Με αφορμή την εικαστική έκθεση στη γκαλερί Ζουμπουλάκη, εμπνευσμένη από το βιβλίο του Αναφορά περιπτώσεων
ΤΗΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΑΡΣΕΝΙΟΥ
Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Χωρίς τίτλο (Λούντβιχ), 2016, εκτύπωση inkjet σε χαρτί fine art, 80 x 105 εκ. |
Ένα βιβλίο από αυτά που αξίζει να διασώσεις
σε μία απρόβλεπτη απειλή κατά της βιβλιοθήκης σου, είναι η Αναφορά περιπτώσεων του προ πενταετίας εκλιπόντος διηγηματογράφου
και δοκιμιογράφου Αλέξανδρου Σχινά, εγκατεστημένου από το 1959 στη Γερμανία,
ανταποκριτή της ΕΙΡ στο γερμανικό ραδιόφωνο και κατά την δικτατορία
αντικαθεστωτικού δημοσιογράφου στην Ντόυτσε Βέλλε. Το βιβλίο εκδόθηκε πριν
πενήντα και πλέον χρόνια, τον Δεκέμβριο του 1966, και επανακυκλοφόρησε το 1989
σε επαυξημένη έκδοση του βιβλιοπωλείου της Εστίας. Το «μυθιστόρημα», για να μην
πούμε το μεταμυθοπλαστικό εγχειρίδιο, συγκεντρώνει τους τρόπους, φάσεις ή
διαχρονικά μορφώματα ιστορικής εξέλιξης της μυθοπλασίας στην Ελλάδα
μεταπολεμικά, την τεχνοκρατική (γλωσσολογική/ φορμαλιστική), την ψυχαναλυτική (υπερρεαλιστική/
πρωτοποριακή) και την αλληγορική (υπαρξιακή/ πολιτική) - που σταδιακά δίνει την
θέση της στην ρεαλιστική (μετα-ιστορική). Με πολλές αντιφάσεις, αντιστάσεις και
παραχωρήσεις στην απόδοση και απόλαυση της μυθοπλασίας, η Αναφορά περιπτώσεων δημιουργεί δοκιμές και εφαρμογές στον χώρο της
προωθημένης πεζογραφίας: επεξεργάζεται πειραματικά εκδοχές γραφής, κάνοντας
αναφορά σε κατασκευασμένα από τον ίδιο τον συγγραφέα παραδείγματα.
Πρόκειται για
ένα βιβλίο σχεδόν θεωρητικό, ή και διδακτικό, εξαιρετικά σοβαρό, τόσο που
δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με τους όρους και τους στόχους του, αλλά και για
το, εν τέλει αποδεικνυόμενο ιδιαίτερα υψηλό, ποσοστό αυτοσαρκασμού του
συγγραφέα του. Διαιρείται τριμερώς, και αναλαμβάνει την οργανωμένη και
συστηματική κατασκευή περιπτώσεων (παραδειγμάτων) γραφής, δείξεων και
δειγμάτων, αιτιών και αποτελεσμάτων κοσμοκατασκευαστικής εργασίας. Το πρώτο
μέρος, οι «Περιπτώσεις κατασκευής κόσμων», παρουσιάζει οκτώ διηγήματα υφολογικά
ποικίλα (αλληγορικά, αφαιρετικά, επικά, επιστημονικής φαντασίας, νέου
μυθιστορήματος, πολιτικής, πρωτοπορίας κλπ.) με όρους επινόησης, κατασκευής,
μίμησης, τυχαιότητας, δημοσιότητας, συνειδητής πρόθεσης ή αυτοσκοπού. Ενδεικτικό,
το διήγημα «Το αντίκρισμα της
κυριαρχίας», που δημιουργεί έναν ουτοπικό μελλοντικό κόσμο, ο οποίος τελικά
αποδεικνύεται απάνθρωπα δυστοπικός. Καθώς ξετυλίγεται η αφήγηση, μια
υποτιθέμενα ειρηνική και ευτυχισμένη κοινωνία, η περιγραφή της οποίας απηχεί
προηγούμενες Ουτοπίες, αποδεικνύεται ότι υπηρετεί τον πλούτο και την ευχαρίστηση
των κυρίαρχων, που συγκλίνουν στην νομισματική μονάδα «ντόλορ». Ανάλογης
δυναμικής, το διήγημα πολιτικής αλληγορίας «Ο σχοινοβάτης» (που παιγνιωδώς
παραπέμπει στο όνομα του συγγραφέα). Το κοινό του σχοινοβάτη αποφεύγει να
αντιμετωπίσει την πιθανότητα η παράστασή του να μην είναι καθόλου θαυμάσια ή
επικίνδυνη. Οι υπεκφυγές τους είναι κυνικά συνειδητές:
Ο σχοινοβάτης μπορεί να βρίσκεται τώρα μια
πιθαμή επάνω απ' το κεφάλι μας. Μπορεί να βρίσκεται μια πιθαμή πάνω από το
έδαφος του στίβου και να πηγαινοέρχεται άνετα σε μια ευρύχωρη σανίδα. Ο
σχοινοβάτης μπορεί να μην εμφανίζεται πια και καθόλου. Είμαστε όμως μια ώριμη
γενεά. Όλοι γνωρίζουμε τώρα πως η αίσθηση του απολυτρωτικού αυτού ιλίγγου είναι
αυστηρώς προσωπική υποχρέωση του καθενός από μας (1966:64).
Οι υπόνοιες,
ιστορικές και στοχαστικές, για την σχέση του λαού με την εξουσία είναι εδώ
αναπόφευκτες, δίνοντας ένα εξαιρετικό δείγμα αλληγορικής γραφής.
Το πρώτο αυτό
μέρος του βιβλίου ολοκληρώνεται με την «υπερδιεύρυνσι της εκφραστικότητας», ένα
κείμενο που διαμορφώνει με παιγνιώδη τρόπο και λογοτεχνική μορφή τις
προϋποθέσεις λειτουργίας και μελλοντικής ανάπτυξης του «υπερλεξισμού», ενός
νέου πρωτοποριακού ρεύματος που εντάσσεται στην παράδοση της δυνητικής
λογοτεχνίας. Η θεωρία, που αναπτύσσεται με ιλαρά και κάποτε εξωφρενικής
επινοητικότητας παραδείγματα («Ο Λιλιός», «Τα Απραγάδια», «Φουτσαφοπληξία», και
«Θράπα»), βασίζεται στην δυνατότητα ύπαρξης ενός απείρως εκτεταμένου λεξιλογίου
και στην ανάγκη «ανάστασης» των λέξεων, εκ νέου, δηλαδή ανακάλυψης των ξεχασμένων
τους εννοιών. Ο Σχινάς αναλύει πέντε διαδοχικά στάδια της «υπερλεξιστικής
παραγωγής». Το πρώτο εκμεταλλεύεται την υπάρχουσα φωνολογική, μορφολογική και
σημαντική δυναμική της γλώσσας, δημιουργώντας καθαρά «υπερλεξιστικές» λέξεις.
Το δεύτερο ενέχει την εκμετάλλευση της συνειρμικής δυναμικής των φωνημάτων,
συλλαβών και λέξεων. Το τρίτο στάδιο ανιχνεύει υπεργλωσσικά γεγονότα και
συμβάντα, το τέταρτο εξετάζει ποικίλους τρόπους συμβολικής έκφρασης, παράθεσης
και σύνδεσης, και το τελευταίο συνίσταται στην εκμετάλλευση όλων των υπαρχουσών
ή φανταστικών τεχνών. Σκοπός του υπερλεξισμού, η αντίσταση στην ιστορική
εξέλιξη της σχέσης γλώσσας και σκέψης και στην εξάρτηση της γλώσσας από τις
ιδέες και τις αντιλήψεις. Είναι αρκετά ενδιαφέρον ότι οι λέξεις, οι φράσεις και
ολόκληροι οι στίχοι που κατασκευάστηκαν με αυτή την τεχνική [όπως, για
παράδειγμα, "ρειθραδιασμένα στα μουχτιά αμμωνόνερα" (Τα απραγάδια),
"Γρασσοσιδεροζούπηχτα, σφιχτογραμμοφρικιούντα" (Φουτσαφοπληξία)
κ.τ.λ.], βασίζονται στους ρυθμούς και στα μέτρα της δημοτικής και της ελληνικής
ποίησης του κανόνα. Οι υπερλεξιστικές παρωδίες του Σχινά, εξάλλου, ανάγονται σε
σεβαστά κείμενα ποιητών όπως ο Καβάφης, ο Παπαντωνίου, ο Πορφύρας, ο Α.
Βαλαωρίτης, ο Κάλβος, ο Παλαμάς, ο Πολέμης και ο Σολωμός.
Στο δεύτερο
μέρος του βιβλίου, «Περιπτώσεις εμπλοκής
του Εγώ μέσα στο Άλλο», που αποτελείται από έξι μικρής έκτασης διηγήματα,
διερευνώνται οι μυθοπλαστικές εκδοχές της αλλοτρίωσης. Ο κεντρικός χαρακτήρας
κάθε διηγήματος απειλείται από την έλευση του νέου, βιώνει την φριχτή αποκάλυψη
της πτώσης «των σκηνικών», δολοφονείται από την ξενοφοβία του, πνίγεται από την
γραφειοκρατική συλλογικότητα, απομονώνεται από την γλωσσική και πολιτιστική
μειονοτική του ταυτότητα, αλλοτριώνεται από τις ψευδείς και τεχνητές αφηγήσεις
που κρύβουν την αλήθεια, επίκαιρη και ιστορική.
Στο τρίτο
μέρος, τις «Περιπτώσεις από το ελάχιστο ως το τίποτα», που αποτελείται από τρία
διηγήματα, δοκιμάζεται η κατασκευαστική δυνατότητα της λογοτεχνίας. Στο διήγημα
«Με κόκκινο φως» η αφήγηση εκτυλίσσεται με την παρουσίαση όλων των πιθανών
τρόπων διέλευσης του δρόμου στο ελάχιστο διάστημα μεταξύ του κόκκινου για τους πεζούς και του πράσινου
για τα οχήματα φωτεινού σηματοδότη, αλλά και την παράθεση εικόνων και ήχων που
συλλαμβάνει ο πεζός κατά το συγκεκριμένο ελάχιστο διάστημα. Στο «Ενώπιον
Πολυβολητού» ο συγγραφέας δίνει εντολές σε μία κάτοχο υφολογικής μνήμης «αφηγηματική
συσκευή», μία «εφαρμογή» που ονοματίζεται από τα αρχικά στοιχεία του ονόματος
του συγγραφέα (ΑΣ38φ), και φέρει σε πέρας την «συγγραφή» του κειμένου του
παράγοντας, με τις παρανοημένες ως επί το πλείστον εντολές που λαμβάνει,
δυνάμει λογοτεχνικά κείμενα που μπορούν να ακυρωθούν ή να αναβληθούν χωρίς
τύψεις, καθώς αμέτρητα άλλα μπορούν να δημιουργηθούν ενεργοποιώντας μόνο ένα
μέρος της τεράστιας δεξαμενής λογοτεχνικής παράδοσης που η συσκευή διαθέτει.
Στο επόμενο διήγημα «Η περίπτωσι μηδέν», ο κεντρικός χαρακτήρας, απομονωμένος
στον χωροχρόνο, έχοντας αφομοιώσει πληθωρικά όλους τους τόπους και τα πρόσωπα
της ζωής του, αντιμετωπίζει την κενότητα του θανάτου και τον κίνδυνο τέλους της
γραφής.
Εκτός από έργο μυθοπλασίας, η Αναφορά περιπτώσεων αποτελεί σχόλιο στην
σύγχρονη (και όπως φαίνεται μελλοντική) μυθιστοριογραφία, πειραματιζόμενη
επίσης με νέους τρόπους γραφής. Τα τρία της μέρη ανταποκρίνονται σε διαδοχικές
εποχές της μυθιστοριογραφίας. Το πρώτο, «Περιπτώσεις κατασκευής κόσμων»,
αντιπροσωπεύει το μέρος της παγκόσμιας μυθοπλασίας που κυρίως επικεντρώθηκε
στην αναπαράσταση της πραγματικότητας, προσφέροντας ποικίλα παραδείγματα της
αναφορικής λειτουργίας της λογοτεχνίας, από τα πιο αλληγορικά και διδακτικά έως
τα πιο πρωτοποριακά. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου, «Περιπτώσεις εμπλοκής του
Εγώ μέσα στο Άλλο», συνεχίζει την κατασκευή κόσμων, παράγοντας αντιρεαλιστικά «οντολογικά
συστήματα» που ορίζουν το «Εγώ» μέσω της ύπαρξης ενός «Άλλου», εκλαμβανόμενου
όχι μόνο ως σημείου εστίασης, αλλά ως ουσιαστικής αφηγηματικής βάσης. Τα
γλωσσικά συστήματα των τριών ιστοριών του τρίτου μέρους, «Περιπτώσεις από το
ελάχιστο ως το τίποτα», αναφέρονται σε ελάχιστες στιγμές της πραγματικότητας
κατά τη διάρκεια των οποίων το μυθολαστικό σύμπαν δημιουργείται σχεδόν
εξολοκλήρου από την γλώσσα.
Η Αναφορά περιπτώσεων προκρίνει την στροφή
προς τη συγχρονικότητα, την ανάδειξη δευτερογενών ή μειονοτικών φωνών, την ρήξη
της σοβαροφάνειας και την προβολή της πρόκλησης και της παρωδίας ακόμη και των
μέγιστων αφηγήσεων, όπως του πολέμου, της συγγραφικής αυθεντίας, της ιστορίας ή
της παράδοσης. Τα κείμενα του Σχινά, αντανακλώντας την δομιστική ατμόσφαιρα της
εποχής τους, αποτελούν σχόλια πάνω στη λογοτεχνική παρουσίαση της
πραγματικότητας: δεν υπάρχει πρόσβαση στην αλήθεια, παρά μέσω του κριτικού στοχασμού
και της γλώσσας, η οποία προσφέρει δραματικές, διανοητικές και αισθησιακές
αποδόσεις του κοσμοκατασκευαστικού μας έργου. Κυρίως όμως, οι κόσμοι του Σχινά
αναφέρονται στις ελάσσονες πτυχές της νεοτερικότητας που προκύπτουν από την
αλλαγή στάσης απέναντι στο εθνικό και το ιστορικό: αφορούν ένα πρωταρχικό,
άφατο, ιδιωτικό και συγχρόνως συλλογικό μέρος της όψιμης νεοτερικότητας που
προκύπτει από την κριτική στον υπό κρίση δυτικό πολιτισμό, με την ανάδειξη
αταβιστικών, άλογων, φαινομενικά ασήμαντων και δευτερογενών στοιχείων μίας
μετα-νεοτερικής περιφερειακής κουλτούρας όπως η ελληνική, στα μάτια ενός καθόλου
«ελληνοξεχασμένου» Έλληνα της διασποράς.
Η Ελισάβετ
Αρσενίου διδάσκει Νεοελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Θράκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου