11/6/23

Ο ανοιχτόκαρδος, πειθαρχημένος διάλογος συνιστά παραγωγική δύναμη

Του Δημήτρη Παπανικολόπουλου*

ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΜΠΑΛΤΑΣ, Η Αριστερά ως σήμερον, ως αύριον και ως χθες. Ένα φάντασμα πλανιέται…, Εκδόσεις Νήσος και Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, σελ. 594

Το τελευταίο βιβλίο του Αριστείδη Μπαλτά αποτελεί συλλογή κειμένων του συγγραφέα, από την πρώιμη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, η οποία συμπληρώνεται από ένα ωραίο εκτενές επίμετρο για την ιστορία του φαντάσματος του κομμουνισμού, από το 1848 έως σήμερα. Η ανάγνωσή του μας μεταφέρει σε κάθε μία από εκείνες τις περιόδους όπου οι αριστεροί άνθρωποι βρίσκονταν μπροστά σε νέες προκλήσεις και ένα άδηλο μέλλον που σήμερα είναι γνωστό. Τι έλεγε, τι πίστευε και τι συνιστούσε τότε ο Αριστείδης; Μόνο και μόνο γι’ αυτό αξίζει να διαβαστεί το βιβλίο. Διαβάζοντας, θα αρχίσει κανείς να διακρίνετε ένα πρότυπο αριστερού διανοουμένου, που ό,τι και να συμβαίνει παραμένει ενωτικός, συνθετικός, προσηλωμένος στο όραμα του σοσιαλισμού, υπέρμαχος των πρωτοβουλιών, καθώς και της σύνδεσης θεωρίας και πράξης και της αμοιβαίας τροφοδότησής τους, πολέμιος του ελληνικού επαρχιωτισμού και της ιδεολογίας της Ψωροκώσταινας, ανατόμος της συγκυρίας, πάντα στραμμένος στο μέλλον, αισιόδοξος (το ποτήρι είναι μισογεμάτο, όχι μισοάδειο), βολονταριστής, αλλά υπέρμαχος της οργάνωσης και της δουλειάς, ποτέ νοσταλγικός, μα γενναιόδωρος με τους συντρόφους που πέθαναν τιμώντας τα ιδανικά τους.
Δεν είμαι σίγουρος πως συμφωνώ με την πολύ αισιόδοξη άποψή του, ότι ο κομμουνισμός είναι εγγενής τάση των κοινωνιών, μιας και οι άνθρωποι θέλουν εξίσου να βολεύονται, να κοιτούν πρώτα τον εαυτό τους, να ξεχωρίζουν, να περνά το δικό τους, να κερδίζουν χωρίς να κοπιάζουν. Όπως δεν είμαι σίγουρος ότι η αριστερή θεωρία κατανοεί επαρκώς τις μέριμνες, τις πειθαρχίες και τα κόστη της δράσης ή τις σταθερές των διαπροσωπικών και διομαδικών σχέσεων. Όμως, συντάσσομαι με την άποψη του Αριστείδη: ο σοσιαλισμός είναι δρόμος, όχι παγιωμένη κατάσταση, και προκύπτει μέσω πειραματισμών, όχι μέσω απαρέγκλιτης εφαρμογής μιας θεωρίας. Ομοίως, συντάσσομαι με την άποψή του ότι η αριστερή πολιτική στοχεύει στη διεύρυνση του εφικτού προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού, αν και δεν είμαι σίγουρος ότι είναι καλό να έχει όνομα η κατεύθυνση, να προδιαγράφει (πώς μιλάμε για διεύρυνση του εφικτού τότε;).
Σε κάθε περίπτωση, ο Μπαλτάς περιγράφει με ενάργεια, τόσο το πλάτος όσο και τις διακλαδώσεις του δρόμου. Από τη μια, οφείλουμε να κινηθούμε μεταξύ της «άσπιλης ιδεολογικής καθαρότητας» και του ρηχού πολιτικού «εμπειρισμού» και «ρεαλισμού» «που δεν προβάλλει μείζονες αντιστάσεις ούτε διανοίγει λειτουργούσες προοπτικές». Από την άλλη, πρέπει να προσπαθούμε πάντα να συνδυάζουμε «στρατηγική αδιαλλαξία» και «τακτική ευελιξία». Εφόσον δεν χάνουμε το δρόμο μας, ο συγγραφέας μας λέει πως ακόμα και «δεξιά ανοίγματα» μπορεί να αποβούν εποικοδομητικά. Την ίδια στιγμή, όμως, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου αφομοίωσης στο σύστημα. Και αυτές του οι επισημάνσεις ίσως πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψιν σε αυτή τη συγκυρία.
Όπως πρέπει να ληφθούν υπόψιν και οι παρατηρήσεις του για τα κόμματα της καθ’ ημάς Αριστεράς. Η θεωρία, μας λέει, μετατράπηκε σε δόγμα στο κομμουνιστικό στρατόπεδο και οι απόπειρες επερώτησης ή αναθεώρησής τους θεωρήθηκαν απόπειρες πολιτικής ανατροπής. Αλλά και στα κόμματα που λειτουργούν πιο δημοκρατικά, ο σταλινισμός έχει τρυπώσει, στις συνιστώσες, τις τάσεις και τις φράξιες. Πρόκειται για έθος, το οποίο οφείλουμε να επερωτήσουμε (και να εγκαταλείψουμε). Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο πρόβλημα που κρατά τον κόσμο έξω από τα αριστερά κόμματα. Η συμμετοχή σε ένα πολιτικό κόμμα, συνεχίζει ο Μπαλτάς, πρέπει να εμπνέει, να συνεγείρει, να ικανοποιεί. Αντιθέτως, παρατηρούμε ότι στα αριστερά κόμματα είναι διάχυτος ο ναρκισσισμός και η μνησικακία. Προσωπικά, αν και θα απέδιδα αυτά τα φαινόμενα περισσότερο στα κατά Τοκβίλ ήθη της δημοκρατικής νεωτερικότητας, που παράγονται από τον συνδυασμό πολιτικής τυπικής ισότητας, από τη μια, και οικονομικής και μορφωτικής ανισότητας, από την άλλη, δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο με τον συγγραφέα.
Αυτά τα λίγα έχω να πω γι’ αυτό το υπέροχο βιβλίο. Α, και κάτι τελευταίο. Ο τίτλος που έβαλα σε τούτο το κείμενο είναι η καταληκτική παρατήρηση του υπέροχου αυτού συντρόφου, που κατάφερε να την υπηρετήσει για τόσες πολλές δεκαετίες. Ο Αριστείδης παραμένει στις επάλξεις και δίνει πρώτος το σύνθημα: Διάλογος, όχι μονόλογοι. Ανοιχτόκαρδος, όχι εγωιστικός. Πειθαρχημένος, όχι καφενειακός.

*Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι δρ πολιτικής επιστήμης

Στέφανος Ρόκος, Ενθύμιο (Keepsake) ΙΙΙ, 2023, ξυλογραφία

Δεν υπάρχουν σχόλια: