Του Γιώργου Μερτίκα
ΜΑΡΙΟ ΤΡΟΝΤΙ, Ο νάνος της θεολογίας και η κούκλα της ιστορίας. Η θεολογία ως γλώσσα της πολιτικής. Μετάφραση: Αχιλλέας Καλαμάρας, εκδόσεις σκαρίφημα, σελ. 104
…πάλι σας δίνω όραμα
Μιχάλης Κατσαρός
Θα μπορούσε νάναι μια πολιτική διαθήκη τούτο το μικρό βιβλιαράκι του Ιταλού καθηγητή φιλοσοφίας (και δραστήριου πολιτικού) Μάριο Τρόντι, μια διαθήκη που κληρονομεί στους επερχόμενους ίχνη διαφυγής από το τέλμα της ασημαντότητας του εδώ και τώρα, του χωρίς παρελθόν και μέλλον, της ανθρωπο-ζωολογίας ενός τέλους της ιστορίας που μαστίζει τον εικοστό πρώτο αιώνα.
«Φρούδες ελπίδες» επιγράφεται το τελευταίο δοκίμιο του βιβλίου, το οποίο συνέχει τα τρία προηγούμενα δοκίμια πολιτικής θεολογίας και μας εγκαθιστά κληρονόμους του ατελείωτου εικοστού αιώνα. Ο Τρόντι, σε ηλικία ενενήντα ετών και βάλε, διατηρεί μια αξιοζήλευτη πνευματική ζωντάνια, μας αφυπνίζει (σ’ αντίθεση με τους υπνογόνους θεωρητικούς των ημερών), γράφοντας χωρίς τους εξεζητημένους γλωσσικούς μηρυκασμούς προκειμένου να συγκαλυφθεί η κενότητα της σκέψης. Έχοντας υπερβεί τη μαρξιστική παράδοση της εργατικής αυτονομίας που ο ίδιος θεωρητικοποίησε (υπερβεί και όχι διαγράψει), την επανεξετάζει με βάση τρεις αιχμηρούς πολιτικούς στοχαστές: Καρλ Σμιτ, Βάλτερ Μπένγιαμιν και Γιάκομπ Τάουμπες.
Αφετηρία αυτής της κατευθυντήριας γραμμής είναι η απόφανση του Σμιτ ότι «όλες οι μεστές έννοιες της σύγχρονης πολιτειολογίας είναι εκκοσμικευμένες θεολογικές έννοιες». Ωστόσο δεν παύει να υποφώσκει το ερώτημα: ποιο μπορεί νάναι το κόκκινο νήμα που συνδέει έναν γερμανό καθολικό (καιροσκόπο κι ενταγμένο στο ναζιστικό κόμμα) μ’ έναν εβραίο καβαλιστή κι έναν ακόμη «γνήσιο» εβραίο γνωστικιστή; Και κατ’ επέκταση ποιο το νόημα ενός τέτοιου εγχειρήματος για εμάς;
Ασφαλώς δεν είναι η θεο-ζωολογία του καθολικισμού (ενδεχομένως και της ορθοδοξίας), με τις φυλετιστικές και αντισημιτικές συνεπαγωγές της, στην οποία ασκεί δριμεία κριτική ο Τάουμπες (και δεν χαρίζεται στον Σμιτ). Η φθίνουσα πίστη στον Θεό, λέει ο Τάουμπες, έφερε και μια παρακμιακή-φυλετική θεολογία εναντίον του «περιούσιου λαού» -μια και οι εβραίοι δεν πιστεύουν πως ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας. Κατ’ αναλογία, θα λέγαμε, η παρακμή της πίστης στον άνθρωπο, η νιτσεϊκή μεταξίωση των αξιών, οδήγησε στην κατάπτωση της ανθρωπιστικής ιδεολογίας. Τη θέση της έσπευσαν να καλύψουν με τα υποκατάστατα του ανθρωπισμού, την ανθρωπο-ζωολογία του φυλετισμού της πολιτικής ορθότητας και των αντιπάλων της.
Η τοποθέτηση τώρα του Τρόντι στο παραπάνω ερώτημα φανερώνεται ευθύς εξ αρχής στον τίτλο του βιβλίου με δυο λέξεις-κλειδιά: ο νάνος (η θεολογία) και η κούκλα (η ιστορία). Κοντολογίς ο Τρόντι μας παραπέμπει στην πρώτη από τις Θέσεις για τη φιλοσοφία της ιστορίας του Μπένγιαμιν. Σ’ αυτό το υπέροχο κείμενο, σκάβοντας ανακαλύπτουμε τη μεταγραφή των συλλήψεων της Πολιτικής θεολογίας του Σμιτ, ριζοσπαστικοποιημένων, αντεστραμμένων, στην προοπτική των «από κάτω», στην οποία στρατεύεται κι ο Τάουμπες. Ένα κείμενο, γράφει ο Τρόντι, το οποίο ο καθένας από μας προτού ενδώσει στον «δημοκρατισμό», προτού ωριμάσει, θα όφειλε να ξαναδιαβάσει. Θα θυμηθεί τότε τον νεανικό ενθουσιασμό που τον συνεπήρε όταν το πρωτοδιάβασε, τα πρώτα γεμάτα πίστη σκιρτήματα της σκέψης. Αντιγράφω από την πρώτη έκδοση στην ελληνική γλώσσα:
«Πρέπει λένε να υπάρχει ένας αυτόματος μηχανισμός κατασκευασμένος έτσι ώστε ν’ απαντά σε κάθε κίνηση ενός σκακιστή με μια αντίθετα κίνηση που να του εξασφαλίζει τη νίκη της παρτίδας. Μια κούκλα με τούρκικη στολή, στο στόμα ένα ναργιλέ, καθόταν μπροστά στη σκακιέρα, που στηριζόταν σ’ ένα απλόχωρο τραπέζι. Μ’ ένα σύστημα καθρεφτών δημιουργόταν η ψευδαίσθηση πως αυτό το τραπέζι ήταν διαφανές απ’ όλες τις πλευρές. Στην πραγματικότητα καθόταν εκεί μέσα ένας καμπούρης νάνος, που ήταν πρωταθλητής στο σκάκι και κατηύθυνε το χέρι της κούκλας με νήματα. Μπορούμε να φανταστούμε ένα αντίστοιχο αυτού του μηχανισμού στη φιλοσοφία. Είναι απαραίτητο να κερδίζει πάντοτε η κούκλα που ονομάζεται «ιστορικός υλισμός». Μπορεί αυτή δίχως άλλο να αντιμετωπίσει οποιονδήποτε, όταν δέχεται τις υπηρεσίες της θεολογίας, η οποία, όπως ξέρουμε, είναι σήμερα κοντή και κακόμορφη και δεν της παρέχεται καμιά δυνατότητα να προβάλει στο προσκήνιο».
Θεολογία και ιστορία. Μια σχέση που ξεκινά με τον Ιωακείμ Φλώριο διαπερνά τον μεσαίωνα, μέχρι τους εμφύλιους θρησκευτικούς πολέμους και τον Χομπς, ενώ μεταμορφώνεται από τον 18ο αιώνα και μετά σε εκκομισκευμένες ιδεολογίες. Η σχέση αυτή αναδύεται σε περιόδους έντασης, προσδιορίζει τα πολιτικά μέτωπα και καθιστά ορατό το ζήτημα της κυριαρχίας: «κυρίαρχος», γράφει ο Σμιτ, «είναι όποιος αποφασίζει για την κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, συνεχίζει, είναι ανάλογη με την έννοια του θαύματος στη θεολογία. Το θαύμα που θέλει ο Σμιτ είναι η αναχαίτιση του Αντίχριστου, της ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης, η αντεπανάσταση. Κι αυτός που μπορεί να το πετύχει είναι το κατέχον, η θεσμική ενότητα των αντιθέτων της καθολικής εκκλησίας, το κράτος. Από την άλλη πλευρά, για τον Μπένγιαμιν των Θέσεων «η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι ο κανόνας στην παράδοση των καταπιεσμένων». Μ’ άλλα λόγια στην παράδοση των καταπιεσμένων ο κυρίαρχος κανόνας είναι το θαύμα, το ολικό θαύμα ενός άλματος εκτός του «χειρότερου δυνατού κόσμου» (Νίτσε), σ’ έναν άλλο κόσμο μ’ άλλους νόμους. Να μια παράδοση που έχει κι αυτή θεολογικές αφετηρίες, τον Θωμά Ακυινάτη, και ακούγεται ίσαμε τον Μαρκούζε. Είναι μια ελπίδα, ένα «όχι ακόμη» γράφει ο Μπλοχ, στον οποίο αναφέρεται εκτενώς ο Τρόντι στις «Φρούδες ελπίδες». Ουτοπία; Ναι ο Τρόντι θέλει την ουτοπία αλλά όχι την υπαρκτή, τη νεοφιλελεύθερη, στο όνομα της οποίας επιστρατεύεται σήμερα η έκτακτη ανάγκη. Μιλά για μια ουτοπία που ‘χει να κάνει με την παράδοση των καταπιεσμένων, τη χαμένη παράδοση του Τόμας Μύντσερ, η οποία μπορεί να ενεργοποιηθεί χάρη στις (απισχνασμένες σήμερα) ανθρώπινες ικανότητες της μνήμης και της φαντασίας.
Κι ο Τάουμπες; Ο Τάουμπες λέει ο Τρόντι στέκει στο ενδιάμεσο, ανάμεσα στον πολιτικό ρεαλισμό του Σμιτ και τον ουτοπικό μεσσιανισμό του Μπένγιαμιν. Όντας γνωστικιστής (σύμφωνα με τον Hans Blumenberg) πιστεύει πως μόνο ο θεός μπορεί να τα βάλει με τον θεό. Δύο θεοί: ο θεός της δημιουργίας κι ο θεός της λύτρωσης διαμορφώνουν σ’ αυτόν τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Το ποιος θα κατισχύσει μας βυθίζει στον ιστορικό χρόνο, στο πολιτικό του Σμιτ. Τόσο ο Σμιτ (εκ των άνω) μα και ο Τάουμπες (με τους κάτω) θέλουν ουδέτερο το πολιτικό (τη σχέση φίλος-εχθρός, δημιουργία-λύτρωση) σαν αντίπαλο δέος της ουδετεροποίησης και της αποπολιτικοποίησης του κυρίαρχου σχηματισμού των καιρών. Η πολιτική θεολογία σ’ αυτή την προοπτική γίνεται το ιστορικό προηγούμενο, ένα παράδειγμα, του τόπου όπου μπορεί να εκδηλωθεί το πολιτικό, του τόπου της υπερέντασης των αντιθέσεων όπου συμπυκνώνεται το πνεύμα μιας εποχής. Κι ο τόπος αυτός μπορεί άλλοτε να χάνει την ισχύ του, να εξουδετερώνεται, κι άλλοτε να την ξαναβρίσκει, να μεταμορφώνεται, να μετατοπίζεται. Γι’ αυτό, σε μια εποχή εκμηδένισης (χλευασμού) των ιδεών της λύτρωσης μπορούμε έγκυρα να πούμε ότι δεν είναι οι ιδέες που έχουν φθαρεί αλλά η πίστη σ’ αυτές τις ιδέες, στο θαύμα της λύτρωσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου