ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΡΑΓΚΕΣΚΑΚΗ, Σύνταγμα – ΚΑΤ, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 89
Μια διαδρομή από το Σύνταγμα στην Κηφισιά. Το λεωφορείο της γραμμής
διασχίζει την πόλη από το κέντρο στα βόρεια προάστια. Η επιβίβαση ενός
ρακένδυτου ανάπηρου και τραυματισμένου άντρα, χωρίς εισιτήριο, με την ανοχή και
την βοήθεια των άλλων επιβατών θα πυροδοτήσει την οργισμένη αντίδραση του
οδηγού και έναν χειμαρρώδη, εκτός ελέγχου και συνοχής, μονόλογο. Ο άλλος, ο
έκνομος, ο αποσυνάγωγος, ο απόκληρος, ο ξένος, ο εισβολέας στην κανονικότητα,
θα ενεργοποιήσει όλα τα συντηρητικά ανακλαστικά του υπευθύνου του οχήματος, που
σχεδόν από την αρχή δείχνει σημάδια οργής, αποδιοργάνωσης και φόβου, στα όρια
του πανικού.
Καθ’ οδόν προς το ΚΑΤ καθώς ο ψυχικός εκτροχιασμός και το αγχώδες φοβικό
παραλήρημα εντείνεται, η ρουτίνα του καθημερινού δρομολογίου του καθηλωμένου
στη θέση του οδηγού, με τα επαναλαμβανόμενα ερεθίσματα (κτίρια, διαφημιστικές
επιγραφές, εμπορικά μηνύματα, θόρυβος, στάσεις, φανάρια, συνωστισμός αυτοκινήτων
και ανθρώπων), μετατρέπεται σε μια οξεία υπαρξιακή κρίση, με συμπτώματα μανίας
καταδίωξης. Λέξεις όπως πείνα, βρωμιά, αρρώστια, θάνατος, ναρκωτικά, ανεργία, παρανομία
τρυπώνουν στις φράσεις του ρυθμικά και επαναλαμβανόμενα. Σαν καταγγελία ή μήπως
σαν εξορκισμός.
Ο οδηγός, ένας άλλος Perec, καταγράφει μέσα από το
πανοραμικό τζάμι, όσα βλέπει φευγαλέα, ενώ η γνώριμη πόλη, εχθρική και
αφιλόξενη κινείται με ορμή αντίστροφα. «Ενοικιάζεται,
διατίθεται, πωλείται, τράπεζες, εμπορικά κέντρα, πολυκαταστήματα, ιδιωτικά θεραπευτήρια, κέντρα διασκέδασης, ενοικιάζεται,
πωλείται το παρόν, μεγαλοαστικές γειτονιές, ενοικιάζεται». Απειλητικά
επίμονα αστικά σινιάλα στην παρακμάζουσα
Αθήνα της κρίσης, των θεσμών και των ταξικών αντιθέσεων. Μια ενορχηστρωμένη επίθεση
διαρκείας κι αυτός ένας αδύναμος, υποταγμένος, απομονωμένος και έκθετος στον
φόβο και την βία της εξουσίας ανθρωπάκος, καθηλωμένος στο τιμόνι.
Ό λόγος του αγκιστρώνεται με πείσμα στο στερεοτυπικό τρίπτυχο: πατρίς,
θρησκεία, οικογένεια. Κι ας είναι οι μνήμες οδυνηρές, κι ας έχει τραυματιστεί
και προδοθεί στον βίο του και από τα τρία. Αδιάφορη πατρίδα, ανάλγητη εξουσία, αυταρχικός
πατέρας, βασανιστική θητεία με καψόνια στα σύνορα, συντηρητική εκκλησία, που
κωφεύει στον ανθρώπινο πόνο. Απαξιώνει την πολιτική και μηρυκάζει πειθήνια το
εθνικοπατριωτικό αφήγημα με τις ξενοφοβικές ιαχές και τις κορώνες για το
αρχαιοελληνικό παρελθόν και ελληνοχριστιανικό παρόν. Ζει μια ζωή περιδεή και
περίκλειστη, μισώντας κάθε απόκλιση, λοιδορώντας όσα δεν καταλαβαίνει: την
τέχνη, τα βιβλία, τον κινηματογράφο, το θέατρο, απορρίπτοντας όσα από άγνοια έχει
αποκλείσει. Στενεύει οικειοθελώς τους ορίζοντές του, κυνηγώντας ασθμαίνων τις
ανελαστικές οικονομικές υποχρεώσεις της οικογένειας. Εξουθενωμένος από την
μείωση του μισθού, το άγχος των δόσεων, τον εφιάλτη των δανείων, την οικονομική
ανασφάλεια, βουλιάζει στον καναπέ, παρακολουθώντας με φανατισμό ποδόσφαιρο. Υπνωτισμένος
από το τρεμουλιαστό φως της τηλεόρασης, με το τηλεκοντρόλ στο χέρι και την
απόγνωση στο βλέμμα. Μέχρι την επόμενη μέρα.
Και καθώς το όχημα διατρέχει την πόλη προς το ΚΑΤ και πάλι πίσω, και το
μικρό ευφυές βιβλίο φθάνει στο τέλος του, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως ο
απόβλητος, ο αποσυνάγωγος, ο παρίας, ο αποκλεισμένος από τις χαρές της ζωής, ο
έκθετος στις απειλές της φτωχοποίησης, αυτός που δεν έχει στον ήλιο μοίρα, δεν
είναι μόνο ο ανάπηρος άστεγος που εισέβαλε στο όχημα του οδηγού, αλλά κι αυτός
ο ίδιος.
ΜΑΡΙΑ ΜΟΙΡΑ
Από τα
έργα του Απόστολου Παλαβράκη Aggregate I /
Element XIII – XVI, 2013-2016, ατσάλι, καθρέφτης, 80,6 x 61,7 x 108,11 εκ. στο MOMus- Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης- Συλλογή Κωστάκη |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου