Θάνος Φούντας, “36°30'27.7"N 22°58'44.2"E”, 2021, αυτοκόλλητα, σωλήνας αποχέτευσης και λαμαρίνα, διαστάσεις μεταβλητές |
Της Μαρίας Μοίρα*
ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΣΤΟΥΦΗΣ, Ο τάφος του διαόλου, ΑΩ εκδόσεις, σελ. 75
Διαβάζω τα μικρά λιτά αφηγήματα του Ζαχαρία Στουφή, που συγκροτούν την παρούσα νουβέλα, σαν κείμενα-εικόνες που κυκλώνουν επίμονα το τρίπτυχο «τόπος-έρως-θάνατος». Σαν φωτογραφίες, μαυρόασπρες και αινιγματικές (όπως αυτή του εξωφύλλου του βιβλίου), που παγιδεύουν το βλέμμα και αφήνουν την φαντασία του αναγνώστη ελεύθερη να εξερευνήσει τα μυστήρια της ανθρωπογεωγραφίας του τόπου. Ο νησιωτικός αγροτικός μικρόκοσμος και η τοπογραφία του, οι μνήμες και οι θρύλοι, η παράδοση και οι προφορικές αφηγήσεις, το πραγματικό και το φαντασιωτικό, η ανθρώπινη ανάγκη και η γενεαλογία του κακού, η παιδική ηλικία και η ενηλικίωση, τροφοδοτούν αυτήν την σύντομη περιπλάνηση στο χώρο και στο χρόνο. Στις Άνω, Μέσες και Κάτω Βολίμες, στα τρία χωριά της Ζακύνθου, τότε που η «χρήση» του εδάφους ήταν αμιγώς γεωργική και ο τόπος δεν είχε μετατραπεί σε αντικείμενο «εκμετάλλευσης και αξιοποίησης». Όταν ο υλικός πολιτισμός συνδιαλεγόταν ευφάνταστα, πολύτροπα και δημιουργικά με το άυλο, το παράλογο και το υπερβατικό, ανταλλάσσοντας νόημα και περιεχόμενο. Υφαίνοντας σκοτεινά παραμύθια και θρύλους για τον έρωτα και κυρίως για τον θάνατο.
Εικόνα πρώτη: Το παιδί, ο μικρόσωμος αδυνατούλης ήρωας καταδύεται δεμένος με σκοινί στην υγρή σκοτεινή απομόνωση της άδειας στέρνας μέσα από το στενό άνοιγμά της, το φιλιατρό, για να την καθαρίσει. Εκεί, αφού προσγειωθεί σε έναν άλλο «κάτω κόσμο», σε μια δυστοπική προσομοίωση-τάφου, υψώνοντας το κεφάλι ατενίζει το φωτεινό άνοιγμα του ουράνιου θόλου, να διαγράφεται στην οροφή. Ένα στρεβλό σχήμα φωτός, υπόμνηση της αδιαίρετης και αδιατάρακτης ενότητας ζωής και θανάτου. Το ίδιο πράττει και με την καμινάδα του τζακιού, κοιτάζοντας σαν μέσα από κανοκιάλι την μαύρη πύλη των καλικατζάρων.
Εικόνα δεύτερη: Ο Χάος, ένα βαθύ πηγάδι θανάτου. Το απροσπέλαστο βάραθρο, που ρουφά στην άβυσσό του και εξαφανίζει δια παντός άρρωστα ζώα, ανυποψίαστους εύπιστους αθώους και ένοχες συνειδήσεις. Μια τρύπα στο χώμα και ένα ιδιόμορφο γεωμορφολογικό φαινόμενο της περιοχής για τους πραγματιστές ή μήπως μια βολική «θεϊκή» πρόνοια για να ξεκαθαρίζονται «παστρικά» οι λογαριασμοί και να αποκαθίσταται η τάξη και η ισορροπία, διασφαλίζοντας την δια παντός ατιμωρησία και την απρόσκοπτη συνέχιση του βίου.
Εικόνα τρίτη: Οι βολιοί, δίμετροι σωροί από πέτρες, πυργωμένοι στις άκρες των χωραφιών μετά από το καθάρισμα του χώματος, σύμβολα της χειρωνακτικής επίπονης γεωργίας και μνημεία του καθημερινού αγροτικού μόχθου ή μήπως ανεξερεύνητοι τάφοι δαιμόνων. Ο ήρωας και ο μεγαλύτερος αδελφός του σκαρφαλωμένοι στον βολιό, που είναι απέναντι από την διαολοσυκιά, αγωνίζονται κάθιδροι και με ματωμένα χέρια, να γκρεμίσουν τις πέτρες για να ανακαλύψουν τον τάφο του διαβόλου. Να ξεθάψουν μέσα από τον πέτρινο σωρό τα ενταφιασμένα οστά της τερατογένεσης που προήλθε από το ανίερο ζευγάρωμα του πατέρα και της κόρης και οδήγησε στον παραλογισμό και στην αυτοκτονία τη μάνα.
Μια αφήγηση σε προφορικό λόγο, υπαινικτική και ανακλητική, λιτή και σκληρή. Ιστορίες της μάνας που μεταδίνονται από στόμα σε στόμα και λέγονται δίπλα στο τζάκι, μέσα στην απόκοσμη νυχτερινή γαλήνη. Ιστορίες τρόμου και σαγήνης που παιδαγωγούν παράτολμα απειθάρχητα παιδιά, κάνοντας τα να ριγούν και να αποφεύγουν τα επικίνδυνα παιχνίδια. Αγροτόπαιδα εξοικειωμένα με το θάνατο στις πολλαπλές του εκφάνσεις, με ανασκαφές τάφων και ανακομιδές οστών, αλλά όχι με την ανεξήγητη «παντοδυναμία του κακού» και τους σκοτεινούς λαβυρίνθους στους οποίους περιπλανάται, εξόριστη από την μακαριότητα του παραδείσου, η ανθρώπινη ψυχή.
Βεντέτες, έριδες, προδοσίες, αβυσσαλέα πάθη, ακόλαστες ερωτικές επιθυμίες, αιμομιξίες, συνοικέσια συμφέροντος και συγκάλυψης ανομιών, βασανιστήρια, βιασμοί και αποκεφαλισμοί στον εμφύλιο, ή απλά σκανταλιάρηδες καλικάντζαροι, άταχτοί γκιώνηδες, κακόβουλοι δαίμονες και επίμονοι βρικόλακες που συνθέτουν το εφιαλτικό μυστηριώδες σκηνικό του φόβου καθηλώνοντας τις αθώες παιδικές ψυχές. Μέχρι η προσγείωση του ενήλικα με την ισοπεδωτική παρέμβαση της λογικής σαρώσει διά παντός τις σκιές και τα μάγια αυτού του κόσμου.
*Η Μαρία Μοίρα είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου