25/6/23

Το ομοίωμα

Της Μαρίας Μοίρα*

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΙΔΗΣ, Το όνομά του, εκδόσεις Το Ροδακιό, σελ. 91

Μια συναρπαστική νουβέλα που κρατά τον αναγνώστη σε εγρήγορση με ανατροπές και αποκαλύψεις για την ανθρώπινη ιλαροτραγωδία. Μια νοερή συνομιλία σαν ανοικτή ανεπίδοτη επιστολή ενός γιού προς τον απόντα, παντογνώστη και παντοδύναμο πατέρα, που εμπνέει και εξουσιάζει, προστατεύει και χειραγωγεί. Ή μήπως μια αναφορά στον πλάστη θεό, πανεπόπτη και δημιουργό των πάντων, ακόμα και των ψυχογενών αποκλίσεων των πασχόντων υποκειμένων και των βασανιστικών υπαρξιακών διλημμάτων. Μια αλληγορία για την προσπάθεια του όντος να κάνει χρήση της ελευθερίας του ώστε να υπάρξει στον κόσμο «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση».
Ο ήρωας, καθηγητής στο διακεκριμένο ιδιωτικό εκπαιδευτήριο το οποίο διευθύνει ο πατέρας του, εκτίει μια πολυετή ποινή γιατί στο κατώγι του εξοχικού τους σπιτιού, εκεί που υπήρξε το παιδικό του δωμάτιο, κάτω από το υπνοδωμάτιο του πατέρα, φυλάκισε για έξη μήνες ένα ερωτευμένο ζευγάρι μαθητών του σχολείου. Αν και δεν προσπάθησε να τους κακοποιήσει σωματικά και ψυχικά ή ακόμα χειρότερα να τους δολοφονήσει, δεν είχε κανένα ηθικό ενδοιασμό να τους στερήσει την ελευθερία τους, χωρίς έλεος και ενσυναίσθηση. Να τους παραπλανήσει με δολερές υποσχέσεις για να τους εγκιβωτίσει στην κρύπτη των παιδικών του χρόνων, στο τυφλό χωρίς έξοδο υπόγειο δωμάτιο που είχε διαμορφώσει ειδικά γι’ αυτόν ο πατέρας. Να τους φυλακίσει «στο λατρεμένο του [του πατέρα] σπιτάκι στην άκρη του λόφου» και να τους μετατρέψει σε πειραματόζωα, παρακολουθώντας από την καταπακτή με επιστημονικό ενδιαφέρον, αγωνία και απορία τις αντιδράσεις και τις μεταπτώσεις των συναισθημάτων τους. Παρατηρώντας τον έρωτά τους να φυλλοροεί και να εκφυλίζεται και τον σαρκικό πόθο να μετασχηματίζεται σταδιακά σε αδιαφορία, φόβο και απόγνωση.
Αυτός ο άσωτος υιός που δεν κατόρθωσε να ωριμάσει και να δώσει έκφραση και σχήμα στην απόλαυση και στην ενήλικη επιθυμία του, ανησυχεί μόνο μήπως κηλιδώσει το όνομα του πατέρα και χάσει την εκτίμηση και την αποδοχή του. Μετέωρος ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, περιπλανώμενος ανάμεσα στο καλό και στο κακό, στο έλλογο και στο άλογο, στην εξάρτηση και την αυτεξουσιότητα, στην ορθή κρίση και στον παραλογισμό. Ανίκανος να αναλάβει πραγματικά την ευθύνη για όσα έπραξε.
Ο αναγνώστης σ’ αυτή την τεχνικά άρτια, κλειστοφοβική και ερμητική ψυχογραφική περιπλάνηση δωματίου, παρακολουθεί σε παράλληλους χρόνους μνήμες από την παιδική του ηλικία, όσα συνέβησαν κατά την απαγωγή και τον εγκλεισμό των εφήβων και αυτά που διαδραματίζονται στη φυλακή στον παρόντα χρόνο. Εκεί που ο ήρωας μισάνθρωπος και αποσυνάγωγος, χωρίς τύψεις ή ενοχές για την αποτρόπαιη πράξη του, προσπαθεί να εννοήσει και να απεικονίσει την ύπαρξη του «άλλου». Ενός τρομακτικού όντος, που ενοικεί μέσα του και κάποιες στιγμές παίρνει τον έλεγχο, ωθώντας τον σε βίαιες απρόσμενες αντιδράσεις ή πρωτόγονες ζωώδεις κραυγές που αφήνουν τους άλλους άναυδους και εμβρόντητους. Αυτήν την σαδιστική τερατώδη ετερότητα, αυτόν τον αθέατο και αθέλητο συνοδοιπόρο, προσπαθεί να αναπαραστήσει στο εργαστήριο γλυπτικής της φυλακής, σμιλεύοντας κρυφά και με αφοσίωση στο ξύλο ένα ομοίωμα, ένα τοτέμ, ένα λατρευτικό είδωλο που θα πάρει μαζί του φεύγοντας.
Ο συγγραφέας στα έργα του δημιουργεί χώρους που συμπυκνώνουν τον χρόνο, εναλλάσσοντας μονολόγους και σκηνές δράσης, επιλέγοντας χωρικά μοτίβα που εστιάζουν στην ανοίκεια σχέση του ανθρώπου με τον περιβάλλον, ανασύροντας όσα συνδηλούμενα απορρέουν από δυστοπίες, παράξενες κατασκευές και αινιγματικά κτίσματα. Στην παρούσα ιστορία χρησιμοποιεί την κάθετη πολικότητα του σπιτιού. Κινεί την αφήγησή του στον κατακόρυφο άξονα της ύπαρξης, ανάμεσα στη σοφίτα και το υπόγειο, ανάμεσα στο πραγματικό και το υπερβατικό, ανάμεσα στο φως της μέρας και το σκοτάδι της νύχτας. Το κατώγι φανερώνει τον χωρίς διέξοδο περίκλειστο χώρο όπου φυλακίζεται ο ενδόμυχος εαυτός και το ασυνείδητο. Το ερεβώδες καταφύγιο της μοναξιάς και των ονείρων, αλλά και του μυστικιστικού εκτροχιασμού του νου. Το υπόγειο δωμάτιο που σαν κουκούλι-μήτρα-τάφος, με το άμετρο βάθος και τις χθόνιες δυνάμεις, μέσα στην ζεστή αγκαλιά της γης που έδινε καταφύγιο στον διαταραγμένο εύθραυστο ψυχισμό του.
Μετά την αποφυλάκιση, έγκλειστος στο δικό του σπίτι, κοιτώντας «το ομοίωμα του δυνάστη του» να λάμπει σατανικά στο μισοσκόταδο, θα περιπέσει σε κατάσταση χαύνωσης και παραλυσίας. Ωσεί νεκρός, χωρίς βουλητικές δυνάμεις και ζωική ορμή. Χωρίς την πατρική εύνοια μετά την προδοσία και τον διασυρμό. Χωρίς να έχει βρει τον τρόπο να συμφιλιωθεί με τον «άλλον» μέσα του ή να απαλλαγεί οριστικά από αυτόν.

Παντελής Χανδρής, Ο λαγός του Scholderer 1, 2022, γύψος πορσελάνης, πατίνα, μεταλλική βάση. 206 x 53 x 40 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: