29/12/24

Τα σαγηνευτικά “αειθαλή”

Της Μαρίας Μοίρα
 
ΚΩΣΤΑΣ ΣΟΥΚΑΣ, Θάλασσα, εκδόσεις Τόπος, σελ. 149.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΑΛΑΒΕΡΑΣ, Τ’ αγρίμια του άλλου δάσους και άλλα πεζά, εκδόσεις Τόπος, σελ. 155.
 
Στη νέα σειρά των εκδόσεων Τόπος με τίτλο “τα αειθαλή“ περιλαμβάνονται η νουβέλα του Κώστα Σούκα (1894/1896-1981) Θάλασσα (πρώτη έκδοση 1943) και η συλλογή διηγημάτων του Τηλέμαχου Αλαβέρα (1926-2007) Τ’ αγρίμια του άλλου δάσους και άλλα πεζά (πρώτη έκδοση 1952). Τα δύο αυτά, μικρής έκτασης, λογοτεχνικά κείμενα, υπό το φως της νέας τους παρουσίασης στο κοινό, αποδεικνύουν πως διατηρούν στο ακέραιο το σφρίγος και την δυναμική, την επιδραστικότητα και την επικαιρότητά τους, σαγηνεύοντας τον αναγνώστη.
Η Θάλασσα  του Κώστα Σούκα, στην πρώτη της έκδοση είχε λάβει εξαιρετικά ευμενή και επαινετικά σχόλια από συγγραφείς και κριτικούς (Καζαντζάκης, Λουντέμης, Μελισσάνθη, Μπαστιάς, Χουρμουζιάδης κ. ά.) για την «αντρίκεια» γλώσσα, το «αλμυρό» ύφος, το «αδρό» γράψιμο και την εγγενή δυνατότητα του κειμένου να διατηρεί αδιάπτωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον, χωρίς ανούσιες αναδρομές, επινοήσεις εντυπωσιασμού και περιττούς συναισθηματισμούς. Στην εξιστόρησή του μια ομάδα δεκατριών ναυτικών, μετά από το τραγικό ναυάγιο και τη δραματική βύθιση του εμπορικού πλοίου στο οποίο επέβαιναν, θαλασσοδέρνονται στη μοναδική βάρκα που σώθηκε. Έξη ολόκληρα μερόνυχτα με ομίχλη, θυελλώδεις ανέμους και μια θάλασσα άγρια και ανήμερη να τους καταπιεί κάθε στιγμή, χαμένοι πέρα στο Μπέι Μπίσκι, παρασυρμένοι από γιγάντια κύματα σε δύσκολα και αφιλόξενα νερά, μακριά από τις στεριές και τις ρότες των άλλων πλοίων, παλεύουν μέρα και νύχτα με όλα τα στοιχεία της φύσης σε έναν υπεράνθρωπο αγώνα, όπου δοκιμάζονται οι σωματικές τους αντοχές και κυρίως το ψυχικό τους σθένος. Σχεδόν γυμνοί και βρεμένοι, με την παγωμένη ανάσα του Ατλαντικού να τους περονιάζει, χωρίς νερό και φαγητό, εξαντλημένοι από την πολυήμερη προσπάθεια αγωνίζονται να επιβιώσουν. Οι πιο αδύναμοι γίνονται ανάλγητοι και εξεγείρονται, λιγοψυχούν και παραιτούνται, καθώς παραδίνονται στον αβυσσαλέο τρόμο του επικείμενου θανάτου και μόνο όσοι καταφέρουν να διατηρήσουν την ψυχραιμία και την αλληλεγγύη, την αίσθηση του χρέους και της ευθύνης απέναντι στον εαυτό τους και τους άλλους συντρόφους, θα επιβιώσουν κρατώντας το πηδάλιο σταθερό μέχρι το τέλος. Μέχρι την ανατροπή και την διάλυση της βάρκας.
Και η συγκλονιστική περιπέτεια των ναυαγών στην «θαλασσογραφία» του Κώστα Σούκα με την αξιόπιστη ναυτική γλώσσα και την λιτή στιβαρή αφήγηση, γίνεται το αγωνιώδες ταξίδι όλης της ανθρωπότητας, ολόκληρου του κόσμου, προς την απώλεια και την καταστροφή ή την σωτηρία και τη λύτρωση. «Το μυαλό τους στάθηκε πιο πολύ στους χαμένους της βάρκας: στον μπάρμπα-Νικολό, στον Γιάκουμο, στον Παύλο, ιδίως στον διάολο-Τζερεμέ. Κι αυτούς και τους άλλους τους πήρε η απόχη της θάλασσας, της σκοτεινής και ανεξήγητης, το ίδιο ακατανόητης, σαν κι εκείνη την ολόβαθη που υπάρχει μέσα μας».
Στα διηγήματα «Τ’ αγρίμια του άλλου δάσους και άλλα πεζά» ο συγγραφέας Τηλέμαχος Αλαβέρας αφηγείται σε πολλαπλές εκδοχές ιστορίες οδύνης από τον Εμφύλιο σηκώνοντας με σεβασμό το βάρος της μνήμης, χωρίς παιάνες και τυμπανοκρουσίες, με λεπτή ειρωνεία και αίσθηση του μέτρου. Άντρες του εθνικού στρατού βρίσκονται απομονωμένοι σε φυλάκια και απάτητες βουνοκορφές, σε ξεχασμένα περάσματα και ναρκοθετημένους δρόμους, άγρια φαράγγια και ανήλιαγες πλαγιές, να τους κυκλώνει η ανάσα του πολέμου και η κατάρα του αδελφικού αίματος, μακριά από τις πολιτείες και τους αγαπημένους τους, με τις γυναικείες οπτασίες να στήνουν χορό στον βαθύ τους ύπνο. Εξαντλούν την τρυφερότητα και το αξόδευτο συναίσθημα της χαμένης νεότητάς τους προστατεύοντας μάταια ένα νεογέννητο ορφανό ζαρκαδάκι από τα δόντια των λύκων, ανατρέφοντας με αποφάγια ένα μικρό τσοπανόσκυλο για πιστό σύντροφο να αλυχτάει το φεγγάρι μαζί τους στις σκοπιές ή ζεσταίνοντας στον κόρφο τους σαν φυλαχτό μια εξιδανικευμένη γυναικεία οπτασία. Όλα όσα θα συλληφθούν και θα εκτελεστούν από τους αντάρτες. Παράπλευρες πολεμικές απώλειες, αθώα θύματα μιας εποχής ακραίου παραλογισμού, λυσσαλέων συγκρούσεων και αγεφύρωτου μίσους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως έχει η ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης του μεσοπολέμου, όπως αναδύεται στα γραπτά του Τηλέμαχου Αλαβέρα. Η αναπαράσταση της ιδιάζουσας αστικότητας της πόλης από τον συγγραφέα, που η ποιητική του ματιά αναπλάθει και συνθέτει με εκφραστικό πλούτο και ενάργεια, ακολουθώντας τους ήρωές του, τον Άρτα Κορ του ομώνυμου διηγήματος ή τον Ευαγόρα στο απόσπασμα από το ανέκδοτο μυθιστόρημά του Οι πεσσοί, στις έκκεντρες πορείες τους. Καθώς χαρτογραφεί, σε επάλληλους κύκλους το κέντρο και την Άνω Πόλη, απαριθμώντας τις γειτονιές και τα προάστια στα πέριξ, ονοματίζοντας εμβληματικά τοπόσημα, κεντρικούς δρόμους και λεωφόρους, καλντερίμια, και στενοσόκακα, κινηματογράφους, παλιά χάνια, λερούς καφενέδες, εκκλησιές και μιναρέδες σε ένα πολυαισθητηριακό αμάλγαμα. Εισάγοντας στην αφήγηση ένα προσκλητήριο θρυλικών τοπωνυμίων που συνηχούν: Βαρδάρι, Λεμονάδικα, Ροτόντα, Καμάρα, Αγίου Δημητρίου, Αποστόλου Παύλου, Βαγγελίστρα, Ωραιόκαστρο, Μπεχ-Τσινάρ, Ντεπό, Μαινεμένη, Καπάνι, Τούμπα, Καλαμαριά, Μαλακοπή, Καραμπουρνάκι.
Οι ήρωές του είναι πρόσφυγες, άνθρωποι ιδιόρρυθμοι, αποσυνάγωγοι και ασυντρόφευτοι, ξεπεσμένοι  αριστοκράτες, πρώην εύποροι έμποροι και τσιφλικάδες από ακμάζουσες πολιτείες: «κοπανισμένα μπριγιάντια, καταπατημένα ξεσκλίδια, αϊτοί χωρίς φτερά». Άνθρωποι συντετριμμένοι, εξόριστοι από τα πατρογονικά χώματα και τις γενέθλιες πόλεις στα Βαλκάνια, τα παράλια του Εύξεινου Πόντου, την Ανατολική Ρωμυλία, τη Ρουμανία, τη Θράκη, που αδυνατούν να προσαρμοστούν και να επιβιώσουν στη νέα συνθήκη του εκτοπισμού και της πολιτικοκοινωνικής απαξίας. Κατοικούν σε άδεια γραφεία μεγάρων και πατάρια εργαστηρίων σαν φαντάσματα. Ακολουθούν τα ίδια γνωστά δρομολόγια χωρίς πυξίδα και στόχο, δίπλα στη θάλασσα ή πάνω στα Κάστρα, αναζητώντας ερείσματα στη νοσταλγία του παρελθόντος. Κινούνται μηχανικά και υπνωτισμένα στις ράγες της καθημερινότητας μέσα στους λαβυρίνθους μιας πόλης που προσπαθεί να ενσωματώσει για μια ακόμα φορά τα διαδοχικά κύματα των απελπισμένων μετοίκων. Άνθρωποι, όπως ο Άρτα Κορ ή ο Ευαγόρας, που αφήνονται να ξεθωριάσουν και να σβήσουν, όπως οι λαϊκοί ήρωες στην κινηματογραφική οθόνη. Έρημοι και ξένοι μέχρι το τέλος.
Αφηγήσεις “αειθαλείς” και κλασικές, σημαντικές και ενδιαφέρουσες που ο χρόνος άφησε ανέγγιχτες. Ποιητικές εξιστορήσεις με συγκρατημένο πάθος, ζωντάνια και παραστατικότητα, οικονομία λόγου και εκφραστικών μέσων. Η νουβέλα του Κώστα Σούκα και η ποιητική συλλογή του Τηλέμαχου Αλαβέρα
ξεχωρίζουν για το βάθος, την ένταση και την υποβλητική ατμόσφαιρα. Τη διαύγεια του βλέμματος και την καθαρότητα των αισθητικών προθέσεων. 

Ελεάννα Μπαλέση, Pocket Clouds, 2024, Cd, διαστάσεις μεταβλητές

Δεν υπάρχουν σχόλια: