20/9/20

Το Κακό σταμάτησε στο Μπέργκαμο

Γιώργος Δρίβας, Empirical Data 2.0, 2019, δικάναλη συγχρονισμένη προβολή, 30΄, ασπρόμαυρο με ήχο

ΤΗΣ ΜΑΓΙΑΣ ΣΤΑΓΚΑΛΗ

 
JENS PETER JACOBSEN, Πανούκλα στο Μπέργκαμο, Μετάφραση Ήρκος Ρ. Αποστολίδης, εκδόσεις Ροές, σελ. 112 

πρῶτόν τε ἦρξε καὶ ἐς τἆλλα τῇ πόλει ἐπὶ πλέον ἀνομίας τὸ νόσημα. 
Θουκυδίδης, Ιστορίαι, Β΄ βιβλίο

Ένα τραγικά επίκαιρο βιβλίο, εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού, αφού εστιάζει στη μεσαιωνική, φονικότατη πανδημία πανώλης, που χτύπησε το ίδιο σκληρά την περιοχή του Μπέργκαμο. Ο συγγραφέας του, ο δανός Jens Peter Jacobsen (1847- 1885) γεννήθηκε στο Thisted της βόρειας Γιουτλάνδης και πέθανε από φυματίωση στην ίδια πόλη. Αποφασισμένος από τα εννιά του χρόνια να γίνει ποιητής, είναι μια ιδιόμορφη φιγούρα των ευρωπαϊκών γραμμάτων. Το οικογενειακό του περιβάλλον το συνθέτει ο πραγματισμός του μεγαλέμπορου πατέρα και ο ρομαντισμός της μελαγχολικής μητέρας του, στην οποία οφείλει την επαφή του με την ποίηση. Μαζί με την αγάπη του για τη λογοτεχνία, εκδηλώνεται από την παιδική του ηλικία επίσης, και το ενδιαφέρον του για τις φυσικές επιστήμες. 
Μετά το πέρας της βασικής εκπαίδευσης σπουδάζει βοτανολογία στο πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης και συμμετέχει σε επιστημονικές αποστολές. Εισηγείται τον δαρβινισμό στη Δανία. Γράφει άρθρα για τον Δαρβίνο και μεταφράζει το έργο του στα δανέζικα. Παράλληλα με τις επιστημονικές του μελέτες αρχίζει να δημοσιεύεται και το λογοτεχνικό του έργο. Το ιστορικό πλαίσιο του 19ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου εμφανίζεται το κίνημα του ευρωπαϊκού Ρεαλισμού, ευνοεί τον συγκερασμό της ποιητικής αντίληψης του κόσμου με το επιστημονικό πνεύμα που διακρίνουν τον συγγραφέα, και το 1872 με το έργο του Mogens, εισάγει στη Δανία τον Νατουραλισμό. Εξασκημένος στην ενδελεχή παρατήρηση της φύσης, προσπαθεί να μεταφέρει στο έργο του με περιγραφές υψηλής λογοτεχνικής αξίας τη σύνθετη πραγματικότητα. Συχνά αναφέρεται ότι ήταν ο αγαπημένος συγγραφέας του Ρίλκε, είχε κινήσει επίσης το ενδιαφέρον του Τόμας Μαν αλλά και του Φρόιντ, με το διεισδυτικό ψυχογράφημα των ηρώων του στο μυθιστόρημα Niels Lyhne (1880), αρχικός τίτλος του οποίου ήταν Ο άθεος.
Στο ανά χείρας βιβλίο, στην πολύ καλή μετάφραση του Ήρκου Ρ. Αποστολίδη (η εισαγωγή του μεταφραστή αποτελεί μια κατατοπιστική μελέτη στο έργο του Jacobsen) μας δίνεται, σε μορφή διηγήματος, ένα χρονικό καταστροφής και αποκαθήλωσης. Καταστροφής του κοινωνικού σώματος σε ηθικό και φυσικό επίπεδο, και αποκαθήλωσης της σχέσης του ανθρώπου με το θείο αλλά και κάθε ιερής νοηματοδότησης του κόσμου. 
Στο μεσαιωνικό Μπέργκαμο, χωρισμένο σε δύο διοικητικές ενότητες, την παλαιά και τη νέα πόλη, εμφανίζεται πανούκλα. Αρχικά “χτυπάει” τον νέο οικισμό, στους πρόποδες του λόφου, και τον αφανίζει. Σύντομα, αν και οι ανωμερίτες για να προστατευθούν καίνε τον κατεστραμμένο οικισμό, η πανούκλα μεταδίδεται και στη δική τους πόλη. Νομιμοποιούμενοι, όπως λένε, να αμυνθούν, διώχνουν με πέτρες ή σκοτώνουν όποιον ξένο εμφανιστεί στα μέρη τους … 
Τον πρώτο καιρό η πόλη διατηρεί τη συνοχή της, στη συνέχεια όμως, όταν οι κάτοικοι συνειδητοποιούν ότι η ευλαβική και κόσμια συμπεριφορά τους δεν επιφέρει τη θεϊκή ανταμοιβή, αφήνουν πίσω τους τις χριστιανικές δεήσεις αλλά και την καλοσύνη και την αλληλεγγύη προς τους συντοπίτες τους. Βρίσκουν διέξοδο στην παροξυσμική ικανοποίηση των ορμών τους, και χωρίς “θεϊκό” φρένο πια φανερώνουν τον κτηνώδη εγωκεντρισμό τους επιδιδόμενοι σε κρεσέντο διαφθοράς. 
Στον κόσμο του Jacobsen τo κακό δεν είναι αποτέλεσμα της καταστροφής, εμφανίζεται ως προϋπάρχον στοιχείο που καταλαμβάνει τον κενό, από θεϊκό έλεος, υπαρξιακό χώρο. 
Η αποκαλυπτική σιωπή του θεού, απαλλάσσει τους κατοίκους του Μπέργκαμο από τη χριστιανική επιταγή καλοσύνης, όχι όμως και από την θρησκευτική αντίληψη σωτηρίας. Καθώς τα σπίτια της πολιτείας μετατρέπονται σε σκοτεινιασμένα κουφάρια με πτώματα που σαπίζουν, ο τρόμος οδηγεί τους ανθρώπους στον πιο νοσηρό δρόμο του θρησκευτικού παραλογισμού, αυτόν της δεισιδαιμονίας με τελετές νεκρομαντείας και δεήσεις στον διάβολο. 
Με αυτόν τον τρόπο ο Jacobsen καταδεικνύει ό,τι θεωρεί ως πυρήνα της πίστης: την υποκρισία και την υστεροβουλία. Η αγάπη των πιστών για τον πλησίον και η έμπρακτη έκφραση της δεν αποτελούν αυτοσκοπό αλλά μέσο εξευμενισμού του θεού με στόχο την προσωπική σωτηρία στο εδώ και στο επέκεινα. 
Μετά από έντεκα εβδομάδες ολέθρου εμφανίζεται μια αλλόκοτη πομπή με τεράστιους μαύρους σταυρούς. Οι κάτοικοι με έξαλα καρναβαλικά καμώματα συνοδεύουν τους απόκοσμους, χλωμούς επισκέπτες μέσα στον ερημωμένο καθεδρικό ναό. Και εδώ η αφήγηση υπερβαίνει το επίπεδο της δεινής περιγραφής και η ευρηματικότητα του συγγραφέα αφήνει στην Ιστορία της λογοτεχνίας έναν «αιρετικό» Χριστό που με μια κίνηση στερεί τον Κόσμο από οποιαδήποτε συνάφεια με το θείο. Το σκοτεινό διήγημα του Jacobsen σίγουρα δεν το χαρακτηρίζει η ηπιότητα και η κατανόηση για την ανθρώπινη συμπεριφορά μπροστά στην καταστροφή, που βρίσκουμε στην περιγραφή του λοιμού των Αθηνών από τον Θουκυδίδη. Η αυστηρότητα και η απαισιοδοξία του συγγραφέα ίσως οφείλεται στο ότι ο ίδιος, λόγω της φυματίωσης, βρισκόταν ήδη στο φάσμα του τέλους όταν έγραφε αυτό το έργο βαθύτατης θλίψης, για το ανθρώπινο δράμα μέσα στο άδειο σύμπαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: