(2η εκδοχή)
Το σπίτι των κραμάτων.
Παλιά όλα αυτά ήταν κρεβατοκάμαρες,
τα μετάξια θύμιζαν σανό,
τα μυρμήγκια ξαφνική μπουγάδα,
το φως άσπριζε από μόνο του ταξίδια και πανιά.
Ο μινώταυρος πηγαινοερχόταν παντού
σαν αράχνη στα δυο του πόδια.
Τα μηνίγγια του μαγνήτες
κι ο τρομαχτικός χαλκάς.
Τώρα μένει το πτώμα του
σε λωρίδες χαλί
στριμωγμένο στα τούβλα.
Δίπλα το θυσιαστήριο, τα άμφια,
ένας τενεκές με ξεραμένη μπογιά.
Στις κόχες οι φάκες
με το σκοτωμένο κασέρι.
Απ’ τον λαβύρινθο έμεινε
ο μακρόστενος διάδρομος
κι ο χώρος αναμονής.
Δεν έχεις τίποτα πια να πεις
αλλά τα χνότα κολλάνε στη μάσκα
καθώς η Πασιφάη
σ’ ακούει να τραυλίζεις
και σου βάζει τον λοστό
στο πάνινό σου
στόμα.
Αλέξιος Μάινας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου