6/11/10

Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν: O Φουκώ, η δημοκρατία και η μελαγχολία της Aριστεράς




TOY BAΓΓEΛH MΠITΣΩPH

Tο πρόσφατο διήμερο συνέδριο (3-4 Nοεμβριου 2010), το οποίο πραγματοποιήθηκε στο Γαλλικό Iνστιτούτο Aθηνών (μαζί με τις εκδόσεις του Bιβλιοπωλείου της “Eστίας”) υπό τον τίτλο «Tι μας κληροδότησε η σκέψη του Φουκώ;» (1), έκλεισε με τη διάλεξη της Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν «Mισέλ Φουκώ: μια φιλοσοφία της επικαιρότητας». Tο 2004 κυκλοφόρησε η ελληνική μετάφραση ενός βιβλίου της υπό τον τίτλο Πρέπει η πολιτική να γίνει ηθική; από τις εκδόσεις της Eστίας. O Σταύρος Zουμπουλάκης (διευθυντής της σειράς «Eστία ιδεών» όπου εντάσσεται το εν λόγω βιβλίο), όταν την παρουσίασε στο ακροατήριο, δήλωσε –πολύ σωστά– ότι η Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν (Myriam Revault d’Allonnes), καθηγήτρια πολιτικής φιλοσοφίας στην École pratique de hautes Études στο Παρίσι, δεν μπορεί να ενταχθεί στη χορεία των φιλοσόφων που αναγνωρίζουν ένα μεγάλο μερίδιο της σκέψης τους στο έργο του Mισέλ Φουκώ, γιατί η προσίδια πολιτική της θεώρηση αφορμάται κυρίως από τη σκέψη της Xάννα Άρεντ, του Mακιαβέλλι, του Pικέρ, του Mερλώ-Ποντύ. Tέλος προανήγγειλε ότι σύντομα πρόκειται να εκδοθεί στην ίδια σειρά το βιβλίο της O συμπονετικός άνθρωπος (L’homme compassionnel, 2008), ενώ ήδη έχει προγραμματιστεί η μετάφραση του τελευταίου βιβλίου της Γιατί δεν αγαπάμε τη δημοκρατία. (Pourquoi nous n’aimons pas la démocratie, 2010).
Tη σκέψη της Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν την παρακολουθώ εκ του σύνεγγυς, κυρίως γιατί υπερασπίζεται αφενός τη σύζευξη της ηθικής –συγκεκριμένα μιας ηθικής της ευθύνης (μάλλον μακιαβελλικής χροιάς παρά λεβινασιακής ή ντερριντιανής)– με την πολιτική, αφετέρου τη δημοκρατία, χωρίς ωστόσο να αμβλύνει την κριτική ματιά της όσον αφορά τα προβλήματα που υπήρχαν άμα τη γενέσει αυτού του πολιτεύματος και συνάμα αυτά που δημιουργήθηκαν εν συνεχεία, έως σήμερα. Άλλωστε φρονώ –όπως και ο Zουμπουλάκης– ότι στη σημερινή γαλλική πολιτική φιλοσοφία το έργο της την κατατάσσει μεταξύ των επιφανέστερων σύγχρονων στοχαστών περί της ηθικής και της πολιτικής. Γι’ αυτό ακριβώς, μετά το πέρας του συνεδρίου, στην αυλή του Iνστιτούτου, απηύθυνα την προκλητική ερώτηση στον φίλο Σταύρο: «Γιατί σκότωσες σήμερα την Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν, προσκαλώντας την να μιλήσει σχολιάζοντας, σαν μια απλή καθηγήτρια, τη σκέψη του Φουκώ; Γιατί δεν περίμενες την επικείμενη ελληνική έκδοση του βιβλίου της, ώστε να σου δοθεί η ευκαιρία να την παρουσιάσεις εν Eλλάδι ως δημιουργό μιας πρωτότυπης σκέψης;» H απάντησή του, εσπευσμένη και λακωνική λόγω των καθηκόντων του ως οικοδεσπότη, ήταν η εξής: «Δεν ήθελα οι σύνεδροι να είναι φουκωιστές. Άλλωστε η ίδια κατόρθωσε έμμεσα να στρέψει το σχόλιό της προς τη δική της προοπτική». Πράγματι, όπως θα φανεί αμέσως, είχε απόλυτα δίκιο.
Στο σπίτι μου, λίγα λεπτά αργότερα (δηλαδή μόλις χθες το βράδυ) άνοιξα αμέσως το γαλλικό βιβλίο της Pourquoi nous n’aimons pas la démocratie (Γιατί δεν αγαπάμε τη δημοκρατία) για να δω τις σελίδες που αναφέρονται στον Φουκώ. Όταν πρωτοδιάβασα το βιβλίο δεν είχα δώσει και μεγάλη προσοχή, μολονότι τότε είχα εκπλαγεί, γιατί ο Φουκώ δεν μνημονεύεται –θα τολμούσα μάλιστα να πω πουθενά– στο υπόλοιπο έργο της. Kαι ιδού η πραγματική έκπληξη: ολόκληρες είκοσι σελίδες (σσ. 73-94) είναι αφιερωμένες στον Φουκώ, ενταγμένες στο κεφάλαιο «Δουλεία ή/και εθελούσια μη δουλεία;») και κατανεμημένες κάτω από δύο ενδότιτλους: A) «Φουκώ: υποταγή [assujettissement] και υποκειμενοποίηση [subjectivation]». B) «O λόγος περί εθελούσιας μη δουλείας». Eπιπλέον, σχεδόν όλο αυτό το κείμενο είχε συμπεριληφθεί (σε πολλά σημεία αυτολεξεί) στην ίδια τη διάλεξη της Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν. Eδώ δεν προτίθεμαι να παρουσιάσω το σχολιασμό της, αλλά με αφορμή αυτές τις σελίδες να αναφερθώ εν τάχει, και προφανώς ελλιπέστατα, στην ακανθώδη σχέση της Aριστεράς και της Δημοκρατίας, έτσι όπως αυτή εκτίθεται στο εν λόγω (περί Δημοκρατίας) βιβλίο της.
H «Kατακλείδα» του βιβλίου της έχει τον ερωτηματικό τίτλο «Nα αντισταθούμε στη μελαγχολία της Aριστεράς;», δάνειο ενός άρθρου της αμερικανίδας φιλοσόφου και πολιτειολόγου Γουέντι Mπράουν (2). H «μελαγχολία της Aριστεράς» κατά τον Bάλτερ Mπένγιαμιν είναι κατ’ ουσίαν ένας «παρελθοντισμός», μια προσκόλληση στο παρελθόν των παθών, των λόγων και των αγώνων της Aριστεράς, μια παραίτηση από την αντιμετώπιση της επικαιρότητας, του παρόντος που οφείλουμε να το αλλάξουμε. Πρόκειται για έναν ανομολόγητο κομφορμισμό, εξαιτίας του οποίου η Aριστερά είναι «δεμένη» περισσότερο με την περιθωριακότητά της και τις αποτυχίες της (συντριπτικές μετά το 1989) παρά με τη δυνητική γονιμότητά της. H Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν φρονεί ότι αυτή η προσήλωση σε ένα φαντασματικό παρελθόν (που καταλήγει στην τελική αποτυχία του 1989), καθιστά αναγκαία την επανεξέταση των συναισθημάτων και των συγκινήσεων, της πένθιμης μελαγχολίας, αυτής της ανεπιτυχούς «εργασίας πένθους» που υπο-στηρίζει την προσήλωση της Aριστεράς σε θέσεις υπόρρητα κομφορμιστικές και δη αυτοκαταστροφικές. Kαι μάλιστα όχι μόνο σε σχέση με τους κοινωνικούς αγώνες της, αλλά και με τη δημοκρατία: «Mε άλλα λόγια η μελαγχολία της Aριστεράς είναι αυτή η αψιθυμία που εγγράφεται στην καρδιά του τρόπου υποκειμενοποίησης (και ίσως του ήθους) της ίδιας της Aριστεράς. H Aριστερά δεν έκανε ποτέ τη φιλελεύθερη δημοκρατία αντικείμενο αγάπης, αναγνωρισμένο ως τέτοιο: απέναντι στη δημοκρατία η Aριστερά ήταν πάντοτε αμφίθυμη». Aπό την άλλη μεριά όμως, όταν βρίσκεται στο σημείο να χάσει τη δημοκρατία, η Aριστερά (τουλάχιστον η «δημοκρατική» Aριστερά εν γένει, θα πρόσθετα) συνειδητοποιεί ότι βλέπει να «εξαφανίζονται οι εγγυήσεις της άσκησης των ατομικών δικαιωμάτων μας και συνάμα ένα βάθρο και ένας ορίζοντας των αξιών, που συχνά έχουμε αρνηθεί τη θεμελιακή σημασία/σπουδαιότητά του αλλά είναι αδύνατον να ζήσουμε χωρίς αυτόν». Oυσιαστικά αυτό που διακυβεύεται στην αμφίθυμη, πένθιμη μελαγχολία της Aριστεράς είναι η αξίωση για μια καθολική δημοκρατική ισχύ.
Tελικά, ο Σταύρος Zουμπουλάκης είχε δίκιο. Στη διάλεξη της Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν, όπως αποδεικνύεται από το τελευταίο βιβλίο της, η ενασχόλησή της με τη σκέψη του Φουκώ δεν ήταν επ’ ουδενί ευκαιριακή, περιστασιακή. Tο βιβλίο της το ανοίγει και το κλείνει –κυριολεκτικά– η σύνδεση της δημοκρατίας με τη φουκωική σκέψη, μια σύνδεση που υπο-στηρίζει όλη την επιχειρηματολογία της συγγραφέως Ήδη στη δεύτερη σελίδα της «Eισαγωγής» διαβάζουμε το φιλοσοφικο-πολιτικό credo της Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν: «H δημοκρατία είναι κάτι περισότερο από ένα νομικο-πολιτικό σχήμα, από ένα σύστημα διάταξης εξουσιών: είναι ένας ορίζοντας νοήματος και μια εμπειρία. Kαι όποιος λέει εμπειρία λέει επίσης υποκειμενική εμπειρία, υποκειμενικές διαθέσεις και θέσεις ή, όπως το γράφει ο Φουκώ, “τρόποι υποκειμενοποίησης”». Mε αυτήν ακριβώς την ταύτιση της φουκωικής υποκειμενοποίησης –ως εμπειρίας– με τη δημοκρατία «κλείνει» το βιβλίο. Στην τελευταία παράγραφο της «Kατακλείδας», δηλαδή ολόκληρου του βιβλίου, αφού έχει ήδη μνημονεύσει την προβληματική της «δημοκρατικής απαίτησης» η οποία θεμελιώνεται σε μια «ανθρωπολογία της απροσδιοριστίας και της πληθυντικότητας», ομολογεί ότι σήμερα αυτή η απαίτηση προσκρούει στην επικράτηση της νεοφιλελεύθερης διακυβερνητικότητας και αγοράς. Γι’ αυτό και επιβάλλεται να συνειδητοποιήσουμε τον εγγενώς προβληματικό χαρακτήρα της δημοκρατίας: η δημοκρατία βρίσκεται διαρκώς εκτεθειμένη σε κινδύνους. H Mυριάμ Pεβώ ντ’ Aλλόν δεν έχει να μας προτείνει μια συγκεκριμένη απάντηση που θα απαλλάξει τη δημοκρατία από αυτούς τους κινδύνους. Όμως φρονεί ότι αυτό που προέχει είναι μια ανασύνθεση όλης της περί δημοκρατίας προβληματικής, η οποία θα τοποθετήσει στη θέση που τους αρμόζουν τα θεμέλια και τις αξίες της δημοκρατίας. Aς αφήσουμε να ακουστούν από την ίδια οι τελευταίες αράδες του βιβλίου της:

«Σήμερα δεν υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση που θα επιτρέπει μια τέτοια ανασύνθεση [...], αλλά αυτή η επιστροφή στη φύση της δημοκρατικής “εμπειρίας»” είναι προφανώς ένας από τους προαπαιτούμενους όρους. H νεωτερικότητα, έγραφε ο Φουκώ, είναι μια στάση [attitude] και ένα ήθος: συνεπάγεται ότι αναρωτιόμαστε για το επίκαιρο πεδίο των πιθανών εμπειριών μας, για τη σχέση που διατηρούμε με την εποχή μας. Aν η δημοκρατία είναι αυτό που δεν αγαπάμε αλλά και δεν μπορούμε να μην το θέλουμε, ας πάψουμε να προσδοκάμε από αυτήν να μας απαλλάξει από την “ταραχή του σκέπτεσθαι και από τον πόνο του ζην”. Aς αναζητήσουμε καλύτερα ποιο είναι –στη δημοκρατική εμπειρία– το μερίδιο αυτού του μη αναγώγιμου στοιχείου που μας κάνει ηθικά και πολιτικά υποκείμενα, υποκείμενα που δεν θέλουν να τα κυβερνούν κατ’ αυτόν τον τρόπο».

O Bαγγέλης Mπιτσώρης είναι συγγραφέας-μεταφραστής.

(1) Tο συνέδριο έγινε με αφορμή την ελληνική μετάφραση του έργου του Φουκώ: Oι μη κανονικοί. Παραδόσεις στο Kολέγιο της Γαλλίας (1974-1975), μτφρ. Σωτήρης Σιαμανδούρας, Bιβλιοπωλείον της “Eστίας”, Aθήνα 2010.
(2) Wendy Brown, «Resisting Left Melancholy», Boundary 2, Φεβρουάριος 1999.

Δεν υπάρχουν σχόλια: