ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΔΑΛΛΑ
Άποψη της έκθεσης της Μαρίας Τζανάκου και της Βάλιας
Παπαστάμου
|
ΠΕΤΡΟΣ ΓΚΟΛΙΤΣΗΣ, Σκάζοντας κρέας, εκδόσεις
Θράκα, σελ. 64
Στο τέταρτο ποιητικό βιβλίο του Πέτρου Γκολίτση (Θεσσαλονίκη, 1978) μετέχουμε
σε ποιήματα βιωμένα, προωθημένα και εμπλουτισμένα. Με τα κεντρικά εξωλογικά μοτίβα
του ποιητή επικεντρωμένα και με το ενδιαφέρον του στραμμένο στον φραστικό ρυθμό
κατορθώνει και βγάζει καθαρά έναν κόσμο. Δημιουργώντας μια νέα και ευκρινή οντολογία.
Προσθέτοντας νέες ματιές στον τρόπο σάρωσης του υπαρκτού.
Το ποίημα ενδεικτικά «Σώμα μετά από σώμα», με μεστή κεντρική ιδέα που
κατορθώνεται στο σύνολο του ποιήματος, με τρόπο απόλυτο και μεταμοντέρνο, ξεκινά:
«Το κάθε σώμα μου με αφήνει ζωντανό / να περιμένω το επόμενο / σώμα / τραγουδώ
στο χωροχρόνο […]» για να κορυφωθεί στο κλείσιμο: «Κι αν απ’ τα υγρά μου κάποτε
με ελάφρυνες / ή απ’ τον ιδρώτα μου / στο νεκροκρέβατό μου / από τα σκέλη σου
με μιας με τράβηξες / ως νεογέννητο στο θάνατό μου».
Αξίζει να σταθούμε πέρα από τον καλό τίτλο «Μεταφυσική ανταρσία» στο στίχο:
«με μια κοτρόνα όλη τη βιτρίνα του ουρανού θα κατεβάσω», όπως και στο δημοσιευμένο
στην εφ. Αυγή ποίημα «Μπάσταρδη ώρα
του μεσημεριού», ποίημα με ωραία μέτρα και χαρακτηριστικό κλείσιμο: «αφήστε μας
τα πτώματα / στις κεντρικές πλατείες / τις κεντρικές πλατείες / μες στα άστρα».
Ενώ συναντούμε αποκρουστικά τόπια, «να σκάω μες στο τίποτα / στη βδέλλα / μες
στη γλίτσα» («Τα μάτια σάπιο κρέας») μετέχουμε επίσης σε θετικά ποιήματα όπως
το «Αίμα μονάχο να φωνάζει», όπου η επαφή μάλιστα του ποιητή με το σύμπαν είναι
ιδιότυπη. Πραγματοποιεί μια άλλη χρήση του σύμπαντος, συναντώντας από έναν άλλο
δρόμο, σε ένα άλλο σημείο, ας μου επιτραπεί, τη δική μου ποιητική.
Στην ενότητα «Φασματοσκόπιο» διαβάζουμε το ποίημα «Χώρου και χρόνου γωνία»,
μια ιδιαίτερη ιδέα, όπου κυριολεκτεί. Ποίημα που συναντάται με σύγχρονες
αγωνίες της προηγμένης επιστήμης. Πέρα από αυτές της φυσικής, με τον Μπαχτίν
και τον «χρονοτόπο» του.
Το νόημα ενδεικτικά στο «Δέντρα-φαντάσματα στη λίμνη» συγκεντρώνεται στο
τέλος του ποιήματος. Ενώ αλλού το ποίημα όχι μόνο κορυφώνει την ιδέα του προς
το τέλος, ανεβαίνοντας («Σκόνη που κατακάθισε», «Σκάζοντας κρέας ο ουρανός») αλλά
με σύντομες φράσεις και με συχνή χρήση της στίξης (π.χ. με τρία ερωτηματικά):
«Πώς; Κι αν γεννήθηκες; Και ως τι;», ο ποιητής υπηρετεί και ενισχύει την
ποιητική του. Την ποιητική ως τεχνουργική.
Η τεχνουργική που ζητά το ποίημα-κατασκευή. Ανεξάρτητα από τα βιώματα και
τις εμπειρίες λοιπόν ο Γκολίτσης επιδιώκει σωστά την τεχνουργία. Γνωρίζει ενδεικτικά
πώς να γεφυρώνει τα ποιήματα του επαρκώς. Με ποιήματα μεστά και με κεντρικές
ιδέες, ρέπει προς την ακρότητα την οποία ενισχύει με επαναλήψεις ρημάτων.
Ρήματα σε ενεστωτικό χρόνο («γείωσε», σβήσε» στο «Σκόνη που κατακάθισε»)που
ολοκληρώνονται αλλιώς με τον κριτικό και εποπτικό του τρόπο.
Ποίηση που γυμνώνεται από την πεζολογική άρθρωση (η οποία συναντάται με την
καλή σημασία στον Καβάφη) και που επικαλείται τη στίξη για να δώσει τη φωνή που
έχει. Ένα πραγματικά καλό στοιχείο του βιβλίου επομένως έγκειται στη χρήση που
επιφυλάσσει ο ποιητής στις παύλες και στα ερωτηματικά. Με τους δύο χρόνους
επίσης, τον ενεστώτα που δουλεύεται καλά με τα ρήματα, και ιδίως τη συχνή χρήση
της προστακτικής, σε παραλλαγές, σε στροφές κ.λπ., να ενισχύει καλώντας και
δίνοντας έναν κόσμο ολόκληρο.
Ενώ ο Γκολίτσης παραβιάζει ορισμένες φορές το μέτρο, τα ποιήματα πηγαίνουν
ομαλά. Κυνηγώντας το ακραίο, παραμερίζει το μέτρο, για να δώσει, σκοπεύοντας, την
απόλυτη διάλυση. Βέβαια το ποίημα «Στην παραλία», με τον στίχο -για να
εισέλθουμε-: «με τόσα πτώματα συσσωρευμένα από κάτω», γίνεται μακρο-περιγραφικό
και λίγο άμετρο, με τα ορισμένα άρθρατου, στο «Κάποτε μια σκιά / ενός
κολυμβητής αρκεί / να πυροδοτηθεί / ένα τράβηγμα αιώνων προς τα κάτω», να μην
προσθέτουν άλλα να αφαιρούν από το ποίημα. Ενδεικτικά η επιλογή του αόριστου
άρθρου θα το ενδυνάμωνε: ««Κάποτε μια σκιά κολυμβητή / αρκεί να πυροδοτηθεί /
τράβηγμα αιώνων προς τα κάτω».
Στην ενότητα του βιβλίου
«Πρόσωπα», ο ποιητής συνεχίζει με ποιήματα που αφορούν σε ιστορικά πρόσωπα. Ο
Γκολίτσης βέβαια είναι δοκιμασμένος ήδη και ικανός στα ιστορικά και
καλλιτεχνικά αυτά ποιήματα στις συλλογές Τριβείο
του χρόνου (2013), Η σάρκα των
προσωρινών (2015), όπου ενδεικτικά βλέπουμε τον «Γιαννούλη Χαλεπά» και τις
Καβαφικές μεταγραφές του, αντίστοιχα. Με τον «Αλέξη Ακριθάκη ή το καρουζέλ με
τα παιδικά φέρετρα» στο Σκάζοντας Κρέας δένει
μάλιστα τις συλλογές. Διαβάζουμε ενδεικτικά:«[…] Φόρεσα τα
χέρια του πατέρα / και σκαλίζω τον κήπο / βγάζω τραγούδια παιδικά / παράξενα
αλλοιωμένα[…]».
Ξεχωριστά και τα ποιήματα «Ραφαήλ», πιστό στο θέμα του ποίημα, όπως και το
«Δομήνικος Θεοτοκόπουλος» που κλείνει με τον Χριστό να «στέκεται όρθιος, νεκρός
/ με τον σταυρό -α κ ό μ η- πίσω του».
Από την ενότητα «Κρυπτικά» θα αναφερθούμε ενδεικτικά στους στίχους «Στο
τσιγκέλι του χρόνου /τ’ άστρα / υπογλώσσια κοπάδια / αφρίζουν», στην «παγίδα
της ψίχας» του ποιήματος «Η ρίζα και οι φωτιές» και στην εξής εικόνα: «Ένας
μεγάλος ήλιος / σαν τσέρκι κύλησε / στον τσίγκινο ουρανό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου