Κωστής Βελώνης, Dead Feathers Unfolded, 2017, παραχώρηση του ΝΕΟΝ και της Γκαλερί Καλφαγιάν |
ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΤΣΙΑΟΥΝΗ
«Να κάνουμε το όνειρο κόσμο και τον κόσμο όνειρο»
Το περιοδικό Σημειώσεις αποτέλεσε και συνεχίζει να
αποτελεί μια όαση στην πνευματική πραγματικότητα της Ελλάδας των τελευταίων σαράντα
και κάτι χρόνων. Σήμερα, αρκετές δεκαετίες μετά την έκδοση του πρώτου τεύχους,
θα μπορούσα να πω ότι ο πνευματικός κύκλος του περιοδικού με τη συνέπεια και το
ήθος του αποτέλεσε ένα φωτεινό παράδειγμα, μια εστία αντίστασης, απέναντι στην
πνευματική ένδεια αλλά και τις ιδεολογικές περιχαρακώσεις που πρότασσαν
αντίστοιχες εκδοτικές προσπάθειες. Όπως έχει παρατηρήσει ο Γιώργος Μερτίκας, οι
Σημειώσεις ασχολήθηκαν κυρίως «με ένα
είδος γραφής που θεωρήθηκε επικίνδυνο ώστε οι κομισάριοι του πνεύματος να
σπεύσουν να το εξαφανίσουν: το δοκίμιο».
Ο Ρομαντισμός ως
κίνημα και στάση ζωής απασχόλησε τον κύκλο του περιοδικού από τα πρώτα τεύχη
του. Είτε μέσα από τη δοκιμιακή γραφή είτε μέσα από την ποιητική αναζήτηση, οι
αναφορές, κριτικές ή μη, στο ρομαντικό κοσμοείδωλο είναι παρούσες και
συναντώνται σε αρκετά κείμενα των μελών του περιοδικού. Αν κάποιος από το
περιοδικό γοητεύτηκε περισσότερο από τη ρομαντική παράδοση και προσπάθησε μέσα
από το έργο του να την επαναφέρει στο προσκήνιο, αυτός είναι ο Στέφανος
Ροζάνης. Ο Ροζάνης έχει αφιερώσει, εκτός των άλλων, ένα μεγάλο μέρος του έργου
του στη θεωρησιακή επεξεργασία της έννοιας του Ρομαντισμού αλλά και στην
ανάδειξη των εξεγερτικών στοιχείων που αποτελούν εγγενή στοιχεία του ρομαντικού
προτάγματος και του ρομαντικού κοσμοειδώλου.
Ο Ροζάνης,
επεκτείνοντας τις πρώιμες ενοράσεις του Βάλτερ Μπένγιαμιν, σημειώνει ότι ο
ρομαντισμός αποτελεί την ενότητα του στοχασμού και της πράξης, είναι η ενότητα
του υποκειμένου που στοχάζεται τον κόσμο και που μέσα από την πράξη του
προσπαθεί να τον μεταβάλει. Μια κριτική η οποία, μέσα από την μέθεξη της
ουτοπίας, προσπαθεί να επανενώσει την τέχνη με τη φιλοσοφία, την ομορφιά με τη
γνώση, την πράξη με τη θεωρία, συγκροτώντας μια δυναμική κριτικής της σύγχρονης
πολιτισμικής και κοινωνικής σφαίρας.
Ο Ρομαντισμός
αναζήτησε τις προδρομικές του μορφές σε έναν λησμονημένο οραματισμό, σε μια
επανασύνδεση του ανθρώπου με το χαμένο κέντρο της ψυχής του κόσμου. Αυτό
δηλώνει η επιστροφή του Ρομαντισμού στον Μεσαίωνα, προς τον οποίο η ρομαντική
εξέγερση προσέβλεπε σε έναν απολεσθέντα παράδεισο τον οποίο ο άνθρωπος θα
έπρεπε να ανακαλύψει εκ νέου ώστε να πετύχει το ιδεώδες της οργανικής ενότητας
μεταξύ του φυσικού κόσμου και του υπερβατικού. Έτσι, όπως επισημαίνει και ο
Ροζάνης, το Ρομαντικό κίνημα του 19ου αιώνα ήρθε σε σύγκρουση με τα σχήματα του
ορθολογισμού και της μηχανοκρατίας, με τα προτάγματα του διαφωτιστικού
παραδείγματος που οδήγησαν στον εξοβελισμό του μύθου και στην απεριόριστη
επέκταση της κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο και τη φύση.
Κάτι που επισημαίνεται
και από τον ίδιο τον Ροζάνη είναι το πρόβλημα του ορισμού του Ρομαντισμού,
αυτού του «πνευματικού πύργου της Βαβέλ», κατά τον Λούκατς. Όπως είναι γνωστό,
το ρομαντικό κίνημα δεν είναι κάτι ενιαίο και στις γραμμές του πολλές φορές εντοπίζονται
ρεύματα και στοχασμοί που είναι από ασυνεπείς μέχρι εντελώς αντιθετικοί μεταξύ
τους. Γι’ αυτό και ο ρομαντισμός που ενδιαφέρει τον Ροζάνη, αλλά και τους
υπόλοιπους των Σημειώσεων, είναι
εκείνος που δημιουργεί ρήξεις, που αναζητά την εξέγερση του υποκειμένου
απέναντι σε έναν κόσμο καταπίεσης και βαρβαρότητας. Ένα μόνιμο χαρακτηριστικό
του ρομαντικού κοσμοειδώλου είναι η επιθυμία της εξέγερσης, την οποία ο
ρομαντισμός την εξυψώνει ως μοναδική καθολική αρχή που διέπει τον ανθρώπινο
ψυχισμό και κατευθύνει τις ανθρώπινες επιθυμίες και πράξεις. «Η εξέγερση για
τον Ρομαντισμό», γράφει ο Ροζάνης, «είναι αγωγή ψυχής, εσωτερική αγωνία
λύτρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά της εξωτερικότητας, όχι για να αγνοήσει ή να
απορρίψει τον εξωτερικό κόσμο, αλλά αντίθετα για να τον μεταβάλει, και
μεταβάλλοντάς τον να ενισχύσει τη θέληση για ζωή». Έτσι, ο Ρομαντισμός, μέσω
της διαρκούς εξέγερσης, επιχείρησε να επιβάλει μια νέα κοσμοαντίληψη, ένα νέο
σχήμα επανακαθορισμού του ανθρώπου με τη φύση, με το θείο, με το καλό και το
κακό, με την ανθρώπινη σκέψη και τα όριά της.
Ο Ροζάνης, μιλώντας
για τις δυνατότητες ανατροπής που δημιουργεί το ρομαντικό πρόταγμα, κάνει μια
ουσιαστική διάκριση μεταξύ του εξεγερσιακού χαρακτήρα του ρομαντισμού σε σχέση
με τον όρο «επαναστατικός»:
«Κάποιοι
νεώτεροι στοχαστές έχουν ονομάσει τον εξεγερτικό Ρομαντισμό ‘Επαναστατικό
Ρομαντισμό’. Ωστόσο ο όρος δεν είναι απόλυτα επιτυχής. Διότι ο ρομαντισμός
πιστεύει στον εξεγερμένο άνθρωπο και όχι στον κοινωνικό επαναστάτη. Ο
ρομαντικός εξεγερμένος άνθρωπος είναι ο άνθρωπος των διαρκών ρήξεων μέσα στον
εσωτερικό πυρήνα της ατομικής ψυχής, ο άνθρωπος που δεν καθηλώνεται στα
στερεότυπα της ζωής, αλλά, αντίθετα, μέσω της ψυχικής του δύναμης, ανατρέπει
όλα τα στερεότυπα ακολουθώντας την οδό της απελευθέρωσης και τελικά της
λύτρωσης. Μια σαφής διαχωριστική γραμμή ξεχωρίζει τον εξεγερμένο άνθρωπο από
τον κοινωνικό επαναστάτη: ο αυθορμητισμός. Διότι η εξέγερση για τον Ρομαντισμό
είναι η μόνη, η απόλυτη έκφραση της αυθορμησίας του ανθρώπου, δηλαδή της
ποιότητας εκείνης που δημιουργεί τον άνθρωπο ως υποκειμενικότητα, ως επανάσταση
των πιο ζωτικών ψυχικών δυνατοτήτων του. Αυτό διόλου βέβαια δεν σημαίνει ότι ο
Ρομαντισμός δεν πιστεύει στις δυνάμεις τις Ιστορίας. Το αντίθετο μάλιστα αφού
το ρομαντικό κίνημα είναι η κατεξοχήν γενεσιουργός δύναμη των μεγάλων
επαναστατικών ρευμάτων του 19ου αιώνα για τη δημιουργία των εθνικών κρατών. […]
Γι’ αυτό άλλωστε ένα μεγάλο τμήμα του Ρομαντισμού τρέφεται από τον ουτοπικό
σοσιαλισμό και από την καταγγελία ενάντια στην καπιταλιστική διάρθρωση της
κοινωνίας και τον καταμερισμό της εργασίας».
Για τον Ροζάνη ο
εξεγερσιακός Ρομαντισμός πάντα βρίσκεται εν κινήσει προς. Δεν θεσμίζει, γιατί η
θέσμιση παράγει Νόμο και ο Νόμος παράγει εξουσία που επιβάλλεται στους
ανθρώπους. Και κάπου εκεί η εξέγερση τελειώνει. Γιατί γίνεται μετρήσιμη και
ποσοτικοποιημένη, και άρα παύει να υπάρχει.
Η ποιητικότητα του
κόσμου αποτελεί την κορύφωση μιας πυραμίδας αξιών που ο ρομαντισμός έθεσε για
τον άνθρωπο. Αυτή η ποιητικοποίηση, η οποία αποτελεί το καθολικό αίτημα και την
έσχατη δυνατότητα της ρομαντικής κραυγής, υπήρξε για τον ρομαντισμό η
πραγματικότητα μιας υπέρβασης που θα έδινε τη δυνατότητα για την αποκατάσταση
του ατόμου ως ολότητας και της ολότητας ως ατομικής κατηγορίας. «Η ποίηση είναι
η αυθεντική απόλυτη πραγματικότητα», θα γράψει ο Νοβάλις, για να προσθέσει:
«Όσο περισσότερο ποιητικό, τόσο περισσότερο αληθινό». Από τα σπλάχνα της
ποιήσεως ξεκινά για τους ρομαντικούς η φιλοσοφία και η θεολογία, η επιστήμη και
ο πειραματισμός, η ουτοπία και το όνειρο. Όπως σημειώνει και ο Ροζάνης: «Οι
εξισώσεις του ρομαντικού κοσμοειδώλου που προκύπτουν από μια τέτοια αντιστροφή
της εγκόσμιας κυριαρχίας λειτουργούν με πρωταρχικό κίνητρο το πάθος μιας
τελικής σύνθεσης που καθιστά το όνειρο ομοούσιο προς την πραγματικότητα. Ο
ποιητής-προφήτης είναι η αποκάλυψη του ονείρου μέσα στον κόσμο».
Η εσωτερική λειτουργία
της ποιήσεως δεν είναι άλλη από τη δημιουργική φαντασία. Στην καντιανή
περιγραφή της φαντασίας ως «μια ενεργητική ικανότητα για σύνθεση» οι ρομαντικοί
πρόσθεσαν και ανήγαγαν τη φαντασία ως την πραγματική δύναμη που μπορεί να
ανυψωθεί πάνω από τα πράγματα και να αντικρίσει την κρυμμένη ουσία και το
πνευματικό βάθος του κόσμου. «Αυτός ο κόσμος της φαντασίας είναι ο κόσμος της
αιωνιότητας», θα αποφανθεί ο Ουίλιαμ Μπλέικ, «αυτός ο κόσμος της φαντασίας
είναι άπειρος και αιώνιος, ενώ ο κόσμος της Γενεάς ή της Βλάστησης είναι
πεπερασμένος». Ο ιδιαίτερος ρόλος της δημιουργικής φαντασίας και ο τρόπος που
το συλλαμβάνουν οι ρομαντικοί αποτελεί έναν από τους κυριότερους πυρήνες του
ρομαντικού κινήματος. Το παράθεμα της Λίλιαν Φουρστ, που επισημαίνει ο Ροζάνης,
είναι αντιπροσωπευτικό: «Οι ρομαντικοί βλέπουν με τα μάτια της φαντασίας. Είχαν
απόλυτη συνείδηση του χάσματος που υπάρχει ανάμεσα στον παροδικό, κοινό κόσμο
του φαινομενικού και στο αιώνιο, απέραντο βασίλειο της ιδανικής αλήθειας, της
καλοσύνης και της ομορφιάς, που ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθεί μόνο με τη
φαντασία». Μέσα από το πρόταγμα της δημιουργικής φαντασίας, το ρομαντικό
υποκείμενο συγκροτείται ως κατεξοχήν φαντασιακή δύναμη, ως φορέας σημασιών και
νοημάτων αλλά και τελεστής μιας ριζοσπαστικής επαναδιαπραγμάτευσης και
επαναδιατύπωσης του πραγματικού.
Είναι λογικό ότι σε
μια σύντομη τοποθέτηση όπως αυτή δεν μπορεί να εξαντληθεί ο Ρομαντισμός και η
θεωρησιακή επεξεργασία που προτείνει ο Ροζάνης στα κείμενά του. Η ρομαντική
προοπτική του κόσμου για τον Ροζάνη συνίσταται στη σύγκρουση ανάμεσα στο ιδεατό
και στο πραγματικό. Στη θύελλα αυτής της σύγκρουσης βρίσκεται η κρίσιμη καμπή
του ρομαντισμού, στη μετάθεση του κέντρου βάρους της ανθρώπινης ύπαρξης στην
εγώτητα του κόσμου, στο αδιάκοπο κυνηγητό του ονείρου και της ουτοπίας, χωρίς
την οποία δεν νοείται το ρομαντικό πρόταγμα.
Η επιμονή του Στέφανου
Ροζάνη στο ρομαντικό κοσμοείδωλο σε έναν μετα-ρομαντικό κόσμο δεν βασίζεται σε
μια στείρα θεωρητική επιμονή αλλά στο γεγονός ότι η αιχμή του δόρατος της
κριτικής του ρομαντισμού στη σύγχρονη κουλτούρα και τον πολιτισμό παραμένει
επίκαιρη. Η κρίση του Διαφωτισμού και το τραύμα της νεωτερικότητας, από τα
οποία αναδύθηκε το ρομαντικό υποκείμενο, όχι μόνο δεν έχουν οπισθοχωρήσει, αλλά
θα λέγαμε ότι έχουν πάρει τις οριστικές τους διαστάσεις. Η Χάνα Άρεντ μάς
επεσήμανε πριν αρκετές δεκαετίες (χωρίς βέβαια να είναι η μόνη) ότι το
διαφωτιστικό παράδειγμα έγινε σμπαράλια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και με την
ατομική βόμβα. Πάνω σε αυτό τον κρίσιμο αναστοχασμό προσπαθεί να απαντήσει ο
Στέφανος Ροζάνης. Και πάνω σε αυτές τις αιχμές είναι που αναβιώνουν οι κραυγές
των ρομαντικών και η πίστη τους για τον απέραντο ωκεανό της ανθρώπινης δυνατότητας.
Η ρομαντική αγωνία, έτσι, προκύπτει ως ο τελευταίος σπασμός ενός κόσμου που
απαρνείται τη φτωχή πραγματικότητα στο όνομα της θεσπέσιας ουτοπίας, «άξιας να
αποδώσει τη ζωή στον θάνατο και τον θάνατο στη ζωή».
Αν οι ρομαντικοί
φιλόσοφοι και ποιητές ήταν οι πρώτοι που ήπιαν από το μαγικό κύπελλο του μύθου,
όπως επισημαίνει ο Ερνστ Κασσίρερ, και ένιωσαν ανανεωμένοι, τότε το να
επανέλθουν πίσω στον συνήθη κόσμο είναι αδύνατο. Ο Στέφανος Ροζάνης, όπως και
οι υπόλοιποι των Σημειώσεων,
παραμένει μια αιρετική φωνή, μια φωνή που εξακολουθεί να στηλιτεύει την κανονικότητα του πραγματικού, προσπαθώντας
παράλληλα να εμφυσήσει την ουτοπία ως την καθοδηγητική αρχή αλλαγής αυτού του
κόσμου.
Θα κλείσω με τα λόγια
ενός επιστήθιου φίλου του Στέφανου Ροζάνη και εκλιπόντα της παρέας των Σημειώσεων, του Μάριου Μαρκίδη:
«Όταν τώρα δίνει την εμπιστοσύνη του στους ρομαντικούς ο
Ροζάνης, εννοεί τους αυτοχειριασμένους, τους σπαστικούς και τους
αποσπασματικούς. Τους εμπιστεύεται ωσάν να αποτελούν μια εν διαρκή εφεδρεία
εκρηκτική ύλη, μια κοιμισμένη βασιλοπούλα που θα ξυπνήσει με τα ξόρκια του ώστε
να φέρει το παλιό ξημέρωμα στον κόσμο. […] Στον Στέφανο διακρίνεις ένα είδος
ιδεοληψίας, την οποία η ανάγκη του να βρεθεί ποιητική λύση για το ανθρώπινο
πρόβλημα την κάνει ανυποχώρητη σε κάθε λογοκρατούμενο επιχείρημα. Η ζωή θα
γίνει αισθητική ή δεν θα αξίζει τίποτα. Ο Ροζάνης εφηύρε την εγκατάσταση της
γραφής του στο χείλος του γκρεμού: πίσω ο κανιβαλισμός του καπιταλιστικού
λόγου, μπροστά η απογοήτευση από τον λόγο μιας επαναστατικής πράξης που
εξελίχθη προτού νυχτώσει καν σε νέα ιταμή εξουσία. […] Ο Ροζάνης θ’
αναποδογυρίσει όλη την κουζίνα της Ιστορίας, για να ανακαλύψει τη μόνη γωνιά
που ένας ασεβής αιρετικός μπορεί να σταθεί, τη γλώσσα του Μεσαίωνα».
Το κείμενο
αποτέλεσε εισήγηση στο διήμερο συνέδριο για το περιοδικό Σημειώσεις που έγινε στη Θεσσαλονίκη
στις 27 και 28 Οκτώβρη 2017
Ο Νίκος Κατσιαούνης
είναι εκδότης του περιοδικού Έρμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου