23/3/25

Το «αυτονόητο»

Άποψη της έκθεσης «Shaped Βy Earth» στην γκαλερί Καλφαγιάν


Της Εύης Προύσαλη*
 
ΕΛΕΑΝΝΑ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗ, Άβυσσος, Θέατρο ΠΛΥΦΑ
 
Η Ελεάννα Γεωργούλη είναι μία ταλαντούχα ηθοποιός/performer που ίδρυσε τη θεατρική ομάδα Retrospectiva (2020), με την οποία έχει παρουσιάσει ως σκηνοθέτις σημαντικές παραστάσεις, κυρίως στο πεδίο της performance και των μικτών παραστασιακών μορφών, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει η παράσταση Περιοδεύων Θίασος (2022). Η φετινή παράσταση Άβυσσος (ΠΛΥΦΑ, 2025) είναι μία προσπάθεια να αποδοθεί το δυστοπικό μέλλον της ανθρωπότητας που ζει σε έναν κατεστραμμένο οικολογικά πλανήτη, με τη λειψυδρία και την έλλειψη επαρκούς σίτισης, με τις ανύπαρκτες κοινωνικές υποδομές και με την προσωπική και πολιτική εξαθλίωση που επιφέρει η εγκαθίδρυση αυταρχικού καθεστώτος πλανητικής εμβέλειας. Σε αυτό το ζοφερό τοπίο, ομάδες ανθρώπων εκπατρίζονται και μετακινούνται αναγκαστικά, συγκεντρώνονται σε στρατόπεδα, χωρίζονται σε “κλιμάκια”, υπακούουν εντολές, πειθαρχούν σε καταναγκαστικά έργα, επιδίδονται σε ανταγωνιστικές ασκήσεις για την “επικράτηση του ισχυρότερου” −το παραπλανητικό αφήγημα του νεοφιλελευθερισμού για την ερμηνεία της Δαρβινικής θεωρίας− με στόχο να καταφέρουν να φτάσουν σε μία υποτιθέμενη “Γη της Επαγγελίας”, όπως οι ιθύνοντες διαφημίζουν κι εκείνοι πιστεύουν. Η παραπάνω θεματική αναπτύσσεται σπονδυλωτά, σε μικρά επεισόδια που περιλαμβάνουν ατομικές ιστορίες. Διακειμενικά και θεματικά η Άβυσσος θυμίζει το θεατρικό έργο Εμείς του Ρώσου συγγραφέα Γιεβγκιένι Ζαμιάτιν, που παίχτηκε από την ομάδα Σημείο Μηδέν (Άττις, 2016).
Η παράσταση είναι μία χοροθεατρική performance, με μεταμοντέρνα στοιχεία, έντονη σωματικότητα και μουσικά ιντερμέδια. Η κινησιολογία των ερμηνευτών αποπνέει δυναμισμό, οι επαναλαμβανόμενες και συγχρονισμένες κινήσεις (χορογραφία Άρης Παπαδόπουλος) αποτυπώνουν με ενάργεια τη μαζικοποίηση του πληθυσμού, οι ήχοι και η εξαίσια μουσική σύνθεση (Θάνος Κοσμίδης) επιτείνουν τον εγκλωβισμό του πλήθους ενώ διεμβολίζουν τη βία με ρωγμές ευαισθησίας και συγκίνησης. Οι χειροποίητοι φωτισμοί (Karol Jarek) υποβάλλουν μια ατμόσφαιρα μυστηρίου, ενώ τα σκηνικά/κοστούμια (Γιώργος Τρικαλιώτης, Ελεάννα Γεωργούλη) συμβάλλουν στην αποτύπωση ενός πολυπρισματικού κοινωνικού ιστού, με υποδηλωτικά σκηνικά σημεία (Μίκυ Μάους), με τα glamour ενδύματα, αλλά και με τα vintage κομμάτια. Η σκηνοθεσία (Ελεάννα Γεωργούλη) υιοθετεί μια ενδιαφέρουσα σύνθεση κινησιολογίας και λόγου, με κυρίαρχο στοιχείο τη σωματική επιτέλεση, εικονοποιώντας με λιτότητα και πυκνότητα την αισθητική συνθήκη του σωματικού και διανοητικού εγκλεισμού. Όλες ανεξαιρέτως οι ερμηνείες είναι άρτιες (Στάθης Αποστόλου, Μαρία Αλεξοπούλου, Ελεάννα Γεωργούλη, Χάρης Καρύδης, Νίκος Μήλιας, Ρόζα Προδρόμου), ηθοποιοί που με τη σωματική τους αυταπάρνηση αποδίδουν, με  εκφραστικότητα και μέτρο, το δυσοίωνο μέλλον.
Οι ενστάσεις για την παράσταση επικεντρώνονται στο κείμενο (Ελεάννα Γεωργούλη), που αν και πρόκειται για ένα γλωσσικά και μυθοπλαστικά άρτιο κείμενο, ωστόσο η μεγάλη έκταση που καταλαμβάνει στην παράσταση, η υπερανάλυση μέσω πολλών λεπτομερειών, σαν να πρόκειται για λογοτεχνική αφήγηση, η μονολογικότητά του αλλά κυρίως η στερεοτυπική παρουσίαση προσωπικών ιστοριών που κατ’ επανάληψη έχουν αποτυπωθεί σε παρόμοιες παραστάσεις, αποδυναμώνει το όλο εγχείρημα. Η αναφορά π.χ. σε “προσωπικές” ιστορίες εργατών που πεθαίνουν από τη μόλυνση των νερών ενός ποταμού από μία πολυεθνική εταιρεία κατά την εξόρυξη χρυσού, οι απώλειες ανθρώπινων ζωών σε ένα πυρηνικό ατύχημα και οι μελλοντικές συνέπειές του κλπ. δεν είναι λυσιτελείς, εφόσον δεν υπερβαίνουν την περιγραφικότητα και δεν διεισδύουν στα αίτια, δεν ξεσκεπάζουν τις διαπλοκές, τα αντικρουόμενα συμφέροντα και τους μηχανισμούς επικράτησής τους και δεν ανοίγουν διάλογο, που μπορεί να οδηγήσει τον θεατή σε περαιτέρω προβληματισμό. Εφόσον οι “ιστορίες” παραμένουν στο επίπεδο του περιγραφικά προσωπικού ή ατομικού “πλήγματος”, χωρίς επιπλέον αναγνώσεις, τότε είναι σίγουρο ότι θα επαναλαμβάνονται πανομοιότυπα στο διηνεκές. Το ίδιο ισχύει και για την κατακλείδα της παράστασης, η οποία περιγράφει μία πράξη “συμμόρφωσης” του πλήθους, επίσης οικεία κοινωνικά, που στενεύει τον ορίζοντα βούλησης για δράση, και δεν πραγματεύεται τη δυνατότητα ή το ενδεχόμενο να αναδειχθεί ένα διαφορετικό πραξιακό φαντασιακό από τους πολίτες. Αναφορικά δε με το πώς θα μπορούσε η τέχνη να υπερβεί τον σκόπελο του στερεότυπου, της περιγραφής, και του κοινότοπα αυτονόητου έχει αποφανθεί ο Μπρεχτ:
«Τα γεγονότα της πραγματικής ζωής απεικονίζονται στη σκηνή με έναν τέτοιο τρόπο, ώστε να δίνεται έμφαση στην αιτιότητά τους, η οποία απασχολεί τον θεατή. (…) Το αυτονόητο −δηλαδή η συγκεκριμένη μορφή που έχει πάρει η εμπειρία στη συνείδηση− διαλύεται όταν μετατρέπεται σε μια νέα μορφή, το κατανοητό. Έτσι, καταστρέφεται μια σχηματοποίηση.»[1]
Η διάλυση του αυτονόητου στο θέατρο οδηγεί στο “κοινωνικό άτομο”, δηλαδή, στον θεατή που στοχάζεται πάνω στη δική του κοινωνική συνθήκη με ορίζοντα την κοινωνία. Η παράσταση Άβυσσος παρουσιάζει μία πολύ ενδιαφέρουσα αισθητική, η οποία θα μπορούσε να απογειωθεί προς αυτήν την κατεύθυνση, αν το παραστασιακό κείμενο ήταν πιο υποδηλωτικό αντί ρεαλιστικό και πιο εμβριθές, ώστε να αναδεικνύει την ανατομία και τα διακυβεύματα των καταστάσεων για αμφότερες τις πλευρές εξουσιαστών/εξουσιαζομένων.
Η παράσταση, όμως, ολοκληρώνεται με ένα εξαιρετικά ειρωνικό και αμφίσημο σχόλιο, αναφορικά με το αν ο επί γης Παράδεισος, στον οποίο όλοι προσπαθούν να φτάσουν, υπάρχει στην πραγματικότητα ή είναι απλώς ένα ψευδαισθητικό κόλπο το οποίο κρατά σε ομηρία τους πολίτες, επιτρέποντας στους κυβερνώντες να διαιωνίζουν την κατάσταση προς όφελός τους. Μία ουσιώδης δραματουργική διάσταση, που αν υιοθετούνταν στον λόγο και στην υπόλοιπη σκηνική πράξη, ίσως οι πολίτες θα είχαν μια πιθανότητα να μην καταποντιστούν στην Άβυσσο.
*Η Εύη Προύσαλη είναι διδάσκουσα στο ΕΑΠ, Τμήμα Παραστατικών Τεχνών – κριτικός θεάτρου

[1]Μπέρτολντ Μπρεχτ, όπ. σσ.171-172

Δεν υπάρχουν σχόλια: