12/12/21

O Δοστογέφσκη και το έργον του Έγκλημα και Τιμωρία

Αντρέας Ράγκναρ Κασάπης, Landscape pliancy 2, 2021, λάδι σε ξύλο, 40 x 50 εκ.

Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι: 200 χρόνια από τη γέννησή του

Η παπαδιαμαντική (ανυπόγραφη τότε) μετάφραση του μυθιστορήματος του Φιοντόρ Ντοστογέφσκι Το Έγκλημα και η Τιμωρία1 δημοσιεύεται στην εφημερίδα του Δ. Κορομηλά Εφημερίς, σε συνέχειες από τις 14 Απριλίου έως την 1η Αυγούστου του 1889. Παρότι ο Παπαδιαμάντης δεν μεταφράζει από το πρωτότυπο, αλλά από τη γαλλική μετάφραση του 1884 από τον Βικτόρ Ντερελί,2 η μετάφραση είναι εξαιρετικής σημασίας, όχι μόνο για το έργο του ίδιου του έλληνα συγγραφέα, αλλά και για την πρόσληψη του ρώσου μυθιστοριογράφου.

Μία μέρα πριν την έναρξη της δημοσίευσης της παπαδιαμαντικής μετάφρασης, στις 13 Απριλίου 1889, ο Ροΐδης δημοσιεύει (στη δεύτερη σελίδα του φύλλου) ένα άρθρο που συστήνει στο ελληνικό κοινό τον συγγραφέα και το έργο που πρόκειται να διαβάσει, κατά τη συνήθεια των εφημερίδων τότε. Ο τίτλος του ροΐδικού κειμένου είναι "O Δοστογέφσκη και το έργον του Έγκλημα και Τιμωρία".3 Πρόκειται για μια μελέτη που δεν παρουσιάζει την μετάφραση αλλά τον συγγραφέα και το έργο του, τοποθετώντας τον στο πάνθεον της ευρωπαϊκής λογοτεχνικής παραγωγής και μάλιστα σε περίοπτη θέση. Πρόκειται για ένα κατ’ εξοχήν διορατικό κείμενο, με επί της ουσίας παρατηρήσεις, που δείχνει για ακόμα μία φορά την οξύνοια του κριτικού πνεύματος του συγγραφέα της Πάπισσας. Εδώ, παρατίθεται από αυτή, την πρώτη δημοσίευσή του.
Νίκος Μαυρέλος


Του Εμμανουήλ Ροΐδη

Πολλάς προκαλέσαντες αντιρρήσεις και μομφάς επί παραδοξολογία επειράθημεν προ δεκαετίας ήδη ν’ αποδείξωμεν, ότι κατά τα διδάγματα της τε επιστήμης και της πείρας έξοχοι ποιηταί και καλλιτέχναι απεδείχθησαν μόνοι οι κατορθώσαντες να εκφράσωσιν ολοκλήρου λαού τα αισθήματα και τας ιδέας. Η αληθής τω όντι πρωτοτυπία έγκειται εις την απεικόνισιν ουχί των ανυπάρκτων ή εν μόνη τη φαντασία του ποιητού υπαρχόντων, όπερ είνε σχεδόν ταυτόσημον, αλλά των όσα ταράττουσι πάσαν καρδίαν και ασχολούσι πάσαν διάνοιαν εν δεδομένη εποχή και χώρα. Πας δε ο επιχειρών ν’ απεικονίση άλλο τι πλην τούτων ουδέν άλλο κατορθώνει ή να συρράψη οπωσδήποτε προς άλληλα, έστω και ανεπιγνώστως, όσα απέμειναν εν τη μνήμη του εξ αναγνωσμάτων, ων ελησμόνησε τους τίτλους και τον συγγραφέα. Ο τοιούτος, όσον και αν υποτεθή υπό πάσαν άλλην έποψιν αξιοσύστατος, κατά τοσούτον μόνον είνε πρωτότυπος, όσον είνε και τα ονείρατα, τα συνιστάμενα εξ ασυνειδήτου συνδυασμού των όσα τις είδεν, ήκουσεν, έπραξεν ή έπαθε κατά το διάστημα της ημέρας. Όνειρον πρωτότυπον είνε μόνον εκείνο, το οποίον βλέπει ουχί είς άνθρωπος, αλλά πάντες συγχρόνως και ουχί κοιμώμενοι, αλλά γρηγορούντες, το «ημερόφαντον όναρ», ως έλεγεν ο Αισχύλος. Του δε ποιητού η οπτασία διαφέρει της των άλλων κατά μόνον τον σσυγκρίτως ανώτερον βαθμόν ζωηρότητος και εναργείας. Το χάρισμα όμως τούτο απονέμεται παρά Θεού ουχί εις τους αξιούντας ν’ απομονωθώσιν υπεράνω των άλλων επί οιουδήποτε κλασσικού ή ρομαντικού Ολύμπου, αλλ’ εις τους δριμύτερον υπό του εκάστοτε κοινού πόνου βασανιζομένους εις τους εικονίζοντας ουχί προϊόντα της φαντασίας ή μάλλον της μνήμης των, αλλ’ όσα αισθάνονται μεν πάντες, αλλ’ ουδείς προ αυτών κατόρθωσε πιστώς και ζωηρώς ν’ αποτυπώση.
Τοιούτοι υπήρξαν οι απανταχού έξοχοι ποιηταί και τεχνίται∙ αλλ’ αν περιορισθώμεν εις την μυθιστορίαν, ουδαμού δυνάμεθα ν’ ανεύρωμεν τους υπομένοντας την σύγκρισιν προς τους Ρώσσους, τον Τουργενέφ και έτι ολιγώτερον τον Δοστογέφσκην, κατά την πρωτοτυπίαν, κατά την δύναμιν δηλ. και ακρίβειαν της ερμηνείας των φωλευόντων σήμερον εν τη καρδία της φυλής αυτών αισθημάτων. Μυθιστορία του τελευταίου τούτου και εγχειρίδιον συγχρόνου ρωσσικής ψυχολογίας δύνανται άνευ τινός υπερβολής να θεωρηθώσιν ως τα ακριβέστατα των συνωνύμων∙ ψυχολογίας δ’ ουχί θεωρητικής, αλλ’ αποκαλυπτούσης και τα αφανέστατα ελατήρια των όσα από ημίσεος ήδη αιώνος πράττουσιν ή μελετώσιν οι Ρώσσοι, από των υψίστων μέχρι των κατωτάτων της κοινωνίας στρωμάτων. Δεινούς μεταξύ των μυθιστοριογράφων ψυχολόγους έχουσι μεν βεβαίως να επιδείξωσι και τα άλλα έθνη, η Αγγλία τον Δίκενς, η Γαλλία τον Βαλζάκ και η Αμερική τον Πόου. Ουδέ τούτων όμως, ουδ’ άλλου τινός η σμίλη εβυθίσθη ποτέ εις οίον ή του Δοστογέφσκη βάθος, διά τον λόγον βεβαίως, ότι ουδείς περιγράφων όσα περιέγραψεν ηδύνατο εξ ίσου να είπη "Quorum pars magna fui" ως ο ήρως του Βιργιλίου και ο συγγραφεύς του "Εγκλήματος" και των "Δαιμονισμένων". Τον εξεγείροντα την ψυχήν όλων εκατομμυρίων Ρώσσων πόθον ηθικής και κοινωνικής αναπλάσεως, την αποστροφήν προς το καθεστώς, την αηδίαν προς την πεζότητα του καθ’ ημέραν βίου, την όρεξιν οιωνδήποτε σφοδρών συγκινήσεων, την αδιάκοπον μετάπτωσιν από των ευγενεστάτων της καρδίας και του πνεύματος απολαύσεων εις την κτηνώδη κραιπάλην, την λατρείαν της γυναικός και τον εγκυλισμόν εις τα αίσχιστα των οργίων, την άσβεστον δίψαν ιδανικού και οινοπνεύματος, το ενυπάρχον παρά παντί υπηκόω του Τσάρου αλλόκοτον κράμα αγγέλου και κτήνους, πλειστάκις δε και θηρίου, και τας άλλας αντιθέσεις τας καθιστώτας άλυτον αίνιγμα τον χαρακτήρα του συγχρόνου Σλάβου, ουδείς ηδύνατο να εικονίση δι’ οίων ο Δοστογέφσκης χρωμάτων, διότι πάντων όσα περιγράφει ου μόνον υπήρξεν αυτόπτης, αλλά και πλειστάκις μετέσχεν ως πρωταγωνιστής. Συνεταιρισθείς μετά μηδενιστών προς πραγματοποίησιν των κοινωνικών αυτού ονείρων, υπέμεινε τετραετή εν Σιβηρία δεσμά παράπλευρος κλεπτών και δολοφόνων, οίτινες παρείχοντο ως σύντροφοι εις τους πολιτικούς ονειροπόλους. Αλλά και των κακούργων τούτων ετάσας την καρδίαν και τους νεφρούς ανεύρε παρά πλείστοις αυτών ανεξάντλητον θησαυρόν αγάπης και ευαισθησίας. Αν εν πάση άλλη χώρα φαίνεται μέχρι τινός δίκαιον να κρίνεται εκ των όσα πράττει το ποιόν του ανθρώπου, αγόμεθα να πιστεύσωμεν ότι υπερτάτη αδικία θα ήτο η εφαρμογή τοιούτου κριτηρίου εις τους Ρώσσους, τους υποκειμένους εις παραδόξους εκλείψεις φρενών και πράττοντας ενίοτε ηρωικά ή αποτρόπαια έργα ως εν καταστάσει υπνοβασίας. Το σκοτεινόν και ανέκαθεν διαιρούν εις αντίπαλα στρατόπεδα τους θεολόγους και φιλοσοφούντας πρόβλημα της ανθρωπίνης ελευθέρας αιρέσεως και της εντεύθεν ευθύνης καθίσταται ότι μάλλον δύσλυτον εξεταζόμενον εν συνδυασμώ μετά της σλαβικής ψυχολογίας. Το μόνον όπερ δυνάμεθα εν πεποιθήσει να είπωμεν είνε, ότι κακούργοι του Δοστογέφσκη δεν είνε βεβαίως κακοί άνθρωποι και μάλλον δε παντός άλλου δικαιούνται να προτείνωσιν υπέρ αυτών του αρχαίου τραγικού το: "Θυμός κρείσσων εμών βουλευμάτων". Οπωσδήποτε τούτους προ πάντων περιγράφων αναδείχθη ο Δοστογέφσκης απαράμιλλος ψυχολόγος, και ηξιώθη να ονομασθή παρά τε των ομοφύλων και των ξένων κριτικών «ο μέγας μυθογράφος». Εν μεν Ρωσσία ανεκηρύχθη από του νεανικού αυτού έργου: "Οι πτωχοί άνθρωποι" ανώτερος πάντων και το λείψανον του εις Σιβηρίαν εξορισθέντος μηδενιστού ηκολούθησαν οι μεγάλοι δούκες ασκεπείς, παρά δε τοις Γάλλοις απέβη από της πρώτης μεταφράσεως δημοφιλής. Προς εκτίμησιν του εκ της αναγνώσεως των έργων του βαθμού συγκινήσεως, αρκούμεθα να μνημονεύσωμεν ότι, ουδέν ακόμη δημοσιεύσας και τελείως άγνωστος διατελών, παρέδωκεν εσπέραν τινά εν συστολή και δειλία το πρώτον του χειρόγραφον προς καταχώρισιν εις τους διευθύνοντας επιθεώρησίν τινα εν Πετρουπόλει, τον μυθογράφον Γρεγορόβικ και τον διάσημον ποιητήν Νεκράσωφ και απεσύρθη έπειτα εις τον ταπεινόν αυτού υπό την στέγην θαλαμίσκον. Η ώρα ήτο τετάρτη της πρωίας, ο βορράς εσύριζεν αγρίως και το θερμόμετρον εδείκνυεν είκοσιν υπό το μηδέν βαθμούς ότε αφυπνίσθη υπό σφοδρών της θύρας κρουσμάτων∙ αλλ’ αντί δανειστών ή κλητήρων ερρίφθησαν μετά δακρύων εις τας αγκάλας του ο Γρεγορόβικ και ο Νεκράσωφ, οι απνευστί αναγνώσαντες ήδη το έργον και μη αντέχοντες ν’ αναμείνωσι την ανατολήν του ηλίου όπως τον συγχαρώσιν. Εν δε Γαλλία συνέτεινε μεν πιθανώς προς επίτασιν της προς αυτόν συμπαθείας του κοινού το από τινων ετών κρατούν φιλορωσσικόν ρεύμα, δύσκολον όμως είνε ν’ αποδοθή εις τούτο και η γνώμη των επιφανεστάτων κριτικών, των εκ συμφώνου ομολογούντων ότι τα παρ’ αυτοίς περιγραφικά κατορθώματα της σχολής των λεγομένων ρεαλιστών και νατουραλιστών, των καυχωμένων ότι εικονίζουσι εν ενδύματι Εύας την γαλλικήν κοινωνίαν, φαίνονται παιδαριώδη συγκρινόμενα προς τα του Ρώσσου μυθογράφου. Αν ο Ζολά, ο Δωδέ, οι Γονκούρ και ο Μωπασάν αφαιρούσιν από των ηρώων και ηρωίδων αυτών το ένδυμα, ενίοτε δε και το υποκάμισον, ο Δοστογέφσκης αφαιρεί αυτό το δέρμα. Αι ψυχολογικαί αυτού αναλύσεις προξενούσι πλειστάκις την φρικίασιν εκείνην υπό της οποίας καταλαμβάνεται τις εκ της θέας αιμοσταγών και σπαιρόντων σπλάχνων εν αμφιθεάτρω ζωοτομίας. Άλλοτε πάλιν νομίζει ότι εκλείσθη εν αιθούση φρενοκομείου ή εν κλωβώ θηρίων, ακούων μηδενιστήν ρητορεύοντα τα εξής: «Προ παντός άλλου πρέπει να επιδιώξωμν την απόλυτον ισότητα κηρύττοντες πόλεμον κατά της παιδείας, της επιστήμης και πάσης του πνεύματος υπεροχής. Η ανωτέρα μόρφωσις απαιτεί ευφυίαν ην δεν έχουσι βεβαίως πάντες, τους δε ευφυείς άνδρας θεωρώ ως πολύ μάλλον επιβλαβείς παρά χρησίμους. Ας τους διώξωμεν λοιπόν πάντας ή ας τους φονεύσωμεν. Ας κόψωμεν την γλώσσαν παντός Κικέρωνος, ας εξορύξωμεν τους οφθαλμούς παντός Κοπερνίκου, ας πνίξωμεν τους Σαιξπείρους. Και αυτήν την φιλομάθειαν θεωρώ ως κακόν, έτι δε μεγαλείτερον την οικογενειακήν αγάπην, διότι εκ ταύτης δύναται να γεννηθή πόθος ιδιοκτησίας. Το αίσθημα λοιπόν τούτο πρέπει να εκριζώσωμεν εκ πάσης καρδίας, κατάλληλον δε προς τούτο μέσον νομίζω την ενθάρρυνσιν της μέθης και της ασελγείας, την πρόσκλησιν του λαού εις όργια οία δεν είδεν ακόμη ο κόσμος».
Τοιούτους είχεν ο ημέτερος συγγραφεύς συντρόφους και συνεργάτας, οίτινες και τοι τοιαύτα κηρύττοντες δεν ήσαν εν τούτοις, ως ήδη είπομεν, κακοί άνθρωποι, αλλά μόνον «Δαιμονισμένοι» (Μπέσοι) ως εβάπτισεν αυτούς εν τω ούτω επιγραφομένω αθανάτω έργω του, αφού κατώθρωσεν ο ίδιος ν’ απαλλαγή του μηδενιστικού δαιμονίου, αναγινώσκων το Ευαγγέλιον εν Σιβηρία. Και μετά την τοιαύτην όμως απαλλαγήν απομένει, κατά την γνώμην αυστηροτέρων τινών κριτών, νοσηρόν τι και ανισόρροπον εν τοις πλείστοις των έπειτα έργων. Όπως δήποτε άριστον μεταξύ αυτών, ου μόνον ως καλλιτέχνημα, αλλά και ως ηθικόν δίδαγμα, θεωρείται ομοφώνως το ήδη προσφερόμενον εις τους αναγνώστας της "Εφημερίδος" "Έγκλημα και τιμωρία". Η δε ηθική αυτού αξία έγκειται προ πάντων εις τούτο, ότι την τιμωρίαν επεδίωξεν αυτός ο εγκληματίας μεταβάς μετά παρέλευσιν ικανού χρόνου αυθορμήτως και ουδενός υποπτεύοντος αυτόν να προσφέρη την κεφαλήν του εις τον Εισαγγελέα και ορμηθείς εις τούτο ου μόνον εκ της τύψεως του συνειδότος, αλλά και της αηδίας προς την υπόκρισιν και το ψεύδος. Ο τοιούτος μύθος ενδέχεται να μη φανή μετέχων εξαιρετικής τινος πρωτοτυπίας. Ταύτην ανευρίσκει τις απαράμιλλον εις τα καθέκαστα, εις την ενάργειαν της περιγραφής εξ ης νομίζει ότι βλέπει τα γενόμενα ως από θεωρείου και έτι μάλλον εις την διηνεκή αντίθεσιν της ευγενείας του αισθήματος προς τα έργα και την ευτέλειαν της κοινωνικής θέσεως των προσώπων. Φονείς, μέθυσοι, εταίραι του δρόμου, σάτυροι, βλάκες, ηλίθιοι, παράφρονες, προαγωγοί, επαίται, νευροπαθείς, φθισικοί, χλωρωτικοί ή τουλάχιστον τραυλοί ή παραβλώπες είνε του δράματος οι πρωταγωνισταί. Προς πάντας τούτους ου μόνον συμπαθεί ο αναγνώστης, αλλά και πλειστάκις θαυμάζει το ψυχικόν αυτών κάλλος, μίσος δε, περιφρόνησιν και ακατανίκητον αποστροφήν αισθάνεται καθ’ ενός μόνου, του ουδέν επιλήψιμον πράττοντος, του μόνου λογικού, ευπρεπούς και κοσμίου, αλλά μη έχοντος σπλάχνα. Περιττόν νομίζομεν να επιμείνωμεν αποδεικνύοντες πόσο κατ’ ουσίαν χριστιανική είνε η τοιαύτη εξύμνησις και σχεδόν αποθέωσις του άλγους, της ταπεινότητος, της δυσμορφίας της σαρκός και της πνευματικής πτωχείας. Αύτη ουδέν έχει κοινόν προς τας παρά των Γάλλων ρομαντικών απολογίας διασήμων εταιρών ή τεράτων. Την Μαρίαν Δελόρμ ή τον Κουαζιμόδον του Βίκτωρος Ουγώ δύναταί τις να θαυμάση ως φανταστικά πλάσματα εξόχου τεχνίτου, ενώ ο αναγινώσκων του Δοστογέσφσκη τας περιγραφάς αθλιότητος και δυστυχίας πραγματικής, δεν θαυμάζει, αλλά κλαίει ως παιδίον, εκτός μόνον αν κρύπτη υπό τον αριστερόν μαστόν λίθον αντί καρδίας.
Το τοιούτο έργον του Ρώσσου μυθογράφου παρεκινήσαμεν την "Εφημερίδα" να προτιμήση ελπίζοντες, πλην των άλλων, ότι η τοιαύτη προτίμησις δύναται να συντελέση εις την εκρίζωσιν της ικανώς διαδεδομένης παρ' ημίν προλήψεως, καθ’ ην τα φιλολογικά έργα πρέπει να διαιρώνται εις τα ευχαριστούτα τους πολλούς και τα δυνάμενα να εκτιμηθώσι παρά των ολίγων. Προ τοιούτου διλήμματος επόμενον ήτο να θεωρηθή επιβαλλομένη υπό του δημοσιογραφικού συμφέροντος η θυσία του ποιου εις το ποσόν. Το αληθές εν τούτοις είνε ότι το κυριώτατον προσόν παντός πράγματι καλού έργου είνε να ευχαριστή εξ ίσου αμφοτέρας τας τάξεις των αναγνωστών. Δύσκολον τω όντι είνε να πιστεύσωμεν είτε τους ολίγους θαυμάζοντας προ πάντων παρά τω Ζολά και τω Δωδέ την ασυναρτησίαν της πλοκής ή την αποπνίγουσαν ενίοτε το αίσθημα υπερβολικήν επιτέχνησιν του ύφους, είτε τους πολλούς προτιμώντας τον Ονέ και τον Δελπί διά μόνον τον λόγο, ότι η αφόρητος αυτών κοινοτοπία και στομφολογία ανατρέπει τον στόμαχον παντός ικανού να διακρίνη τα ελαττώματα ταύτα. Απόδειξις του εναντίον ακαταμάχητος είνε η ύπαρξις εν πάση φιλολογία έργων δημοτικωτάτων, τα οποία θαυμάζουσιν εν τούτοις οι αυστηρότατοι τεχνοκρίται ως τέλεια πρότυπα ύφους. Ο αριθμός των τοιούτων δεν είνε βεβαίως ικανός να επαρκέση εις τας απαιτήσεις της εν Ευρώπη καταναλώσεως μυθιστορημάτων, εις τους Έλληνας όμως αναγνώστας ουδέ το δέκατον ίσως αυτών παρετέθη ακόμη εν μεταφράσει. Μέχρις ου λοιπόν εξαντληθώσι τα τοιαύτα μέχρι του τελευταίου, πρόωρος και κάπως άδικος φαίνεται ημίν η καταδίκη ημών εις "Δόκτω Ραμώ" και "Τερεζίνας".

1 Η παπαδιαμαντική μετάφραση διατηρεί τα άρθρα, ίσως κατά το γαλλικό, ενώ ο Ροΐδης δίνει τον τίτλο χωρίς άρθρα, όπως θα μείνει εν τέλει στα Ελληνικά.
2 Th. Dostoievsky, Le Crime et le châtiment, traduit du russe par Victor Derély, Librairie Plon, Παρίσι, 1884 (διαθέσιμο στον ιστότοπο: https://gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k5812661k ).
3 Εκτός από την πρόσβαση στο ψηφιακό αρχείο της εφημερίδας στον ιστότοπο της Βιβλιοθήκης της Βουλής, το κείμενο μπορεί κάποιος να βρει και στον τόμο Γ΄ των Απάντων (σσ. 342-347) της έκδοσης του Α. Αγγέλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: