15/10/17

Ένα Μουσείο για τον Άγγελο Σικελιανό

Έργο της Βαλιας Παπαστάμου


ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ

Ο Σικελιανός είναι, κατά κοινή ομολογία, ένας από τους σημαντικότερους Νεοέλληνες ποιητές. Μολονότι όμως τα τελευταία τριάντα χρόνια οι μελέτες, τα βιβλία, οι διατριβές και τα αφιερώματα για το έργο του πύκνωσαν και οδήγησαν σε μια πιο ουσιαστική προσέγγιση της λυρικής προσφοράς του, η αλήθεια είναι ότι διαβάζεται λιγότερο απ' ό,τι άλλοι ομότεχνοί του - σίγουρα λιγότερο από τον Καβάφη, τον Καρυωτάκη, τον Λαπαθιώτη, τον Ελύτη, τον Σαχτούρη ή τον Αναγνωστάκη. Ο υψηγορικός τόνος του, η παλαιοδημοτική γλώσσα, ο ρόλος του μύστη και του ταγού που είχε με θέρμη υιοθετήσει, είναι ορισμένα από τα στοιχεία που δυσχεραίνουν τον συντονισμό του έργου του με τις προσλαμβάνουσες των αναγνωστών του 21ου αιώνα. Ωστόσο, είναι αρκετοί και σημαντικοί οι ποιητές κάθε ηλικίας που δηλώνουν στις μέρες μας θαυμαστές του -Γιάννης Δάλλας, Νάσος Βαγενάς, Διονύσης Καψάλης, Γιώργος Κοροπούλης, Κώστας Κουτσουρέλης, Γιώργος Βαρθαλίτης, Γιάννης Στίγκας κ.ά.- ενώ είναι γεγονός ότι δεν έλειψαν οι επανεκδόσεις και ανατυπώσεις βιβλίων του. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κουτσουρέλης, «η εξίσωση μοντέρνος ίσον μοντερνιστής είναι πλαστή. Αληθινά σύγχρονος, πράγματι επίκαιρος και “χρηστικός”, δεν είναι απαραίτητα ο νεωτερικός, αλλά ο καλός συγγραφέας, ανεξαρτήτως αισθητικής εντάξεως και σχολής». Εξίσου ορθά, ο Ερατοσθένης Καψωμένος επισημαίνει ότι τον Σικελιανό επανεπικαιροποιεί το γεγονός ότι στόχευε σε μια παγκόσμια κοινωνία και μια ριζική πολιτισμική ανανέωση με επίκεντρο τη φύση και την ενότητα ανθρώπου-φύσης.

Μπορεί ένα Μουσείο για τον Σικελιανό να συντελέσει σε αύξηση της αναγνωσιμότητάς του και σε μια ανανέωση της σχέσης μας μαζί του; Το Μουσείο που έγινε στο παιδικό σπίτι του στη Λευκάδα (όπου ο ποιητής έζησε ώς τα πέντε του χρόνια) πιστεύω ότι μπορεί. Γιατί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, -η οποία είναι σπάνια ακόμη και για τα διεθνή μουσειακά πεπραγμένα που αφορούν λογοτέχνες- μουσείο δεν σημαίνει μουσειοποίηση αλλά αναβίωση του ανθρώπου, της ζωής του, της εποχής του και της δημιουργικής του πορείας. Χαρακτηριστική, από την άποψη αυτή, είναι η αίθουσα που τιτλοφορείται «Η διαδρομή», στον ημικυκλικό τοίχο της οποίας βλέπουμε τον Σικελιανό να γερνάει, καθώς φωτογραφίες από όλες τις φάσεις της ζωής του ακολουθούν η μία την άλλη με χρονολογική σειρά. Κάτω από τις φωτογραφίες βρίσκονται, σε γυάλινη προθήκη, κάποια από τα έργα που έγραφε σε κάθε μία από αυτές τις ηλικιακές φάσεις, ενώ πάνω από τις φωτογραφίες ξετυλίγεται η ιστορία της Ελλάδας από εποχή σε εποχή. Ένας ποιητής που ύμνησε ακούραστα το αιώνιο και πίστεψε όσο κανείς στη δυνατότητα της τέχνης να οδηγεί τους εκλεκτούς της έξω από τον χρόνο, αναδεικνύεται με τον πιο απτό τρόπο στην έγχρονη διάστασή του. Ούτως ή άλλως, ο Σικελιανός δεν αναμετρήθηκε μόνο με τον χρόνο αλλά και με την ιστορία, γράφοντας ποιήματα για τους Βαλκανικούς πολέμους στα νιάτα του, για την αντίσταση και τον Εμφύλιο στην ωριμότητά του.
Δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι η τελευταία αίθουσα του Μουσείου τιτλοφορείται «Σικελιανός, ο άνθρωπος». Λίγο πριν, ο επισκέπτης έχει περιηγηθεί στην αίθουσα «Η Οδύσσεια ενός δημιουργού», όπου μεταξύ άλλων προβάλλεται η αναμέτρηση του Σικελιανού με τις μορφές του Ορφέα, του Απόλλωνα, του Διόνυσου και του Διγενή. Ο ποιητής που, όπως και ο συνοδοιπόρος και φίλος του Νίκος Καζαντζάκης, θέλησε να ξεπεράσει τα ανθρώπινα μέτρα, χτυπήθηκε σκληρά από τις αντιξοότητες του βίου. Από τις κορυφές του Ολύμπου (πλούτος Εύας, πρώιμη ποιητική φήμη, ομορφιά και σωματική ρώμη, δόξα Δελφικών Εορτών) έζησε την οικονομική κατάρρευση στην οποία οδήγησε η Δελφική Προσπάθεια, τη δήμευση των σπιτιών του, την αναγκαστική επιστροφή της Εύας στις ΗΠΑ, τα πισώπλατα χτυπήματα της εμφυλιακής δεξιάς στο ζήτημα των υποψηφιοτήτων του για το Nobel, την κατάρρευση της υγείας του, που τα τελευταία χρόνια της ζωής του τον καθήλωσε στην αναπηρική καρέκλα. Ο εξανθρωπισμός ενός ημίθεου, λοιπόν, επισφραγίζεται στην τελευταία αίθουσα του Μουσείου, μετά από την οποία απομένει στον επισκέπτη να δει την πανέμορφη παραδοσιακή κουζίνα, την οποία σοφά οι μουσειολόγοι άφησαν απείραχτη, για να νιώσει κανείς ότι το βλέμμα του και η αφή του ακολουθούν πάνω στους τοίχους και τα αντικείμενα την ίδια διαδρομή με εκείνη του ποιητή όταν έκανε τα πρώτα του βήματα στη ζωή.
Ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα της ομάδας που εργάστηκε για τη δημιουργία του Μουσείου ήταν εκείνο της επιλογής στοιχείων από ένα αχανές πλήθος υλικού και, συνακόλουθα, της συμπύκνωσης. Κάτι που αρχικά έμοιαζε με μειονέκτημα εξελίχτηκε σε πλεονέκτημα, καθώς το μικρό και χαμηλοτάβανο, παραδοσιακό λευκαδίτικο σπίτι γεμίζει από τον πλούτο των αντικειμένων, των γραφών, των εικόνων, δημιουργώντας την αίσθηση της παράδοξης και άκρως υποβλητικής εγκατοίκησης ενός γίγαντα σε ένα κουκλόσπιτο· και προσφέροντας στον επισκέπτη μια συνεκτική εμπειρία που απαιτεί αλλά και κινητοποιεί συγχρόνως όλη του την αυτοσυγκέντρωση.
Ο Σικελιανός θα είχε κάθε λόγο να είναι ευχαριστημένος από αυτό το Μουσείο. «Λυρικό Βίο» τιτλοφόρησε τα ποιητικά του Άπαντα, υπογραμμίζοντας έτσι την πίστη του στην ενότητα τέχνης και ζωής -το μουσείο αυτή την ενότητα του ανθρώπου και του δημιουργού, της ζωής και του έργου, της δράσης και της συγγραφής, την προβάλλει με ποικίλους τρόπους, αφιερώνοντας μάλιστα δύο συνεχόμενους χώρους στη Δελφική Ιδέα, στον βωμό της οποίας ο Σικελιανός θυσίασε μια δεκαετία, απέχοντας σχεδόν ολοκληρωτικά από το δημιουργικό έργο του. Ο επισκέπτης που βγαίνει από το Μουσείο θα έχει αποκομίσει μια αίσθηση παρόμοια με εκείνη που θα του έδινε η ανάγνωση μιας βιογραφίας του Σικελιανού ή και η παρακολούθηση μιας ταινίας για τη γεμάτη αγώνες, ταξίδια, έρωτες και αναζητήσεις ζωή του.
«Αντίδωρο» ονόμασε ο Σικελιανός την ποιητική αυτοανθολογία του, δηλώνοντας την πεποίθησή του ότι το μέρος κοινωνεί το όλον. Κάθε μουσείο, με αυτή την έννοια, είναι ένα αντίδωρο. Μολονότι όμως οι στίχοι που θα διαβάσει και θα ακούσει ο επισκέπτης (καθώς χειρόγραφα αναμιγνύονται με απαγγελίες και έντυποι στίχοι εναλλάσσονται με στίχους από λέιζερ και στίχους που τρέχουν σε βίντεο) είναι πολλοί και αντλούνται από όλες τις φάσεις της δημιουργίας του Σικελιανού, στόχος είναι η μουσειακή περιδιάβαση να τον κινητοποιήσει να στραφεί στο ίδιο το έργο του ποιητή. Τα βιβλία του, εξάλλου, καθώς και οι μελέτες γι' αυτόν σύντομα θα πωλούνται στο μαγαζί του ισογείου του Μουσείου.
Η Εθνική Τράπεζα χρηματοδότησε όλες τις φάσεις κατασκευής του Μουσείου, από την αγορά του κτιρίου μέχρι την πραγματοποίηση του μουσειολογικού σχεδιασμού. Ανακαίνισε, επίσης, το Κηποθέατρο που γειτνιάζει με το Μουσείο και δώρησε το έργο στον Δήμο Λευκάδας. Σε αυτόν απομένει το στοίχημα να καταστήσει το Μουσείο πόλο έλξης του εγχώριου και του ξένου κοινού και να κάνει το Κηποθέατρο, όπου κάποτε τραγούδησε η Μαρία Κάλας, εστία κάθε είδους πνευματικών εκδηλώσεων με σημείο αναφοράς τον Σικελιανό -από θεατρικές παραστάσεις των δραματικών έργων του και ποιητικές βραδιές μέχρι συνέδρια και εκπαιδευτικά σεμινάρια για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Η Αθηνά Βογιατζόγλου διδάσκει Νεοελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Δεν υπάρχουν σχόλια: