17/3/12

Η έννοια του έθνους και η λαογραφία της Μακεδονίας

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΓΚΟΤΣΗ

Με αφορμή ένα λαογραφικό διαγωνισμό, το 1910, για τη Μακεδονία, («του Χατζηλαζαρείου Αγώνος, περί της Λαογραφίας της Μακεδονίας»), οι Νικόλαος Πολίτης, Σπυρίδων Λάμπρος και Δημήτριος Πατσόπουλος, κριτές του εν λόγω διαγωνισμού, αφού αξιολόγησαν τη μοναδική μελέτη που υποβλήθηκε, αποτύπωσαν κάποιες γενικότερες απόψεις στη σχετική έκθεση. Σημειώνουμε ότι η μοναδική υποβληθείσα μελέτη βραβεύθηκε, παρά τα προβλήματα και τις ατέλειες που επεσήμαναν γι’ αυτήν οι κριτές. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι συντάκτες της έκθεσης είναι καθηγητές του Πανεπιστημίου, πολύ σημαντικοί, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, στον τομέα τους. Ο Σπυρίδων Λάμπρος, όπως και  ο Δ. Πατσόπουλος είναι ιστορικοί. Ο Ν. Πολίτης, ο θεωρούμενος δικαίως ως ο πατέρας της Ελληνικής λαογραφίας, ήταν καθηγητής της αρχαιολογίας και της ελληνικής μυθολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Η έκθεση αυτή «της Επιτροπείας των κριτών του Χατζηλαζαρείου Αγώνος, περί της Λαογραφίας της Μακεδονίας», η οποία αναγνώστηκε από τον Νικόλαο Πολίτη στο Εθνικό Πανεπιστήμιο στις 13 Ιουνίου 1910 και εκδόθηκε την ίδια χρονιά από τις εκδόσεις Π. Δ. Σακελλαρίου, έχει ιδιαίτερη αξία για τρεις κυρίως λόγους: για τη σημασία και τους στόχους που αποδίδουν στη λαογραφική έρευνα μιας περιοχής, για τον ορισμό της έννοιας του έθνους και τέλος για τις επισημάνσεις τους σχετικά με την ένδεια των λαογραφικών σπουδών για τους «ελληνόφωνους» της Μακεδονίας, σ’ αντίθεση με αυτές που αφορούσαν στους «βλαχόφωνους» και «σλαβόφωνους». Η τεκμηρίωση ενός μεγάλου μέρους της έκθεσης αυτής, οφείλεται πιθανότατα στον Ν. Πολίτη.
Σημασία και οι στόχοι της λαογραφικής έρευνας: Επισημαίνεται αρχικά στην έκθεση η αξία της λαογραφικής έρευνας μιας περιοχής: «Η λαογραφική εξέτασις είναι είπερ τις και άλλη επιτηδειοτάτη προς διευκρίνησιν της εθνικής συστάσεως χώρας τινος και ασφαλή γνώσιν και κατανόησιν των συναισθημάτων των κατοίκων αυτής την τελεσφόρως πολλάκις υποβοηθούσαν την ιστορικήν έρευναν εν τη αναζητήσει της αρχής και των αιτίων  ιστορικών γεγονότων» (σ. 3)
Οι παρατηρήσεις αυτές είναι πολύ σημαντικές όχι μόνο για τους προσανατολισμούς της λαογραφίας στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά και τη σημασία της ως επιστήμης, αυτής βεβαίως που της αποδίδουν οι συντάκτες της συγκεκριμένης έκθεσης. Θεωρούν οι συντάκτες της ότι μέσα από τη λαογραφική εξέταση θα προσεγγίσουν την «εθνική σύσταση» μιας περιοχής. Η λαογραφική εξέταση  συνδέεται εδώ με την ιστορική έρευνα, την οποία θεωρούν ότι υποβοηθά.
Όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια, η έννοια του έθνους και επομένως η «εθνική σύσταση», συνδέεται με ορισμένα στοιχεία που μελετά η λαογραφία: ήθη, έθιμα, δοξασίες, παραδόσεις, αντιλήψεις του εξωτερικού κόσμου κλπ.  
Ως προς τη σημασία της λαογραφικής έρευνας σημειώνεται επίσης στην ίδια έκθεση: «Αι λαογραφικαί έρευναι κατά ταύτα έχουσιν όλως ιδιαιτέραν σημασίαν, όταν γίνωνται εις χώρας αμφιλεγομένης εθνικής συστάσεως. Όταν ή εξ ατελούς γνώσεως ή εκ σκοπίμου διαστροφής των πραγμάτων επικρατή ασάφεια περί του εθνισμού χώρας τινός απηκριβωμένη και ευσυνείδητος λαογραφική έρευνα αυτής δύναται να προσαγάγη ασφαλή και εμφανή και αναμφισβήτητα μαρτύρια, συντελούντα εις διαφώτισιν των εθνολογικών ζητημάτων. Ούτω λ.χ. καλλίστην συμβολήν παρέσχεν η λαογραφία εις επίλυσιν του ζητήματος περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων, δια προσθέτων επιχειρημάτων ενισχύσασα τα πορίσματα της από ιστορικής απόψεως ανασκευής των ασυστάτων θεωριών του Φαλλμεράιερ.»
Επισημαίνεται ειδικότερα εδώ η μεγάλη σημασία των λαογραφικών ερευνών, όταν ιδίως γίνονται σε χώρες με «αμφιλεγόμενη εθνική σύσταση». Όταν λοιπόν, εξ αιτίας ορισμένων λόγων επικρατεί «ασάφεια περί του εθνισμού» κάποιας χώρας, όχι οποιαδήποτε λαογραφική έρευνα, αλλά αυτή που είναι «απηκριβωμένη και ευσυνείδητος», μπορεί «να προσαγάγη ασφαλή και εμφανή και αναμφισβήτητα μαρτύρια» για τη διαφώτιση εθνολογικών ζητημάτων. Συγκεκριμένα όμως επισημαίνεται εδώ, η ιδιαίτερη συμβολή της λαογραφίας, με πρόσθετα επιχειρήματα, συμβάλλοντας στο έργο της ιστορίας, στην ανασκευή των θεωριών του Φαλλμεράιερ στην «επίλυσιν του ζητήματος περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων». Ένας από τους βασικούς στόχους της λαογραφικής έρευνας επομένως, είναι η τεκμηρίωση της συνέχειας του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα μέχρι τα σύγχρονα χρόνια.
Η έννοια του έθνους: Επιχειρούν ήδη από την πρώτη σελίδα οι συντάκτες της έκθεσης να προσδιορίσουν την έννοια του έθνους. Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρονται στον ορισμό του Δημοσθένη, όχι για να τον επαναλάβουν, αλλά για να τον υπερβούν, σ’ ένα τουλάχιστον βαθμό. Η έννοια του έθνους που προτείνουν εδώ, έχει προφανώς σχέση και με το «μωσαϊκό» των εθνοτήτων που υπάρχουν το 1910 στη Μακεδονία. Παρατίθεται στη συνέχεια ολόκληρο το σχετικό απόσπασμα:     
«Διευκρινεί δ’ η λαογραφία την εθνικήν σύστασιν των χωρών, τας οποίας ερευνά, διότι της εθνικής συνειδήσεως εδραίον θεμέλιον είναι προ πάντων η κοινότης των ηθών και εθίμων, των δοξασιών και των παραδόσεων, της αντιλήψεως του εξωτερικού κόσμου και της εκδηλώσεως των συναισθημάτων και επί πάσι, η κοινότης των πόθων και των ελπίδων. Είναι ταύτα τα ομότροπα ήθη, τα οποία εν τη θαυμασία εκείνη διατυπώσει της εννοίας της πατρίδος και της εθνικής αλληλεγγύης περιέλαβον οι Αθηναίοι, ότε κατά τας παραμονάς της εν Πλαταιαίς μάχης, απορρίπτοντες μεγαλοφρόνως τας συμφορωτάτας και δελεαστικάς του Μαρδονίου προτάσεις, απεδείκνυον προς τους Λακεδαιμονίους, ότι είχον σαφή επίγνωσιν των δεσμών, οίτινες συνέδεον αυτούς προς τους άλλους Έλληνας. Τάλλα στοιχεία, τα οποία κατά τον αττικόν εκείνον ορισμόν συνιστώσι το έθνος, το όμαιμον, ήτοι η κοινότης της καταγωγής, το ομόγλωσσον, και της λατρείας η κοινότης, δυνατόν να μη συνυπάρχωσι πάντα εις εν έθνος, ή να μη αποτελώσι το διακριτικόν γνώρισμα ενός έθνους από άλλου. Αλλά τα ομότροπα ήθη αρκούσι και μόνα, όπως εποικοδομηθή επ’ αυτών η συνείδησις της εθνικής ενότητος. Λαοί ετερότροποι τα ήθη δύνανται βεβαίως ν’ αποτελέσωσι πολιτικήν ένωσιν, να συγκροτήσωσι κράτος, αλλά του τεχνητού κατασκευάσματος τούτου η συνοχή και η διάρκεια όρους έχουσιν ή την εξακολούθησιν της ανάγκης, ήτις έφερεν εν αρχή την ένωσιν, ή την τελειότητα της κυβερνητικής οργανώσεως. Ενώ ομοεθνείς πληθυσμοί κεχωρισμένοι κατά περίστασιν, κυριώτατον ιδεώδες τρέφουσι την προς αλλήλους προσέγγισιν και τον απαρτισμόν αρρήκτου πολιτικής κοινωνίας» (σ. 3-4)
Επισημαίνεται, σύμφωνα με τα παραπάνω, από τους συντάκτες της έκθεσης ότι, το βασικό θεμέλιο της εθνικής συνείδησης είναι η κοινότητα των ηθών, των εθίμων, των δοξασιών και των παραδόσεων, της αντίληψης του εξωτερικού κόσμου και της εκδήλωσης των συναισθημάτων και περισσότερο από όλα η κοινότητα των πόθων και των ελπίδων. Τα παραπάνω στοιχεία αποτελούν κατά την άποψή τους τα «ομότροπα ήθη».
Κατ’ αυτούς, τα υπόλοιπα στοιχεία του ορισμού του Δημοσθένη, η κοινή καταγωγή και γλώσσα (το «όμαιμο» και το «ομόγλωσσο»), αλλά και η κοινή «λατρεία» (θρησκεία) δεν είναι απαραίτητα στοιχεία για τον ορισμό της έννοιας ενός έθνους, με την έννοια ότι αυτά είναι δυνατόν να μην συνυπάρχουν σε κάθε έθνος, ή ακόμα, να μην αποτελούν το διακριτικό γνώρισμα του ενός έθνους από κάποιο άλλο. 
Η προσέγγιση αυτή για το έθνος έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία, λόγω της ιδιότητας των προσώπων που την υπογράφουν. Δεν πρόκειται, όπως προαναφέρθηκε, για κάποια περιθωριακή άποψη, που διατυπώνεται από κάποιους άγνωστους διανοούμενους, αλλά προέρχεται από τρεις καταξιωμένους επιστήμονες, συναφούς μάλιστα ειδικότητας με τα ζητήματα του έθνους.
Οι λαογραφικές έρευνες για τη Μακεδονία: ένα τρίτο σημαντικό στοιχείο της έκθεσης είναι η ανασκόπηση των λαογραφικών σπουδών στη Μακεδονία. Εδώ γίνεται αναφορά τόσο στις μελέτες για τους «ελληνόφωνους» της Μακεδονίας, όσο και στους άλλους λαούς, «βλαχόφωνους» και «σλαβόφωνους» της Μακεδονίας. Μάλιστα, εξ αρχής δηλώνεται ότι οι σχετικές μελέτες για τους «βλαχόφωνους» και «σλαβόφωνους» από ξένους ερευνητές, ευδοκίμησαν σαφώς περισσότερο, από ότι οι αντίστοιχες μελέτες για τους «ελληνόφωνους».
Επισημαίνεται ειδικότερα ότι σε ότι αφορά τους Έλληνες ότι παρόλο που ήδη από τον 15ο αιώνα υπήρξαν κάποιες αναφορές για τους Έλληνες της Μακεδονίας αυτές ήσαν λίγες και ασήμαντες.
Μετά από την παράθεση κάποιων σχετικών δημοσιευμάτων, ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη θεωρούμενη από αυτούς ως η «πρώτη και συστηματική λαογραφική εξερεύνηση τμήματος της Μακεδονίας», η οποία έγινε το 1894 από τον Αστέριο Γούσιο, για τα ήθη και έθιμα των Λακκοβικίων, αλλά και για τη συλλογή των δημοτικών τραγουδιών που ακολούθησε από τον ίδιο, που δημοσιεύθηκε το 1901. Τέλος, ειδική μνεία γίνεται στη μελέτη του Άγγλου G. Abbott για τη λαογραφία των ελληνοφώνων της Μακεδονίας, που δημοσιεύθηκε το 1903. 
Ο απολογισμός των λαογραφικών μελετών για τους Έλληνες της Μακεδονίας, έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή συνυπογράφεται από τον καλύτερο γνώστη της λαογραφίας, το Νικόλαο Πολίτη.    
Εντύπωση, βεβαίως προκαλεί, η και από τους συντάκτες της έκθεσης διαπίστωση, σχετικά με την ένδεια των λαογραφικών σπουδών για τους Έλληνες της Μακεδονίας, σε αντίθεση με αυτές για τους «βλαχόφωνους» και «σλαβόφωνους»: «Είναι αληθώς δυσεξήγητος η ολιγωρία των Ελλήνων και προπάντων των Μακεδόνων προς την λαογραφίαν της Μακεδονίας, μεθ’ όλην την επίδοσιν, ήτις παρατηρείται παρ’ ημίν εις τας λαογραφικάς μελέτας. Η δε πενιχρότης της εκ των ελληνοφώνων κατοίκων της Μακεδονίας συγκομισθείσης μέχρι τούδε λαογραφικής ύλης γίνεται καταφανεστέρα αν αποβλέψωμεν εις τας πλουσίας συλλογάς, ας ηδυνήθησαν να καταρτίσωσιν αλλοεθνείς λόγιοι μελετώντες τον βίον και την γλώσσαν των βλαχοφώνων και σλαβοφώνων Μακεδόνων» (σ. 6) 
Θα ανέμενε κανείς, ιδίως για τη Μακεδονία, τόσο λόγω του Φαλμεράιερ όσο και εξ αιτίας της ύπαρξης «σλαβόφωνων» και «βλαχόφωνων», μια ιδιαίτερη σπουδή των Ελλήνων λογίων για τη λαογραφία της Μακεδονίας. Αυτό όμως δεν συνέβη. Έτσι η συστηματική απάντηση στις θεωρίες του Φαλμεράιερ, τουλάχιστον σ’ ό,τι αφορά τη Μακεδονία, είναι περισσότερο ένας μύθος. Οι Έλληνες λόγιοι, αντίθετα με αυτό που θα ανέμενε κανείς, ελάχιστα ασχολήθηκαν με τη λαογραφία της Μακεδονίας κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, αλλά και μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα.    
Είναι ευνόητο ότι, οι απόψεις αυτές των Ν. Γ. Πολίτη, Σπ. Λάμπρου και Δ. Πατσόπουλου για το έθνος, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και όχι μόνο κοινότυπες δεν είναι, αλλά βρίσκονται στον αντίποδα εθνικιστικών και ρατσιστικών απόψεων, οι οποίες ανακυκλώνονται ως τις μέρες μας.

Ο Κώστας Γκότσης είναι ιστορικός



Βασίλης Γεροδήμος- Χωρίς τίτλο

Δεν υπάρχουν σχόλια: