ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Θ. ΠΙΖΑΝΙΑ
Με αφορμή τον θάνατο του Fernand Braudel το 1985, ο Σ. Ι.
Ασδραχάς μου είχε αναλύσει ένα μοναδικό τρόπο να διαβάζουμε τον εμπορικό
καπιταλισμό στα καθ’ ημάς, κάνοντας ταυτόχρονα κριτική στον μεγάλο Γάλλο
ιστορικό, τον οποίο θαύμαζε, σχετικά με την αποφυγή των εννοιών και την
προτίμησή του στις μεταφορές. Όπως συνήθως, είχε χρησιμοποιήσει πολύπλοκα
εννοιολογικά εργαλεία. Αυτή η πολυπλοκότητα της ανάλυσης του Σ. Ι. Ασδραχά ταίριαζε
τέλεια με την ευρύτατη και εξαιρετικά αφομοιωμένη καλλιέργειά του, επιστημονική
και γενικότερη, αλλά πρόκειται για πολυπλοκότητα στην διαδικασία της ανάλυσης η
οποία οδηγούσε πάντοτε σε τελικές ερμηνείες απλές, ευφυείς και συχνά
αναπάντεχες. Ο μαρξισμός του, ενσωματωμένος και πολυπρισματικός, συνυφασμένος
με μια ιδιαιτέρως επεξεργασμένη αριστερή πολιτικοποίηση και αγάπη για την χώρα και
τον τόπο του την Λευκάδα, αποτελούσαν ορισμένες από τις προϋποθέσεις για τον
πολύ σημαντικό, ενίοτε ιδιοφυή, ιστορικό που ήταν ο Σ. Ι. Ασδραχάς. Ωστόσο,
αυτές οι ίδιες οι προϋποθέσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν, τον ίδιο όπως και
οποιονδήποτε, σε ένα πλούσιο λογιοτατισμό, να έχουμε δηλαδή απέναντι μας έναν εμβριθή
εγκυκλοπαιδιστή πρώτου επιπέδου ανάλυσης. Νομίζω, μάλλον είναι προφανές, πως ο
Σ. Ι. Ασδραχάς ήταν επιστήμονας με την ιδιαιτέρως αυστηρή σημασία και παραμένει
μέσα από το έργο του. Υποστήριζε, και εξακολουθεί με τα γραπτά του, πως η
ιστορία είναι μια επιστήμη με πλήρες μεθοδολογικό οπλοστάσιο, μάλιστα συνεχώς
διευρυνόμενο από τις άλλες βασικές κοινωνικές επιστήμες στην λογική της
ενσωματωμένης (και όχι παραθετικής) διεπιστημονικότητας: «η ιστορία έχει το
δικό της ιδιαίτερο αποδεικτικό επίπεδο, τις αφηρημένες έννοιες και τα τεχνικά
εργαλεία να το συγκροτεί διαρκώς», να το αναπαράγει.
Ό ίδιος, στην διαδικασία έρευνας και ερμηνείας των
θεμελιωδών κοινωνικών σχέσεων που συγκροτούσαν τον οθωμανικό κοινωνικό
σχηματισμό στα Βαλκάνια, χρειάστηκε να μεταφέρει ή να αναπλάσει νοήματα
προκειμένου να διατυπώσει τις περιεκτικές αναλύσεις και ερμηνείες του. Με
αφορμή την πυκνότητα των νοημάτων που συναντάμε στα επιστημονικά γραπτά του
ενίοτε και στις ομιλίες του, ας θυμηθούμε πως ο Σ. Ι. Ασδραχάς δεν
ενδιαφερόταν, μάλιστα καθόλου, για την εκλαΐκευση. «Η εκλαΐκευση στα βιβλία μου
δεν με ενδιαφέρει, δεν θέλω με αυτά να διδάξω αλλά να διαλεχθώ». Σε αυτή την πολύχρονη διαδικασία
επιστημονικού διαλόγου στον οποίο
εισερχόταν με τις δικές του θέσεις, δεν χάρισε ποτέ την ελευθερία της σκέψης
και της δημόσιας επιστημονικής έκφρασης σε κανένα και σε τίποτε, ούτε στην
πολιτική ιδεολογία ή την κομματική του προτίμηση. Πνευματικό και κοινωνικό
θάρρος δημόσια εκφρασμένο, ήταν το άλλο, προσωπικό χαρακτηριστικό του, κάτι που
αρκετοί δεν αντιλαμβανόντουσαν λόγω του ευγενικού τρόπου εκφοράς του λόγου και
της ομιλίας του σε οποιεσδήποτε συνθήκες και προς όλους, αλλά και της
αυτοκυριαρχίας που τον χαρακτήριζε σε κάθε περίσταση.
Όταν έφτασε στο Παρίσι το 1965 όπου
συνάντησε τον σημαντικό βυζαντινολόγο πρώην λοχαγό του ΕΛ.Α.Σ, τον Νίκο
Σβορώνο, που είχε φτάσει σε εκείνη την γενναιόδωρη χώρα με το μαγικό πλοίο Mataroa, οι έως τότε λίγες και μικρές
μελέτες του υποσχόντουσαν κάτι σημαντικότερο από την μιζέρια των σπουδών στην
Φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μέσα από πολύ μικρά θέματα αναζητούσε
κάποια γενίκευση, ασαφές ακόμα αν περιοριζόταν στην αναζήτηση των συγκεκριμένων
αιτιών ή νοιαζόταν επιπλέον για κάποιο κανόνα που απέρρεε. Στην Γαλλία τον
κέρδισε η σημαίνουσα Σχολή ιστορίας των Annales, αλλά
τον επηρέασαν σημαντικά και η μεταπολεμική πολωνική και ιταλική ιστορική σκέψη.
Τελικά, ήδη από την διατριβή του, προσανατολίστηκε στην οικονομική ιστορία
διευρυμένη ευλόγως από μία εξαιρετική αφομοίωση της πολιτικής οικονομίας σε όλο
της το εννοιολογικό εύρος και τις τεχνικές. Φυσικά, παρέκαμψε το τυπικό λάθος σημαντικού μέρους της αριστερών
ιστοριογράφων, να στριμώχνουν την ιστορική πραγματικότητα σε κατηγορίες ενός
μαρξισμού μίζερου και ανάξιου για το όνομα, ή όπως σύγχρονοί μας καθηγητές
ιστορίας τους οποίους (ευγενικά) περιγελούσαμε ως μεταπράτες όρων, εκείνους που
προσπαθούν ακόμη σήμερα να δώσουν επιστημονική υπόσταση σε χαζο-όρους όπως
μετανεοτερικότητα, δημόσια ιστορία κ. ά.
Ο Σπύρος Ι. Ασδραχάς, γνωρίζοντας σε όλο
το εύρος και την ποικιλία των επιστημονικών ερμηνειών το ζήτημα της παραγωγής
και της απόληψης γαιοπροσόδου στις περιοχές της νεότερης βόρειας Ευρώπης,
ερεύνησε, ως εξαιρετικά εργατικός όπως ήταν, και ανακάλυψε τον κανόνα της
δημιουργίας, της απόληψης και τελικά της εμπορευματοποίησης του πλεονάσματος
της εργασίας στους αγρούς και την κτηνοτροφία στα καθ’ ημάς οθωμανικά Βαλκάνια.
Διατύπωσε τις δομές των κοινωνικών σχέσεων, τις διαδικασίες εκτύλιξής τους και
το τελικό αποτέλεσμα ξεκινώντας από μια μικρή πλην αποφασιστική μετατόπιση της
οπτικής σε σχέση με τον βορειο-ευρωπαϊκό κανόνα: αντί της γαιοπροσόδου που
ξεκινούσε με τις φεουδαλικές σχέσεις, αντίθετα στα Βαλκάνια η διαδικασία
εμπορευματοποίησης ήταν αναγκαστική στην αφετηρία της και ξεκινούσε από την
φορολογική πρόσοδο. Το αρχικό ελατήριο της ιδέας ήταν απλό όσο και ιδιοφυές:
στα Βαλκάνια είχαμε αδιαλείπτως και επί αιώνες ισχυρό κεντρικό (αυτοκρατορικό)
κράτος. Η ανακάλυψη ενός κανόνα (νόμου, έλεγε ο ίδιος), η διαλεκτική του οποίου
πάντοτε ξεπερνάει τον κάθε μεμονωμένο άνθρωπο που συμμετέχει σε αυτόν, είναι επίτευγμα
ελάχιστων επιστημόνων, των μεγάλων, και ένας από αυτούς ήταν ο Σ. Ι. Ασδραχάς,
ο δικός μας μεγάλος ιστορικός. Ανακάλυψε τον διαρκέστερο και ισχυρότερο
ιστορικό μηχανισμό, τον πυρήνα με τον οποίο οι Έλληνες βαθμιαία κατόρθωσαν να
ξεχωρίσουν στα Βαλκάνια και αργότερα να απαλλαγούν από την οθωμανική
κυριαρχία. Φυσικά το εύρος του έργου του
είναι μεγάλο, όσοι δεν το γνωρίζουν μπορούν να το μάθουν.
Τα
σχεδόν εφτά χρόνια που είχα την ευτυχία να περάσω σχεδόν καθημερινά μαζί του ως
βοηθός του σε ερευνητικό πρόγραμμα στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας,
αντιστοιχούσαν σε ένα σχεδόν διαρκές tutorial, αλλά με καλό κρασί και ωραίο φαγητό. Αν και το είχα
διαπιστώσει από τον άμεσο και απλό τρόπο που με επέλεξε, ωστόσο η γενναιοδωρία
του προς τους νέους ιστορικούς ήταν τόσο γνήσια και ανιδιοτελής όσο και
πολιτική: ήθελε να διευρύνει δραστικά τον κοινωνικό χώρο της νέας ιστορίας στην
Ελλάδα. Και αυτό το πέτυχε πρωτοπορώντας από την μεταπολίτευση και έως κάποια
χρόνια πριν τον θάνατό του επαξίως από ηγετική θέση. Για την γενναιόδωρη και
δημιουργική στήριξη που αφειδώς μου πρόσφερες Σπύρο, τα μόνα ανταλλακτικά μέσα αντάξια
σου ώστε να επιστρέψω ένα μικρό μέρος, ήταν και παραμένουν η ευγνωμοσύνη και ο
θαυμασμός μου.
Ο Πέτρος Θ. Πιζάνιας είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας
στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου