4/11/18

Ο queer ελληνικός κινηματογράφος

Άννα Λάσκαρη, contagion of enthusiasm (λεπτομέρεια), 2018, μέταλλο, αλουμίνιο, PVC, ξύλο, δέρμα, γύψος, παραφίνη, τεχνητά φυτά και χρώμα, 152 x 82 x 70 εκ.



ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ

59o Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, 1-11/11/2018. Αφιέρωμα στο ελληνικό queer σινεμά, με 38 μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες.
Ένα απόσπασμα από το «σημειωματάριο του επιμελητή», Κωνσταντίνου Κυριακού

Υπάρχει queer ρεύμα στον ελληνικό κινηματογράφο; θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος από τους θεατές του κεντρικού αφιερώματος στο 59ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης; Οι 38 μεγάλου, μεσαίου και μικρού μήκους ταινίες, γυρισμένες από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέχρι και σήμερα, οι οποίες προβάλλονται στις αίθουσες του φεστιβάλ υποδεικνύουν μια γενεαλογία αλλά και όψεις της ιστορίας των queer κινηματογραφικών καλλιτεχνικών δομών. Ο θεατής θα έρθει σε επαφή με έναν ικανό και αντιπροσωπευτικό αριθμό ταινιών που εκφράζουν έναν εναλλακτικό πολιτικό και με φορμαλιστικό ενδιαφέρον λόγο. Πρόκειται για ταινίες αφηγηματικές που δραματοποιούν ακραίες ιστορίες ερωτικής αναρχίας και ιστορίες αγάπης. Άγνωστες, παραγνωρισμένες ή σπάνια προβαλλόμενες ταινίες και φιλμ με camp χιούμορ και αποδομητική διάθεση γύρω από τις έμφυλες ταυτότητες. Ορισμένες από αυτές, ρηξικέλευθες αφηγηματικά και τολμηρές εκφραστικά, αποτελούν δύσπεπτα φιλμ ενός κινηματογράφου ορίων και μορφικών πειραματισμών και άλλες ως συναρπαστικές και δημοφιλείς ιστορίες αγάπης εκόμισαν στην Τέχνη σκέψη, αισθησιασμό και αισθήματα αποδοχής.
Από πού ξεκινάμε; Ας υπογραμμίσω ότι υπάρχουν ταινίες που παραδόξως παραμένουν ανεπίδοτες/αγνοημένες/«απαγορευμένες», αν και φέρουν την υπογραφή του Νίκου Κούνδουρου (Vortex. Το πρόσωπο της Μέδουσας, 1967-1971) και του Βασίλη Φωτόπουλου (Ορέστης, 1969). Ταινίες οι οποίες, πραγματευόμενες μυθικά θέματα από τον αρχαίο κόσμο και εισάγοντας έναν avant-garde λόγο, συντονισμένο με τη διεθνή πρωτοπορία της εποχής, υμνούν το ανδρικό σώμα. Με τον ίδιο τρόπο που οι ταινίες του Παναγιώτη Ευαγγελίδη και το Caught Looking (1990) του Γιάνναρη μάχονται με ειρωνεία τα θέσφατα της (γκέι) στερεοτυπίας και τα ταμπού που εντοπίζονται και στις δύο όχθες. Με παιγνιώδη, υπονομευτικό και κατεδαφιστικό τρόπο, κατάστικτο από διακειμενικές αναφορές, η εθνική χαρακτηρολογία και οι μύθοι της είναι στο στόχαστρο ταινιών όπως η Ομίχλη κάτω από τον ήλιο (1980, Νίκος Λυγγούρης), η Στρέλλα (2009, Πάνος Χ. Κούτρας) και ο Ξεναγός (2010, Ζαχαρίας Μαυροειδής).

Προτιμήθηκε ένα ημίωρο ασπρόμαυρο φιλμ (Οι Τρώες, 1990, Κωνσταντίνος Γιάνναρης) από μια δημοφιλή στον πανελλήνιο «υπερπαραγωγή» του βίου του Καβάφη γιατί το πρώτο φαίνεται να συνομιλεί με την βιωματική queer ευαισθησία της εποχής του/μας χωρίς να περιορίζεται στην εικονογραφία όμορφων ανδρών. Με τον ίδιο τρόπο που ένα βιογραφικό φιλμ εποχής χαρτογραφεί τη μεσοπολεμική ομοφυλόφιλη ευαισθησία, μιλώντας και για τη σύγχρονη Ελλάδα: Μετέωρο και σκιά (1985, Τάκης Σπετσιώτης).
Ο Σπετσιώτης στις μικρού μήκους Καλλονή (1977) και Η Λίζα και η άλλη (1976) και ο Πάνος Κούτρας στην Επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά (1999), αναλαμβάνουν μέσω των πρωταγωνιστών-πρωταγωνιστριών τους, να θέσουν εν αμφιβόλω τα χαρακτηριστικά των φύλων, συνδυάζοντας ένοχη απόλαυση και κατεδαφιστική camp ιδεολογία απέναντι στη στερεοτυπία.
Από ένα φιλμ τεκμηρίωσης για τον Γιάννη Τσαρούχη προτιμήθηκε ένας διακειμενικός διάλογος με τους άνδρες του Τσαρούχη και τη μοναξιά τους: τα αρσενικά του Τσαρούχη σαρκώνονται στο Δίπτυχο: Η αγάπη που δεν λέει το όνομά της (2011, Παναγιώτης Ευαγγελίδης), όπως τα ένσαρκα αγάλματα στο Η Αφροδίτη στην αυλή (2011, Τηλέμαχος Αλεξίου) και η ομοφυλόφιλη «κουλτούρα κύρους» στο Λίβυος ή Η αγαλματώδης παρουσία του περασμένου έπους (1976, Γιώργος Καλογιάννης). Χρώματα και αισθήματα, παραβατικοί πόθοι και σώματα κινηματογραφημένα σε απόσταση αναπνοής διανύουν μια τροχιά από τη μοναξιά (North of Vortex, 1991, Κωνσταντίνος Γιάνναρης) μέχρι την παγανιστική μέθεξη (Μέσα στο δάσος, 2008, Άγγελος Φραντζής).
Δεν είναι τελικά «εις το τετράγωνο» αόρατες οι γυναίκες που αγαπούν γυναίκες: απλά αντί για διπλασιασμένα γυμνά γυναικεία σώματα, έρμαια στην οφθαλμολαγνεία, προτείνονται η παιγνιώδης υπονόμευση της στερεοτυπικής αρρενοποίησης (To γελεκάκι, 1976, Ίρις Ζαχμανίδου) και ένας συγκερασμός γυναικείας γραφής και γενεαλογίας. Είναι διαφορετικές οι νομάδες περιπλανώμενες γυναίκες της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη (Η διαρκής αναχώρηση της Πέτρα Γκόινγκ, 2000) από τους θηλυκούς μονομάχους στον εικαστικά εκθαμβωτικό Τόπο (1985, Αντουανέττα Αγγελίδη). Διακειμενικότητα και ημερολογιακός λόγος, με παρόντα τα βιώματα και τις εξομολογήσεις.
Ας περιγραφούν οι νυχτερινοί τόποι (πιάτσες-τοπόσημα) και οι χειρονομίες του πόθου και του οργασμού. Με τους μελοδραματικούς/φιλικούς στο χρήστη κώδικες του κυρίαρχου ρεύματος (Άγγελος, 1982, Γιώργος Κατακουζηνός και Γαλάζιο φόρεμα, 2006, Γιάννης Διαμαντόπουλος), χρωματισμένους με ενοχή αλλά και τόσο γνώριμους, όπως χαρτογραφούν τις εποχές του «ελληνικού γκέι τρόπου» μέσα από στιγμιότυπα που φέρουν μια αχλή νοσταλγίας που ενοχλεί και πληγώνει (Poste Restante Ομόνοια (1982, Χάρης Παπαδόπουλος). Όχι μόνο η εικόνα αλλά και η γλώσσα ως μυστικός κώδικας (Τα καλιαρντά, 2014, Πάολα Ρεβενιώτη). Όχι μόνο το «σινεμά με θέση» (ταινίες τεκμηρίωσης) αλλά και το σώμα των trans παρόν στην οθόνη ως τεκμήριο που δεν ταξινομείται: Μπέττυ (1979, Δημήτρης Σταύρακας), Tender (1997, Χρήστος Δήμας), Στρέλλα (2009, Πάνος Χ. Κούτρας), Obscuro Barroco (2018, Ευαγγελία Κρανιώτη).
Το εν κρυπτώ ανδρικό ζευγάρι στην ομοφοβική ελληνική κουλτούρα από τα ’60ς έως σήμερα: από έναν προστατευτικό εστέτ εναγκαλισμό (Στην αναπαυτική μεριά, 1981, Τάκης Σπετσιώτης) και τον μαικηνισμό (Fuck Freud, 2012, Αδάμ Καρυπίδης) μέχρι τα λαϊκά περιβάλλοντα, τη θνήσκουσα οικογένεια, την ελληνική επαρχία (…λιποτάκτης, 1988, Γιώργος Κόρρας & Χρήστος Βούπουρας). Από την οικογένεια (I Αm Gay, 2008, Νικόλας Κολοβός) και το στρατό (Όταν έχει πανσέληνο κανείς δεν κοιμάται, 1989, Παντελής Παγουλάτος) μέχρι το επώδυνο βίωμα στα πέτρινα χρόνια του AIDS: Ένας ουρανός με αστέρια (1995)/Ανάσα (1998) του Χρήστου Δήμα και Οι άνδρες δεν κλαίνε (2001, Κυριάκος Χατζημιχαηλίδης).
Η μεταναστευτική εμπειρία και οι queer ανατρεπτικές εγγραφές της ως πολιτικός και ερωτικός/αυτοβιογραφικός λόγος: Μια θέση στον ήλιο (1994, Κωνσταντίνος Γιάνναρης), και Amerikanos (1999, Χρήστος Δήμας) αλλά και στα «χρόνια της κρίσης» Η ανταρσία της κόκκινης Μαρίας (2010, Κώστας Ζάππας) και 7 θυμοί (2014, Χρήστος Βούπουρας).
Να μην λησμονήσω τους ηθοποιούς: ανά ζεύγη, ο Τάκης Μόσχος (Μετέωρο και σκιά) και ο Σταύρος Ζαλμάς (Μια θέση στον ήλιο), ο Στέλιος Μάινας (… λιποτάκτης) και ο Μιχάλης Οικονόμου (Ο ξεναγός), ο Μιχάλης Μανιάτης (Άγγελος) και ο Γιώργος Νανούρης (Γαλάζιο φόρεμα), η Μίνα Ορφανού (Στρέλλα), ο Γιάννης Αγγελάκης (Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά) και η Μπέττυ (Μπέττυ).

Ο Κωνσταντίνος Κυριακός διδάσκει στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών και επιμελήθηκε, στο πλαίσιο του 59ου Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2018), το μεγάλο αφιέρωμα στον queer ελληνικό κινηματογράφο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: