Του Ιάσονα Χανδρινού
Προδημοσίευση από το βιβλίο Συναγωνιστές: Το ΕΑΜ και οι εβραίοι της Ελλάδας, που μελετά την πολυσχιδή συνάντηση εβραίων και ΕΑΜικής Αντίστασης από την αρχή της Κατοχής μέχρι και τα χρόνια του Εμφυλίου, που θα κυκλοφορήσει τις αμέσως προσεχείς ημέρες από τις εκδόσεις Ψηφίδες.
Ο αντιεβραϊκός διωγμός στη ναζιστική Ευρώπη δεν συνάντησε σοβαρά εμπόδια στην καταστροφική του επέλαση. Παρά την προστιθέμενη γνώση, τις εξειδικεύσεις και τη συνεχή εκλέπτυνση μεθόδων και εργαλείων της έρευνας, αυτό που μέχρι σήμερα μνημονεύουμε παραμένει το τραγικό αποτέλεσμα της «επιτυχίας» των ναζιστικών γενοκτονικών σχεδίων. Τη σκηνογραφία της μνήμης εξακολουθούν να συνθέτουν τα γκέτο, η πύλη του Άουσβιτς, οι σωροί από σκελετωμένα πτώματα και η στάχτη δίπλα στα κρεματόρια. Αυτή η παγκόσμια κληρονομιά του πένθους έλκει αναπόδραστα την έρευνα και τη δημόσια συζήτηση γύρω από εκδοχές της ίδιας παραπειστικής, συχνά ύπουλης ερώτησης: γιατί οι εβραίοι πήγαν σαν τα πρόβατα στη σφαγή;
Ο αντίκτυπος της τραγικής μοίρας εκατομμυρίων ανθρώπων που οδηγήθηκαν μαζικά στο θάνατο θέτει εξακολουθητικά την προβληματική της «εβραϊκής αντίστασης» στο επίκεντρο μιας συζήτησης η οποία μετρά δεκαετίες. Επιστήμονες και στοχαστές, κατά κύριο λόγο επιζώντες και οι ίδιοι, αναμετρήθηκαν από διαφορετικές σκοπιές με το ανείπωτο, αναζητώντας τι θα μπορούσε -ή θα έπρεπε- να είχε συμβεί διαφορετικά. Για διανοητές, όπως ο Μπρούνο Μπέτελχαιμ, ο Ραούλ Χίλμπεργκ ή η Χάνα Άρεντ, ειδικά στην αρχική διατύπωση των συμπερασμάτων τους, η γενοκτονία δεν ήταν παρά μια τραγική επιβεβαίωση της παθητικότητας των ίδιων των εβραίων οι οποίοι είχαν «ξεμάθει την τέχνη της αντίστασης» και απλώς αποδέχτηκαν τη μοίρα τους. Αυτή η θέση ανασκευάστηκε από ιστορικά έργα που, κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, κατέγραφαν την εβραϊκή αντίσταση ως ιστορική πραγματικότητα και μάλιστα πολυεπίπεδη: εξεγέρσεις σε στρατόπεδα, μυστικές οργανώσεις και εξεγέρσεις σε γκέτο στην Πολωνία και τα κατεχόμενα σοβιετικά εδάφη, διαφυγή, συμμετοχή σε αντιστασιακές οργανώσεις, αντάρτικες ομάδες και συμμαχικούς στρατούς, δίκτυα περίθαλψης, απόκρυψης και διαφυγής, δομές αλληλεγγύης, πολιτιστικές πρωτοβουλίες, «πνευματική» αντίσταση στην εκμηδένιση. Η εργογραφία αυτή, με έδρα κυρίως το Ισραήλ, έδινε ιστορική βάση στο αναγεννημένο αρχέτυπο του εβραίου πολεμιστή, ειδικά μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, γεγονός με καταλυτικές συνέπειες για τις σχέσεις του εβραϊσμού με τον «εθνικό» του εαυτό και τον διεθνή περίγυρο. Η Aντίσταση ταυτίστηκε ουσιαστικά με τις εξεγέρσεις στα γκέτο, γεγονότα εμβληματικά που έτσι κι αλλιώς είχαν κομβική θέση στη διαμόρφωση της ισραηλινής εθνικής συνείδησης. Η προβληματική περί εβραϊκής αντίστασης τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 διατυπώθηκε ως ενδοεβραϊκή υπόθεση. Ήταν μια «εσωτερική» συζήτηση γύρω από τις επιλογές -και τις ευθύνες- των κοινοτικών ηγεσιών (τα εβραϊκά συμβούλια ή Judenraete) σε αντιδιαστολή με τις δράσεις αντιστασιακών ομάδων και την ιδεολογική τους ταυτότητα (σιωνιστές, αριστεροί κ.λπ.) Η εθνική μυθολογία του Ισραήλ επηρέασε πολύ τα συμπεράσματα αυτής της αναζήτησης. Μεταπολεμικά, σε όλο τον εβραϊκό κόσμο παρατηρήθηκαν ελάχιστες αντιρρήσεις στο κλασικό σιωνιστικό αφήγημα, το οποίο υπερπροβάλλει τις πολεμικές αρετές των προγόνων στο αρχαίο Ισραήλ, την κληρονομιά των οποίων διεκδικεί, και αντίστοιχα υποτιμά τους εβραίους της Διασποράς ως δειλούς και αδύναμους να αποτρέψουν την καταστροφή τους.
Το συμβολικό έδαφος που δεν μπορούσε να καλύψει ο εβραίος ως γενναίος πολεμιστής της Αντίστασης, κάλυψε ο φιλάνθρωπος χριστιανός γείτονας. Τη δεκαετία του ’80 αναπτύχθηκε μια ερευνητική ατζέντα με επίκεντρο πράξεις προστασίας εβραίων από μη εβραίους την εποχή του διωγμού. Έτσι προέκυψε το αφήγημα της «Διάσωσης», σύστοιχο με τα κριτήρια του Yad Vashem, το οποίο από τη δεκαετία του ’50 σημασιοδοτεί τη διάσωση εβραϊκών πληθυσμών στην χιτλερική Ευρώπη, ως ένα άθροισμα πράξεων αλληλεγγύης με κοινό ερευνητικό παρανομαστή ένα, θρησκευτικού τύπου, ανθρωπιστικό αίσθημα. Η ιδέα του «Δίκαιου ανάμεσα στα Έθνη» εξελίχθηκε σε ιδεότυπο ηθικής συμπεριφοράς, μια «αλτρουιστική προσωπικότητα» με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Το αποτέλεσμα ήταν η «Διάσωση», χάρη στον διδακτικό και κατεξοχήν ιδεολογικά ουδέτερο χαρακτήρα της, να υπερκεράσει την «Αντίσταση» ως ερμηνευτικό εργαλείο, επηρεάζοντας καθοριστικά και την ερευνητική ιστοριογραφία και τη δημόσια συζήτηση γύρω από το Ολοκαύτωμα.
Η αντίσταση των εβραίων ερμηνεύεται αταβιστικά ως η εναλλακτική επιλογή της εξόντωσης, μια οπτική ρηχή, η οποία υποβαθμίζει κίνητρα σε αντανακλαστικά και ισοπεδώνει διαβαθμίσεις, χρονικότητες και τοπικές διαφοροποιήσεις. Είναι εκδοχή μιας συνολικότερης αδυναμίας μας να αντιληφθούμε τους εβραϊκούς πληθυσμούς των κατεχόμενων χωρών έξω από τα στεγανά της Γενοκτονίας, ως υποκείμενα με πολλαπλές ταυτότητες, μέλη κοινοτήτων και τοπικών κοινωνιών, πολιτικοποιημένους ή μη, ακτιβιστές ή αμέτοχους, εθνικιστές ή αναρχικούς, στρατιωτικούς ή αμάχους, αντιστασιακούς, ακόμα και περιστασιακούς καταδότες των κατοχικών αρχών. Ο αναγωγισμός κάθε κατοχικής εμπειρίας στον φυλετικό διωγμό μας στερεί από την κατανόηση της βίας ως συγκροτητικής δύναμης της ταυτότητας που ωθεί στην άλλη κατεύθυνση. Χάρη και στη διασπορά μέσω των ψηφιακών μέσων, αυτοβιογραφικές πηγές, μαρτυρίες και γραπτές καταθέσεις εμπλουτίζουν σταθερά τη γνώση μας για τη σχέση εβραίων και μη εβραίων τα χρόνια της Γενοκτονίας, ωστόσο οι οπτικές παραμένουν ετεροβαρείς. Επιπλέον, η συγκέντρωση του ερευνητικού - μνημονικού ενδιαφέροντος στην πλευρά των μη εβραίων επισκιάζει τον ρόλο που έπαιξαν οι ίδιοι οι εβραίοι ως δρώντα υποκείμενα της δικής τους διάσωσης, ως μέλη μυστικών επιτροπών ή ως αντιστασιακοί που πολεμούν τους Γερμανούς και ταυτόχρονα έλκουν την προσοχή της Αντίστασης στον κατατρεγμό των κοινοτήτων και των οικογενειών τους. Ο τεχνητός διαχωρισμός μεταξύ «εβραϊκής αντίστασης» και «άλλης» Αντίστασης αγνοεί τη δυναμική σύμπλεξη των δύο χώρων, όχι μέσα από αφηρημένες ιδέες αλλά μέσα από ανθρωποδικτυώσεις που αντανακλούν τις πολλαπλές ταυτότητες των ανθρώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου