22/7/18

Με πολλαπλούς αφηγηματικούς τρόπους

ΤΟΥ ΒΑΓΓΕΛΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ

Έργο των Angela Detanico & Rafael Lain, φωτ.: Στέλλα Τζαχρήστα


ΛΙΛΑ ΚΟΝΟΜΑΡΑ, Ο χάρτης του κόσμου στο μυαλό σου, μυθιστόρημα, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 312

Η υπόθεση του μυθιστορήματος Ο χάρτης του κόσμου στο μυαλό σου διερευνά την καθημερινότητα μιας τυπικής μεσοαστικής οικογένειας που αποτελείται από τον φαρμακοποιό πατέρα Βασίλη, την ερευνήτρια κόρη του Εύα και τον τελειόφοιτο λυκείου γιο του Άρη. Στον οικογενειακό περίγυρο εμφανίζονται συγγενείς, φίλοι, συνάδελφοι, πελάτες, επαγγελματίες, κοινό πολυπρόσωπο. Περιφέρονται γύρω από ένα φαρμακείο, ένα σπίτι, μια γειτονιά, μια πόλη –την Αθήνα–, η οποία διαγράφεται ως κεντρικός σκηνικός τόπος. Γύρω από την πόλη το Πήλιο, η Μάνη, η Ναύπακτος. Χρονικά η υπόθεση εκτείνεται στα όρια της τελευταίας δεκαετίας με τα συσσωρευμένα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα των πολιτών και της χώρας μας επί τάπητος.
Στο αφήγημα κυριαρχεί η προσπάθεια να διαλευκανθούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες οδηγήθηκε στην αυτοκτονία η συμμαθήτρια του Άρη Δάφνη σε σχολική εκδρομή της τάξης τους στη Ρώμη. Η αποκάλυψη ότι αιτία του ατυχήματος υπήρξε η λήψη ναρκωτικών ουσιών στοχοποίησε τον ίδιο και την οικογένειά του και επηρέασε αρνητικά τους ρυθμούς της ζωής τους. Η πλοκή αναδιπλώνεται συνεχώς επανερχόμενη στη συγκεκριμένη υπόθεση του τραγικού δυστυχήματος και δημιουργεί μια αυξανόμενη αναγνωστική προσδοκία, έως ότου η λυτρωτική κάθαρση κατευνάσει την ένταση και οδηγήσει στην αποκατάσταση των ισορροπιών με κάποιες ευχάριστες ανατροπές. Το κεντρικό θέμα συμπληρώνουν ενδιαφέροντα γεγονότα, αντλημένα, όπως και η αυτοκτονία, από την παγκοσμιοποιημένη «πραγματικότητα» της κυρίαρχης ειδησιογραφίας των ΜΜΕ: η πτώση αεροπλάνου, η μετανάστευση, τα ναρκωτικά, η εργαστηριακή έρευνα για τη μελλοντική αντιμετώπιση ασθενειών, το κυκλοφοριακό, η ανυπότακτη εφηβεία με την απρόβλεπτη συμπεριφορά της.

Αν και η συγγραφέας αναρωτιέται μήπως ευτυχία είναι «μια καθησυχαστική επανάληψη ασήμαντων πραγμάτων», πρακτικά αποδέχεται τον ορισμό. Η υλοποίηση της ρητορικής ερώτησης της επιτρέπει να κινεί τα νήματα και να κατευθύνει με πιστότητα τις πράξεις των ηρώων της. Γι’ αυτό το λόγο οι χαρακτήρες σχηματοποιούνται, συνθέτουν το προφίλ τους, μέσα από εξονυχιστικές αναφορές για όσα επουσιώδη συμβαίνουν γύρω τους, στους συνομιλητές τους, στην κοινωνία. Οι ήρωες κατά κανόνα προσεγγίζουν την ετερότητα εγωκεντρικά παρότι προσδιορίζονται κατοπτρικά μέσω των άλλων. Ο γυναικείος ψυχισμός με τη μορφή ανασφάλειας τίθεται αντιμέτωπος στην ανδρική ουδετερότητα. Οι συμπεριφορές των ανδρών χαρακτηρίζονται από αδυναμία ανίχνευσης της λεπτότητας και των προτιμήσεων του ασθενούς φύλου. Η συγγραφέας επιχειρεί να ομογενοποιήσει το αστικό περιβάλλον με τις ψυχικές καταστάσεις των ηρώων «εμβολίζοντας» μέσα από τις ερμηνείες των ρόλων τους αστραπιαίες εικόνες από τα συνήθη τεκταινόμενα στην Αθήνα. Τοιουτοτρόπως εμπλουτίζει με ρεαλισμό το γενικότερο πλαίσιο της σύγχρονης εποχής, και μας παραχωρεί πλουσιοπάροχα προβληματισμό και αισθητική ικανοποίηση. Οι ιδεολογικές συγκρούσεις των γενεών, οι ενδοοικογενειακές σχέσεις, τα αδιέξοδα που γεννά ο ατομικισμός και η έλλειψη επικοινωνίας, σεβασμού, αποδοχής του άλλου (κατ’ ευφημισμόν δεδομένου), ο ρόλος της χειραφετημένης γυναίκας/μητέρας, η διείσδυση του ονείρου στην πεζότητα της ζωής, διακινούνται με αξιώσεις στο υπόστρωμα της μυθοποιίας.
Ωστόσο, τα στοιχεία που χαρίζουν το ποιοτικό προβάδισμα στο μυθιστόρημα είναι η τεχνική, το ύφος και η γλώσσα της Κονομάρα. Η τριπλή πρωτοπρόσωπη, διαδοχική ανά κεφάλαιο, αφήγηση των πρωταγωνιστών επιτρέπει την απρόσκοπτη ταύτιση του αναγνώστη μαζί της και μαζί τους. Τοιουτοτρόπως το ενδιαφέρον λειτουργεί αμφίδρομα και αναλυτικοσυνθετικά. Παρά την αμεσότητα που παρέχει η αφηγηματική τεχνική, τα ομιλούντα πρόσωπα, όπως ανέφερα, δεν προβαίνουν σε αυτοπροσδιορισμούς. Το ενδιαφέρον τους επικεντρώνεται κατά βάση στην περιγραφή των άλλων, είτε από εγγενή αδυναμία αυτογνωσίας και αυτοαξιολόγησης είτε σκοπίμως, για να θεωρείται η πλοκή από ένα ουδέτερο παρατηρητήριο. Οι αφηγήσεις λειτουργούν συμπληρωματικά και προσθετικά, οι οπτικές συν τω χρόνω συγκλίνουν και, όταν κριθεί απαραίτητο, συμπίπτουν. Οι μετακειμενικές αναφορές δεν αποδομούν την αισθητική συγκρότηση της αφήγησης. Ενσωματώνονται οργανικά στο έργο και υποστηρίζουν τις βασικές αρχές και την ψυχολογία των πράξεων των ηρώων χωρίς την αντιδεοντολογική παρέμβαση διδακτικών σχολίων.
Πολλαπλές δοκιμές λοιπόν σε εκφραστικούς τρόπους προσαρμοσμένους αρμονικά στις απαιτήσεις της πλοκής και στις γλωσσικές ιδιομορφίες των τριών αφηγητών. Ευχάριστοι κυματισμοί λεκτικής διατύπωσης με κύριο χαρακτηριστικό το ασύνδετο σχήμα, απαρτισμένο άλλοτε από ολοκληρωμένες περιόδους και άλλοτε από ταχύτατες φραστικές οντότητες εντός των ιδίων περιόδων. Προτάσεις μονολεκτικές, αλλά και προτάσεις μέχρι και 250 λέξεων, πλήρεις εικόνων, εννοιών και σημειώσεων, αποκαλύπτουν την αποκλίνουσα γλωσσική πληρότητα της συγγραφέως. Γενικώς η γλώσσα της Κονομάρα αναβαθμίζει την τεχνική της αφήγησης, ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει τον ρεαλισμό της μυθοπλασίας. Εν τέλει το ύφος και η γλώσσα εισπράττονται ως μουσική σύνθεση με εναλλαγές στον χρόνο, στον ρυθμό, στην ένταση, με παύσεις, με σιωπές, με τολμηρούς νεολογικούς σχηματισμούς. Η συχνότητα με την οποία εμφιλοχωρεί ο μεγάλος αριθμός ξενόγλωσσων παραθεμάτων (στίχων, φράσεων κλισέ), λέξεων κτλ. καθιστά εμφανή την πρόθεσή της για τη δημιουργία ειδικού κλίματος.
Η Λίλα Κονομάρα κατόρθωσε να συνθέσει ένα μυθιστόρημα με υπόρρητες νύξεις σε ζητήματα οικογενειακής (= μικρο-κοινωνικής) και οικονομικής καθημερινότητας, υπερβαίνοντας ποιοτικά την αξιόλογη πεζογραφική της παραγωγή. Εκτιμώ ότι το έργο αυτό σύντομα θα πάρει μια διακριτή θέση στην νεοελληνική πεζογραφία.

Ο Βαγγέλης Δημητριάδης είναι ποιητής

Δεν υπάρχουν σχόλια: