Steven C. Harvey, Construction Site, 2018, μολύβι σε χαρτί, 15 Χ 21 εκ. |
ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ
ΜΙΧΑΗΛ ΖΟΣΕΝΚΟ, Το Θύμα της Επανάστασης, διηγήματα, μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης
Τριανταφυλλίδης, Εκδόσεις Επίκεντρο, σελ. 232
Αν δεν υπήρχε η τελευταία φράση στην Εισαγωγή
του Δημήτρη Τριανταφυλλίδη για το βιβλίο διηγημάτων του Ρώσου συγγραφέα Μιχαήλ
Ζόσενκο, Θύμα της Επανάστασης, ότι
κάθε λάθος ή αβλεψία τον βαραίνουν
προσωπικά, θα είχα δώσει στο κείμενο τον τίτλο Θύμα της μετάφρασης. Γιατί αυτά τα λάθη δεν βαραίνουν μόνο τον
ίδιον τον μεταφραστή, αλλά και τον αναγνώστη. Ιδιαιτέρως τον ρωσόφωνο αναγνώστη.
Από την άλλη, νιώθω έως και ευγνωμοσύνη προς τον Δημήτρη Τριανταφυλλίδη: ποιος
ξέρει, πότε θα τύχαινε να ξαναδιαβάσω κάποια από τα αγαπημένα ρωσικά κείμενα;
Τα ερωτήματα προέκυψαν ήδη στην πρώτη σελίδα,
από το απόσπασμα από την Τέταρτη Πρόζα
του Όσιπ Μάντελσταμ, με το οποίο ο μεταφραστής προλογίζει το βιβλίο: «Έχουμε την Βίβλο του κάματου, μα δεν την
εκτιμούμε. Είναι τα διηγήματα του Ζόσενκο. Του μοναδικού ανθρώπου, ο οποίος μας
έδειξε τον εαυτό του να δουλεύει, μα εμείς τον ποδοπατήσαμε στις βρωμιές»,
μεταφράζει ο Δ. Τριανταφυλλίδης. Η φώτιση ήρθε μετά την ανάγνωση του ρωσικού
κειμένου, όταν η Βίβλος του κάματου
έγινε Βίβλος της εργασίας· χωρίς υπερβάλλοντα
πάθος, λύθηκε και ο γρίφος της τελευταίας φράσης, γιατί ο Μάντελσταμ είπε,
πάντα εννοώντας τον Ζόσενκο: «Του
μοναδικού ανθρώπου, ο οποίος μας έδειξε τον εργαζόμενο άνθρωπο, κι εμείς του
πετάξαμε λάσπες».
Αν λάβουμε υπόψη, ότι ο Μάντελσταμ έγραψε
αυτές τις γραμμές το 1930, όταν η δόξα του Ζόσενκο ήταν στο ζενίθ, οι έκφραση
«πετάμε λάσπες» δεν έχει καμιά σχέση με τη διαπόμπευση (εξόντωση) του Ζόσενκο (και
της Άννα Αχμάτοβα) το 1946: το 1939 μάλιστα του απονεμήθηκε το Παράσημο της
Κόκκινης Σημαίας της Εργασίας. Παρά τις εμφανείς διαφορές τους, ο Μάντελσταμ
εκτιμούσε το έργο του Ζόσενκο, σε αντίθεση με όσους πίστευαν ότι τα διηγήματά
του εξωραϊζουν τον μικροαστισμό.
Ο τίτλος της Ανθολογίας των διηγημάτων του
Ζόσενκο –Θύμα της Επανάστασης– είναι
πιασάρικος μεν, παραπλανητικός δε. Μέχρι το 1943 δεν υπήρχε στη Σοβιετική Ένωση
λογοτέχνης διασημότερος του Μιχαήλ Ζόσενκο. Η Επανάσταση έδωσε τροφή στο
ταλέντο του, απλά αυτό το ταλέντο την ξεπέρασε: όταν ο Ζόσενκο «σοβαρεύτηκε»,
έγινε επικίνδυνος.
Στην Εισαγωγή του ο Δ. Τριανταφυλλίδης,
ακολουθώντας πιστά τη ρωσική Βικιπίδια, μιλάει εκτενώς για τη θητεία του
Ζόσενκο στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, αναφέροντας ημερομηνίες, βαθμούς, τοποθεσίες,
παράσημα και γεγονότα, και επιτροχάδην περνάει από το συγγραφικό του έργο, σκορπώντας
τίτλους διηγημάτων, παρόλο που στην πρώτη κιόλας σελίδα δίνει μεγάλες ελπίδες, όταν
λέει, ότι ο Ζόσενκο «συνέχισε τις μεγάλες
παραδόσεις της πατρώας λογοτεχνίας».
Όμως, η προτεραιότητα, όπως είθισται κατά τις
ζητήσεις των καιρών, δίνεται στη διαμάχη του με την εξουσία και το κόμμα, στον
Ζόσενκο-θύμα του καθεστώτος. Εξ ου και ο τίτλος της Εισαγωγής: Η τραγωδία ενός δεξιοτέχνη του χιούμορ,
το Επίμετρο με τις Επιστολές του Ζόσενκο στον Στάλιν, την Εισήγηση του Ζντάνοφ
για τα περιοδικά «Ζβέζντα» (Αστέρι) και «Λένινγκραντ», η Απόφαση της ΚΕ του
Κόμματος, ενώ λείπει μια αναφορά στην ανεπανάληπτη γλώσσα του. Αλλά οι λέξεις
έχουν τη δική τους ιστορία, ιδιαίτερα όταν τις τοποθετεί στο κείμενο ένας
μαέστρος, όπως ο Ζόσενκο. Η μετάφρασή του είναι εξαιρετικά δύσκολη, αλλά η
προσπάθεια αξίζει. Αλλά λίγο η βιασύνη, λίγο η παρανόηση του δύσκολου ρωσικού
κειμένου, κι έτσι η ιδιαίτερη λαλιά των ηρώων του Ζόσενκο (διαφορετική από
διήγημα σε διήγημα) χάνεται. Τα δύσκολα σημεία του κειμένου, στην καλύτερη των
περιπτώσεων, μένουν ακατανόητα. Χάνεται το χιούμορ, η σβελτάδα, και σ’ αυτό δεν
φταίει η απόσταση ενός αιώνα, που μας χωρίζει από το σύμπαν του Ζόσενκο. Παραθέτω
μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα.
«Ο νοσηλευτής πλησίασε το κρεβάτι μου. Με
χαιρετάει. – Χαίρετε, λέει, πώς είναι η υγεία σας; Πού είναι η καρέκλα σας;»
(στο διήγημα «Άσχημη συνήθεια»). Όμως,
ο νοσηλευτής δεν είναι παρανοϊκός, απλά η λέξη «стул» (στην καθομιλουμένη
ρωσική όντως «καρέκλα») στη γλώσσα των νοσοκομείων σημαίνει «αφόδευση». Ο
νοσηλευτής ρωτάει τον ασθενή, αν πήγε στην τουαλέτα, αλλά ο ασθενής, απλός
ανθρωπάκος, του απαντάει με όλη την αφέλεια: «Φυσικά είχα καρέκλα, κάποιος όμως
από τους ασθενείς την πήρε».
Άλλο παράδειγμα: «Έκανε έντιμα τη δουλειά του
και έφυγε, φορώντας τις διανοουμενίστικες κάλτσες του» (στο διήγημα «Έντιμα
πράγματα»). Στο ρώσικο κείμενο: «Έκανε έντιμα τη δουλειά του και έφυγε με τα
διανοουμενίστικα ποδαράκια του («Έντιμη δουλειά»).
Τελευταίο παράδειγμα: «Εγώ, αδέλφια μου, δεν αγαπώ γυναίκες που φοράνε καπέλα, αν η γυναίκα
φοράει καπέλο, αν φοράει κάλτσες από fil
d’Ecosse, ή κρατάει στην αγκαλιά της ένα γαλλικό μπουλντόγκ ή έχει κάποιο χρυσό
δόντι, τότε μια τέτοια γυναίκα όχι μόνο δεν είναι αριστοκράτισσα, παρά μόνο μια
καλοθρεμμένη κυρά» (στο διήγημα «Αριστοκράτισσα»). Ο Ζόσενκο ήταν πιο
λακωνικός και σαφής: «Εμένα, αδελφάκια
μου, δεν μ’ αρέσουν τα θηλυκά με καπελάκια. Αν το θηλυκό φορά καπελάκι, καλτσούλες
από φιλντεκός ή κουβαλάει καμιά λουλού, ή αν έχει χρυσό δόντι, τότε μια τέτοια
αριστοκράτισσα δεν είναι θηλυκό, αλλά ένα τίποτα».
Λάθη και αβλεψίες... Στο κάτω-κάτω, πόσοι θα
τα προσέξουν; Κι αν υπάρχει κανένα σαρδάμ, ποιος ξέρει τι εννοούσε αυτός ο αρχαίος
Ρώσος συγγραφέας; Μπορεί κάποτε και να γελούσαν μ’ αυτές τις κρυάδες. Τι
πειράζει αν το τραπέζι αντικατέστησε την καρέκλα και το ρήμα «να κάτσει»
μεταφράστηκε ως «να φάει»; Τόση φασαρία για ένα γράμμα στο ρωσικό κείμενο; Τι
πειράζει;
Εμένα πάντως με πειράζει, και ξέρω καμπόσους
ακόμα που ενοχλούνται. Το να αποκαλέσεις τον Γκόρκι «πατέρα της σχολής του
ρεαλισμού», τι είναι; Λάθος ή αβλεψία; Ή να αποκαλέσεις τη λογοτεχνική ομάδα
Αδελφότητα του Σεραπίωνα, Αδελφοί
Σεραπιόν, αγνοώντας ότι η ονομασία προέρχεται από το μυθιστόρημα του Χόφμαν
Die Serapionsbrüder.
Στην Εισαγωγή του ο Δ. Τριανταφυλλίδης λέει
ότι κάθε λάθος ή αβλεψία τον βαραίνουν προσωπικά. Μήπως όμως είναι τόσο μεγάλο
το βάρος, που ο Ζόσενκο δεν μπορεί να το αντέξει;
Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια είναι κλασικός
φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου