17/12/17

Σπύρος Ασδραχάς (1933-2017)



ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ-ΙΩΣΗΦ ΣΤΑΝΓΚΑΝΕΛΛΗ

Η μορφή του Σπύρου Ασδραχά δεσπόζει στην ελληνική ιστοριογραφία, αλλά και, γενικότερα, στην πνευματική ζωή, επί σχεδόν μισό αιώνα. Αναντίρρητα και δικαίως. Η δεσπόζουσα μορφή του δεν μπορεί να περικλειστεί στο πλαίσιο του κορυφαίου ιστορικού του οικονομικού κατά την τουρκοκρατία. Και όχι μόνο γιατί η διττή  παρουσία του στον δημόσιο χώρο, ως επιστήμονα κι ως αρθρογράφου, ως ενός ανθρώπου που δεν διστάζει να πάρει θέση στα ζητήματα του καιρού του, ξεπερνά πολλαπλώς την, συνηθισμένη πια, στα χρόνια μας,  στενότητα της κοινωνικής θέσης και της σκοπιάς ενός εξειδικευμένου ειδήμονα, ενός ιστορικού-τεχνοκράτη. Ο Ασδραχάς υπήρξε ένα exemplum, και το έργο του, αυτονομημένο από την φθαρτότητα του συγγραφέα του, θα μένει ως ορόσημο και οδόσημο.
Άλλωστε, και μόνο διά της γλώσσας του, θα μπορούσε κάποιος αναγνώστης να το διαισθανθεί. Τί έχει να μας πει, όμως, αυτή η ίδια; Πρόκειται για μια γλώσσα κοινή, και  στις δυο οδούς παρέμβασης στον δημόσιο χώρο. Διότι ο Ασδραχάς δεν έκανε ποτέ «εκλαΐκευση», σύμφωνα με τον όρο (και τους όρους) του συρμού. Ακόμα κι όταν γράφει σε εφημερίδες, γράφει σύμφωνα με την πειθαρχία του ιστορικού, με την ιδιαίτερη μέθοδο παρουσίασής του, κι όχι με τα καμώματα του δημόσιου διανοούμενου, αυτής της σύγχρονης μετεξέλιξης του ιεροκήρυκα.
Θα μπορούσε κανείς να σταθεί στο αναγνωρίσιμο ύφος του συγγραφέα. Δικαίως, υπό μία έννοια, διότι η περίτεχνα κατασκευασμένη γλώσσα του Ασδραχά αποτυπώνει τόσο την ευρύτητα των διαβασμάτων του, όσο και μια μεθοδική τριβή με την τέχνη του λόγου. Αυτή η προσέγγιση, όμως, θα ήταν περιοριστική,  αν όχι και άγονη, στην περίπτωση που θα εκτρεπόταν σε  μια ατέρμονη και αβαθή συζήτηση περί λογοτεχνικότητας και ιστορίας. Θα μιλούσαμε για την καλλιέπεια της κατασκευής, αλλά θα μας διέφευγε η λογική και η μέθοδος παρουσίασης του ιστορικού υλικού.

Η γλώσσα του Ασδραχά είναι ταυτόχρονα, από μόνη της, μια διαρκής υπόμνηση της ιστορικότητας, μια αποτύπωση  της διάρκειας και της ασυνέχειας, αλλά και ένα εργαλείο μεθοδικής παρουσίασης της ουσίας της ιστορικής πειθαρχίας. Η ιστορία είναι δύσβατη, παρά την φαινομενική της προσιτότητα, η έρευνα και η γραφή έχει όρη, πεδιάδες, μονοπάτια και ξερά ρέματα, ανομβρίες και σιτοδείες, κι ο ιστορικός, ιδιαίτερα στην ελληνική περίπτωση,  είναι υποχρεωμένος να οργώσει πιο βαθιά ένα ιστορικά καταπονημένο και αρχειακά περιορισμένο έδαφος.
Ο τόπος, το πεδίο, ορίζει πολλαπλά και τον τρόπο. Και ο τρόπος απεύθυνσης του Ασδραχά προς τον αναγνώστη, είτε αυτός είναι ειδήμονας, είτε όχι, είναι κοινός. Μην αναμένεις βεβαιότητες, μην αναμένεις οριστικές απαντήσεις.
Ο τρόπος με τον οποίο γράφει ο Ασδραχάς,, έρχεται σε ρήξη με την παραδοσιακή μορφή λόγου, την κατηγορηματικότητα και το ύφος της αυθεντίας όσων παρουσιάζουν την πραγματικότητα ως ανατεμόμενο άψυχο σαρκίο. Ο Ασδραχάς διδάσκει μέθοδο, έχοντας κατά νου ότι ο ιστορικός λόγος δεν αποτελεί μόνο μια λογική και πληροφοριακή διαδικασία, αλλά και μια αφηγηματική, ρητορική και πολιτισμική διεργασία∙ όχι μια μορφή μετάδοσης γνώσεων που κατακτήθηκαν από τον ιστορικό σε χρόνο και τόπο παρελθόντα και απομακρυσμένο, αλλά μια συνεχή προβληματοποίηση του αναγνώστη, μια πάλη με τις βεβαιότητες που ο καθένας μας φέρει εντός του, με τις ευκολίες και τους αυτοματισμούς της σκέψης. Γνωρίζει ότι η κατασκευή των ερωτημάτων, ο εντοπισμός της άγνοιας, είναι ο ασφαλέστερος αλλά και ο  πιο επίπονος τρόπος για την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης.
Η εικόνα του ιστορικού επιστήμονα που βρίσκεται διαρκώς σε σύγκρουση με τις βεβαιότητές του, που θέτει ερωτήματα, κάποια εκ των οποίων αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί (προσωρινά ή και για πάντα) να  επιλύσει, αλλά που θα πρέπει να τα εντάξει όλα σε μια συνεκτική αφήγηση, να παρουσιάσει μια εικόνα του παρελθόντος, μια ψηφίδα εντάξιμη στο όλο, κι όλα αυτά με έναν τρόπο που να αποσκοπεί στην κοινή ωφέλεια, η οποία δεν σχετίζεται με την κοινωνική, αγοραία αποδοχή: ίσως είναι αυτή μια μορφή αντίστασης ενάντια στον κυρίαρχο  λόγο, όπου η Ιστορία ισούται μάλλον με ηθικοπλαστική ρητορεία: όχι σκέψη αλλά αποδοχή των δεδομένων, όχι κριτική επιστήμη αλλά πολιτική και «εθνωφελής» διαπαιδαγώγηση.       
Άλλοι, πιο ειδικοί, θα γράψουν για το έργο καθαυτό. Φίλοι, συνάδελφοι και μαθητές, θα γράψουν για το «πρόσωπο Ασδραχάς». Ας εκληφθούν τα παραπάνω ως μια μορφή αποχαιρετισμού, ως μια μορφή απάντησης σε μια επιστολή, έντεκα χρόνια μετά την επίδοσή της, κι ενώ το χαρτί έχει από καιρό κιτρινίσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: