11/2/12

Μια ελπιδοφόρα εμφάνιση

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

ΘΩΜΑΣ ΤΣΑΛΑΠΑΤΗΣ, Το ξημέρωμα θα είναι σφαγή κύριε Κρακ, εκδόσεις Εκάτη, σελ. 48

Σίγουρα περίεργη η εμπειρία της πρώτης επαφής με την ποίηση του πρωτοεμφανιζόμενου Θωμά Τσαλαπάτη (γέν. 1984), με τα πεζόμορφα ποιήματα που συνιστούν το βιβλίο να παραπέμπουν ευθέως στη μπρεχτική εγκεφαλική ειρωνεία, εντύπωση που επιβεβαιώνεται από τη δραματουργικά επεξεργασμένη αφηγηματικότητά τους, η οποία συχνά ερωτοτροπεί με την αγωγή της σκηνικής παρουσίασης. Στα περισσότερα ποιήματα πρωταγωνιστεί ο «κύριος Κρακ», αν και από ποίημα σε ποίημα, αλλά και μέσα σε κάθε ποίημα, αλλάζει συνεχώς ο σημασιολογικός ορίζοντας.
Βαρέλι
Ένα πρωί ο κύριος Κρακ μελαγχόλησε. Ανέβηκε σε ένα βαρέλι με ρέγγες και άρχισε να κοιτάει τον ουρανό. Του άρεσε να μετράει τα αεροπλάνα που πέφταν. Γύρω του η βλάστηση αραιή και οι γέροι να πετούν χαρταετούς. Και ένας λάκκος όπου καταλήγει η πιο βαθιά απορία, σφαγμένη, ή έστω ξέψυχη, από το γαργαλητό. Κάτι βήχει μες στο σκοτάδι και ο κύριος Κρακ νιώθει να χαμογελά πάντα τις πιο λάθος στιγμές. Οι γέροι με τους χαρταετούς πιασμένους στα σύρματα παθαίνουν ηλεκτροπληξία. Ο κύριος Κρακ τους κοιτά. Τους κοιτά και τρώει μήλα.
Με όλα αυτά τα ρίσκα που παίρνει ο νεαρός ποιητής, είναι φυσικό κάπου να ξαστοχεί, κάποτε μάλιστα, όπως στο δεύτερο ποίημα της συλλογής, «Γέφυρες», η δίνη τόσων φυγόκεντρων δυνάμεων οδηγεί τον λόγο στην όχθη της πεζογραφίας, αν και το εν λόγω διηγηματικό κείμενο είναι απολαυστικό. Αλλά αυτό δεν μειώνει τη δυναμική του εγχειρήματος, γιατί ό,τι βλέπουμε να ξετυλίγεται, σελίδα τη σελίδα, είναι σπάνιο, και όχι μόνο για πρωτοεμφανιζόμενο: είναι η απόφαση του ποιητή να εκτεθεί, αναμετρώμενος με τα εκφραστικά του μέσα, πιέζοντάς τα μέχρι το μη παρέκει, δίνοντάς μας μια ποίηση που θέλει να είναι τέχνη, όχι να μιμείται την τέχνη, όπως συμβαίνει με τόσες και τόσες ποιητικές συλλογές, σε τόσα και τόσα λογοτεχνικά βιβλία... Εδώ έρχεται αρωγός η θεατρική παιδεία του Τσαλαπάτη (είναι απόφοιτος Θεατρολογίας), και του επιτρέπει την άνετη σκηνοθέτηση ακόμα και του ποιητή-αφηγητή, γιατί κι αυτόν τον ανεβάζει επί σκηνής, απογυμνώνοντάς τον από κάθε άλλοθι. Στη σκηνή όμως πρωταγωνιστεί ο «κύριος Κρακ», και φτιάχνεται έτσι μια εξαιρετική πόλωση, ανάμεσα στις διαδρομές-εκδοχές του αεικίνητου «κυρίου Κρακ» και στον καθηλωμένο καλλιτέχνη, που μοίρα του είναι αυτή του «υποβολέα», μόνο που δεν κοιτάζει προς τη σκηνή αλλά προς το κοινό, ώστε κανείς να μην έχει αυταπάτες για το πώς γράφονται τα ποιήματα: μόνο με αίμα, με την ανάλωση του ποιητή, με την απόλυτη έκθεσή του, με την υπαγωγή του στο έργο, με την απόσβεσή του μέσα σε αυτό.
Απαντήσεις
Μια μέρα επιτακτική, το πλήθος απαίτησε και ο κύριος Κρακ αποδέχτηκε. Θα έδινε απαντήσεις! Επιστράτευσε τις πιο σπάνιες λέξεις του. Τις στόλισε περισπωμένες και δασείες, έπλυνε τα δόντια του, ακόνισε την ομιλία του, φόρεσε τα γυαλιά του. Ανέβηκε λοιπόν στο βάθρο και από κάτω ένας ωκεανός βλεμμάτων.
Ο κύριος Κρακ μένει βουβός, ενώ το κοινό, ούτε βιαστικό ούτε υπομονετικό, τον κοιτάζει. Και είναι μέρες τώρα. Ο κύριος Κρακ, ένα άγαλμα αναπάντεχο, ανίκανο να μιλήσει –έστω μεταφορικά-, ανίκανο να τινάξει την ιδιότητα αυτή, τη στασιμότητα, την αδυναμία, τη ρωγμή του ονόματός του. Να μιλήσει και πίσω να γυρίσει. Εκεί που οι αποκρίσεις δεν έχουν τελικά και τόση σημασία.
Για την έκβαση του γεγονότος κάτι περισσότερο δεν γνωρίζω. Καλύτερα λοιπόν να μη ρωτάτε. Άλλωστε ο κύριος Κρακ είναι ένας κύριος βαρετός και ένας ατελείωτος ενεστώτας. Και εγώ για το γεγονός αυτό δεν έχω απαντήσεις.
Ο δρόμος που επέλεξε ο Τσαλαπάτης συνιστά μια απόφαση, μια καλλιτεχνική στάση με μπόλικη γενναιότητα. Ήδη έχει κατακτημένο έναν τρόπο να χειρίζεται τις αισθητικές προϋποθέσεις του εγχειρήματός του, αλλά το αποτέλεσμα θα κριθεί όταν αναμετρηθεί μαζί τους, εκεί που η ίδια η εξέλιξη του έργου θα απαιτήσει την αρτίωσή του. Και με τη φορά που έχει, αυτό θα συμβεί πολύ σύντομα.

Με τον τρόπο του Μάριου Μαρκίδη

Σημειώσεις, τχ. 74

«’Κι επειδή δηλαδή έπεσε το Τείχος, σημαίνει ότι εγώ τώρα θα γίνω παλιάνθρωπος;’ (Μ.Μ., 1989). –Όχι Μάριε∙ σημαίνει όμως ότι η παλιανθρωπιά αποκρυσταλλώθηκε πλέον ως ‘ιδιωτικοποίηση’ (υδάτων, ανέμων, εθνών), ως εκσυγχρονιστικά αναβαθμισμένη έκφανση του αρχαϊκού δόγματος: ‘Ο Θεός θέλησε να υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί∙ δεν μπορούν να το αλλάξουν αυτό οι κομμουνιστές’ (μουλάς Ζαχρ Γκουλ)».
Απόσπασμα από το προλογικό σημείωμα της σύνταξης του περιοδικού, γραμμένο από τον Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο, που συνεχίζει:
«Αφιερωμένο σ’ εσάς που πιστέψατε πως η λογική έχει θέση εκεί όπου βασιλεύει η χρυσή μετριότητα, η δειλή αναβολή, η απώθηση των ‘άκρων’ και η δάνεια έντοκη ελπίδα για το μέλλον, η οποία μας οδήγησε εδώ ακριβώς που μας οδήγησε: σ’ ένα αφόρητο παρόν. Διότι βέβαια ο μανιχαϊσμός των ‘άκρων’ δεν ξορκίζεται με δημοκρατικές ρητορείες∙ η ‘συναίνεση’ καταντάει προσχηματικό εργαλειακό ευχολόγιο εκεί όπου κομπάζει απυρόβλητη η συστημική ανομία, η ανθρωποφαγική απληστία και η προκλητική ανισότητα».

Με το λόγο του Νικηφόρου Βρεττάκου

Ημερολόγιο 2012, εκδόσεις Ιδιομορφή, Σπάρτη

Αφιερωμένο στον Νικηφόρο Βρεττάκο είναι φέτος το ημερολόγιο των εκδόσεων Ιδιομορφή, αφού το 2012 είναι αφιερωμένο στον ποιητή και η γενέτειρά του Λακωνία οφείλει να τον τιμήσει.
Προτάσσεται ένα εκτενές Χρονολόγιο, καμωμένο με αγάπη και γνώση από την Γεωργία Κακούρου-Χρόνη, και ακολουθούν ενδιαφέρουσες συνεργασίες, μεταξύ άλλων των Κώστα Βρεττάκου, Δημήτρη Αλεξίου και Vincenzo Rotolo, και, τέλος, Εργογραφία και Κριτικογραφία από την Ελένη Τζινιέρη-Τζανετάκου. Ενδιάμεσα «τρέχει» ένα ωραίο ανθολόγιο κειμένων και ποιημάτων του Βρεττάκου.
Κ’ οι ομοβροντίες χτυπήσανε την Εκκλησία του Έθνους.
Κ’ η θάλασσα σείστηκε.
Κ’ η θάλασσα μούγγριζε.
Κ’ η στάθμη των νερών της ανέβαινε.
Κ’ οι λαβωμένοι βουτούσανε τις σημαίες στο αίμα τους και πηδώντας απάνω στα σπασμένα τους γόνατα τις σηκώναν ψηλότερα.
Κι άλλοι πέφτανε μπρούμυτα πάνω στην άσφαλτο.
Και τραγουδώντας οι άλλοι τη λευτεριά και το δίκιο, τους τράβαγαν στις άκρες του δρόμου.
Και ξαπλωνόταν ένας – ένας ανάσκελα, διπλωνόταν στη ματωμένη σημαία του κ’ έσφιγγε τις γροθιές του στο στήθος και πέθαινε.
Κ’ έτσι βασίλεψε ο ήλιος στις 3 του Δεκέμβρη.
Στις 4 άρχισε κιόλας ν’ αστράφτει απάνω απ’ τα 20 φέρετρα που πηγαίναν κ’ ερχόντουσαν στην επιφάνεια της θάλασσας.
Και φούσκωνε το κύμα των ώμων του πλήθους.

33 ΗΜΕΡΕΣ, 1945

25 χρόνια παρέμβαση

Η παρέμβαση, πνευματική επιθεώρηση της Κοζάνης, τχ. 159-160

Μακροημέρευση να ευχηθούμε στο καλό περιοδικό, το οποίο δείχνει ένα δρόμο για κάθε επαρχιακή πόλη. Με συνεργάτες κυρίως από τη γύρω περιοχή, αλλά και «ενισχύσεις» από Αθήνα, φτιάχνει ένα αξιοπρεπές λογοτεχνικό βήμα, για ποιήματα, διηγήματα, βιβλιοπαρουσιάσεις και σχόλια, δημιουργεί ένα πνευματικό «στέκι». Κατά τη γνώμη μου, η αξία του έγκειται στο ότι  ποτέ δεν υποδύθηκε κάτι που δεν θα μπορούσε να είναι. Κι αυτό είναι ήδη πολύ.

Κ.Β.

Δεν υπάρχουν σχόλια: