Του Παντελή Μακρή*
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΗΤΡΟΥ, Performance Art. ασυνείδητο, σώμα, παραστασιακή πράξη, εκδόσεις Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη, σελ. 216
Το βιβλίο του Γ. Μήτρου είναι μια καλλιτεχνική και πολιτική ερμηνεία του φαινομένου της performance που θέτει στο επίκεντρο της ανάλυσής του το σώμα ως ύλη και φορέα υποκειμενικότητας, απαλλαγμένο από οποιαδήποτε ακαδημαϊκή κλειστή έννοια του εικαστικού. Ο συγγραφέας δεν κάνει μια ιστοριογραφική μελέτη του φαινομένου της performance, ούτε την εγκλωβίζει σε ταξινομικά πλαίσια, αλλά αναζητά τα καταγωγικά της στοιχεία για να τα διασαφηνίσει. Είναι μια μελέτη πρωτότυπη για τα ελληνικά δεδομένα και από τις ελάχιστες στη διεθνή βιβλιογραφία που βάζει την ψυχανάλυση και τα ερμηνευτικά εργαλεία του λακανικού προσανατολισμού ως αναγκαία συνθήκη στην μελέτη της performance ως έργο τέχνης. Και αυτό γιατί, όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας, στην performance “ενέχεται τόσο το σώμα του υποκειμένου, ως φαντασιακή πρόσληψη της ολότητάς του στο ‘στάδιο του καθρέφτη’ όσο και το ‘υποκείμενο του ασυνειδήτου’ [Λακάν] σε σχέση με την γλωσσική δομή”.
Το τελετουργικό σώμα
Θεωρώντας την παραστατικότητα ίδιον της ανθρώπινης κατάστασης, επιχειρεί μια γενεαλογία της performance, θεμελιώνοντας το εγχείρημά του στο τελετουργικό σώμα ως κύριο σημαίνον της ζωντανής δράσης που εκτείνεται στον παροντικό χώρο και τονίζει τον ενεστώτα χρόνο. Είναι μια θεμελίωση που σίγουρα απηχεί τον Wittgenstein, ο οποίος, λέγοντας πως “ο άνθρωπος είναι εν γένει τελετουργικό ον”, διαφεύγει από μια κλειστή γλωσσολογική αιτιακή σχέση της λέξης και του νοήματος προς μια ανθρωπολογία του σώματος και του συμβόλου. Άλλωστε και ο φιλόσοφος -παλαιοντολόγος Leroi-Gourhan συνδέει την παραστατικότητα με την ανθρώπινη κατάσταση καθώς το ζώο - άνθρωπος γίνεται υποκείμενο μέσα από τη χρήση του συμβόλου. Η “ζωντανή” δράση θα μετασχηματιστεί σε τελετουργία και αργότερα σε παραστατικό δεδομένο μέσα από το πέρασμα από το μυθικό στο ποιητικό (αισθητικό) και πολιτικό, σύμφωνα με τον Γ. Μήτρου. Μια από τις ανώτερες μορφές τέτοιου μετασχηματισμού αποτελεί το φαινόμενο του Αρχαίου Δράματος. Η performance ως παραστατικό γεγονός είναι μια ανακάλυψη εκ νέου της ‘ζωντανής’ δράσης, η οποία είχε ξεχαστεί μέσα στις διάφορες δραστηριότητες του κλασσικού αστικού θεάτρου και στην έννοια του “ρόλου-χαρακτήρα”.
Επιστροφή στο σώμα
Έτσι, ο κεντρικός άξονας του βιβλίου αφορά στις επιστροφές στο σώμα, όπως αυτές εμφανίζονται στη ζωντανή τέχνη, στην μορφή που κυριάρχησε να έχει αυτή από τον 20ό αιώνα και μετά. και ονομάζεται performance art. Οι επιστροφές αυτές συντελούνται σε συνάρτηση με ιστορικά συμβάντα τα οποία τραυματίζουν το σώμα και εγγράφονται σ' αυτό ως συμπτώματα. Και επειδή οι επιστροφές αυτές στο τελετουργικό σώμα διαπλέκονται με το ιστορικό γίγνεσθαι, παράγουν με τη σειρά τους παραστατικά συμβάντα. Βλέπουμε, δηλαδή, να υπάρχει μια διαλεκτική σχέση του πολιτικού με το αισθητικό.
Η πρώτη επιστροφή στο σώμα συντελείται μέσα στο τραύμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και σηματοδοτείται από το κίνημα του Dada. Η λέξη αποχωρίζεται από το μονοδιάστατο νόημά της. Η ομιλιακή δράση (ήχος, εκφορά), ενώνεται με την σωματική. Το σώμα του performer κρατάει το “απόρριμμα” της τέχνης του ως καθρέφτη μιας κοινωνίας που παράγει σκουπίδια. Το σώμα πάλλεται προκλητικά απέναντι στον πουριτανισμό μιας εποχής που δεν κέρδισε τον σεβασμό μας, όπως λέει ο Ball. Μια εποχή που δεν σεβάστηκε όμως ούτε αυτή το ζωντανό σώμα, το τραυμάτισε ανεξίτηλα ή καλύτερα το εξαφάνισε στα χαρακώματα των μαχών, στα κρεματόρια των ναζί ή στον ατομικό όλεθρο της Χιροσίμα.
Η δεύτερη επιστροφή στο σώμα πραγματώνεται μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος θεμελιώνει την βιοπολιτική ως εξουσία πάνω στο σώμα με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Από τον Foucault μέχρι τον Agamben, τα φριχτά αυτά επινοήματα του “πολιτισμένου κόσμου” δεν σταματούν να εγγράφονται ως συμπτώματα στον δημόσιο χώρο και στο κοινωνικό σώμα. Συμπτώματα που αποζητούν με εμμένεια την ανάγνωσή τους από τα πολιτικά υποκείμενα ακόμα και σήμερα, αν αναλογιστούμε τις βιοεξουσίες και βιοπολιτικές που ασκούνται λόγω της προσφυγικής ή της υγειονομικής κρίσης. Το σώμα, λοιπόν, πρέπει να επαναπροσδιοριστεί, αφού δεν είναι πια το απελευθερωμένο σώμα του ντανταϊσμού. Είναι το σώμα που φέρει το τραύμα της Shoa, το σώμα που επιζητεί την βία και την αυτοτιμωρία του, ως στοιχείο της κάθαρσης.
Ο μεταπολεμικός κόσμος όμως είναι και ένας “κόσμος της αφθονίας”, του θεάματος και της απόλαυσης των αντικειμένων. Είναι αυτό που ο Lyotar θα αποκαλέσει μετα-νεωτερικότητα. Αυτό το μετά- θα μετακυλιστεί και στο σώμα, σε συνδυασμό, δε, με τον –κατά Φρόιντ– σαδο-μαζοχιστικό πυρήνα του ψυχισμού, το οδηγεί σε μια νέα κατάσταση, καθώς οι νεοφιλελεύθερες βιοπολιτικές κερδίζουν ολοένα έδαφος και ορίζουν όχι μόνο τί θα απολαύσει κάποιος, αλλά και τί δεν θα απολαύσει,. Μιλάμε πια για ένα μετα-σώμα. Ένα σώμα που απο-υποκειμενοποιείται και γίνεται αντικείμενο. Ως αντικείμενο, το μετά- σώμα, μπορεί να εκτίθεται πλέον σε χώρους οργανωμένους και σε χρόνους που διαρκούν. Μπορεί να είναι θέαμα, έξω από την εφήμερη παρουσία της καλλιτεχνικής επιτέλεσης, της performance, στο ζωντανό χώρο και στον παρόντα χρόνο που θα καταγραφεί, με τα αισθητά και μη στοιχεία της, στη μνήμη του θεατή.
Σήμερα, λοιπόν, η performance art επιστρέφει εκ νέου στο σώμα. Αναζητεί το σώμα ως ολότητα μέσα σε ένα μετακαπιταλιστικό τοπίο που διαρρηγνύει τον κοινωνικό δεσμό, συρρικνώνει τον δημόσιο χώρο και ποινικοποιεί το ζωντανό σώμα. Μέσα σ' αυτό το τοπίο η performance λειτουργεί έτσι ώστε το διασπασμένο σώμα να έρθει ως ολότητα στην προφάνεια με όλη του την σαρκική οντότητα. Το σώμα του performer με χειρονομίες και με την παρουσία του λόγου, ως σωματικού φαινομένου, προσπαθεί να συναντηθεί με τον Άλλο. Αυτή η τρίτη επιστροφή στο σώμα όμως δεν έχει συντελεστεί ακόμα. Είναι ένα διακύβευμα στο οποίο ο συγγραφέας του βιβλίου στρατεύεται ανεπιφύλακτα, θέτοντας τα κατάλληλα ερωτήματα για μια γόνιμη θεωρητική και πρακτική ερμηνεία της καλλιτεχνικής επιτέλεσης. Στο διάλογο αυτό η ψυχανάλυση δίνει εκείνα τα εννοιολογικά και πρακτικά εφόδια, έτσι ώστε στο σώμα του performer να εμφανιστεί η συνθήκη του τριπλού: το φαντασιακό-ποιητικό, το συμβολικό-πολιτικό και πραγματικό-τραυματικό σώμα. Έτσι θα αποτελέσει ένα κεντρικό σημαίνον ή ένα σύμπτωμα που θα λειτουργήσει ως τελεστής της συνάντησης του καλλιτέχνη με τον θεατή μέσα από τη ζωντανή δράση στο εδώ και τώρα, προκειμένου να αφυπνιστεί η συνείδηση του τελευταίου.
Πέρα από την αντίθεση υποκειμένου-αντικειμένου
Στην πρώτη επιστροφή στο σώμα λοιπόν, έχουμε το χειραφετημένο υποκείμενο που παράγει το απόρριμμα ως καλλιτεχνική αντίσταση σε μια κοινωνία που παράγει απορρίμματα στήνοντας απέναντί της έναν καθρέφτη. Στην δεύτερη επιστροφή έχουμε το αντικειμενοποιημένο σώμα ως αντιστροφή της εικόνας, μέσα από εκείνο τον καθρέφτη της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Στην τρίτη επιστροφή έχουμε μια δι-υποκειμενική διαλεκτική όπου το αισθητό, η αντιληπτικότητα, καλύπτει όχι μόνο την παροντική πληρότητα της σωματικής δράσης αλλά και τις ελλειπτικότητες του πράγματος, του σώματος του ασυνειδήτου. Σε μια τέτοια θέαση του φαινομένου της performance αναγνωρίζουμε την αντιληπτική φαινομενολογία του Μερλώ- Ποντύ, όταν λέει πως, “αυτός που θέτει τον άλλο άνθρωπο είναι αντιληπτικό υποκείμενο, το σώμα του άλλου είναι αντιληπτικό πράγμα, ο ίδιος ο άλλος τίθεται ως φορέας αντίληψης”.
*O Παντελής Μακρής είναι κοινωνιολόγος, θεωρητικός παραστατικών τεχνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου