24/1/15

«Έργα γεμάτα πόνο»;

ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΟΥΤΣΟΥ

Ο ζωγράφος του Ιανουαρίου είναι ο
Νίκος Χατζησμάλης
Με αφορμή τη συμπλήρωση τετρακοσίων χρόνων από το θάνατο του El Greco οργανώθηκαν στην Αθήνα τέσσερις εκθέσεις κεντρικών Μουσείων της, με όρους αυτοτέλειας και συνάμα αμοιβαιότητας. Ο τρόπος έκθεσης του υλικού και τα συνοδευτικά κείμενα κάποτε επιμένουν ότι για «πρώτη φορά» μια έκθεση προσπαθεί να «ερμηνεύσει» τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο «με βάση το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον που καθόρισε κυρίαρχες καλλιτεχνικές του επιλογές».
Αν αναχθώ στην περίοδο του Μεσοπολέμου και προσπεράσω την ανακρίβεια ότι πρώτος ο Αχιλλέας Κύρου έφερε στο προσκήνιο τον Θεοτοκόπουλο, και μάλιστα όταν –επίσης το 1933– ως ένας εκ των διευθυντών της Εστίας δημοσίευσε το Πιστεύω που σε λίγο θα τον καταστήσει εύκολα συνεργάτη του Νέου Κράτους, θα έπρεπε να σταθεί κανείς στις μονογραφίες του Παντελή Πρεβελάκη και του Άγγελου Προκοπίου, έτους όμως 1931.
Ειδικότερα ο δεύτερος, με τον ενδεικτικό τίτλο: Ο Γκρέκο και η εποχή του (στο φως της διαλεκτικής) προτάσσει το ερώτημα για την εμβέλεια ενός ψυχαναλυτικού εγχειρήματος, όταν και στη χώρα μας ήταν σε έξαρση ο φροϋδισμός, μάλιστα και με εκδοχές «φροϋδομαρξισμού» που τις εκλαΐκευε ο Ν. Καλαμάρης, με τη «διαλεκτική αντίθεση» να πηγάζει «υποκειμενικά» από το «οιδιπόδειο σύμπλεγμα» και «αντικειμενικά» από την «πάλη των τάξεων». Κατά τον Προκοπίου μια «έρευνα της ιδιωτικής ζωής» από έναν ψυχαναλυτή επιστήμονα θα μπορούσε να αποβεί «άσκοπη και ανώφελη», εφόσον ήταν δεδομένη η «έλλειψη στοιχείων αρκετών» της ζωής του Θεοτοκόπουλου (όταν πράγματι ήταν εξαιρετικά ισχνός ο αριθμός των οικείων πηγών).

Τι απομένει, λοιπόν, αν όχι η προσφυγή στις «κοινωνικές και καλλιτεχνικές συνθήκες» του καιρού του; Και τούτο μέσα από την εξής τριπλή εστίαση του ενδιαφέροντος:
α) να αναδειχθεί πως δεν πρόκειται για «καλλιτεχνική προσωπικότητα εκτός τόπου και χρόνου»,
β) συναφώς ότι «δεν δημιούργησε από το μηδέν κάτι νέο ολότελα δικό του», αλλά ότι «στηρίχθηκε στην προγενέστερη πείρα»,
γ) έτσι θα «εμβαθύνουμε στο φιλοσοφικό του ιδανικό», χωρίς να ξεχνούμε ότι κι αυτό συνιστά «προϊόν» μιας «γενικότερης πνευματικής κατάστασης, επηρεασμένης πάντα από τους υλικούς όρους της ζωής των ανθρώπων».
Μόνον έτσι, από ένα τέτοιο «φόντο» θα ξεπροβάλλει η «μορφή» του Γκρέκο «φωτεινότερη και πιο αγαπητή».
Για τον Άγγελο Προκοπίου, τις σπουδές του, τη συγγραφική σταδιοδρομία και την ιδεολογική μεταστροφή του (καθώς και για τις υπόλοιπες επισημάνσεις του παρόντος σημειώματος) βλ. το βιβλίο μου: Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα, τ. Γ΄, Αθήνα 1993. Και εφόσον μνημονεύω το βιβλίο αυτό δεν μπορώ να παραβλέψω ό,τι αναπαράγει με ευκολία καθηγητής της Φιλοσοφίας και συνάμα της Πολιτιστικής Διπλωματίας. Ως δημοσιολογών ανά Κυριακή γιατί γράφει ότι υπήρξε περιοδικό Πρωτοπορία με συνεργάτη τον Γιάννη Σιδερή; Ένας ποιητής μπορεί να μη γνωρίζει τους Πρωτοπόρους ούτε τον Γιάννη Σιδερίδη που εκτελέσθηκε σε στρατόπεδο της Λάρισας από τους Γερμανούς. Αλλά ένας τιμητής της ανανεωτικής Αριστεράς, που με μανία την ανήγαγε σε «εγγράμματο παραμάγαζο» του ΠΑΣΟΚ, ας ελέγχει κάθε φορά την «εγγραμματοσύνη» του. Γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που δεν γνωρίζει πώς κινείται η «οντική ενθαδικότητα» μπροστά στα πόδια του, ταυτίζοντας μάλιστα από τον Μάιο του 1968 –«κάτω από τον αττικό ήλιο»– την «Ορθοδοξία» με τις «αισθήσεις» του… 

Ο Παναγιώτης Νούτσος διδάσκει Κοινωνική και Πολιτική Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Δεν υπάρχουν σχόλια: