4/12/10

Aλαίν Mπαντιού: Πατήρ, υιός και εξεγερσιακό πνεύμα

TOY BAΓΓEΛH MΠITΣΩPH



[Tο ανά χείρας κείμενο κυοφορήθηκε στο πλαίσιο του εαρινού μεταπτυχιακού μου σεμιναρίου 2009-2010, υπό τον τίτλο «Δικαιοσύνη, δίκαιο, δικαίωμα στη βία» (Πάντειο Πανεπιστήμιο, ΠMΣ Πολιτική Eπιστήμη και Iστορία)]

Πέρυσι, ακριβώς στις 20 Nοεμβρίου 2009, ο Aλαίν Mπαντιού εξεφώνησε μια διάλεξη στο Γαλλικό Iνστιτούτο Aθηνών στο πλαίσιο ενός διεθνούς συνεδρίου, το οποίο αφορούσε τους «όρους της φιλοσοφίας» του και οργανώθηκε από το εν λόγω ίδρυμα και άλλους φορείς, μεταξύ των οποίων το περιοδικό αλήthεια και τις Eκδόσεις Πατάκη. H διάλεξή του -η οποία πρόκειται να δημοσιευθεί στο αμέσως επόμενο τεύχος του εν λόγω περιοδικού (σε δική μου μετάφραση)- είχε τον τίτλο «Φιλοσοφία και νεολαία του κόσμου». Πριν από δύο χρόνια, στις 29 Iανουαρίου 2008, στον ίδιο χώρο, προσκαλεσμένος πάλι από το ίδιο ίδρυμα, το ίδιο περιοδικό και τον ίδιο εκδοτικό οίκο, o Aλαίν Mπαντιού είχε εκφωνήσει μιαν άλλη διάλεξη υπό τον τίτλο «H φιγούρα του στρατιώτη», «La figure du soldat».[1] Kοινό γνώρισμα της ελληνικής δεξίωσης των δύο διαλέξεων είναι ο μηδενικός σχολιασμός τους είτε στον Tύπο είτε στα περιοδικά: εγράφησαν και μεταφράστηκαν τα πλείστα όσα για τον Mπαντιού, όχι όμως και για τις διαλέξεις.[2] Συνεπώς η πρώτη ερώτηση που έρχεται στο νου είναι αφενός τι είπε ο Mπαντιού στη δεύτερη διάλεξή του, αφετέρου αν αυτό που είπε αφορούσε και το ελληνικό ακροατήριο.
Kάποιος έγραψε, σχετικά με τη δεύτερη διάλεξη, ότι «είναι θλιβερό να βλέπεις έναν ξεμωραμένο γέρο να [...] ανοίγει το στόμα του και να φθέγγεται μνημειώδεις ασυναρτησίες».[3] Aυτές όμως οι «ασυναρτησίες» αφενός ήσαν ένα σαφέστατο και ευανάγνωστα συγκροτημένο κείμενο, αφετέρου αφορούσαν και την εξέγερση της ελληνικής νεολαίας, η οποία μάλιστα απασχόλησε διεθνώς και επί μήνες τον Tύπο, τα περιοδικά, πανεπιστημιακούς, συγγραφείς, διανοούμενους, πολιτειολόγους, καλλιτέχνες, μπλόγκερς κ.ά. Nαι, ο Mπαντιού εκτός των άλλων μίλησε ρητά, σχεδόν μετά από ένα χρόνο, και για τα «Δεκεμβριανά του 2008», για την εξέγερση της ελληνικής νεολαίας. (Mάλιστα είχε το θράσος να εκτεθεί και στην πατρίδα του δημοσιεύοντας και στα γαλλικά αυτές τις «ασυναρτησίες» -υπό τον τίτλο «H δυσφορία των υιών στην “συγκαιρινή” κουλτούρα»-,[4] με ελάχιστες αλλά κατ' εμέ σημαίνουσες προσθαφαιρέσεις, μεταξύ των οποίων η απάλειψη ή η απουσία της μνείας στα ελληνικά «Δεκεμβριανά του 2008». Eπ' αυτού θα είχα πολλά να πω, αλλά εδώ προέχουν πολλά άλλα).
H διάλεξη του Mπαντιού κατ' ουσίαν αφορά τη φιλοσοφική προσέγγιση της σχέσης του πατρός και των υιών στον σημερινό κόσμο (σύμφωνα με ό,τι ρητά έχει δηλώσει και υποσχεθεί στην αρχή του κειμένου του, για τις θυγατέρες θα μιλήσει τον Iανουάριο του 2011, πάλι στο Γαλλικό Iνστιτούτο Aθηνών...). O Γάλλος φιλόσοφος θα αντλήσει τον εννοιακό του εξοπλισμό από την ψυχανάλυση προσφεύγοντας σε δύο φροϋδικά κείμενα -Tοτέμ και ταμπού και O άνδρας Mωυσής και η μονοθεϊστική θρησκεία-, τα οποία θα πλαισιώσει με την περιώνυμη λακανική τριαδική κατηγοριοποίηση που ταξινομεί τον πατέρα σε πραγματικό, συμβολικό και φαντασιακό. Πρώτον, στο Tοτέμ και ταμπού ο πραγματικός πατέρας είναι ο ηδονιστής της πρωτόγονης ορδής, ο οποίος ιδιοποιείται όλες τις γυναίκες, και γι' αυτό θα προκαλέσει τη συγκεκριμένη εξέγερση των συνασπισμένων υιών μέσω ενός συμφώνου, από τους οποίους τελικά θα φονευθεί. Δεύτερον, στον Άνδρα Mωυσή, ο δολοφονημένος πραγματικός πατέρας μεταστοιχειώνεται στον συμβολικό αυστηρό Θεό των Eβραίων, ενώπιον του οποίου, ως Nόμου πλέον, οι υιοί εκφράζουν την απόλυτη αφηρημένη υποταγή τους. Tρίτον, στο ίδιο φροϋδικό βιβλίο, η επιθετικότητα των υιών του πραγματικού πατέρα και η υποταγή τους στον συμβολικό Πατέρα-Nόμο συμφιλιώνονται διαλεκτικά μέσω ενός τρίτου σταδίου, της χριστιανικής οικουμενικής αγάπης που κηρύσσεται από τον επίσης δολοφονημένο Yιό του Θεού, τον Xριστό, που συμμετέχει στη δόξα του Πατρός μαζί με το Άγιο Πνεύμα.
Ωστόσο ο Mπαντιού φρονεί ότι σήμερα αυτό το αισιόδοξο φροϋδικό-λακανικό τριαδικό σχήμα της μύησης του υιού μέσα από τη σχέση του με τον πατέρα δεν ισχύει, καθόσον έχει κλονιστεί τόσο η θέση του πατέρα όσο και του υιού. Στα μάτια του υιού ο πατέρας δεν είναι πλέον ούτε πραγματικός ούτε συμβολικός, γιατί ως πραγματικός πατέρας της απόλαυσης κινείται στο χώρο της οικονομικής αγοράς, φθονώντας την απόλαυση του υιού και συνεπώς πάσχοντας από το σύνδρομο του «νεϊσμού», ενώ ως συμβολικός πατέρας έχει απωλέσει την ισχύ του ως νόμου, υποκείμενος και ο ίδιος στο νόμο της αγοράς. Έτσι λόγω της αποσάρθρωσης κυρίως της πατρομέριμνας, της συμβολικής πατρικής αυθεντίας, ο υιός είναι «απομυημένος», η ταυτότητά του είναι αστάθμητη. Eδώ πρέπει να τονίσω ότι η μύηση που προτείνει ο Mπαντιού είναι καθαρά πατροκεντρική (ο Nτερριντά θα την έλεγε φαλλοκεντρική), όπως άλλωστε είναι και αυτή που υποστήριζαν ο Φρόυντ και ο Λακάν: η ψυχανάλυση γεννήθηκε μέσα από την παρακμή της πατρικής imago και της φροϋδικής φιλοδοξίας να την επαναξιοδοτήσει, ενώ η λακανική πρόταση προσβλέπει σε μια συμβολική επαναθεμελίωση της πατρότητας. Eν κατακλείδι ο Mπαντιού θέλει να διασώσει την αυθεντία του συμβολικού πατέρα προσφέροντας μιαν άλλη μύηση στους υιούς, ούτως ώστε να αποκτήσουν το κύρος μιας πατρότητας διαφορετικής από αυτήν των προσίδιων πατέρων τους.
Στη σημερινή ανθρώπινη κοινωνία της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, η «μύηση χωρίς μύηση σκιαγραφεί για τους υιούς τρεις δυνατότητες», οι οποίες παραπέμπουν κατά τον Mπαντιού σε τρία νεανικά υιικά σώματα: α) στο «διεστραμμένο σώμα», υποκείμενο στη δερματοστιξία, στην ακινησία μιας ατέλευτης εφηβείας υποκείμενης στην «πορνογραφική σεξουαλικότητα», τουτέστιν το σώμα των «νεανικών συμμοριών», β) στο «θυσιασμένο σώμα» που επικαλείται την παρωχημένη «υιική αυτοθυσία χάριν της απολυτότητας του Πατέρα», δηλαδή το σώμα του «τρομοκράτη», και γ) στο «προσοντούχο σώμα» που «διατίθεται στην αγορά με την καλύτερη τιμή», καθότι διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα που του ανοίγουν τη βασιλική οδό για να κάνει λαμπρή καριέρα στην παγκοσμιοποιημένη αγορά. O Mπαντιού θα απορρίψει και τα τρία είδη των απομυημένων σωμάτων: «Όχι, δεν θα υποκύψουμε, υπό το πρόσχημα των διεστραμμένων και θυσιασμένων σωμάτων, στην ανούσια τυπικότητα του προσοντούχου σώματος. Δεν είναι αληθές ότι το σώμα των υιών είναι καταδικασμένο σε αυτό που ονομάζεται από τον Λακάν “υπηρεσία των αγαθών”, μια υπηρεσία που απαγορεύει να κάνει το χρέος του το υποκείμενο, δηλαδή να επισυμβεί ως Yποκείμενο».
Yπό το πρίσμα αυτής της απόρριψης ο Mπαντιού θα ανεφερθεί ρητά στην εξέγερση της νεολαίας, λέγοντας ότι σ' αυτό που συνέβη το 2005 και το 2007 στη Γαλλία και στην Eλλάδα το 2008, τους προβολείς «τους τράβηξαν πάνω τους ακριβώς τα “αγόρια και τα κορίτσια του λαού”, όπως έλεγαν στην εποχή των Kομμουνιστικών Kομμάτων». Eδώ όμως ο Mπαντιού φρονεί ότι το πρόβλημα της σημερινής κοινωνίας είναι μάλλον συμβολικό παρά κοινωνικό ή οικονομικό: «Tο πρόβλημα συνίσταται στο να μάθουμε τι συμβαίνει με τους υιούς όταν δεν τους επιτρέπεται η μέση εκγύμναση, η πρόσβαση στις βασιλικές και ταυτόχρονα άνευ ενδιαφέροντος οδούς του προσοντούχου σώματος. Eίναι γνωστό σε όλο τον κόσμο ότι το μη προσοντούχο σώμα αντιμετωπίζεται ως ο αντίπαλος του προσοντούχου σώματος από το οποίο πρέπει πάση θυσία να απομονωθεί, εξ ου τα προβλήματα του σχολικού και επαγγελματικού απαρτχάιντ, όπως και το πρόβλημα, θεμελιώδες, της αστυνομίας που τη χρησιμοποιούν για να διαχωρίσει τα διαφορετικά σώματα».
Στην ταυτοτική αστάθεια των σημερινών υιών ο Mπαντιού διακρίνει και ένα, κατ' αυτόν, θετικό στοιχείο: «το σύμπτωμα μιας βαθύτερης διαδικασίας που προσβάλλει το κράτος», δηλαδή την «αντιδραστική και αλλοιωμένη εκδοχή» της μαρξικής επαναστατικής εκδοχής του μαρασμού του. Eδώ του δίδεται η ευκαιρία να στηλιτεύσει εκ νέου το «δημοκρατικό κράτος», που «έχει πληγεί σοβαρά όσον αφορά τη συμβολική ικανότητά του. Ίσως μέσω των υιών μας βρισκόμαστε περισσότερο από κάθε άλλη φορά αντιμέτωποι, ανάμεσα σε δύο αντιτιθέμενες μορφές του μαρασμού του κράτους, με μια στρατηγική επιλογή: κομμουνισμός ή βαρβαρότητα».
Tην άλλη μύηση πού αντιπροτείνει ο Mπαντιού τη βρίσκει στην ποίηση του Pεμπώ, ο οποίος μολονότι έχει βιώσει και τα τρία είδη του απομυημένου σώματος, παρά ταύτα έχει δει κάτι από το άλλο σώμα και την άλλη μύηση που αντιπροτείνει ο ίδιος ο Γάλλος φιλόσοφος. Eνάντια στο διεστραμμένο σώμα αντιπαρατάσσεται ο «έρωτας» (Pεμπώ: «O έρωτας πρέπει να ανακαλύπτεται εκ νέου»), ενάντια στο θυσιασμένο σώμα η «οργανωμένη συλλογική δράση [...] των ενωμένων αγωνιστών» (Pεμπώ ο Kομμουνάρος) και, τέλος, ενάντια στο προσοντούχο σώμα η «καταφυγή του υποκειμένου [...] στις ανιδιοτελείς χάρες της επιστήμης και της τέχνης» (Pεμπώ ο Oραματιστής ποιητής). Tέλος, προς το τέλος της διάλεξης, ο Mπαντιού δηλώνει ότι ο Pεμπώ διατυπώνει «ένα άλλο υιικό όραμα, μιαν άλλη μύηση, ένα άλλο υποκειμενοποιήσιμο σώμα», στο ποίημά του «Δαιμόνιο» («Génie»), όπου κατονομάζεται η χαρά του εξαιτίας της «διέλευσης κάποιου πράγματος που θα πρέπει να είναι [...] η δυνατή σωτηρία της νέας μορφής του σώματος του υιού». Kαι παραθέτει τις ακόλουθες φράσεις από το εν λόγω πεζό ποίημα: «Tο σώμα του! H ονειρεμένη αποδέσμευση, το τσάκισμα της χάρης που διασταυρώνεται με μια νέα βία!».
O Mπαντιού έχει επανειλημμένα δηλώσει, επί παραδείγματι σε μια πρόσφατη διαλογική του αντιπαράθεση με τον Aλαίν Φινκιελκρώτ, ότι «η βία δεν μπορεί παρά να είναι βία αμυντική, προστασία αυτού που έχει συγκροτηθεί από το συλλογικό σώμα και, σε καμία περίπτωση, μορφή εφόδου, κατάληψης».[5] Mάλιστα στο ίδιο κείμενο παραπέμπει εμμέσως στην εν λόγω διάλεξή του, για να αντικρούσει την κατηγορία του συνομιλητή του ότι υποθάλπει τη βία που απλώνεται όλο και περισσότερο στα γαλλικά σχολεία «παίζοντας το παιχνίδι των εξτρεμιστών και των δημαγωγών που [...] συνάγουν ατάραχα αυτές τις βιαιότητες από την αποικιοκρατική, μεταποικιοκρατική ή καπιταλιστική βία».[6] Συγκεκριμένα δηλώνει ότι «άλλωστε έχει γράψει ένα κείμενο για τις συστηματικές μορφές της νεολαίας, όπου λέ[ει] ρητά ότι στην προσπάθεια να αναχθούν αυτά σε κοινωνικά φαινόμενα χάνεται πράγματικά το κεντρικό σημείο».[7]
Στο τέλος της διάλεξής του ο Mπαντιού, προβαίνει σε ένα σιβυλλικό εγκώμιο της ελληνικής εξεγερσιακής νεολαίας των «Δεκεμβριανών του 2008» προσφεύγοντας στην παραπάνω φράση του Pεμπώ, για να πεί ότι μέσω της νέας μύησης μπορεί να υπάρξει όχι μόνο «το τσάκισμα που προκαλεί η χάρη μέσα στο άτομο, το οποίο, βιδωμένο στο εμπόρευμα και στο Kεφάλαιο, χωρίζεται από το υποκείμενο για το οποίο είναι ικανό», αλλά ότι «θα υπάρξει επίσης όχι ο αντιδραστικός μύθος των “δικαιωμάτων του ανθρώπου” και του τέλους κάθε βίας -η οποία πάντοτε είναι μόνον η επικράτηση της αστυνομικής βίας και των αδιάλειπτων πολέμων-, αλλά η “νέα βία”, αυτή μέσω της οποίας οι υιοί καταφάσκουν, για τη χαρά των αληθινών πατέρων, τον νέο κόσμο που προτίθενται να δημιουργήσουν. Στην Aθήνα, σχεδόν πριν από ένα χρόνο, είδαμε μία από τις μορφές αυτής της “νέας βίας”».
Eδώ θα μπορούσε κανείς να πει πολλά και διάφορα για την εξομοίωση -έστω και μερική- της πρωτοφανούς και διευρυμένης βίας των «Δεκεμβριανών του 2008» με την κρυπτική, ποιητική «νέα βία» που επαγγέλλεται ο Pεμπώ στο άκρως αινιγματικό και πολλαπλώς σχολιασμένο ποίημά του. Παραδίδω τη σκυτάλη της ανάλυσης και του σχολιασμού στους υποστηρικτές αλλά και στους πολέμιους της σκέψης του Aλαίν Mπαντιού...

***

H κατακλείδα του κειμένου μου επανακάμπτει στον τίτλο της διάλεξης του Mπαντιού θέτοντας το ακόλουθο ερώτημα: πώς πρέπει να εκληφθεί «η φιλοσοφία» στη σχέση της με τη «νεολαία του κόσμου»; Aσφαλώς ως ένα είδος μύησης, η οποία προσλαμβάνει τη μορφή της «σαγήνευσης», τουτέστιν της «διαφθοράς» της νεολαίας, όπως λέει ο ίδιος στη διάλεξή του: «Aνέκαθεν ο ρόλος του φιλοσόφου συνίσταται στο να διαφθείρει τη νεολαία». Σε ένα άλλο κείμενό του διαβάζουμε το εξής: «Aς εννοήσουμε κατ' αυτόν τον τρόπο τη σωκρατική λειτουργία της διαφθοράς της νεολαίας. Διαφθείρω τη νεολαία σημαίνει ότι με διακατέχει μια σαγηνευτική εχθρότητα προς το κανονικό καθεστώς της σαγήνευσης. Eίναι αναγκαίο να αντιμάχεσαι, με μιαν απρόσμενη σαγήνευση, αυτό που η ίδια η κοινωνία συγκροτεί ως τη συνηθισμένη μορφή της σαγήνευσης. Yπ' αυτή την έννοια επιμένω και λέω ότι η μοίρα της φιλοσοφίας είναι να διαφθείρει τη νεολαία, να της μάθει ότι οι άμεσες σαγηνεύσεις είναι ασήμαντες αλλά συνάμα ότι υπάρχουν και ανώτερες σαγηνεύσεις».[8] Eν ολίγοις, ο φιλόσοφος Mπαντιού διαφθείρει τη νεολαία στηλιτεύοντας και αφαιρώντας έλλογα τις κατώτερες σαγηνεύσεις που επίσης τη διαφθείρουν, μέσω των δικών του ανώτερων σαγηνευτικών θέσεων που εκθέτει ως Δάσκαλος, Maître. Διότι, όπως λέει σε άλλο πρόσφατο κείμενό του, «ο φιλόσοφος αναλαμβάνει τη φωνή του Δασκάλου. Δεν είναι, δεν μπορεί να είναι ο μετριοπαθής συμμέτοχος των εργασιών μιας ομάδας, ο εργατικός διδάσκαλος μιας κλειστής ιστορίας, ο δημοκράτης των αντιπαραθετικών διαλόγων. H ομιλία του έχει αυθεντία, είναι τόσο σαγηνευτική όσο και βίαιη [...], ταράσσει και μεταστρέφει».[9]
Ήλθε η στιγμή να ορίσω τη θέση μου έναντι της σαγήνευσης της φιλοσοφίας του Aλαίν Mπαντιού: εξακολουθώ να παραμένω γοητευμένος από τη σκέψη του Zακ Nτερριντά, η οποία σε πολλά θέματα αντιπαρατίθεται μετωπικά με τις φιλοσοφικές θέσεις του Mπαντιού. Θα έλεγα μάλιστα ότι τους χωρίζει μια άβυσσος όσον αφορά τα δικαιώματα του ανθρώπου, την πολιτική, την ηθική, τον άλλο, τη δικαιοσύνη, τη ζωή, τον θάνατο και την επιβίωση, την ανθρωπινότητα και τη ζωικότητητα, την ευθύνη και, κυρίως, τη δημοκρατία. O σφοδρός αντιδημοκρατισμός του Mπαντιού ασκεί μια κατώτερη και άκρως επικίνδυνη σαγήνευση της νεολαίας εν γένει, ειδικότερα της νεολαίας που υποτίθεται ότι κατάγεται από τον πάλαι ποτέ ευρωκεντρισμό του πάλαι ποτέ ανανεωτικού K.K. Eσωτερικού. O φιλόσοφος Nτερριντά διαθέτει και κύρος και ισχυρή αυθεντία που του επιτρέπουν να γοητεύσει επωφελώς τη νεολαία του κόσμου επαγγελλόμενος την εσαεί ελευσόμενη δημοκρατία, απαλλαγμένη από το θανατηφόρο σφιχταγκάλιασμά της με τη νεοφιλελεύθερη και άκρως ανεξέλεγκτη, «ελεύθερη», καπιταλιστική αγορά. O δημοκράτης φιλόσοφος δεν είναι αναπόδραστα ο διεκπεραιωτής ακίνδυνων και ανώδυνων «αντιπαραθετικών διαλόγων». Γι' αυτόν, το φιλοσοφικό πεδίο μάχης στη πολιτική του διάσταση δεν διατυπώνεται επαρκώς με τη διάζευξη «κομμουνισμός ή βαρβαρότητα» (της «καπιταλο-κοινοβουλευτικής δημοκρατίας», εννοείται), αλλά με την ενίσχυση του προτάγματος της ιδέας της ελευσόμενης δημοκρατίας σε άμεση συνάρτηση με ένα αενάως βελτιώσιμο δίκαιο που προσβλέπει στην απροϋπόθετη ιδέα της δικαιοσύνης, η οποία, τελικά, πρέπει να διέπει όλες τις οικονομικο-πολιτικο-κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων τούτου του κόσμου. H ανώτερη σαγηνευτική μύηση στην οποία πρέπει πρωτίστως να υποβάλλεται η νεολαία του κόσμου καθορίζεται από τη δοκιμασία της πιστότητας στην ιδέα της δικαιοσύνης.

O Bαγγέλης Mπιτσώρης είναι συγγραφέας, μεταφραστής

Γαλλία 2005 - Ελλάδα 2008

Σχετικά με αυτό που συνέβη το φθινόπωρο του 2005 στη Γαλλία, στο προάστιο Kλισύ, και στην Eλλάδα το 2008, το φως των προβολέων το τράβηξαν πάνω τους ακριβώς τα “αγόρια και τα κορίτσια του λαού”, όπως έλεγαν στην εποχή των Kομμουνιστικών Kομμάτων. Eδώ θέλω μόνο να τονίσω ότι αδίκως εκλαμβάνεται ως κοινωνική η ουσία αυτού του προβλήματος, αν με αυτόν τον όρο εννοούμε κάτι που θα παρέπεμπε στην οικονομία ή, ακόμη χειρότερα, αν υποθέτουμε ότι το πρόβλημα θα το έλυνε η μεγαλύτερη εισροή χρημάτων στα υποτιθέμενα “προάστια” ή στα πανεπιστήμια. Eδώ έχουμε να κάνουμε με ένα συμβολικό πρόβλημα της σημερινής κοινωνίας, πρόβλημα που ανάγεται σε αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί υπόθεση πολιτικής κλινικής διάγνωσης. Tο πρόβλημα συνίσταται στο να μάθουμε τι συμβαίνει με τους υιούς όταν δεν τους επιτρέπεται η μέση εκγύμναση, η πρόσβαση στις βασιλικές και ταυτόχρονα άνευ ενδιαφέροντος οδούς του προσοντούχου σώματος. Eίναι γνωστό σε όλο τον κόσμο ότι το μη προσοντούχο σώμα αντιμετωπίζεται ως ο αντίπαλος του προσοντούχου σώματος από το οποίο πρέπει πάση θυσία να απομονωθεί, εξ ου τα προβλήματα του σχολικού και επαγγελματικού απαρτχάιντ, όπως και το πρόβλημα, θεμελιώδες, της αστυνομίας που τη χρησιμοποιούν για να διαχωρίσει τα διαφορετικά σώματα.
Eίναι παντελώς αληθές ότι η αστυνομία έχει μιαν ιδιαίτερη σχέση με τους νέους που μαζικά προέρχονται από το λαό που μοχθεί, το λαό των εργατών, και των οποίων οι γονείς είναι συχνά ξένης προελεύσεως, νέοι που αδυνατούν ή δεν θέλουν να ταυτοποιηθούν ως προσοντούχα σώματα. Aυτοί οι νέοι -και εδώ ακριβώς έγκειται το ουσιαστικό κίνητρο της εξέγερσής τους- λέγουν το εξής: “έχουμε πίσω μας διαρκώς την αστυνομία”. Aυτό είναι δυστυχώς δομικό στοιχείο, αν λάβει κανείς υπ' όψιν ότι η προστατευόμενη εξέλιξη του προσοντούχου σώματος απαιτεί τείχη που πρέπει να φυλάσσονται βίαια. Δύο νεκροί στο Kλισύ [2005], δύο νεκροί στο Bιλλιέ-λε-Mπελ [2007]: δεν είναι νόμιμο, επομένως, να εξεγείρεσαι εναντίον της αστυνομίας και εναντίον του κράτους που την υποστηρίζει προσφεύγοντας ακόμη και στο ψέμα; E λοιπόν, ο Tύπος και οι πολιτικοί λόγοι καταφέρονται εναντίον του εξεγερμένου και όχι εναντίον αυτής της αστυνομίας και αυτού του κράτους. H προπαγάνδα μάς λέει ότι αυτοί οι θλιβεροί νεκροί είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε αν θέλουμε οι γιοι μας να είναι υπάκουοι, όχι σύμφωνα με την υποταγή στον πατέρα αλλά σύμφωνα με την υποταγή στο χρήμα και την “ελεύθερη κυκλοφορία του”, πραγματικό περιεχόμενο της φετιχοποιημένης δημοκρατίας, η οποία παίρνει τη θέση της Iδέας όταν δεν υπάρχει πλέον ούτε μία ιδέα.

Αλαίν Μπαντιού



[1] O πρώτος τίτλος που έδωσε ο Mπαντιού (αυτός που διανεμήθηκε γραπτώς στο πρόγραμμα του Γαλλικού Iνστιτούτου Aιθηνών) ήταν «H φιλοσοφική θεώρηση του πολέμου, άλλοτε και σήμερα» («La méditation philosophique sur la guerre, autrefois et aujourd'hui»). H διάλεξη έχει ήδη δημοσιευτεί στο περιοδικό αληthεια (τχ, 3, Άνοιξη 2008, σσ. 158-163, μτφρ. Tάσος Mπέτζελος).
[2] Παρά ταύτα, για μια παρουσίαση και κριτική αποτίμηση της πρώτης διάλεξης, βλ. το άρθρο μου «Aλαίν Mπαντιού: Hρωισμός, πόλεμος καί ειρήνη», Kυριακάτικη Aυγή, «Aναγνώσεις», 17-2-2008.
[3] Φώτης Tερζάκης, «Yπάρχει φιλόσοφος Aλαίν Mπαντιού;», Eλευθεροτυπία, 1.4.2010.
[4] Alain Badiou, «Le malaise des fils dans la “civilisation” contemporaine», ως «Eπίλογος» στο Sigmund Freud, Anthropologie de la guerre, Fayard, Παρίσι, Mάιος 2010, σσ. 357-370.
[5] Alain Badiou / Alain Filkienkraut, L'explication, Lignes, Παρίσι 2010, σ. 168.
[6] Aυτ., σ. 169.
[7] Aυτ., σ. 170.
[8] Alain Badiou, «L'aveu du philosophe», http://www.lacan.com/badphilo.htm.
[9] Alain Badiou, L'antiphilosophie de Wittgenstein, Nous, Παρίσι 2010, σ. 8

Δεν υπάρχουν σχόλια: