Του Άλκη Ρήγου
Η
έσχατη ελληνική κραυγή στην Ανατολή. Λίγο
πιο έξω από τη Σμύρνη, κατά τα δυτικά, στον Τσεσμέ, τα υπολείμματα της
νικημένης ελληνικής στρατιάς, μέσα σε μία και μόνη νύκτα, επιβιβάζονται στα
καράβια. Ούτε μία κάσα υλικού, ούτε μία σφαίρα δεν απομένει στη στεριά, εκτός
από τα μη απαραίτητα πια υποζύγια. Η διαταγή είναι αμείλικτη: να εξοντωθούν για
να μην πέσουν στα χέρια του τουρκικού στρατού.
Τα αθώα μουλάρια στήνονται
μπροστά στην μπούκα των πολυβόλων, μα πολλοί αξιωματικοί παρακούνε τη σκληρή
διαταγή. Κι έτσι, όσα σώθηκαν, λαβωμένα, φοβισμένα, πάνε και στήνονται γύρω από
τα λιγοστά πηγάδια, ακίνητα, παθητικά κι άβουλα, προσμένοντας κάποιον να
νοιαστεί να σβήσει τη δίψα τους. Εικόνα τραγική, που έκανε τον νεαρό τότε
αμερικάνο πολεμικό ανταποκριτή, Έρνεστ Χεμινιγουαίη, να γράψει μερικές υπέροχες
σελίδες, θρηνώντας τούτα τα αθώα θύματα ενός ακόμα άδικου πολέμου.
Και η βαριά μέρα τελειώνει. Το
σκοτάδι πέφτει αργά. Η σιγή απλώνεται στην έρημη παραλία του Τσεσμέ, με τους
διπλομανταλωμένους στα σπίτια τους Τούρκους. Σιγή βασιλεύει και στα καράβια.
Παράξενη, κατανυκτική. Σαν ένα σιδερένιο χέρι να έκλεισε με βία τριάντα
χιλιάδες στόματα. Όλοι αμίλητοι, κρατώντας λες την ανάσα τους, κοιτούν τη μαύρη
ακτή. Τα ψέματα τελείωσαν. Αυτοί είναι οι τελευταίοι της καταστροφής. Έτοιμοι
να αφήσουν πίσω τους τη νεκρή πια Ιωνία.
Και ξαφνικά, μέσα σ’ αυτή την
απόλυτη σιωπή της νύκτας, από το επίτακτο “Κύκνος” όπου βρίσκεται ο νέος
αρχιστράτηγος Πολυμενάκος με το επιτελείο του, μια σάλπιγγα αντηχεί, τραγικά
συγκλονιστική, ανατριχιαστική στο συμβολισμό της, αδυσώπητη στη μελωδία της.
Δεν σημαίνει ούτε παιάνα ούτε έφοδο∙ σημαίνει, αλίμονο, τη “Θοδώρα”, που στη
στρατιωτική γλώσσα μεταφράζεται σε “αποχώρηση”.
Αυτό το Σάλπισμα κλείνει μια ολόκληρη εποχή χιλιετηρίδων. Ήταν το πένθιμο αντίο στην πάλαι ποτέ Ελληνική Ιωνία. Η έσχατη κραυγή, στην Ανατολή. Το οριστικό τέλος εκατό χρόνων μεγαλοϊδεατισμού.
Το
γιατί. Το πώς έφτασαν τα πράγματα ως
εδώ προβάλλει αναγκαίο. Η “καταστροφή” −θα γράψει ο Ελευθέριος Βενιζέλος−
“εξεταστέον αν δεν είναι μεγαλυτέρα και από την πτώσιν της Κωνσταντινουπόλεως
(το 1453). Εις την πτώσιν της Κωνσταντινουπόλεως, το έθνος έμεινεν εις τας
εστίας του... υποταγμένον και δούλον, αλλ’ έμεινεν συνεχίζον την ζωήν του, δεν
έπαθεν την συμφοράν την οποίαν έπαθεν σήμερον».
Συμφορά που δεν αφορά μόνο τον
ξεριζωμό του ελληνισμού από την Ιωνία αλλά και από τον Πόντο και λίγο αργότερα
και από την Ανατολική Θράκη. Ιστορικά, το πελώριο «γιατί» έχει πια βρει την
απάντησή του.
Η όλη μικρασιατική περιπέτεια
εις “την οποίαν” −όπως δήλωνε πολύ αργότερα από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης
του ΟΗΕ, στα 1957, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ− “προσκλήθημεν
όπως συμμετάσχωμεν υπό της Αγγλίας, Γαλλίας και Ιταλίας... ήτο πόλεμος
συμμαχικής κατακτήσεως... δεν ήτο ελληνικός πόλεμος”. Και οφείλεται στο
ευρύτερο παιχνίδι ανακατατάξεων των σφαιρών επιρροής, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο, των Μεγάλων Δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο και Δυτική Ασία. Κυρίως δε
στον έλεγχο των πετρελαίων της Μοσούλης από τους Άγγλους, μπροστά στην εθνική
αφύπνιση Τούρκων και Αράβων. Γεγονός που δεν εκτίμησαν όσο και όπως έπρεπε οι
έλληνες πολιτικοί.
Ως προς τις εσωτερικές ευθύνες,
ο σημερινός μελετητής αβίαστα αναγνωρίζει ότι πολιτικά βαρύνουν και τους δύο
βαθιά διχασμένους αστικούς πολιτικούς κόσμους. Πρόκειται για ευθύνες που κανείς
τους δεν μπορεί να αποσείσει και τις οποίες δραματικά διαπίστωνε από τότε ο
επίσκοπος Σμύρνης, Χρυσόστομος, στην τελευταία επιστολή του, λίγο πριν τον
μαρτυρικό του θάνατο, προς τον Βενιζέλο: “Ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας, το
Ελληνικόν Κράτος, αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος κατεβαίνει πλέον εις τον
Άδην... της αφαντάστου ταύτης καταστροφής βεβαίως αίτιοι είναι οι πολιτικοί και
προσωπικοί σας εχθροί, πλην και Υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος”.
Αυτό, βέβαια, δεν ελαφρύνει
καθόλου τις συγκεκριμένες, και όχι μόνο γενικά πολιτικές, ευθύνες του βασιλιά
Κωνσταντίνου και των κυβερνητικών διαχειριστών μετά τις εκλογές του 1920.
Ευθύνες που γίνονται ακόμη πιο μεγάλες, αν αναλογιστεί κανείς ότι συνέχισαν
έναν πόλεμο που πριν ανέλθουν είχαν καταδικάσει, αδιαφορώντας και για τη γνώμη
των Συμμάχων και για την επερχόμενη καταστροφή που ήδη από το 1921 ήταν
βεβαιωμένο ότι επέρχεται. Δεν ελαφρύνει ούτε καν τις ευθύνες του στρατηγού
Μεταξά, του μόνου πολιτικού που είχε έγκαιρα προβλέψει το αδιέξοδο της
εκστρατείας. Γιατί, όπως έγραψε και ο Γ. Βλάχος −ο συντηρητικός εκδότης της
“Καθημερινής”− παρόλο που του ζήτησε επίμονα να βγει δημόσια και να πει στον
λαό την άποψή του, αυτός σιώπησε περιμένοντας “ως κόραξ την καταστροφή”... και
όταν επήλθεν... φόρεσε το φράκο του και θέλησε να γίνη και πρωθυπουργός”.
Ιδιαίτερος δε κρίκος σε όλο αυτό το πλέγμα των ευθυνών υπήρξε ο Ύπατος Αρμοστής
Σμύρνης Αριστείδης Στεργιάδης.
Sasha Streshna, Week at the knees, 2023, λάδι σε καμβά, 50 x 35 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου