ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ
Ελέω Θεού, Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, νέας Ρώμης, και Oικουμενικός
Πατριάρχης.
Ιερώτατε Μητροπολίτα Μολδαβίας, υπέρτιμε και έξαρχε
Πλαγηνών, εν αγίω πνεύματι αγαπητέ αδελφέ και συλλειτουργέ, και ευγενέστατοι
άρχοντες οι εν τη Επαρχία ταύτη αυτόχθονές τε και ημεδαποί· τιμιώτατοι πραγματευταί·
χρησιμώτατοι πρόκριτοι των αυτόθι ευλογημένων ‘Ρουφετίων [=συντεχνίες], και λοιποί
απαξάπαντες ευλογημένοι Χριστιανοί εκάστης τάξεως και βαθμού, τέκνα εν Κυρίω
ημών αγαπητά, χάρις είη υμίν, και ειρήνη παρά Θεού!
Η πρώτη βάσις της ηθικής, ότι είναι
η προς τους ευεργετούντας ευγνωμοσύνη είναι ηλίου λαμπρότερον, και όστις
ευεργετούμενος αχαριστεί, είναι ο κάκιστος πάντων ανθρώπων. Αυτήν την κακίαν βλέπομεν
πολλαχού στηλιτευομένην παρά των ιερών Γραφών, και παρ’ αυτού του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού ασυγχώρητον, καθώς έχομεν το παράδειγμα του Ιούδα. Όταν δε η
αχαριστία είναι συνωδευμένη και με πνεύμα κακοποιόν και αποστατικόν εναντίον
την κοινής ημών ευεργέτιδος και τροφού κραταιάς και αηττήτου Βασιλείας, τότε
εμφαίνει και τρόπον αντίθεον, επειδή ουκ έστι, φησί, βασιλεία και εξουσία, ειμή
υπό Θεού τεταγμένη, και πας ο αντιτασσόμενος αυτή τη θεόθεν εφ’ ημάς τεταγμένη
κραταιά Βασιλεία, τη του Θεού διαταγή ανθέστηκεν. Αυτά τα δύω ουσιώδη και
βάσιμα ηθικά και θρησκευτικά χρέη κατεπάτησαν με απαραδειγμάτιστον θρασύτητα
και αλαζονείαν ό τε προδιορισθείς της Μολδαυίας Ηγεμών, ως μη ώφελε, Μιχαήλ, και
ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Εις όλους τους ομογενείς μας είναι γνωστά τα άπειρα
ελέη, όσα η αένναος της εφ’ ημάς τεταγμένης Κραταίας Βασιλείας πηγή εξέχεεν εις
τον κακόβουλον αυτόν Μιχαήλ· από μικρού και ευτελούς τον ανύψωσεν εις βαθμούς
και μεγαλεία· από αδόξου και ασήμου, τον προήγαγεν εις δόξας και τιμάς· τον
επλούτισε, τον περιέθαλψε· τέλος πάντων τον ετίμησε και με τον λαμπρότατον της Ηγεμονείας
αυτής θρόνον, και τον κατέστησεν Άρχοντα Λαών·
αυτός όμως, φύσει κακόβουλος ών,
εφάνη τέρας έμψυχον αχαριστίας, και συμφωνήσας μετά του δραπέτου και φυγάδος Αλεξάνδρου
Υψηλάντου, αμφότεροι υπονενοημένοι επίσης αλαζόνες, δοξομανείς, ή μάλλον ειπείν
ματαιόφρονες, εκήρυξαν ελευθερίαν του Γένους, και με την φωνήν αυτήν υφείλκυσαν
και πολλούς των αυτόθι, διασπείραντες και αποστόλους και εις διάφορα μέρη, δια
να εξαπατήσωσι, και να εφελκύσωσιν εις τον ίδιον της απωλείας κρημνόν και
άλλους πολλούς των Ομογενών μας· διά να δυνηθώσι δε τρόπον τινά να
ενθαρρύνωσι τους ακούοντας, μετεχειρίσθησαν και το όνομα της ‘Ρωσσικής
Δυνάμεως, προβαλλόμενοι, ότι και αυτή είναι σύμφωνος με τους στοχασμούς και τα
κινήματά των, πρόβλημα διόλου [=πέρα για πέρα] ψευδές και ανύπαρκτον, και μόνης
της εδικής των ματαιοφροσύνης αποκύημα, επειδή κοντά οπού το τοιούτον είναι
αδύνατον ηθικώς, και πολλής προξένον μομφής εις την ‘Ρωσσικήν Αυτοκρατορίαν, και
ο ίδιος ενταύθα εξοχώτατος Πρέσβυς αυτής έδωκεν έγγραφον πληροφορίαν, ότι
ουδεμίαν ή είδησιν ή μετοχήν έχει το ‘Ρωσσικόν Κράτος εις αυτήν την υπόθεσιν, καταμεμφόμενοι
μάλιστα και αποτροπιαζόμενοι του πράγματος την βδελυρίαν. Με τοιαύτας ‘ραδιουργίας
εσχημάτισαν την ολεθρίαν Σκηνήν οι δύω ούτοι, και οι τούτων συμπράκτορες
φιλελεύθεροι, ή μάλλον ειπείν μισελεύθεροι, και επεχείρησαν εις έργον μιαρόν,
θεοστυγές και ασύνετον, θέλοντες να διαταράξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των Ομογενών
μας πιστών ‘Ρεαγιάδων της Κραταιάς Βασιλείας, την οποίαν απολαμβάνουσιν υπό την
αμφιλαφή [=πλατιά] σκιάν αυτής με τόσα προνόμια ελευθερίας, όσα δεν απολαμβάνει
άλλο έθνος υποτελές και υποκείμενον, τά τε άλλα, και εις τα της θρησκείας μας
κατ’ εξοχήν, ήτις διεφυλάχθη και διατηρείται ασκανδάλιστος μέχρι της σήμερον
επί ψυχική ημών σωτηρία· αντί λοιπόν
φιλελεύθεροι, εφάνησαν μισελεύθεροι· αντί φιλογενείς, και φιλόθρησκοι, εφάνησαν
μισογενείς, μισόθρησκοι, και αντίθεοι, διοργανίζοντες, φευ! οι ασυνείδητοι με
τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς Κραταιάς Βασιλείας
εναντίον των υπηκόων της Ομογενών μας, και σπεύδοντες να επιφέρωσι κοινόν και
γενικόν τον όλεθρον εναντίον παντός του Γένους. Ταύτα τοίνυν ακούσαντες Ημείς
τε και πάσα η περί Ημάς Ιερά Αδελφότης, και όλα τα ενταύθα μέλη του ευσεβούς
ημών Γένους εκάστης τάξεως, κατηφείας επλήσθημεν πολλής και οδύνης καιρίας, και
προήχθημεν υπό φιλοστοργίας πατρικής και προνοίας εκκλησιαστικής αμέσως εις το
να εμπνεύσωμεν υμίν τα σωτήρια· και δη γράφοντες εντελλόμεθα και παραγγέλλομεν
τη Αρχιερωσύνη σου, και ο ίδιος αμέσως, και διά των υπαλλήλων Σοι Ηγουμένων,
Ιερομονάχων, και πνευματικών Πατέρων, να διακηρύξης την απάτην των ειρημένων
κακοβούλων ανθρώπων, και να καταρτίσης τους υπό την πνευματικήν προστασίαν σου
Χριστιανούς εκάστης τάξεως εις την διατήρησιν του πιστού ‘Ρεαγιαλικίου, και της
άκρας υποταγής και δουλικής ευπειθίας προς αυτήν την θεόθεν εφ’ ημάς τεταγμένην
κραταιάν Βασιλείαν, να διαλύσης με τας πραγματικάς αποδείξεις της αληθείας τας
πλεκτάνας των ολεθρίων εκείνων ανθρώπων, και να τους αποδείξης κοινούς λυμεώνας
και ματαιόφρονας, χωρίς μήτε η Αρχιερωσύνη Σου, μήτε το λογικόν σου αυτό
Ποίμνιον να δώσητε εις τους λόγους των και εις τα κινήματά των καμμίαν προσοχή,
μάλιστα δε να τους μισήτε και να τους αποστρέφεσθε, καθότι και η Εκκλησία και
το Γένος τούς έχει μεμισημένους, και επισωρεύει κατ’ αυτών τας παλαμναιοτάτας αράς
[=τις πιο ολέθριες κατάρες]· ως μέλη σεσηπότα, τους έχει αποκεκομμένους της
καθαράς και υγιαινούσης Χριστιανικής ολομελείας· ως παραβάται των θείων νόμων,
και αποστολικών διατάξεων, ως καταφρονηταί του Ιερού χρήματος της προς τους
ευεργετήσαντας ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας, ως εναντίοι και ηθικών και
πολιτικών όρων, ως την απώλειαν των αθώων και ανευθύνων Ομογενών μας ασυνειδότως
τεκταινόμενοι, αφωρισμένοι υπάρχωσι, και κατηραμένοι, και ασυγχώρητοι, και άλυτοι
μετά θάνατον, και τω αιωνίω υπόδικοι αναθέματι, και τυμπανιαίοι· αι πέτραι, τα
ξύλα, και ο σίδηρος λυθείησαν, αυτοί δε μηδαμώς· σχισθείσα η Γη καταπίοι αυτούς
ουχ ως τον Δαθάν, και Αβειρών, αλλά τρόπω δή τινι παραδόξω, ως θαύμα, και
παράδειγμα, πατάξαι Κύριος αυτούς τω ψύχει, τω πυρετώ, τη ανεμοφθορία, και τη
ώχρη· γεννηθήτω ο Ουρανός ο υπέρ την κεφαλήν αυτών χαλκούς, και η Γη η υπό τους
πόδας αυτών σιδηρά· εκκοπείησαν αώρως της παρούσης ζωής, και προσζημιωθείησαν
και την μέλλουσαν· επιπεσείτωσαν επί τας κεφαλάς αυτών κεραυνοί της θείας αγανακτήσεως·
είησαν τα κτήματα αυτών εις παντελή αφανισμόν και εις εξολόθρευσιν·
γεννηθήτωσαν τα τέκνα αυτών ορφανά και αι γυναίκες αυτών χήραι· εν γενεά μιά
εξαλειφθείη το όνομα αυτών μετ’ ήχου, και ου μη μείνη αυτοίς λίθος επί λίθου·
άγγελος Κυρίου καταδιώξαι αυτούς εν πυρίνη ‘ρομφαία, έχοντες και τας αράς
πάντων των απ’ αιώνος αγίων, και των οσίων και Θεοφόρων Πατέρων, και αυτοί και
όσοι τοις ίχνεσιν αυτοίς κατηκολούθησαν αμεταμελήτως, ή κατακολουθήσωσι του
λοιπού. Ταύτα επαρώμεθα κατ’ αυτών, κρουνούς δακρύων εκ των οφθαλμών ημών
αφιέντες, και πλήρεις αγανακτήσεως δικαίας υπάρχοντες. Επειδή δε προς τοις
άλλοις εγνώσθη, ότι οι το σατανικόν της δημεγερσίας φρόνημα νοήσαντες, και
εταιρίαν τοιαύτην συστησάμενοι προς αλλήλους, συνεδέθησαν και με τον δεσμόν του
όρκου, γινωσκέτωσαν ότι ο όρκος αυτός είναι έργον απάτης· είναι αδιάκριτος και
ασεβής, όμοιος με τον όρκον του Ηρώδου, όστις διά να μη φανή παραβάτης του
όρκου του, απεκεφάλισεν Ιωάννην τον Βαπτιστήν· αν ήθελεν αθετήση τον παράλογον
όρκον, τον οποίον επενόησεν η άλογος επιθυμία του, έζη τότε βέβαια ο θείος
Πρόδρομος, ώστε ενός παραλόγου όρκου επιμονή έφερε τον θάνατον του Προδρόμου· η
επιμονή άρα του όρκου εις διατήρησιν των υποσχεθέντων παρά της φατρίας αυτής,
πραγματευομένη ουσιωδώς την απώλειαν ενός ολοκλήρου Γένους πόσον είναι ολεθρία
και θεομίσητος, είναι φανερόν· εξ εναντίας η αθέτησις του όρκου αυτού,
απαλλάττουσα το Γένος εκ των επερχομένων απαραμυθήτων δεινών, είναι θεοφιλής,
και σωτηριώδης. Διά τούτο τη χάριτι του παναγίου Πνεύματος έχει η Εκκλησία
διαλελυμένον τον όρκον αυτών, και αποδέχεται και συγχωρεί εκκαρδίας τους
μετανοούντας και επιστρέφοντας, και την προτέραν απάτην ομολογούντας, και το
πιστόν του ‘Ρεαγιαλικίου αυτών εναγκαλιζομένους ειλικρινώς· αποτείνοντες δε τον
λόγον ιδίως και προς την Αρχιερωσύνην Σου αποφαινόμεθα, εάν μη βαδίσης εις όσα
εν Πνεύματι αγίω παραινούμεν διά του παρόντος εκκλησιαστικώς, εάν δεν δείξης εν
έργω την επιμέλειάν Σου και προθυμίαν εις διάλυσιν των σκευωριών, εις την
αναστολήν των καταχρήσεων, και αταξιών, εις την επιστροφήν των πλανηθέντων, εις
την άμεσον και έμμεσον καταδρομήν και εκδίκησιν των επιμενόντων εις τα
αποστατικά φρονήματα, εάν δεν συμφρονήσης τη Εκκλησία, και ενί λόγω, εάν καθ’
οιονδή τινα τρόπον κατενεχθής κατά της κοινής ημών ευεργέτιδος κραταιάς
Βασιλείας, Σέ έχομεν αργόν πάσης Αρχιεροπραξίας, και τη δυνάμει του αγίου
Πνεύματος έκπτωτον του βαθμού της Αρχιερωσύνης, και των ιερών περιβόλων
απόβλητον, και της θείας χάριτος γεγυμνωμένον, και τω πυρί της Γεέννης ένοχον,
ως την απώλειαν του Γένους ημών αιρετισάμενον και προτιμήσαντα. Ούτω τοίνυν,
αγαπητοί Αδελφοί, ανανήψατε, προς Θεού, και ποιήσατε καθώς εκκλησιαστικώς υμίν γράφοντες
κελευόμεθα, ότι περιμένομεν κατά τάχος την αισίαν των γραφομένων εκτέλεσιν, ίνα
και του Θεού η χάρις, και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων υμών.
ˏαωκα΄ εν μηνί Μαρτίω.
Υπεγράφη Συνοδικώς επί της Αγίας Τραπέζης παρά της ημών Μετριότητος,
και της Μακαριότητός του, και πάντων των
αγίων Αρχιερέων.
Ο Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος αποφαίνεται. Ο Ιεροσολύμων Πολύκαρπος συναποφαίνεται. […] κτλ.
κτλ. κτλ.»
(Ερμής
o Λόγιος τ. IA΄, τεύχ.
9, 1 Μαΐου 1821, σ. 305-10)
***
Ο φίλος δικηγόρος κ. Αργ. Γαβριηλίδης μας απέστειλε
το ακόλουθον εν μεταφράσει κείμενον του Σουλτανικού Φιρμανίου τής εις θάνατον
καταδίκης του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ το πρωτότυπον του οποίου ευρίσκεται
εις το τέμενος του Φατήχ [του Κατακτητή, Μωάμεθ Β΄] εν Κων/πόλει και εκ του
οποίου αντίγραφον έλαβεν ο πατήρ του.
(ΣΟΥΛΤΑΝΙΚΟΝ
ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ)
Αυτοκρατορικόν
Φιρμάνιον περί απαγχονίσεως του προδότου και απαισίου Πατριάρχου των Ρωμαίων
Γρηγορίου του Ε΄.
Διακεκριμένε
αρχηγέ των πιστών, Δικαιότατε εξ όλων των αρχηγών των Μονοθεϊστών, πηγή γνώσεως
και αρετής σημαιοφόρε της Πίστεως. Περινούστατε Μέγα Βεζύρη Και συ Λεοντόθυμε και
διακεκριμένε Σερασκέρη αυξηθείησαν αι αρεταί Σας.
Ως
γνωστόν τυγχάνει τοις πάσι, εις έκαστον έθνος και εις πάσαν τάξιν υπάρχει ο
προϊστάμενος και ο έχων τον λόγον και όστις είναι επιφορτισμένος με το καθήκον
να επιβλέπη νυχθημερόν και να παρακολουθή τας κινήσεις και την εξέλιξιν της
καταστάσεως της υπό την επίβλεψιν και διοίκησιν αυτού διατελούσης ανθρωπομάζης [Ρεαγιαλίκιον;]
και όστις είναι υποχρεωμένος λόγω της επισήμου ιδιότητος της υπηρεσίας του ως
πατριάρχου να αναφέρη πάραυτα εις το Υψηλόν μου Διβάνιον της Κραταιάς
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πάσαν κίνησιν και πράξιν βδελυράν και αποτρόπαιον
αντιβαίνουσαν και αντικειμένην εις τους κειμένους νόμους και την Αυτοκρατορικήν
μου θέλησιν και επιθυμίαν. Επειδή ο πατριάρχης των Ρωμαίων όστις τυγχάνει
διορισμένος και αξιωματούχος διά την εξασφάλισιν της ανέσεως και ησυχίας των
Ραγιάδων των διατελούντων υπό την κραταιάν Μου Αυτοκρατορικήν αιγίδα. Μολονότι
τού ήτο επιβεβλημένον ως πατριάρχης των Ρωμαίων και όπως μέχρι τούδε εξετέλει
το καθήκον του, την φοράν όμως ταύτην μεταξύ του Έθνους του ανεφάνησαν μερικοί
ταραξίαι οίτινες μη έχοντες το γνώθι σαυτόν και ακολουθήσαντες διαβολικάς
οδηγίας και από καιρού συνομόσαντες, ίνα δι’ ανταρσιών επιτύχωσι του
επαναστατικού αυτών σκοπού, και οι οποίοι εγνώριζον ότι δεν θα επιτύχωσι την
κατά του από χιλιετηρίδος υφισταμένου Θεοφρουρήτου κράτους των Μουσουλμάνων
ανταρσίαν, και ούτος αντί να φροντίση να νουθετήση τούς τε ταραξίας και λοιπούς
συμφώνως με τας θρησκευτικάς των αρχάς καθότι απολαμβάνει των προνομιακών του
ευεργετημάτων και δικαιωμάτων και όστις έπρεπε να προσπαθήση να αποσπάση τας
ευχαριστίας, ούτος τους ενεθάρρυνε χωρίς να υπολογίζη τας συνεπείας παροτρύνων
αυτούς και ούτω ολίγου δει, μετά των ταραξιών να τιμωρηθή ολόκληρον έν έθνος
και μεταξύ αυτών αθώοι και αφελείς και ούτω θα ετιμωρείτο το Ρωμαϊκόν έθνος διά
Θεϊκής οργής. Αλλ’ όμως περιελθόντα εις γνώσιν Ημών τα γενόμενα διά των
υπαλλήλων και οργάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και εγένετο γνωστόν εις
όλους Ραγιάδες και μη ραγιάδες και διεσκορπίσθησαν αφοριστικά σινγίλια από τα
πατριαρχεία προς νουθέτησιν και σωφρονισμόν των κακοποιών ίνα μη εξακολουθήση η
άνομος και έκρυθμος κατάστασις όπερ και δεν εγένετο. Επειδή και ο ίδιος ανήκει
εις τον Λαόν του Μωρηά και επειδή οι Ραγιάδες του Καζά των Καλαβρύτων της
χερσονήσου του Μωρηά, αποτελέσαντες ανταρτικά σώματα, διαταράσσουσι την έννομον
καθεστηκυίαν τάξιν και ησυχίαν των λοιπών και επειδή είνε αδύνατον να μην είνε
της τοιαύτης καταστάσεως κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποδειχθείσης
περιφανώς της ενοχής αυτού. Επειδή δε είνε επιβεβλημένη η εξολόθρευσις και
εξαφάνισις της βδελυράς υπάρξεως τού ως άνω προδότου και προς παραδειγματισμόν
των άλλων
ΔΙΑΤΑΣΣΩ
Την
δι’ αγχόνης θανάτωσίν του.
Ταύτα έστωσαν
Υμίν γνωστά και εξετελεσθήτωσαν κατά γράμμα, έχοντες πάντοτε πίστιν και
αφοσίωσιν εις το Αυτοκρατορικόν μου Σύμβολον.
Εγράφη εν
Κων/πόλει την 10 του μηνός Απριλίου του έτους 1821, ήτοι την 22αν του μηνός
Σεβάλ του έτους Εγείρας 1240.
(Έν
ιστορικόν έγγραφον διά τον Πατριάρχην Γρηγόριον τον Ε΄ Το σουλτανικόν φιρμάνιον
της εις θάνατον καταδίκης του, Μακεδονία
27-10-1930, σ. 1).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου