5/5/19

Οι Κούρδοι και οι απαρχές της ιστορίας τους

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΗ

MURAT ISSI, Οθωμανική Αυτοκρατορία και κουρδικός εθνικισμός: Πολιτικές έννοιες και Ισλάμ στις πρώτες κουρδικές εφημερίδες, 1898-1918, Παπαζήσης, Αθήνα 2018, σελ. 492

Δυστυχώς στην Ελλάδα, όταν γίνεται λόγος για την ιστορία των Κούρδων και του Κουρδιστάν, δηλαδή της γεωγραφικής περιοχής της Μέσης Ανατολής που καλύπτει εδάφη της νοτιοανατολικής Τουρκίας, της βόρειας Συρίας, του βόρειου Ιράκ και του βορειοδυτικού Ιράν, η συζήτηση αρχίζει από τη δεκαετία του 1970, δηλαδή από την εμφάνιση του PKK (Κουρδικό Εργατικό Κόμμα). Μάλιστα περιστρέφεται είτε γύρω από την τουρκική καταπίεση είτε γύρω από την αντίσταση του PKK στο τουρκικό κράτος. Αναπόφευκτα, αυτή η προσέγγιση μας εμποδίζει να αντιληφθούμε ποιες πραγματικά είναι οι αιτίες του σημερινού ζητήματος των Κούρδων, όπως επίσης και να θέσουμε μια σειρά εποικοδομητικών ερωτημάτων τα οποία θα «ξεμπλέκανε» το νήμα ή, τουλάχιστον, θα το έθεταν στις σωστές του βάσεις.   
Στα ερωτήματα αυτά, αν και φαίνονται σύγχρονα, η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σε αυτά περιλαμβάνονται ζητήματα όπως: Πώς μπορούμε να ορίσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Κούρδοι στην Τουρκία; Μπορούμε να μιλάμε για ένα Κουρδικό Ζήτημα ή για πολλά; Αυτός ο όρος αναφέρεται σε ένα μόνο ή σε πολλά και ποικίλα ερωτήματα, που περιλαμβάνουν τις συγκρουσιακές ιδεολογικές και πολιτικές προτιμήσεις των πρωταγωνιστών, όπως και κανονιστικά και υλικά συμφέροντα; Είναι το Κουρδικό ένα πρόβλημα ταυτότητας, όπως ισχυρίζονται, και πολύ σωστά, οι περισσότεροι από τους πρωταγωνιστές του ζητήματος; Αλλά και πάλι, για ποια κουρδική ταυτότητα μιλάμε;

Σε αυτά, και σε πολύ περισσότερα, επιχειρεί να απαντήσει η ανά χείρας μελέτη του Murat Issi, που πραγματεύεται την ιστορική διαδρομή και διαμόρφωση του κουρδικού εθνικισμού μέσα από τις πρώτες κουρδικές εφημερίδες, την εικοσαετία 1898-1918. Το εύρος της μελέτης, ωστόσο, δεν περιορίζεται εκεί. Η ανάλυση του Ισσί εκκινεί από τον 16ο αιώνα, συγκεκριμένα από τη Συμφωνία της Αμάσειας, το 1514, ανάμεσα στους Κούρδους και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, καθώς, όπως πολύ σωστά τονίζεται, η συμφωνία αυτή αποτελεί μείζονος σημασίας ζήτημα ακόμα και σήμερα, αφού χρησιμοποιείται από κουρδικά στελέχη στις ομιλίες τους.
Η μελέτη αποτελεί την πρώτη, και μοναδική, στην ελληνική βιβλιογραφία που πραγματεύεται το συγκεκριμένο θέμα, προσφέροντας πλούσιο υλικό (κουρδικές, ελληνικές, τουρκικές, οθωμανικές, αγγλικές και γαλλικές αρχειακές πηγές) το οποίο παρουσιάζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη δυτική γλώσσα, εξ όσων τουλάχιστον γνωρίζει ο γράφων, καθώς και από εκτενή δευτερογενή βιβλιογραφία. Έτσι, προσφέρει άρτια τεκμηριωμένα ερμηνευτικά σχήματα. Σίγουρα, η αφήγηση θα επωφελούνταν από μια φιλολογική επιμέλεια από τον εκδότη η οποία, δυστυχώς, απουσιάζει, με αποτέλεσμα να υπάρχουν διάσπαρτα στο κείμενο λάθη.
Μέσα σε τέσσερα κεφάλαια, τρία εκτενή και ένα αισθητά μικρότερο, ο Ισσί προσφέρει μια μελέτη για την ιστορία των Κούρδων, τις απαρχές και τη διαμόρφωση του κουρδικού εθνικισμού, μια πορεία στην οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο ο κουρδικός περιοδικός Τύπος στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, όπως αναλύεται διεξοδικά στο τρίτο κεφάλαιο.
Το πρώτο κεφάλαιο πραγματεύεται όρους όπως έθνος και εθνικισμός και δημιουργεί το πλαίσιο μέσα από το οποίο ο συγγραφέας προσεγγίζει το θέμα του. Ο Ισσί δεν δέχεται a priori ως δεδομένες τις μελέτες των κλασικών θεωρητικών του εθνικισμού, ανεξαρτήτως με το αν συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος με τα συμπεράσματα του συγγραφέα. Αν και εμφανώς επηρεασμένος από αυτές, θεωρεί πως στην περίπτωση των Κούρδων η πραγμάτωση της δημιουργίας εθνικής ταυτότητας, τα πρώτα χρόνια τουλάχιστον, δεν ταυτιζόταν με τη δημιουργία νέου κράτους. Ενώ συμμερίζεται τον ισχυρισμό ότι τα έθνη κράτη είναι προϊόν της νεωτερικότητας, διαφωνεί με τις «δυτικές» θεωρίες περί έθνους και της εξέλιξής του στις μη αστικές κοινωνίες και χώρες, και μέσα από αυτό το πρίσμα προσεγγίζει τον κουρδικό εθνικισμό, και αναρωτιέται στην εισαγωγή του αν οι Κούρδοι διανοούμενοι επηρεάστηκαν και από «μη δυτικούς» στοχαστές. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η προσεκτική χρήση των όρων, όπως millet και kawm (έθνος/εθνοτική κοινότητα), watan/vatan (πατρίδα), αλλά ακόμα και η λέξη «Κούρδος», από τον Ισσί, λαμβάνοντας υπόψη τη μεταβολή τους σε χώρο και χρόνο, προσφέρει αναμφίβολα ένα επιπρόσθετο θετικό στοιχείο στην υπόψη μελέτη, το οποίο βοηθάει τον αναγνώστη να αντιληφθεί τόσο το ιστορικό πλαίσιο όσο και τις δυναμικές που αναπτύσσονται σε κάθε περίοδο και οι οποίες επηρεάζουν με τη σειρά τους την ανανοηματοδότηση αυτών των όρων.
Από την άλλη, αν κάποιος ανατρέξει στο δεύτερο κεφάλαιο, θα είναι σε θέση να κατανοήσει πολλά από τα σημερινά ερωτήματα που παρουσιάζει το λεγόμενο κουρδικό ζήτημα, αφού εδώ το προσεγγίζει μέσα από τα «μάτια των ίδιων των Κούρδων», όπως αναφέρει, συγκεκριμένα της κουρδικής διανόησης, αλλά και μέσα από τη γεωγραφία, την ιστορία και τη θρησκεία. Μέσα από αυτά τα τέσσερα διακριτά στοιχεία προσφέρεται ένα ιστορικό υπόβαθρο όπου διαφαίνεται η περίπλοκη πορεία των Κούρδων, με αφετηρία τη Συμφωνία της Αμάσειας, και μέσω του οποίου μπορούμε να κατανοήσουμε σε μεγάλο βαθμό το παρόν. Ταυτόχρονα, η πληθώρα χαρτών προσφέρει στον αναγνώστη μια άλλη διάσταση, που συνήθως απουσιάζει από ιστορικές μελέτες, αυτή των γεωγραφικών ορίων και του πώς και υπό ποιες πολιτικές ή/και πολεμικές συνθήκες μεταλλάσσονται στο χρόνο. Με άλλα λόγια, αναδεικνύεται η ρευστότητα των κουρδικών συνόρων, κάτι το οποίο εντοπίζεται και σήμερα, με αποτέλεσμα να περιγράφεται το Κουρδιστάν ως «το γεωγραφικό μέρος όπου ζουν οι Κούρδοι».
Πέραν των αναρίθμητων θετικών στοιχείων, αυτό που σίγουρα θα μείνει στον αναγνώστη είναι η πλούσια γνώση και εποπτεία του ζητήματος, τόσο ιστορικά όσο και, επιπρόσθετα, μέσα από μια ευρεία ανάλυση που δεν παγιδεύεται στις σύγχρονες πολιτικές και ιδεολογικές προκαταλήψεις. Ο Ισσί καταφέρνει να δημιουργήσει έναν συνεκτικό πίνακα, λαμβάνοντας υπόψη την πληθώρα των παραγόντων, συμφερόντων και συγκρούσεων, ώστε να βοηθήσει τον αναγνώστη να αντιληφθεί την κατάσταση στην Τουρκία και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Κούρδοι, τόσο σε σχέση με αυτήν όσο και εσωτερικά.

Ο Νίκος Χριστοφής διδάσκει τουρκική ιστορία και πολιτική στο Shaanxi Normal University της Κίνας

Νίκος Αρβανίτης, Δώδεκα Ώρες / Τεκμήρια, 2019, σιλικόνη, χρωστικές, φελιζόλ, ξύλο, σίδερο, ύφασμα, υδατοδιαλυτό βερνικόχρωμα enamel, διαστάσεις μεταβλητές

Δεν υπάρχουν σχόλια: