28/1/18

Ο μαγικός ρεαλισμός του τάματος

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

ΤΖΟΥΛΙΑ ΓΚΑΝΑΣΟΥ, Γονυπετείς. Μια πορεία προς την αρχή, Εκδόσεις Γκοβόστης, σελ. 136

Εδουάρδος Σακαγιάν, «Ο Τσαρούχης
καλόγερος» στα Μετέωρα
,
δεκαετία 1990, ακρυλικό, μαρκαδόρος
και μολύβι σε χαρτί, 43 x 20 εκ. 
Η αφήγηση στους Γονυπετείς της Τζούλιας Γκανάσου διαρκεί όσο διαρκεί και η εκπλήρωση του τάματος μιας γυναίκας, της ηρωίδας της ιστορίας, για την ίαση του καρκινοπαθούς συζύγου της. Η αφηγήτρια φροντίζει εν προκειμένω για την όσο γίνεται λεπτομερέστερη σκηνογράφηση του τόπου, της απόστασης μάλλον που διανύει γονυπετής η ηρωίδα της από την αποβίβασή της στο νησί -που δεν κατονομάζεται αλλά εύκολα εικάζεται- ως τον ναό της Παναγίας. Φροντίζει με άλλα λόγια για την περιχάραξη, τον κατάλληλο φωτισμό και εξοπλισμό της σκηνής στις απολύτως συγκεκριμένες διαστάσεις της οποίας προτίθεται να θέσει σε λειτουργία την ούτως ή άλλως περίκλειστη έως κλειστοφοβική και θα τολμούσα να πω αυτοπροστατευόμενη ιστορία της∙ παρέχοντας στον αναγνώστη της όσα στοιχεία κρίνει απαραίτητα όχι τόσο για μιαν απρόσκοπτη παρακολούθησή της, όσο για την εξασφάλιση της συμμετοχής του σε ένα τελετουργικά διαδραματιζόμενο δράμα ή, καλύτερα, σε μια τελετουργικά εξελισσόμενη πράξη απόδοσης των του θεού στον θεό και των του ανθρώπου, των επί της γης δεινών του, στον άνθρωπο.
Όπως προκύπτει και από τον τίτλο, η εκπλήρωση του τάματος πραγματοποιείται με την οικειοθελή και παρόλ’ αυτά ταπεινωτική μετατροπή της ηρωίδας και των συν αυτή πιστών σε τετράποδα. Το οδυνηρό σούρσιμο στην πλακόστρωτη και περιστοιχιζόμενη από εμπορικά καταστήματα και παντός είδους εκμεταλλευτές των περιστάσεων κεντρική οδό που οδηγεί από το λιμάνι στον ναό, ο δυσβάσταχτος σωματικός πόνος, συμβάλλει στη δημιουργία ενός ενιαίου, αξεδιάλυτου κράματος σώματος και ψυχής, με συνέπεια τα πάθη του σώματος και η υπαρξιακής υφής αγωνία της ψυχής να αποκτούν μιαν άλλη, καινούρια διάσταση, ανάμεσα στα ταπεινά ανθρώπινα επίγεια και στα προσδοκώμενα ή εικαζόμενα υψηλά επουράνια. Κυρίως, η έστω προσωρινή απεμπόληση της ιδιότητας του δίποδου και των συναφών λειτουργειών φέρνει στην επιφάνεια πρωτόγνωρους συσχετισμούς της οδύνης και της ηδονής, του εγώ και των άλλων, των φόβων και των πιο ενδόμυχων επιθυμιών και πόθων της ηρωίδας. Η οποία κάποιες στιγμές συνδυάζει την εκπλήρωση του τάματός της με μια ερήμην της άλλοτε αναρρίχηση και άλλοτε καταβύθιση στα πελάγη της αυτογνωσίας∙ με συνέπεια συχνά να βρισκόμαστε μπροστά στο γοητευτικό φαινόμενο της καταγραφής στιγμών μιας γονυπετούς ανάβασης, διανθισμένης από ενδιαφέροντα επεισόδια και στοιχεία ενός εσωτερικού μονολόγου πρόσφορου για απολογισμούς και αποτιμήσεις ζωής προσωπικής, οικογενειακής και ευρύτερα νοούμενης κοινωνικής.

Η απολύτως επιτυχημένη, ρεαλιστικά, συχνά με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού δοσμένη περιγραφή της πορείας προς την εκπλήρωση του τάματος, η οδύνη της ταπείνωσης και του τετράποδου σουρσίματος προς την ιδεατή κορυφή, όπου ενεδρεύει το ενδεχόμενο της λύτρωσης και τα περασμένα συγκροτούν ένα σύνολο σκηνών και καταστάσεων αδιάσπαστα ενωμένων με το παρόν∙ αυτή η περιγραφή, παρά το αξιοθαύμαστο αρραγές που τη χαρακτηρίζει, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο για αναμενόμενα ή και για αιφνίδια ανοίγματα, απ’ όπου παρεισφρέουν και προβάλλονται σκηνές μυητικές στον έρωτα και γενικά διεγερτικές του σώματος σαν, εν μέσω μιας διάχυτης αίσθησης αγιότητας να αναβλύζουν και να αιωρούνται στην ατμόσφαιρα πάθη, ικανοποιημένα ή ανικανοποίητα, αναζητώντας ή και επιβάλλοντας την αναγνώρισή τους. Ίσως γιατί η τετράποδη στάση του έλλογου όντος που λέγεται άνθρωπος επιτρέπει αφυπνίσεις και έγερση αξιώσεων, ροπών και επιθυμιών σκοτεινών και ανομολόγητων που συνωθούνται στο υποσυνείδητο, ενώ η βραδύτητα της περιβαλλόμενης με τα χαρακτηριστικά της ακινησίας κίνησης των πιστών και, συγκεκριμένα, της πρωταγωνίστριας της ιστορίας, εξισορροπείται από τις ούτως ή άλλως εύκαμπτες και αεικίνητες σκέψη, μνήμη, φαντασία, αλλά και φαντασίωση.
Και είναι κάπως έτσι που, ευσχήμως και διακριτικά, παράλληλα με τη σωματικά προσδιορισμένη εκπλήρωση του τάματος, πραγματοποιείται η μετακίνηση προς το ιδεατό σημείο, την κορυφή, όπου εδράζεται, για να μην πω ενεδρεύει, ο πάντοτε επίβουλος πραγματικός εαυτός. Από την άλλη μεριά η αφηγήτρια μεριμνά για τη σε υψηλά επίπεδα διατήρηση της αληθοφάνειας των όσων αφηγείται, συχνά παρεμβαίνοντας υποστηρικτικά, επαληθευτικά, σαν ενδομύχως να επιθυμεί να πείσει τον αναγνώστη της ότι δεν έχει επινοήσει, δεν έχει κατασκευάσει μιαν αυθαίρετη ιστορία, ότι απλώς έχει, για ευνόητους λόγους, παραλείψει κάποιες όχι κατ’ ανάγκην αυτονόητες πτυχές ή εκδοχές της πραγματικότητας: «απλώς ξεκίνησε αλλιώς και συνέχισε κάπως διαφορετικά από το προβλεπόμενο». 
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος της ιστορίας, στο τελευταίο στάδιο της επώδυνης ανάβασης, θα ήταν ίσως καλύτερα να πω, που έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Υπέρ του ανθρώπου», η ανώνυμη -αφού δεν κατονομάζεται- και όμως αντιπροσωπευτική ηρωίδα της ιστορίας, πάντα γονυπετής εν μέσω άλλων γονυπετών, σε κατάσταση πλήρους ταπεινώσεως, επιχειρεί να συνοψίσει τα σημαντικότερα στάδια της συνηθισμένης πλην ξεχωριστής -όπως εξάλλου είναι ξεχωριστή η ζωή του κάθε ανθρώπου- ζωής της, με απώτερο στόχο τη δικαίωσή της και, δια του προσώπου της, τη δικαίωση του επιρρεπούς στην αμαρτία αδύναμου ανθρώπου. Εν τω μέσω εντονότατων ερωτικών παραισθήσεων, έχοντας ενδώσει σε ακραίες ερωτικές φαντασιώσεις, γίνεται ανυπότακτη στον φόβο, αρνείται την άνεση της πολυθρόνας, την καθήλωση μπροστά σε μια παγερή οθόνη και αντιστέκεται στον σκοτεινό μηχανισμό παραγωγής της πιο τέλειας μαριονέτας, με συνέπεια η σωματικά, πνευματικά και ψυχικά οδυνηρή εκπλήρωση του τάματός της να αποκτά τις υπέρογκες διαστάσεις μιας κατάβασης στον Άδη, μιας καταβύθισης στα έγκατα των προσωπικών, ακόμα και των συλλογικών της ενοχών, όπου τα πρόσωπα, τα πράγματα και οι καταστάσεις  μοιάζει να έχουν αλλοιωθεί και να έχουν γίνει  όργανα, υποχείρια αγνώστων, αδιευκρίνιστων, εφιαλτικών προθέσεων.
Η εκπλήρωση του τάματος, εντέλει, αποτελεί το έναυσμα για την αποκάλυψη μιας μεγάλης, χαμένης μέσα στην τύρβη της καθημερινότητας, αλήθειας. Η βυθισμένη στην παραίσθηση ατελεύτητη γονυπετής πορεία μπορεί να δίνει την εντύπωση μιας στρατιάς ταπεινωμένων τετράποδων, αποτελεί όμως και την προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός νέου είδους ανθρώπων, που προτάσσουν ή εν πάση περιπτώσει δεν αποστρέφονται την έννοια της ανατροπής, ούτε του παραλόγου. Κυρίως, συμβάλλει στη δημιουργία της βάσιμης, όσο και αισιόδοξης υποψίας ότι ο άνθρωπος μπορεί να είναι στόχος του κακού, είναι όμως και φορέας ψηγμάτων ελευθερίας∙ είναι η γέφυρα μετάβασης από τη μία όχθη της ζωής του στην άλλη –από τη μία στάση στην επόμενη. Κι αυτό δεν είναι λίγο.

Ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου είναι ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας     

Δεν υπάρχουν σχόλια: