει να επικυρώνει τη διαδεδομένη άποψη πως οι σημειώσεις του μεταφραστή προδίδουν έλλειψη λογοτεχνικότητας ή δημιουργικότητας. Από την άλλη μεριά, πολλοί κριτικοί της μετάφρασης επισημαίνουν ότι οι σημειώσεις, και δη οι υποσελίδιες, ενοχλούν ή παρενοχλούν την ανάγνωση επειδή αποσπούν το βλέμμα ή το νου από το ουσιώδες, το δημιουργικό, από τη φωνή, από τη γραφή του συγγραφέα-δημιουργού.

28/7/12

Η Κριτική των δημιουργών

ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΣ ΤΣΟΥΠΡΟΥ

Θα προσδιόριζε ίσως κανείς επιτυχώς ένα μέρος, και πιθανόν το γνησιότερο, της ασκούμενης κριτικής (δημοσιογραφίας) στις μέρες μας, αν την τοποθετούσε στον μεταιχμιακό χώρο μεταξύ Επιστήμης και Τέχνης, όπως αντίστοιχα συμβαίνει με το δοκίμιο. Όπως, δηλαδή, το δοκίμιο χρειάζεται συχνά έναν προσδιορισμό προκειμένου να οριστεί ακριβέστερα η προέλευση και/ή η στόχευσή του, αλλά και η τεχνική του, το ίδιο χρειάζεται και η δημοσιογραφία που βρίσκεται στα χέρια ελεύθερων, συνειδητών πολιτών. Αν, όμως, ορίζουμε ως «ποιητικό» ένα δοκίμιο που εμφανίζεται ως στοχασμός, με την έννοια ότι ο συγγραφέας του μοιάζει να απευθύνεται περισσότερο στον ίδιο του τον εαυτό παρά στον αναγνώστη, τότε τι θα ορίζαμε ως «ποιητική/λογοτεχνική δημοσιογραφία» ή, αλλιώς, «κριτική των δημιουργών»;

14/7/12

Απώθηση και επιθετικότητα: Τα όρια της λογοτεχνικής κριτικής

ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΡΟΖΑΝΗ

Η κριτική του λογοτεχνικού έργου είναι ένα λογοτεχνικό έργο το οποίο ισούται με την εξανάσταση ενός λόγου συμπεριληπτικού και συγχρόνως κινδυνώδους, περί των ιχνών που το λογοτεχνικό έργο διαγράφει και αποτυπώνει μέσα στη γλώσσα και μέσα στο ασυνείδητο της ιστορίας του λογοτεχνικού είδους, στο οποίο επιχειρεί, όχι χωρίς ασυνέχειες ή δημιουργικές αμηχανίες, να ενταχθεί. Τα ίχνη αυτά συγκροτούν ένα πλέγμα λέξεων και συμβόλων σε κατάσταση δυναμικών μεταμορφώσεων, αλλά και εκτροχιασμών, και τίθενται ex principio πέραν της συστημικής ή οποιασδήποτε κατηγοριοποίησης, κατά τρόπον μάλιστα ώστε να απωθείται κάθε εγχείρημα υπόταξης των ιχνών στη συνείδηση του λογοτεχνικού είδους.

7/7/12

Μια χαρούμενη απελπισία

Η κριτική δραστηριότητα στους διάφορους αναβαθμούς της είναι οι διαφορετικές τονικότητες ενός υποκειμένου εν κρίση. Τι είδους είναι αυτή, μας βοηθά το συγκεκριμένο κείμενο να ξαναθυμηθούμε. Δεν διαβάζουμε εμείς τα βιβλία, αυτά μας έχουν ήδη διαβασμένους∙ ας κάνουμε λοιπόν ένα βήμα πιο πίσω κι ας μεγαλώσουμε κι άλλο την εικόνα: ας μας δούμε να προσπαθούμε να κάνουμε λόγο γι’ αυτά, να προσπαθούμε να διαχειριστούμε τη δική μας κρίση. Η εποχή είναι ιδιαιτέρως βοηθητική σ’ αυτό το ξανακοίταγμα, το σημαίνον κρίση κατακλύζει πλέον τα πάντα. Αυτό εξάλλου είναι ένα σημαίνον: μια διάταξη (dispositif) που ξέχασε την ιστορία της.

Η εποχή τη φέρνει και πάλι στην επιφάνεια (οι όροι crisis, criticism, critique και οι ελληνικές τους αποδόσεις με δυσκολία δεν ανευρίσκονται πλέον σε κάθε τίτλο συνεδρίου, ανοιχτού σεμιναρίου, επιφυλλίδας κλπ, της ευρύτερης ελληνόφωνης επικράτειας και όχι μόνο) ή μάλλον αναδεικνύει την διαρκή, την εγγενή της κρυπτοφάνεια.  

30/6/12

Ιστορία-Κριτική-Θεωρία

Ιστορία-Κριτική-Θεωρία αποτελούν συνιστώσες της Πολιτικής ως δημόσιου πράττειν. Με το βάρος που αποκτούν διακριτοί και αλληλένδετοι, oι όροι αυτοί ηχούν κάπως παρελθοντολογικά. Σαν  να μην είναι του παρόντος, αφού η ηλεκτρονική κατανάλωση της επικαιρότητας σαρώνει τα ίχνη τους. Το θέμα είναι να σωθούν, γιατί χρειάζονται όπως ο φακός στο σκοτάδι.
Εδώ, εστιάζουμε το ενδιαφέρον στην Κριτική. Καθώς παραδίδει τα ιστορικά πράγματα (όσα έγιναν και όσα μπορούν να γίνουν) στη θεωρητική εξέταση, η Κριτική  διαμεσολαβεί για το άνοιγμα στην  Πολιτική, δίνοντας στην τελευταία μια στέρεη γνωστική βάση, πέρα από τα κυβεύματα της   πολιτικής  αναμέτρησης ή αναρρίχησης.

23/6/12

Τα κριτήρια της κινηματογραφικής γραφής

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΝΑΚΟΥ

Ο θεωρητικός του κινηματογράφου, Robert Stam, θέτει το ερώτημα κατά πόσο «η τέχνη είναι ένα τιμητικό γνώρισμα που πρέπει να αποδίδεται μόνο σε λίγες ταινίες ή είναι όλες οι ταινίες έργα τέχνης, μόνο και μόνο λόγω της θεσμικά καθορισμένης κοινωνικής τους ιδιότητας;», ενώ ο Arthur Danto υποστηρίζει ότι «ο κόσμος της τέχνης παρέχει ένα θεωρητικό υπόβαθρο, που το επικαλείται ο καλλιτέχνης όταν εκθέτει κάτι ως τέχνη».
Οδηγείται, επομένως, κανείς στο συμπέρασμα, ότι ίσως και να υπάρχουν ορισμένα κριτήρια, σύμφωνα με τα οποία μπορεί κάποιος να δημιουργήσει ένα καλλιτεχνικό προϊόν και εν προκειμένω μια κινηματογραφική ταινία. Η εκκίνηση της συγκεκριμένης προβληματικής έχει καίριο χαρακτήρα, σε μια εποχή που η ψηφιακή τεχνολογία παρέχει τη δυνατότητα για την κινηματογράφηση και το μοντάζ μιας ταινίας με ελάχιστα έξοδα, κάνοντας έτσι το μέσο προσιτό σε ευρύ κοινό, που δεν έχει όμως απαραίτητα την κατάλληλη κατάρτιση.

17/3/12

Άγχος του νέου, πειρασμός του παλιού

Για τους όρους της πολιτικής κριτικής 
ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗ

Το παράδειγμα πρόσφατο: ο Γιούργκεν Χάμπερμας, γράφοντας για το μόρφωμα της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου επικρατεί το μοντέλο «αναμόρφωση διά της λιτότητας», χρησιμοποιεί την έκφραση πολιτικός δεσποτισμός. Την ίδια στιγμή, ένας άλλος γνωστός Γερμανός κοινωνικός θεωρητικός, ο Ούλριχ Μπεκ, ανατρέχει στην εικόνα του πολιτικού κομισάριου της Σοβιετικής Ρωσίας, για να στιγματίσει τον νέο γερμανικό εθνικισμό του ευρώ και τους κανόνες για την επιβολή του.
Τι συμβαίνει αλήθεια με τους όρους της πολιτικής κριτικής;
Σε παρόμοιες εκφράσεις διαφαίνεται εξαρχής μια δυσχέρεια να αποδοθεί «αυτό που συντελείται σήμερα», να συμπυκνωθεί αφαιρετικά κάτι ανοίκειο το οποίο ωστόσο εμφανίζεται σε ένα οικείο πλαίσιο αναφοράς, αυτό της «φιλελεύθερης δημοκρατίας» και του σύγχρονου καπιταλισμού. Θα έλεγε κανείς ότι η πολιτική μορφή των κοινωνιών στις οποίες ζούμε και για τις οποίες γράφουμε, αναδεικνύεται όλο και πιο αινιγματική. Το ίδιο δηλαδή το οποίο ισχύει και για το Κεφάλαιο (Το αίνιγμα του Κεφαλαίου τιτλοφορεί το βιβλίο του ο Ντέιβιντ Χάρβευ), τις τάξεις, τις μορφές σύγκρουσης, τις συλλογικές ταυτότητες.

10/3/12

Επισημάνσεις, ερωτήματα και εκδοχές μιας μεταμοντέρνας κριτικής

ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ ΚΟΥΜΑΣΙΔΗ

Η κριτική εμφανίζεται ως επί το πλείστον ως η κινητήρια δύναμη της θεωρίας. Ακολουθούν ορισμένες πρώτες, σχεδόν αυτονόητες, επισημάνσεις για την έννοια της και στη συνέχεια ορισμένες όψεις της σημασιολογίας της εντός αυτού που επεκράτησε να αποκαλείται μεταμοντέρνα φιλοσοφία.
α) η κριτική αποτελεί εν γένει αμφισβήτηση, αμφιβολία, επιλογή (κατά το χιλιοειπωμένο άλλο εννοιολογικό προσωπείο της λέξης κρίση). Με άλλα λόγια είναι αναστοχασμός.
β) Η κριτική εμφανίζεται κατά βάση ως μεταγλώσσα. Εν τούτοις, επί της ουσίας δεν είναι ακριβώς μεταγλώσσα. Αποτελεί έναν παράλληλο κι ως ένα βαθμό παρασιτικό –δίχως αυτό να εννοείται απαραίτητα αρνητικά- λόγο, ή ενδεχομένως μια εγκόλπωση.

3/3/12

Η Θεωρία της λογοτεχνίας, η κρίση, ο Αντόρνο και οι τζιριντζάντζουλες

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΑΛΕΞΙΟΥ

Θα πρέπει άραγε να μείνουμε φαφούτηδες για να τα πούμε έξω απ’ τα δόντια;
(σύνθημα σε τοίχο)

Παρακολουθώντας κανείς τη γένεση, τη συγκρότηση και την εξέλιξη της Θεωρίας της λογοτεχνίας, από τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα μέχρι τις μέρες μας, θα μπορούσε να προβεί σε ποικίλες περιοδολογήσεις, ταξινομήσεις, αξιολογήσεις ή, ακόμη, και σε απολογιστικές αποτιμήσεις, με θετικό ή αρνητικό πρόσημο. Το σίγουρο, πάντως, είναι πως η χρυσή εποχή (τουλάχιστον, για μια συγκεκριμένη εκδοχή της Θεωρίας) φαίνεται να έχει περάσει ανεπιστρεπτί, ενώ ταυτόχρονα όλο και περισσότερο πληθαίνουν οι φωνές εκείνες που μιλούν για «θάνατο», κρίση, κάματο, το «μετά» της Θεωρίας κοκ. Από αυτή την άποψη μπορεί κάποιος, βάσιμα, να μιλήσει για κρίση της Θεωρίας∙ όχι, βέβαια, με την έννοια ότι η ίδια γέρασε προώρως ή κόλλησε ίωση κι αρρώστησε σε κάποια από τις υψιπετείς εξόδους της στον κόσμο των κειμένων και στα κείμενα του κόσμου.

25/2/12

Θεωρία της Ιστορίας και Λογοτεχνική Πράξη: Ένα Παράδειγμα

ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ

Το 1899, ο Τολστόι έγραψε ένα μικρό, αλληγορικό διήγημα με τίτλο: Δύο Διάφορες Εκδόσεις της Ιστορίας της Κυψέλης με το Καπάκι από Φιλυρόφλουδα.[i] Στο άρθρο μου αυτό θα προσπαθήσω, μέσω της πράξης της λογοτεχνικής κριτικής, να ανιχνεύσω την εντυπωσιακά πρώιμη σύζευξη από τον Τολστόι της λογοτεχνικής πράξης με ορισμένες σύγχρονες θέσεις της «Ιστορικοκριτικής Ερμηνευτικής Πράξης».[ii]
Ήδη, όπως είναι πρόδηλο από τον τίτλο, ο Τολστόι θέτει το θεωρητικό ερώτημα της «αντικειμενικότητας» των ιστορικών αφηγήσεων, και εφιστά την προσοχή του αναγνώστη ότι ο λόγος τού αφηγητή του θα εκφέρεται από δύο ομιλητικές θέσεις: εκείνη του «παραμυθά» αλλά και εκείνη του «μετα-ιστορικού», αφού η διήγησή του θα αφορά: Μία ιστορία για την Ιστορία.

11/2/12

«Σκέψη στην εποχή των τεράτων»

Διαλεκτικές της κριτικής πολιτικής θεωρίας στους καιρούς μας

ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΙΟΥΠΚΙΟΛΗ

Στο ομώνυμο ντοκιμαντέρ του Γιώργου Κεραμιδιώτη, όπου ο Slavoj Zizek διαλέγεται με τον Κώστα Δουζίνα για την κριτική φιλοσοφία στην εποχή μας,[1] τρεις αρχαιοελληνικές φιλοσοφικές μορφές εισάγονται εξ αρχής ως σηματοδότες των διαφορετικών προσανατολισμών της σκέψης που αναστοχάζεται την κοινωνική πραγματικότητα και παρεμβαίνει σε αυτή: ο Σωκράτης, ο Πλάτων, και ο Διογένης.
Ο Σωκράτης ενσαρκώνει τη φιλοσοφική στάση που επιδίδεται σε έναν εσωτερικό κριτικό έλεγχο. Ξεκινά με την αποδοχή βασικών υποθέσεων ενός επιχειρήματος, ή των κατεστημένων κοινωνικών αξιών, και στη συνέχεια «αποδομεί» το επιχείρημα, ή τoν τρόπο πραγμάτωσης των αξιών. Φωτίζει ασυνέπειες στην εκτύλιξη του στοχασμού από δεδομένες προκείμενες ή στην εφαρμογή των αρχών που επικαλούμαστε. Έτσι η σκέψη μπορεί να αναδείξει τον ιδεολογικό πυρήνα των ερμηνευτικών στρεβλώσεων επιμέρους αρχών ή να πιέσει για μια συνεπέστερη υλοποίησή τους. Λόγου χάρη: «Φιλελεύθεροι, θέλετε ισότητα και ελευθερία για όλα τα άτομα, και υποστηρίζετε την οικονομία της αγοράς ως ενσάρκωση αυτών των αξιών; Σύμφωνοι, αλλά η ίση ελευθερία σε ένα τέτοιο οικονομικό σύστημα καταλήγει πολύ γρήγορα, αν δεν είναι εξ αρχής, η ελευθερία ολίγων αρπακτικών να καταπιέζουν την τυπική και ουσιαστική ελευθερία των πολλών...».

4/2/12

Η αλληγορία της επιστροφής του παρία

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΕΡΤΙΚΑ

Η αλληγορία είναι η κριτική ερμηνεία των ιερών κειμένων σ’ έναν ανίερο κόσμο, το παρελθόν μεταγγισμένο στη γλώσσα των ζωντανών. Το βαρίδι του μέλλοντος γίνεται έτσι λιγότερο ανυπόφορο στις πλάτες των ζωντανών, καθώς το κείμενο αρχίζει να μιλάει σε μια γλώσσα οικεία, εξιστορώντας τον αγώνα των προπατόρων ενάντια στη φυσική τάξη των πραγμάτων. Γιατί ο μύθος που αφηγούνται τα αρχέγονα κείμενα δεν είναι τίποτε άλλο από τη σύμβαση θεοτήτων κι ανθρώπων ενάντια στους φυσικούς νόμους, ένα συνεχές θαύμα δηλαδή, μια διηνεκής κατάσταση εξαίρεσης.

28/1/12

Η κριτική της ποίησης την εποχή της κρίσης

ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ          

Η κρίση που περνάει η κριτική της ποίησης στις μέρες μας δεν είναι τωρινό φαινόμενο, αλλά η επιδείνωση μιας νόσου που μετράει τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Η κρίση της κριτικής είναι, κατά τη γνώμη μου, μεγαλύτερη -και σοβαρότερη- από την κρίση της ποίησης. Είναι πολύ πιο δύσκολο να βρεις σήμερα μια ερεθιστική κριτική απ’ ό,τι ένα ερεθιστικό ποίημα∙ έναν εμπνευσμένο κριτικό απ’ ό,τι έναν εμπνευσμένο ποιητή∙ μια ανατρεπτική κριτική απ’ ό,τι ένα ανατρεπτικό ποίημα. Όχι ότι δεν διαβάζουμε πια καλές κριτικές (τόσο στον περιοδικό και τον ημερήσιο τύπο όσο και, περισσότερο αποσπασματικά, στο πέλαγος του διαδικτύου), κριτικές που μπορούν να διευρύνουν την αντίληψή μας για την τέχνη αλλά και για τη ζωή – αυτές όμως είναι ελάχιστες και αποτελούν την εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.

21/1/12

Κριτήρια κριτικής στη λογοτεχνική πεζογραφία

Μερικά πρακτικά στοιχεία

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ

Σήμερα, παρά την κορυφαία αξία που έχει η Κριτική και η Θεωρία της, τα πρακτικά αποτελέσματά τους, αυτά που φτάνουν στον επαρκή αναγνώστη λογοτεχνίας της χώρας μας, είναι απολύτως ανεπαρκή. Για το γεγονός αυτό, κεντρική ευθύνη έχει το, κατ’ ευφημισμό, κράτος μας, η πολιτική του για το βιβλίο και η κρατικοελεγχόμενη παράδοση του πεδίου σε στρατιά από ιδιοτελείς εγκάθετους. Στον ιδιωτικό τομέα, η υπερπαραγωγή παραλογοτεχνίας, με λυσσαλέα αναζήτηση του ποθητού... «ευπώλητου» βιβλίου, είναι συστημική. Και συμβαίνει ως παράπλευρο έγκλημα του οικονομικού πολέμου, στα πλαίσια της «παγκοσμιοποίησης». Παράλληλα, στα πανεπιστήμια, σχετικές μελέτες, σε «δοκιμαστικό σωλήνα»–in vitro, συχνότατα ατέρμονες, δολιχοδρομικές, καταλήγουν κερδοφόρα σε αέναες, ναρκισσιστικές αναπαραγωγές, που δεν βελτιώνουν τη θέση και την παρουσία τής, σήμερα, παραγόμενης λογοτεχνικής κριτικής.

14/1/12

Η θεατρική σκηνή

Στον αστερισμό των θραυσμάτων

ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΡΤΙΝΟΥ

Πάνω στη σκηνή το πραγματικό δεν υφίσταται, πνέει μόνο η βαθιά του ανάμνηση. Η κίνηση της σκηνής είναι μια παγωμένη κίνηση, μια σιωπηλή, αρχετυπική, προγλωσσική απεύθυνση. Τίποτε δεν αναπαρίσταται επί σκηνής, ο αντικειμενικός και ο σκηνικός κόσμος είναι δύο διαφορετικής τάξεως μεγέθη. Αυτό που κυριαρχεί είναι η εμπειρία, η πραγματικότητα της εμπειρίας και όχι η εμπειρία του πραγματικού. Ο χωροχρόνος της σκηνής είναι μια ολότητα, μια καινοφανής φαινομενολογία, αυτή η ίδια η εμπειρία της απώλειας, ο τόπος του Άλλου, η σκηνή του Έξω. Τίποτε δεν διασώζεται εδώ, όλα αναμετρώνται με την αδυναμία της αναπαράστασής τους, με την αδύνατη ανάμνηση της πυρηνικής τους καταγωγής. Μιας καταγωγής που αντιστέκεται σε όλες τις δυνατές επιστροφές της.

6/1/12

Εγώ, το κείμενο και ο «άλλος»

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Αν μπορούσε ένα λογοτεχνικό κείμενο να ερμηνευτεί όπως μια παρτιτούρα∙ να διαβαστεί σαν μια κωδικοποιημένη, δεδομένη μουσική πρόταση, κατάσταση έστω, και να ακουστεί κάθε φορά διαφοροποιημένη, στιγματισμένη από την όποια δεξιοτεχνία και καλλιτεχνική ευαισθησία του εκάστοτε εκτελεστή-αναγνώστη της, τα πράγματα θα ήταν απλούστερα. Αν οι λέξεις περιέκλειαν και διατηρούσαν αναλλοίωτο, μέσα στον χρόνο, το φορτίο της μνήμης τους, αμετάβλητο  το νόημά τους, σταθερές και αδιαπραγμάτευτες τις μουσικές τους ιδιότητες και δυνατότητες, η λογοτεχνικότητα ενός κειμένου θα ήταν ανά πάσα στιγμή ευδιάκριτη και δεδομένη, το μήνυμά του ευανάγνωστο και το νοηματικό του εκτόπισμα-άκουσμα θα γινόταν αντιληπτό με παραλλαγές και διακυμάνσεις, εξαρτώμενες από τον διαφορετικό βαθμό της λογοτεχνικής επάρκειας, της αναγνωστικής ευαισθησίας και την ιδιοσυγκρασιακή ιδιαιτερότητα του εκάστοτε αναγνώστη.

30/12/11

Ο Αδαμάντιος Κοραής και οι απαρχές της νεοελληνικής κριτικής και της θεωρίας της

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΥΡΕΛΟΥ

Η άποψη του Κοραή για τη μυθιστορία, όπως αυτή διατυπώνεται κυρίως στη γνωστή του επιστολή στον Αλ. Βασιλείου, έχει θεωρηθεί πολύ σημαντική. Με βάση τη γνωστή επιστολή αλλά και δύο ακόμα κοραϊκά κείμενα (προλεγόμενα στους Μύθους του Αισώπου και στα Αστεία του Ιεροκλέους), μπορούμε να ανιχνεύσουμε πρωτογενώς τη θεωρία του για τα είδη του αφηγηματικού λόγου, με σημείο αναφοράς όχι μόνο τα διαμορφωμένα έως και τότε ιστορικά είδη (μυθιστορία, «μύθος», «παραμύθι», «αστείον» κ.ά.), αλλά και την απουσία ευθείας αναφοράς στα «νεότερα» αδιαμόρφωτα πεζογραφικά είδη (μυθιστόρημα και διήγημα). Παράλληλα, είναι ενδιαφέρον να καταλάβουμε ότι οι θεωρητικές αυτές απόψεις ανιχνεύονται και στην πράξη, δηλαδή σε άλλα κείμενά του, όπως ο Παπατρέχας. Η «έντεχνη» αφήγηση του Κοραή, ασχέτως από την ενσυνείδητη ή μη ένταξή της στη λογοτεχνία, έχει λογοτεχνικές αρετές και ο αναγνώστης προβληματίζεται όταν πρέπει να κατατάξει στην «κριτική» ή τη λογοτεχνία κείμενα όπως ο Παπατρέχας ή οι Μύθοι του Ζ.Λ. Σημαντικό είναι να εκτιμηθεί, εν τέλει, η σχέση της κριτικής με τη θεωρία, αλλά και με την ίδια την αφηγηματική πράξη, όχι μόνο στον Κοραή, αλλά και στα κείμενα των λεγόμενων «κριτικών» διαμαχών του 19ου αιώνα.