11/3/18

Ο «σοσιαλιστικός ρεαλισμός» στις τέχνες


Άποψη της Οικιακής Εγκατάστασης του Ζήση Κοτιώνη με τίτλο Do_As (Domestic Assemblage) που πραγματοποιήθηκε στη γκαλερί Αντωνοπούλου, φωτογραφία studio Vaharidis

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΣΤΑΜΑΤΗ

Το 1932 το σταλινικό καθεστώς στην ΕΣΣΔ εγκαινίασε επίσημα στα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας τον αποκαλούμενο «σοσιαλιστικό ρεαλισμό». Η εισαγωγή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού σηματοδοτεί μια αποφασιστική ρήξη στα πεδία της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Βασικό θύμα του στάθηκε η περίφημη Ρωσική Πρωτοπορία, που άνθισε τη δεκαετία του 1910 και, με εξασθενημένο τρόπο, στη δεκαετία του 1920.

Σε τι συνίσταται
Ο λεγόμενος «σοσιαλιστικός ρεαλισμός» δεν ανταποκρίνεται σε αυτοπροαίρετη επιλογή του καλλιτεχνικού κόσμου υπέρ κάποιας νέας καλλιτεχνικής κίνησης, δίπλα σε άλλες. Απεναντίας, καθιερώνει έναν πολιτικο-αισθητικό κανόνα. Αυτός επιβάλλεται από την κρατική εξουσία άνωθεν και καθολικά, εξοβελίζοντας κάθε άλλη εκφραστική συνθήκη. Έτσι, όμως, συνθλίβει και τα τελευταία απομεινάρια ελευθερίας στις εικαστικές τέχνες.
α) Από πολιτική άποψη, ο κανόνας του σοσιαλιστικού ρεαλισμού υποδεικνύει επιτακτικά στον καλλιτεχνικό κόσμο να παράγει έργα που θα εκπέμπουν πνεύμα καθεστωτικής νομιμοφροσύνης και επιβεβλημένης αισιοδοξίας. Συνεπώς λειτουργεί για τις ανάγκες νομιμοποίησης του –κατ’ όνομα πια– σοβιετικού συστήματος στη συνείδηση των ανθρώπων. Η τέχνη σύρεται έτσι σε ρόλο προπαγανδιστικής θεραπαινίδας της κατεστημένης εξουσίας και ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός αποβαίνει επικουρική καθεστωτική ιδεολογία.

β) Από αισθητική άποψη, πάλι, ο εν λόγω κανόνας κατ’ αρχάς αποστρέφεται τον πειραματισμό. Τον θεωρεί ύποπτο για πιθανή έγερση έμμεσης αμφιβολίας απέναντι στη δεδομένη, νέα κατάσταση πραγμάτων. Επί πλέον επιτάσσει να εγκαταλειφθεί η αφηρημένη τέχνη, που είχε ακμάσει στη Ρωσία της επαναστατικής περιόδου. Της αποδίδει τη ρετσινιά ότι επιδόθηκε σε στείρο φορμαλισμό, δυσνόητο για τις μάζες. Δηλαδή σε έργα τέχνης, στα οποία η εικαστική μορφή επικρατεί πλήρως έναντι του περιεχομένου.
 Ο σοβιετικός μαρξισμός για την τέχνη
Αξίζει να σταθούμε στο σημείο αυτό, επειδή φέρνει στο φως μια αξεπέραστη φιλοσοφική αδυναμία του δογματικού υλισμού, από τον οποίο εμπνέονταν οι ιθύνοντες του «σοσιαλιστικού ρεαλισμού». Με επί κεφαλής τον Ζντάνοφ, εκείνοι υποστασιοποιούσαν την πασίγνωστη μεταφορική εικόνα του Μαρξ για ένα «εποικοδόμημα» που υψώνεται πάνω στην «υλική βάση» της κοινωνίας.
Εκλάμβαναν ότι το εποικοδόμημα αντανακλά γενικά την υλική βάση της κοινωνίας ή αντιστοιχεί σ’ αυτήν. Θεωρούσαν ότι η τέχνη αποτελεί και αυτή έκφανση της ιδεολογικής υπερδομής, η οποία χτίζεται πάνω στην υλική δομή της κοινωνίας. Επομένως και η τέχνη εν γένει σώνει και καλά αντανακλά ή αναπαριστά την κοινωνική πραγματικότητα.
Πώς όμως διενεργείται αυτή η περίφημη αντανάκλαση; Και ακόμη, αυτή η κρίση είναι οντολογική ή μήπως δεοντολογική; Διατυπώνει άραγε κάποια υποτιθέμενη, αντικειμενική και καθολική, λειτουργία της τέχνης εν όλω; Ή μήπως διαλαμβάνει κάποια αντίληψη γύρω από την αποστολή της τέχνης; Μήπως δηλαδή η τέχνη καλείται να εκφράζεται υποχρεωτικά μέσα από μια σχέση αντιστοιχίας με τον υποστατό κοινωνικό της περίγυρο;
Στο σοβιετικό μαρξισμό γίνεται δεκτό ότι η (αξιωματικά υποτιθέμενη) αντανάκλαση της κοινωνικής πραγματικότητας στην τέχνη εκδηλώνεται με τρόπο λίγο-πολύ παραστατικό. Αλλά τότε η αφηρημένη τέχνη δείχνει πια ως κατακριτέα ανορθογραφία. Αιτία είναι ότι αυτή ξεφεύγει καταφανώς από παρόμοια αναπαραστατική «εξάρτηση». Κατά συνέπεια, η Ρωσική Πρωτοπορία έμοιαζε να χαλάει την παραπάνω, δογματικά τακτοποιημένη αντίληψη περί τέχνης.
Ο καθεστωτικός σταλινισμός επιδίωξε να αφανίσει την αφηρημένη τέχνη, αν μη τι άλλο, για το λόγο ότι αυτή με τίποτε δεν μπορούσε να στριμωχτεί στο άκαμπτο και προκατασκευασμένο «υλιστικό» σχήμα του. Με άλλα λόγια, θεωρείτο ότι η Ρωσική Πρωτοπορία θέτει τον σοβιετικό μαρξισμό υπό δοκιμασία, ως προς την αξίωση του τελευταίου να στήσει μια ατράνταχτη «επιστημονική κοσμοθεωρία».

Ποιος ορίζει την καλλιτεχνική «ορθότητα»;
Θα μπορούσαμε να αναλύσουμε σχηματικά το υποκρυπτόμενο νόημα του «σοσιαλιστικού ρεαλισμού» ως εξής:
α) Η τέχνη πρέπει να είναι υπεύθυνη εργασία στη σοσιαλιστική κοινωνία.
β) Υπεύθυνη εργασία είναι γενικώς εκείνη που προάγει τους σκοπούς της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
γ) Αλλά οι σκοποί της σοσιαλιστικής οικοδόμησης καθορίζονται συλλογικά και πάντως κεντρικά από την εξουσία του σοβιετικού Κράτους.
δ) Άρα, το θέμα πώς η τέχνη δέον να ασκείται υπεύθυνα στη νέα κοινωνία, αυτό θα καθορίζεται κεντρικά από την κρατική εξουσία. Η τελευταία θα λειτουργεί ως θεματοφύλακας μιας άνωθεν επιβαλλόμενης καλλιτεχνικής «ορθότητας». 
Ωστόσο, ήδη η αφετηρία αυτού του επιχειρήματος ηθικοπολιτικά πάσχει σοβαρά, έτσι όπως εκφέρεται. Πώς μπορεί να ασκείται «υπεύθυνα» η τέχνη, εάν πριν απ’ όλα δεν ασκείται ελεύθερα; Η στάση αυτή εμπράκτως αρνιόταν ότι οι καλλιτέχνες φέρουν και αναπαλλοτρίωτα θεμελιώδη δικαιώματα, παρεκτός από πολιτικές υποχρεώσεις απέναντι στην εξουσία.
Παραγνώριζε συνειδητά ότι οι ίδιοι οι καλλιτέχνες είναι που δικαιούνται να κρίνουν με ποιους εκφραστικούς τρόπους θα ασκούν την καλλιτεχνική αυτονομία τους. Δεν νομιμοποιούνται να το κρίνουν για λογαριασμό τους –δηλαδή ετερόνομα– γραφειοκράτες διαπιστευμένοι την τήρηση ενός επίσημου δόγματος για την τέχνη, με μέσα κρατικού καταναγκασμού, άμεσου ή έμμεσου.

Επακόλουθα
Ο «σοσιαλιστικός ρεαλισμός» ευνόησε την επιστροφή σε απεικονιστικές μορφές τέχνης, όπως στην απλοϊκή, ρεαλιστική και παραστατική, αισθητική του κύκλου των «Περιπλανωμένων» ζωγράφων στη Ρωσία της δεκαετίας του 1860. Η διατεταγμένη αυτή οπισθοδρόμηση υπαγορευόταν από το άγχος να σταθεροποιηθεί το ανελεύθερο πλέον σοβιετικό καθεστώς εξουσίας, δίχως όμως την παλιά αισθητική αθωότητα του 19ου αιώνα.
Είναι πολύ σημαδιακό το γεγονός, ότι το πρόσταγμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού στήριξε ιδιαίτερα τη μνημειακή γλυπτική τέχνη. Δηλαδή εκθειαστικά μνημεία ηρώων, ηγετών ή ιδεολογικά επιλεγμένων πνευματικών προσωπικοτήτων. Ο ονομαζόμενος σοσιαλιστικός ρεαλισμός έβλαψε κατ’ εξοχήν τη λογοτεχνία, το θέατρο και τη ζωγραφική τέχνη, οδηγώντας τη Ρωσική Πρωτοπορία σε μαρασμό, ως στόχο δημόσια εκπεφρασμένης πολιτικής του Κράτους.
Υπό συνθήκες «σοσιαλιστικού ρεαλισμού» τέθηκε σε διωγμό το θάρρος οι καλλιτέχνες, κατά την άσκηση της τέχνης τους, να θέτουν σε κίνηση με αυτόνομη κρίση τη νόηση και τη φαντασία τους, χωρίς την καθοδήγηση οποιουδήποτε τρίτου. Αντέβαινε στο χειραφετητικό ιδεώδες του Μαρξ για την κοινωνία και την τέχνη. Πολίτες και καλλιτέχνες υποχρεώθηκαν να υπαχθούν σε καθεστώς γενικευμένης κοινωνικής και πολιτικής ετερονομίας, αλλά και αισθητικής ανωριμότητας, κάτω από έναν καθολικό δεσποτισμό της (μονοκομματικής) εξουσίας.
  
Ο Κώστας Σταμάτης διδάσκει Φιλοσοφίας του δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: