ΤΗΣ ΑΝΤΑΣ
ΔΙΑΛΛΑ
Ένα από τα
αιτούμενα της σύγχρονης ιστοριογραφίας για την Ελληνική Επανάσταση του 1821
είναι να μελετηθεί από την οπτική της Εποχής των Επαναστάσεων και να
συσχετισθεί όχι μόνο με τη Γαλλική Επανάσταση (όπως γίνεται τις περισσότερες
φορές) αλλά και με όλες τις επαναστάσεις που ξεσπούν από το 1770 έως το 1830: από
την Αμερικάνικη Επανάσταση (1775-1783), τη Γαλλική Επανάσταση (1789-1799) και
τους πολέμους της (1792-1799) έως την επανάσταση της Αϊτής (1791-1804), τις
εξεγέρσεις στην Καραϊβική και τους πολέμους της Ανεξαρτησίας στη Νότιο Αμερική
(1808-1833), καθώς και των επαναστάσεων στη Μεσόγειο: στην Ισπανία το 1820, την
Ιταλία, 1820-1821, την ελληνική, 1821-1827 και, τέλος, στη Ρωσία το 1825.
Εάν η μελέτη
του 1821 στην εγχώρια ιστοριογραφία χαρακτηρίζεται από κάποια εσωστρέφεια, η
ανανεωμένη διεθνής βιβλιογραφία για την Εποχή των Επαναστάσεων συνήθως αγνοεί
το ελληνικό παράδειγμα. Ωστόσο, αυτή δεν είναι η μόνη απουσία. Απουσιάζει και η
ρωσική περίπτωση. Παρά το γεγονός ότι η Εποχή των Επαναστάσεων ξεκινάει από μια
αγροτική εξέγερση στη Ρωσία, αυτή του Μπουγκατσώφ ενάντια στην Αικατερίνη Α' και
προς το τέλος της εκδηλώνεται η εξέγερση των Δεκεμβριστών. Όπως, νομίζω
εύστοχα, έχει επισημάνει εδώ και πολλά χρόνια ο Franco Venturi στο μνημειώδες έργο του The End of the Old Regime in Europe, 1768-1776. Patriotic Republicanism and the Empires of the East (1991),
η πρώτη κρίση του Παλαιού Καθεστώτος (μεταξύ
1760-1770) αναπτύσσεται με τους πιο αναπάντεχους τρόπους στην μεθόριο των παραδοσιακών
κρατών και αυτοκρατοριών: Κορσική, Μοριάς 1770, εξέγερση του Μπουγκατσόφ,
Δανία, Σουηδία και τέλος ΗΠΑ, με τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Ο Επταετής
Πόλεμος (1754-1763), με τις πολεμικές συγκρούσεις στην αμερικανική ήπειρο και
στην Ασία μεταξύ των Ευρωπαίων ή μεταξύ των Ευρωπαίων και των γηγενών λαών,
επιτάχυνε την κρίση των ευρωπαϊκών παλαιών καθεστώτων και έθεσε υπό αμφισβήτηση
τους νόμιμους ηγεμόνες τους.
Τη ρωσική συνιστώσα
έχει αγνοήσει και η πρόσφατη ελληνική ιστοριογραφία που μελετά το ελληνικό 1821
ως ένα ευρωπαϊκό γεγονός. Φαίνεται ότι είναι ακόμη πολύ ισχυρός ο
δυτικοκεντρικός τρόπος σκέψης που υπογραμμίζει τις
δυτικοευρωπαϊκές εμπειρίες ως την κύρια πηγή έμπνευσης για την Ελληνική
Επανάσταση.
Όμως οι άνθρωποι της
εποχής στα πρόθυρα της Επανάστασης είχαν ευρύτερους ορίζοντες και
αντιλαμβάνονταν έναν πιο «πολυκεντρικό» κόσμο σε σχέση με πολλά δικά μας
σύγχρονα ιστοριογραφικά στερεότυπα. Ας αφουγκραστούμε, χάριν παραδείγματος, τη
φωνή του Ιωάννη Καποδίστρια στα 1814, όταν το άστρο της Ρωσίας μεσουρανούσε και
ο Αλέξανδρος Α' θεωρούνταν ο απελευθερωτής της Ευρώπης, που συμβούλευε τους
νέους του τόπου του: «Εις την εποχήν που ζώμεν είναι αναγκαία εις τους
ιδικούς μας μια ανατροφή όχι ιταλική. Η χώρα μας δυσκόλως θα επιστρέψη εις τας
αρχαίας βενετικάς συνθήκας. Αι δυνάμεις του Βορρά αποκτούν μια υπεροχήν επί των
ευρωπαϊκών υποθέσεων. Πρέπει όθεν να δώσωμεν εις τα νεαρά τέκνα μιαν ανατροφήν
ανάλογον προς τους καιρούς τους οποίους ζώσι». Με άλλα λόγια, ο Κερκυραίος
αριστοκράτης και Ευρωπαίος πολιτικός αντιμετώπιζε την αυτοκρατορική και
αποικιοκρατική Ρωσία ως ένα τόπο ευκαιριών, ισχύος και ευρωπαϊκής ανωτερότητας,
προς την οποία πρέπει να προσβλέπουν οι χώρες της περιφέρειας. Οι ρωσικές φιλοδοξίες απέναντι στις Αμερικές
κατά τον 18ο και πρώιμο 19ο αιώνα ενέπλεκαν στενά τη Ρωσική Αυτοκρατορία με την
Ισπανική και την Πορτογαλική, με άλλα λόγια με τη Μεσόγειο, και την παγκόσμια
πολιτική ισχύος και τους παγκόσμιους εμπορικούς ανταγωνισμούς. Οι ρωσικές πολιτικές απέναντι στη Βενετία και τα Ιόνια νησιά, τις βρετανικές κτήσεις στη Μεσόγειο, όπως η Μινόρκα και η Μάλτα, την Οθωμανική Αυτοκρατορία και ιδιαίτερα απέναντι στον Λίβανο και την Αίγυπτο μας υποχρεώνουν να επισκεφθούμε εκ νέου το ελληνικό παράδειγμα και να το μελετήσουμε στο πλαίσιο του «αλληλοσυνδεδεμένου κόσμου των αυτοκρατοριών» (Leila Fawaz - Christopher Bayly, 2002).
Αυτή η
προοπτική διαφέρει από τις συμβατικές θεωρήσεις της ελληνικής ιστοριογραφίας
που κατανοούν τις ελληνικές διαπολιτισμικές και πολιτικές σχέσεις με τη Ρωσική
Αυτοκρατορία από μια περιορισμένη και αμφιλεγόμενη προοπτική, δηλαδή μέσα από
τις μακραίωνες παραδοσιακές σχέσεις μεταξύ δύο ομοδόξων λαών σε ένα κοινό
ορθόδοξο κόσμο. Διαφέρουν επίσης και από τη δυτικοκεντρική ιστοριογραφική «περιθωριοποίηση»
των ρωσικών εμπειριών ως «παραδοσιακών» και αποκλινουσών από τον ευρωπαϊκό
κανόνα της ιστοριογραφίας, όπως αυτός αναπτύχθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του
20ού αιώνα. Κόντρα στα στερεότυπα που θέλουν τη Ρωσία στο περιθώριο των
ευρωπαϊκών εμπειριών, ο ρωσικός «διευρυμένος 18ος αιώνας», ο χρυσός αιώνας της
ρωσικής αυτοκρατορικής ιστορίας, αντιθέτως την τοποθετεί στο κέντρο της
μεταναπολεόντειας περιόδου, με έναν καταλυτικό ρόλο σε όλα τα ευρωπαϊκά θέματα.
Ενόψει της
επετείου είναι, νομίζω, η στιγμή να θέσουμε την ελληνική περίπτωση στο κέντρο
ενός ευρύτερου επαναστατικού αφηγήματος, δίνοντας έμφαση στον ελληνορωσικό
άξονα. Εξάλλου, όπως έχει υποστηρίξει ο Pierre Rosanvallon, έχει μεγάλη σημασία οι ιστορικοί να
αποδίδουν στο παρελθόν το δικό του παρόν, καθώς το παρελθόν είχε και αυτό κάποτε ένα παρόν, το οποίο πρέπει να ιδωθεί με βάση τις
εμπειρίες των ανθρώπων που συμμετείχαν σε αυτό, με τα δικά τους συστήματα
αναπαραστάσεων, αντιλήψεων και αντιφάσεων. Με άλλα λόγια, να αποδώσουμε ξανά
στο παρελθόν την όψη της απροσδιοριστίας του. Και έτσι θα είμαστε σε θέση να
σκεφτούμε το παρόν μας πιο αποτελεσματικά. («Intellectuall
History and Democracy. An Interview with Pierre Rosanvallon», Journal of the History of Ideas, 68/4,
2007, 703-715).
[Συντομευμένη μορφή ανακοίνωσης στο συνέδριο «Ψηφιακό Αρχείο 1821»]
Η Άντα Διάλλα είναι ιστορικός στο Τμήμα Θεωρίας και
Ιστορίας της Τέχνης της ΑΣΚΤ
Νίκος Εγγονόπουλος, Ο
Όρκος, 1952, λάδι σε μουσαμά, 92 x 73 εκ.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου