ΤΟΥ
ΠΑΝΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
ΜΕΘΟΡΙΑΚΗ
ΡΑΨΩΔΙΑ. Πρόκειται για μια «κατάσταση»… έναν πολιτισμό…, για τα πορώδη σύνορα
του δυτικού κόσμου και μιας ανατολικής ιδιοσυγκρασίας, στη διασταύρωση «τριών
ηπείρων και πέντε θαλασσών»… Ένας τέτοιος πολιτισμός δεν διακρίνεται για τα
υψηλά τεχνολογικά επιτεύγματα ούτε αντιπροσωπεύει κάτι εξωτικό… για τον λόγο
αυτό παλινδρομεί σε διάκενα… ως εκκρεμότητα. Οι καλλιτεχνικές πρακτικές,
μολονότι αντλούν απ’ αυτές τις ιδιοσυγκρασίες, δεν ανήκουν αποκλειστικά ούτε
στην κουλτούρα της ανατολής ούτε στην κουλτούρα της δύσης! Η συναίρεση της
υψηλής και της χαμηλής τέχνης, της αστικής και της παραδοσιακής αισθητικής, του
ορθολογικού με το ανορθολογικό, του διαισθητικού, του ενστικτώδους με το
διανοητικό, ανήκουν στα πλεονεκτήματά του.
Αυτού
του είδους οι πολιτισμοί, είναι έκφραση μιας μετα-αποικιακής νεωτερικότητας. Ο
κόσμος της νεωτερικότητας είναι αυτός της έκρηξης, της διάρρηξης της ολότητας…
και της επανασυγκόλλησής του με τις νέες αρθρώσεις και συρραφές εμφανείς… (η τράτα μας η κουρελού η χιλιομπαλωμένη!) όχι για εξωραϊσμό, αλλά για να τις
καταστήσει φανερές και κυρίως μειδιώντας διακριτικά για την… αδυνατότητα… την
απροθυμία, εντέλει για κάθε νέο ολικό συνθετικό εγχείρημα!
Μετά
τον Β΄ Παγκόσμιο στην Ευρώπη, στην Αμερική… όλες οι παλιές ταξινομήσεις, τα
μυστικά προνόμια και ιεραρχήσεις, οι παραδόσεις των τεχνών έπρεπε να
μετα-ποιηθούν, να ανασυγκροτηθούν, να αναδιοργανωθούν προς αποφυγή των
στερεοτύπων. Είναι η εποχή των πειραματισμών, του αυτοσχεδιασμού, της
δοκιμιακότητας, μετά την πρόσκαιρη ανακοπή απ’ τον πόλεμο και που ήδη είχε
αρχίσει απ’ τα τέλη του 19ου αιώνα (ψυχανάλυση, νταντά, Βauhaus, Ρώσικη πρωτοπορία, κλπ) είναι η εποχή που ο Cage άρχισε να μιλά με ενθουσιασμό για την
ελευθερία απ’ την έννοια του «βασικού τόνου» στον οποίο απ’ την εποχή του Beethoven έως τον Shoenenberg ήταν το κεντρικό θέμα. Για τον Cage η
παραγωγή και οργάνωση του ήχου και της σιωπής, το «κάτι και το τίποτε» όπως
έλεγε, γινόταν πειράματα ανοιχτά με απεριόριστες δυνατότητες. Η τέχνη και η
φύση δεν βρίσκονται σε αντίθεση, ο ήχος δεν εξαρτάται απ’ το ηθελημένο, αλλά
απ’ το αθέλητο! Και είναι η ώρα να απελευθερωθούν οι τέχνες απ’ τον αυταρχισμό,
την «επιθετικότητα» των έργων του παρελθόντος. Ένας χώρος ευτυχίας, μη
αγχωτικής ελευθερίας, ο οποίος υποδέχεται κάθε «αταξία», «σιωπή», χωρίς μορφικό
έλεγχο.
Σε
αυτές τις συνθήκες, το δημιουργικό υποκείμενο διακινδυνεύει μία ακραία
εξαιρετική περιπέτεια. Κατανέμει τα περιβάλλοντα, τα χωρίζει, τα εναρμονίζει,
μεταθέτοντας την μία φόρμα μέσα στην άλλη…, αντιμέτωπος με τις χαοτικές, με τις
παράταιρες δυνάμεις, ακατέργαστες ή κατεργασμένες… στις οποίες οι μορφές ως
νέες διευθετήσεις θα σχηματίσουν κώδικες, γραμμές, δίκτυα, καταστάσεις…
απαιτείται μια αδιανόητη ως τώρα δεξιότητα, μια πειθαρχία, ένας τεράστιος
μόχθος! Αυτή η «σύνθεση των παράταιρων» δεν είναι απαλλαγμένη από αμφισημίες,
απλά η προοπτική της είναι η φόρτιση. Ο στοχασμός μετατίθεται απ’ την
δομικότητα, τις κατασκευές, τις ύλες, την μορφοπλασία… στην ενεργειακότητα,
στον ιονισμό. Αλλαγή επιπέδου, αλλαγή παραδείγματος για την υπέρβαση του
αδιεξόδου. Υπάρχουν δύο τύποι διεξόδων… ή ελαστικοποιώντας τα όρια,
διευρύνονται οι όχθες με κίνδυνο να σπάσουν από τις πιέσεις των φερτών υλών…
παρασυρμένος στην πλημμυρίδα ενός Νείλου (W. Benjamin)… ή κατασκευάζοντας (κατά
το παράδειγμα της Μουσικής – Ήχου) ένα συνθεσάιζερ που παράγει συνθέτοντας τις
πρώτες και τις έσχατες ύλες ταυτοχρόνως… αποβλέποντας στον ιονισμό της
ατμόσφαιρας, στον κραδασμό! (Ε. Vareze).
ΕΛΛΑΣΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΚΗΝΗ. Το συνολικό
εκφραστικό πρόβλημα ενός λαού, μιας κοινωνίας, μίας κοινότητας, μιας ομάδας δεν
τίθεται με καθολικό, αφηρημένο τρόπο… πολύ περισσότερο δεν είναι έργο μιας
αισθητικής αιτιολόγησης, τίθεται με όρους ελάσσονος σκηνής-τέχνης (Deleuze-Guattari).
Η «αδυνατότητα» ενός
Νεοελληνικού Μοντερνισμού «κατά τα ειωθότα»… που θα σήμαινε έξοδος κατ’ αρχή από την
Καντιανή ανωριμότητα… και αγώνας για μορφολογία μέσα από πρώτες ύλες και
συνθέσεις από μορφές και περιεχόμενα… μου επιτρέπει να υιοθετήσω μια ιδέα αεικινησίας…
μια αεικινησία ενός λειτουργικού νεοελληνικού μοντερνισμού, ενός ενεργειακού
μοντερνισμού που
ιονίζει και μετατρέπει τις ύλες… σε υλικότητες ρευστές, τις υλικότητες σε
συμβάντα… (χωρίς να υπόκειται αποκλειστικά σε γεωγραφικούς, μορφολογικούς
ιστορικούς προσδιορισμούς)… Έτσι ώστε να υπερβαίνει τις άνευ ουσίας και
νοήματος εναντιομορφίες του παλαιού έναντι του νεώτερου, του κλασικού έναντι
του ρομαντικού, του περιφερειακού έναντι του κεντρικού… της αφαίρεσης έναντι
των αναπαραστάσεων… των υπερταυτίσεων έναντι της αγωνίας για διάλυση, αμορφία
κλπ.
Σε περιβάλλοντα ταχέων μετατοπίσεων-αλλαγών,
σε περιβάλλοντα συνθετικής κρίσης… η ελάσσων ελληνική σκηνή, παραγωγή, τα
υποκείμενα, τα έργα κυρίως «αφηγούνται»… υπάρχει μια αίσθηση σύγχυσης-αλλοιώσεων
(θελημένη ή αθέλητη δεν έχει σημασία ) των χρονικοτήτων, των φωνών, των ήχων,
των εικόνων, των κειμένων, των γλωσσών, των ιδιωμάτων… ως ιστορίες των
ηττημένων, «ιστορίες από τα κάτω», έναντι της μετααποικιακής ηγεμονικής σιωπής.
Η ανατολίτισσα Σεχραζάντ επινοεί διαρκώς ατελείωτες ιστορίες μέσα στη συνθετική
νύχτα… αντιστέκεται στον πρίγκιπα της σιωπής, του θανάτου και της περιφερειακής
περιφρόνησης! Η αφήγηση είναι ζωτικής σημασίας, δεν πρόκειται για μια
βιρτουοζιτέ, μια δεξιοτεχνία!
Η
Νεοελληνική σκηνή-τέχνη είναι ελάσσων − συγκροτείται, πλάθεται από μια
μειονότητα, στους κόλπους (κύκλοι επάλληλοι) μιας παγκόσμιας, ευρωπαϊκής, αλλά
και εντός της μείζονος νεοελληνικής σκηνής, επί ενός αστικού νεοελληνικού
παράδοξου. Χρησιμοποιώντας την πολυγλωσσία, μέσα στην ίδια σου… την γλώσσα,
κάνοντας μια ελάσσονα ή εντατική χρήση, αντιτάσσοντας τον καταπιεσμένο αυτής
της γλώσσας-τέχνης χαρακτήρα… στον καταπιεστικό… βρίσκοντας τα σημεία του μη
πολιτισμού και της υπανάπτυξης, τις ζώνες του γλωσσικού τρίτου κόσμου δια του
οποίου διαφεύγει μια γλώσσα ως άγριο ζώο… επιτυγχάνεται μια συναρμογή,
συντελείται ένα γεγονός. Ένα αντίθετο όνειρο με πιθανότητες διάκρισης έναντι
μιας τέχνης επίσημης, ενός επίσημου αναφορισιακού είδους.
Στην
ελάσσονα σκηνή-τέχνη δεν υπάρχει όπως στις μείζονες σκηνές το υποκείμενο,
υπάρχουν συλλογικές συναρμογές που δεν είναι έξωθεν προσδιορισμένες και
υπάρχουν ως διαβολικές, βρώμικες επερχόμενες δυνάμεις ή ως υπό κατασκευή
ριζοσπαστικές, επαναστατικές καταστάσεις. Η έκφραση ως εκφορά δεν παραπέμπει σ’
ένα υποκείμενο, έναν καλλιτέχνη που είναι η αιτία της… ή το αποτέλεσμά της· πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η
λέξη–ελάσσων δεν είναι ποσοτική, είναι ένας δείκτης αντιθετικός μέσα στους
κόλπους κάθε ηγεμονικής, κάθε καθιερωμένης τέχνης. Μόνον μια ένδοθεν εδραίωση,
μόνο μ’ αυτό το τίμημα η κάθε τέχνη, η κάθε μορφή ζωής, όντας συλλογική έκφραση,
καθίσταται ικανή να επεξεργαστεί περιεχόμενα, να συγκροτήσει συνειδήσεις.
ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Η παράδοση, οι παραδόσεις γενικά (φιλοσοφική,
πολιτική, αισθητική) θεσμίζονται με ένα βλέμμα αναδρομικό! Δεν μας παραδίδονται
με την σαφήνεια και την ευσυνειδησία ενός συμβολαιογράφου! Είναι διάσπαρτες,
«μολυσμένες», ανακατεμένες με κάθε είδος, νοθογενείς, υβριδικές, αόρατες πολλές
φορές με γυμνό μάτι, αλλοιωμένες… θα μπορούσαμε να πούμε ότι βρισκόμαστε
μπροστά σ’ ένα χρηματοκιβώτιο, ο θησαυρός του οποίου παραμένει ανέγγιχτος, αφού
κανείς δεν θυμάται τον κλειδάριθμο για να ανοίξει! Αρχίζουν οι υποθέσεις περί
διάρρηξης − η κληρονομιά υπάρχει απ’ τη στιγμή που διεκδικείται!
Οι
παραδόσεις δεν πέφτουν εξ ουρανού, προέρχονται απ’ τη γη και είναι μια
χειρονομία σεμνότητας, το αντίθετο μιας ματαιόδοξης στάσης εκείνου που πιστεύει
ότι θα ανακαλύψει το σύμπαν (ότι ανακάλυψε καινούριους γαλαξίες, κάθε φορά που
γράφει ένα βιβλίο, δημιουργεί ένα έργο ή όταν έχει την επαρκή δύναμη να μην το
γράψει, να μην το κάνει!)
Οι
παραδόσεις που μας ενδιαφέρουν άμεσα εδώ τοποθετούνται αμέσως μετά τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, με επίκεντρο τη δεκαετία του ’60. Περιλαμβάνουν
έντυπα, περιοδικά, κείμενα, τραγούδια, φιλμ, έργα, δοκίμια που διατέμνουν την
πρακτική δραστηριότητα σαν σχόλια περιθωρίου… «σαν κτύπημα καθοριστικό με το
αριστερό χέρι»… αλλά στηρίζονται (οι παραδόσεις) στην συνεχή ανώνυμη-επώνυμη
δράση πνευματικών μειοψηφιών που προέβλεψαν την πτώση του τείχους του
Βερολίνου, τη διάλυση των κομμουνιστικών κομμάτων και της Σοβιετικής Ένωσης…
που αναγνώρισαν τη δυνατότητα του καπιταλισμού για διαρκείς επαναστατικές
καινοτομίες στην παραγωγική διαδικασία και στις μορφές ζωής, και κυρίως δε
μένουν έκπληκτες στο φαινόμενο της παραγωγής, της υπεραξίας έξω απ’ το
εργοστάσιο, καθώς και απ’ το γεγονός ότι υπάρχει απίσχναση του εθνικού κράτους
και της κυριαρχίας του, ή που μπόρεσαν να κατανοήσουν την παραλληλότητα μιας
θεολογίας και μιας πολιτικής θεολογίας. Τέλος, αίτημα αυτών των παραδόσεων −παρά
το φερόμενο πένθος και τη μελαγχολία της ήττας− είναι το αδιευκρίνιστο ζήτημα
της ηδονής και η δυνατότητα ευτυχίας επί της γης.
Γιώργος Παπαδάτος, Σημειώσεις για
ένα μεταβατικό μνημείο, 2012-2017 (εν εξελίξει), λεπτομέρεια εγκατάστασης, ξύλο, φωτογραφικές εκτυπώσεις, σχέδια, πήλινα θραύσματα, μεταβλητές διαστάσεις |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου