ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΟΛΥΜΕΝΗ
ΑΛΑΣΝΤΕΡ ΜΑΚΙΝΤΑΙΡ, Έλλογα Εξαρτημένα
Όντα, μτφρ.Mαρία Δασκαλάκη, εκδ. Κουκκίδα, σ. 239
Το βιβλίο Έλλογα Εξαρτημένα Όντα είναι
το πρώτο του σκωτσέζου φιλόσοφου Αλασντέρ
Μακιντάιρ (Alasdair MacIntyre) που μεταφράζεται στα ελληνικά, αν και ήδη κυκλοφορεί μία μονογραφία για
το έργο του (Λία Μελά, Alasdair Macintyre: η Ηθική μεταξύ Κανόνων και Αρετών, εκδ. Παπαζήση, 2012). Δυστυχώς δεν κυκλοφορεί
ακόμα σε νεοελληνική μετάφραση το πιο πολυσυζητημένο βιβλίο του Μετά την Αρετή (After Virtue: A Study in Moral Theory [ Duckworth 1981, 1985,
Notre Dame Univ. Press 2007, 3rd ed]), στο οποίο αναπτύσσει μια
νεοαριστοτελική ηθική προσέγγιση, αποδεχόμενος σχηματικά ότι το κυρίαρχο
δίλημμα στην ηθική φιλοσοφία της εποχής
μας είναι «Νίτσε ή Αριστοτέλης», ή αλλιώς το πεδίο της ηθικής δράσης υπό το
πρίσμα είτε της θέλησης για δύναμη, είτε αξιών και κανόνων.
Στο υπό εξέταση βιβλίο, ο Μακιντάιρ
δίνει έμφαση στο ρόλο των έμφυτων ροπών που έχουν ηθική βαρύτητα, υπό την
έννοια ότι παίζουν κρίσιμο ρόλο σε αποφάσεις προσανατολισμού και ταυτότητας. Στα
πέντε πρώτα κεφάλαια, επί συνόλου δεκατριών, εξετάζει βιολογικές έρευνες για
τις σχέσεις εξάρτησης, ως σχέσεις φροντίδας, ανάμεσα σε είδη του ζωικού
βασιλείου με ιδιαίτερη νοημοσύνη, όπως τα ρινοδέλφινα. Στη συνέχεια, έχοντας ως
αφετηρία τη φυσική αναγκαιότητα των
σχέσεων φροντίδας, εξετάζει πώς φτάνει ο άνθρωπος να καταστεί αυτόνομος, ή
αλλιώς ανεξάρτητο υποκείμενο στο πεδίο της ηθικής δράσης. Οπότε διαφαίνεται το
πεδίο της έντασης στη φιλοσοφική έρευνα του Μακιντάιρ: οι αναγκαίες σχέσεις φροντίδας και το σύμφυτο
αίτημα ανεξαρτησίας του υποκειμένου.
Η φροντίδα προς τρίτους (ή από τρίτους), ως μια έμφυτη ροπή στο ανθρώπινο
είδος, δεν είναι ορατή μόνο στις περιπτώσεις
που βρισκόμαστε σε μια φυσική κατάσταση αδυναμίας (βιώνοντας κάποια ασθένεια ή
αναπηρία). Σε ένα παιδί είναι αναγκαία η εξάρτηση και δι’ αυτής σχηματίζει την
ανεξάρτητη ατομικότητά του, όχι μόνο δεχόμενο υλική και συναισθηματική
φροντίδα, αλλά εισαγόμενο και σε ένα πολιτισμό δια της γλώσσας και των
κοινωνικών πρακτικών ή ηθών.
Όμως έμφυτη ροπή του ανθρώπου είναι και ο λόγος (ή αλλιώς, η αδιάσπαστη
ενότητα γλώσσας και σκέψης). Σύμφωνα με έρευνες τα γλωσσικά κέντρα του ανθρώπου
είναι δεκτικά ήδη από το τελευταίο διάστημα της ενδομήτριας ζωής. Ο Μακιντάιρ
αποδίδει και στα ζώα την έμφυτη ροπή του λόγου, μόνο που δεν την έχουν αναπτυγμένη
στον ίδιο βαθμό, ανάλογα και με το βιολογικό είδος στο οποίο ανήκουν. Σύμφωνα
με έρευνες, τα ρινοδέλφινα έχουν ένα σχετικά προηγμένο τρόπο επικοινωνίας
μεταξύ τους. Παρόλ’ αυτά δεν τους αποδίδουμε τη δυνατότητα του λόγον διδόναι, ή αλλιώς τη δυνατότητα
της ελεύθερης επιλογής και κατ’ επέκταση της ανεξαρτησίας και αυτονομίας στον
προσανατολισμό.
Ακόμα και αν κάποιος αμφισβητήσει το γνώρισμα τούτο (της ελεύθερης
επιλογής) διερωτώμενος πόσο ελεύθεροι είμαστε τελικά, ας αναλογιστούμε ότι ένα
άλλο χειροπιαστό γνώρισμα της έμφυτης ροπής του λόγου είναι η δημιουργία
τεχνημάτων, η οποία μας επιτρέπει να αναφερόμαστε στον πολιτισμό των ανθρώπων
και όχι, για παράδειγμα, στον πολιτισμό των ρινοδέλφινων. Τέτοια τεχνήματα
μπορούν να είναι, μεταξύ άλλων πολλών, ένα κτίσμα, η οθόνη ενός υπολογιστή, μία
λεωφόρος, ένα καράβι, μία μουσική
σύνθεση, ένας πίνακας ζωγραφικής, ένα βιβλίο, αλλά και ένα νόμος τυπωμένος στο
φύλλο εφημερίδας της κυβερνήσεως.
Καθώς λοιπόν ένα νήπιο ενηληκιώνεται, γίνεται πιο ορατή η έμφυτη ροπή του
λόγου και η συνακόλουθη αξίωση ανεξαρτησίας και αυτονομίας. Πώς ετούτη συνυπάρχει
με την αναγνώριση των σχέσεων φροντίδας από και προς τρίτους; Το κρίσιμο σημείο
σε κάθε κοινωνική σχέση εξάρτησης είναι πότε ευδοκιμούν οι συμμετέχοντες μέσα
της και πότε αυτή μετατρέπεται σε σχέση εξουσίας και υποταγής (άρα και
ετερονομίας).
Κάπου εδώ εμφανίζονται επί σκηνής οι αρετές (ή έμπρακτες αξίες), οι οποίες κατά
τον Μακιντάιρ παίζουν κρίσιμο ρόλο στη μετάβαση (ή ισορροπία) από τον ένα πόλο
στον άλλο, δηλαδή μεταξύ των σχέσεων φροντίδας και ενός αυτόνομου προσανατολισμού. Αποσαφήνιση του τι εστί αρετή κατά τον Μακιντάιρ, μπορεί
να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο του Μετά
την Αρετή: μία αρετή είναι η ποιότητα που κάποιος αποδέχεται και
καλλιεργεί, ώστε να καρπωθεί τα ουσιώδη αγαθά της πρακτικής στην οποία συμμετέχει
(είτε είναι ένα επάγγελμα όπως το διδάσκειν, το δικηγορείν, το επιχειρείν, το
ζωγραφίζειν, το τραγουδείν, κλπ., είτε μια διαπροσωπική σχέση με άλλους
ανθρώπους, όπως η γονική, η φιλική, κλπ.).
Ο Μακιντάιρ προσεγγίζει την έννοια της πρακτικής με διευρυμένο τρόπο: από
τη συμμετοχή σε ένα επάγγελμα ή ένα θεσμό, μέχρι τις γονικές ή φιλικές σχέσεις. Αντιμετωπίζει
τις πρακτικές ως ένα δίκτυο σχέσεων δούναι και λαβείν, αλλά έτσι κινδυνεύει να
διολισθήσει σε μια κοινωνία της διαμοιβής, για να χρησιμοποιήσω έναν όρο του Τσαρλς
Τέυλορ (βλ. Charles Taylor, Μία Κοσμική Εποχή, εκδ.
Ίνδικτος, 2015). Δηλαδή, μία κοινωνία στην οποία κυριαρχεί η ανταλλακτική σχέση (και ο
συνακόλουθος κυνισμός), χωρίς ζωτικό χώρο στην εκστατική εμπειρία, όπως αυτή μπορεί
να συντελεσθεί σε σχέσεις κατά τις οποίες πρόσωπο αντικρίζει πρόσωπο (φιλικές, κοινωνικές, γονικές, ερωτικές) ή όπως
αποτυπώνεται σε ένα έργο τέχνης. Ίσως θα ήταν σκόπιμη η διάκριση ανάμεσα σε προσανατολισμό
εντός κι εκτός πρακτικών, με τις πρακτικές να περιορίζονται στη συμμετοχή κάποιου σε
θεσμούς κι επαγγέλματα, είτε ως δότης είτε ως δέκτης.
Ένα άλλο σημείο προβληματισμού στην προσέγγιση του Μακιντάιρ αφορά το πώς αντιμετωπίζει
και άλλες έμφυτες ροπές με ηθική βαρύτητα. Μέχρι στιγμής αναφέρθηκαν τέτοιες έμφυτες
ροπές, όπως η φροντίδα (από και προς τρίτους), η ελευθερία της επιλογής και η
δημιουργία τεχνημάτων. Άλλες έμφυτες ροπές με ηθική βαρύτητα είναι είτε η επιδίωξη
ηδονής και η αποφυγή πόνου, είτε η θέληση για δύναμη. Η θέληση για δύναμη είναι καθοριστική στο
έργο του Νίτσε για την ερμηνεία της ανθρώπινης περιπέτειας, και ενώ ο Μακιντάιρ
αναγνωρίζει τη ριζοσπαστική προσέγγιση του Νίτσε, την εκλαμβάνει ως ασύμμετρη
με τη θεώρησή του, αφού ο Νίτσε προϋποθέτει έναν άνθρωπο που πορεύεται μόνος
του, απαλλαγμένος από εξαρτήσεις του κοινωνικού περίγυρου (σ. 236-238).
Ακόμα κι έτσι όμως, ο Μακιντάιρ δεν προσπαθεί να εντάξει στο ερμηνευτικό του πλαίσιο άλλες
έμφυτες ροπές με ηθική βαρύτητα, πέραν της φροντίδας και της ελευθερία στην
επιλογή. Όμως τα σχετικά ερωτήματα είναι πιεστικά: πώς συνυπάρχουν οι έμφυτες
ροπές και ποιος ο προσανατολισμός όταν προκαλούν αντικρουόμενα αιτήματα; Πώς
εισέρχονται επί σκηνής οι έμπρακτες αξίες ως κρυσταλωμένοι τρόποι ισορροπίας,
ώστε ο άνθρωπος εν είδει ακροβάτη να τις κρατήσει σαν κοντάρι για να βρει το
βηματισμό του, συχνά πάνω σε τεντωμένο σκοινί και χωρίς δίχτυ ασφαλείας από
κάτω;
Ας αναλογιστούμε, για παράδειγμα, την πρόσφατη ταινία Η Επιστροφή σε σκηνοθεσία Αλεχάντρο Ινιαρίτου. Στη διαδρομή του
κεντρικού ήρωα μέσα στην άγρια χλωρίδα και πανίδα, παρουσιάζονται ανάγλυφα οι
πιο πάνω έμφυτες ροπές της ανθρώπινης φύσης, εν είδει στοιχειακών δυνάμεων: η φροντίδα για αγαπημένα πρόσωπα (όπως ο γιος
του και η ανάμνηση της νεκρής
συντρόφου), η αποφυγή του πόνου και η θέληση για δύναμη ώστε να αυτοσυντηρηθεί,
η αξιοποίηση λογής λογής τεχνημάτων για να σταθεί όρθιος, και εντέλει η επιλογή
της εκδίκησης για τη δολοφονία του γιού του, ρισκάροντας εκ νέου τη ζωή του. Η δε
εκδίκηση δεν είναι παρά η άλλη όψη της δικαιοσύνης, έστω και αν, ως έμπρακτη αξία,
έχει εδώ τη μορφή «οφθαλμός αντί οφθαλμού».
Η φιλοσοφική προσέγγιση του Μακιντάιρ μας ανοίγει πλέον γόνιμα την πόρτα σε
λογής λογής ερωτήματα: πώς σμιλεύονται οι αξίες σε συνάφεια με τις έμφυτες
ροπές, τι δεσμευτικότητα παρέχουν, πώς εντάσσονται στην προσωπική αφήγηση ενός εκάστου
και εντέλει στην αυτοπραγμάτωσή του, πώς το υποκειμενικό συναντά δια των αξιών
το διυποκειμενικό και ποιος ο ρόλος ενός πολιτισμικού πλαισίου. Ερωτήματα που
οδηγούν σε γνωσιολογικές και οντολογικές
παραδοχές, απαραίτητες εντέλει σε μια ηθική προσέγγιση, προκειμένου η
φιλοσοφική έρευνα να έχει συστηματικό χαρακτήρα κι έτσι να προσφέρει βάσιμες
υποσχέσεις για μια εποπτική θέα στο υφαντό του κόσμου.
Ο Πέτρος Πολυμένης είναι δρ Φιλοσοφίας και συγγραφέας
Κώστας
Χριστόπουλος, Flagpoles II (Πειραιάς 1897), χ.χ, ξύλο, σπάγκος και μεταλλικά στοιχεία, διαστάσεις
μεταβλητές
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου