ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Μια ψυχαναλυτική
σκέψη που διασχίζει τα σύνορα
ΤΗΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΟΥΚΗ
Γεννήθηκε το 1934 στο Βελιγράδι. Από το 1941, ο πατέρας
της, Dimitrije Matić, αντιστασιακός, παρτιζάνος, κρατείται σε γερμανικό στρατόπεδο (η Σερβία
είχε καταγγείλει την προσχώρηση της
Γιουγκοσλαβίας στον Άξονα). Το 1942 χάνει τη μητέρα της. Η μητρική θεία την
φυγαδεύει στη Λειψία, όπου ζει παντρεμένη με τον ελληνικής καταγωγής Κλέωνα Ζυγούρη. Η Ράντμιλα είναι
7 ετών. Δεν πηγαίνει
σχολείο για να μην αποκαλυφθεί ότι είναι Σέρβα, μαθαίνει όμως γερμανικά. Μεταφράζει
στα σέρβικα στη θεία της ειδήσεις του ραδιοσταθμού του Λονδίνου για την
προέλαση των Ρώσων. Παραμονές του βομβαρδισμού της Λειψίας, μετακινούνται στο
Μόναχο και το 1946 στη Γαλλία, όπου ζει ο
μητρικός θείος. Με πρόχειρα χαρτιά υιοθεσίας, η Ράντμιλα φοιτά εσωτερική για να
μάθει γαλλικά. Οι θείοι της δεν έχουν άδεια εργασίας, ο ψυχρός πόλεμος έχει
αρχίσει, φοβούνται.
Η αδελφή του
Ζυγούρη ζει στην Αργεντινή. Το 1948 μεταναστεύουν εκεί. Προηγουμένως, βρίσκουν
τον πατέρα της. Της ζητά να γυρίσει στη Γιουγκοσλαβία. Εκείνη,
στα 14 πια, προτιμά να φύγει με τους θείους της. Στο ελληνικό διαβατήριό της γράφεται
με το όνομα Ζυγούρη. Έφηβη στο γαλλικό σχολείο του Μπουένος Άιρες,
πολιτικοποείται· είναι η εποχή του Περόν.
Η καλύτερη φίλη της είναι κόρη του Angel Garmà που εισήγαγε την ψυχανάλυση στην
Αργεντινή. Στη βιβλιοθήκη του, διαβάζει Φρόυντ στα γερμανικά.
Το ζεύγος
Ζυγούρη νοσταλγεί την Ευρώπη. Η Ράντμιλα θέλει να ζήσει στο Παρίσι. Εκείνοι το θεωρούν
πόλη κραιπάλης. Το 1952, λοιπόν, τους ακολουθεί στο Μιλάνο. Για
να αυτονομηθεί, σπουδάζει διερμηνεία (σέρβικα,
γερμανικά, γαλλικά, ισπανικά). Εργάζεται στη Γενεύη, μαζεύει χρήματα και στα 21
της φεύγει στο Παρίσι. Γράφεται στην Ιατρική, με
απώτερο σκοπό να γίνει ψυχαναλύτρια. Ζητά τη γαλλική υπηκοότητα. Της αρνούνται, γιατί αναφέρει τον Sartre, τον Camus... Χωρίς
χρήματα, επιστρέφει στους θείους της που ζουν πλέον στη Φρανκφούρτη. Εκεί, το 1956
γράφεται στην Ιατρική, την πνίγει όμως η μολυβένια μεταπολεμική σιωπή. Επιστρέφει
στο Παρίσι και βιοπορίζεται παράνομα. Αργότερα, εργάζεται στο Εθνικό Κέντρο Ερευνών.
Στο σεμινάριο του Λέβι Στρως, δημιουργεί
φίλους, και συνδέεται στενά μαζί τους, στις διαδηλώσεις υπέρ της Αλγερίας. Σπουδάζει
Ψυχολογία, για να εισέλθει στο χώρο της ψυχικής
υγείας. Μαθαίνει για τον Λακάν και πηγαίνει στο τελευταίο σεμινάριό του, στη Sainte Anne. Είναι η εποχή της
αποπομπής του από την IPA.[1]
Κλίμα ελευθερίας, που της είναι πιο
οικείο από το σοβαροφανές πρωτόκολλο της Γαλλικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας. Αρχίζει
προσωπική ανάλυση και αργότερα εποπτεία με τον Λακάν. Εργάζεται σε κέντρα ψυχικής
υγείας, στο Νοσοκομείο παίδων... Επισκέπτεται την
Ελλάδα με τον φίλο της Ζακ Λακαρριέρ. Το 1981 αποκτά γαλλική υπηκοότητα.
* * *
Η Ζυγούρη ανήκει
στην πρώτη γενιά των μαθητών της Φροϋδικής Σχολής.[2]
Ανήκει ενεργά, χωρίς να ταυτίζεται. Συμμετέχει στην ίδρυση της ομάδας εργασίας «ψυχανάλυση/πολιτική/θεσμοί» και το 1969 αμφισβητεί τη διαδικασία αναγνώρισης κάποιου ως
αναλυτή.[3]
Με πρωτοβουλία της, κυκλοφορεί το περιοδικό Η
καθημερινότητα του ψυχαναλυτή· εκεί, δημοσιεύουν όλοι ελεύθερα,
ανώνυμα, σε αντίθεση με το επίσημο περιοδικό της Σχολής (Scilicet) όπου όλα τα άρθρα είναι ανώνυμα πλην
εκείνων του Λακάν. Το 1976, ανταποδίδοντας
την υποδοχή που της είχε γίνει φθάνοντας στη Σχολή, υποβάλλεται στη διαδικασία
του «περάσματος». Η επιτροπή επισημαίνει την υπερβολική ευκολία της να
διασχίζει σύνορα. Αλλά τι πιο φυσικό; Στα πρώτα 20 χρόνια της ζωής της, ήταν ανάμεσα
σε Βελιγράδι, Λειψία, Μόναχο, Παρίσι, Μπουένος Άιρες, Μιλάνο, Γενεύη,
Φρανκφούρτη, Παρίσι...
Η Σχολή
διαλύεται το 1980. Η Ζυγούρη συμμετέχει στα ενδιάμεσα σχήματα. Αργότερα, με
άλλους ψυχαναλυτές, ιδρύει την Ομοσπονδία των εργαστηρίων ψυχανάλυσης,
ένα θεσμό που, όπως υπονοεί ο τίτλος, ευνοεί την πολλαπλότητα απόψεων. Στις ομάδες εργασίας ή σε ευρύτερες συναντήσεις (όπως η Εργαλειοθήκη), τα μέλη των Εργαστηρίων στοχάζονται πέραν δογματισμών, σε πολλά διαφορετικά
επίπεδα και γνωστικά πεδία. Τα Εργαστήρια δεν
είναι Σχολή Ψυχανάλυσης. Η μάθηση είναι αμοιβαία μεταξύ των μελών, που κυκλοφορούν
ελεύθερα, «ταξιδεύουν» και σε άλλους ψυχαναλυτικούς θεσμούς, ακούνε πολλές «μουσικές».
* * *
Η Ζυγούρη λέει ναι στον θεωρητικό-κλινικό στοχασμό και
όχι στον στείρο σχολιασμό «ιερών»
κειμένων. Ναι στην πολυγλωσσία, όχι στο λόγο του ενός και στην «ξύλινη»
γλώσσα. Ναι στα μικρά μονοπάτια που
ευνοούν συναντήσεις, όχι στον ανιαρό
μονόδρομο της μιας ορθοδοξίας. Λέει: «Φυσικά, η ιδιοφυΐα του Φρόυντ
και του Λακάν δεν είναι στο ίδιο επίπεδο με τις μικρότερης εμβέλειας θεωρίες. Γιατί
όμως να παραγκωνίσω τον Γουίννικοττ και τους άλλους που συνομιλώ μαζί τους στις κλινικές μου
ονειροπολήσεις; Έτσι, φτιάχνω έναν ψυχικό χώρο για να σκεφτώ την κλινική
εμπειρία μου. Κυμαινόμενες θεωρίες... Η μεταψυχολογική εργαλειοθήκη μου...».
Χρησιμοποιεί συχνά την εικόνα των ελεύθερων ηλεκτρονίων. Αν δούμε την ψυχαναλυτική θεωρία σαν νεφέλωμα ατόμων, όπου κάθε άτομο
αντιπροσωπεύει ένα ψυχαναλυτικό ρεύμα, ας λειτουργούμε όπως τα ελεύθερα
ηλεκτρόνια που, όντας στην
εξωτερική στοιβάδα του πυρήνα ενός ατόμου, δεν δεσμεύονται, ξεφεύγουν από την τροχιά τους, γυρνούν ελεύθερα, μπαίνουν σε τροχιά γύρω και
από άλλους πυρήνες. Ας
επεξεργαζόμαστε την πρακτική μας και τη θεωρία στον ενδιάμεσο χώρο, περιθωριακά
των μεγάλων γραφών, χωρίς να τις κάνουμε φετίχ. Τα διάφορα θεωρητικά ρεύματα, σαν παράθυρα, ανοίγουν
σε διαφορετικές θεάσεις των ψυχικών
διεργασιών. Γιατί να
επιλέξουμε ή τον Φρόυντ ή τον Λακάν ή
τον Φερέντσι ; Ας πορευόμαστε και
με τον Φρόυντ και τον Λακάν και τον Φερέντσι. Και με την Πανκόφ, την Ωλανιέ, τη Ντολτό, την Μακ Ντούγκαλ, τον
Γουίννικοττ, τον Μπίον, τον Σερλς... Ας συνομιλούμε και
με άλλους, από άλλους ορίζοντες: τον
Φουκώ, τον Μαλινόφσκι, τον Ωστιν... Όλοι οι πρωτοπόροι της Ψυχανάλυσης,
όλοι οι μεγάλοι στοχαστές χωρούν στη θεωρητική μας εργαλειοθήκη, όλοι είναι ο
μυθολογικός μας θησαυρός.
Διότι η Ψυχανάλυση
ανιχνεύει το Ασυνείδητο με θεωρητικές μυθοπλασίες. Ο Φρόυντ το καταθέτει ήδη στην
Ερμηνεία των ονείρων: «Θεσπίσαμε, εν είδει μυθοπλασίας, ένα
πρωταρχικό ψυχικό όργανο». Και ο Λακάν, μιλώντας για τον πατέρα το 1937,
έλεγε ότι πρόκειται επίσης για μύθο, για μεταφορά. Οπότε, καταλήγει η Ζυγούρη, αν οι ψυχαναλυτικές θεωρίες είναι οι μύθοι μας,
ας κάνουμε ό,τι λέει γι’ αυτούς ο Vernant. Ας συγκρίνουμε. Όχι για να
αποποιηθούμε κάποια θεωρία, αλλά για να εντοπίσουμε τις κοινές σταθερές
τους που τις τέμνουν. Ή για να προτιμήσουμε μια συγκεκριμένη θεωρία, ανάλογα με την πραγματικότητα της
κλινικής πρακτικής μας. Κάθε εκδοχή εστιάζει σε διαφορετικές ψυχικές ζώνες. Συνδετικός
τους κρίκος, οι θεμελιώδεις αρχές: το Ασυνείδητο, η απώθηση, η μεταβίβαση. (Και το τελετουργικό της ταυτότητας του αναλυτή,
ντιβάνι/πολυθρόνα.)
Η Ζυγούρη και οι ψυχαναλυτές της γενιάς της, πλάι στο
οιδιπόδειο, πλάι στο σημαίνον, εισάγουν το κοινωνικό/πολιτικό. Διεκδίκησαν μια
ψυχαναλυτική πρακτική που συνυπολογίζει, κυλώντας η Ιστορία, τις μεταβολές της
υποκειμενικότητας. Η πραγματικότητα δεν είναι μόνο ψυχική. Η φαντασίωση δεν
είναι άμοιρη του εξωτερικού κόσμου.
Στα γραπτά της Ζυγούρη κυριαρχεί η έννοια της υποδοχής,
της ανοιχτοσύνης στον άλλο. Ένθεν της μεταβίβασης, είναι η υποδοχή, προαπαιτούμενο
για να ακούσουμε τον άλλο. Την ανοιχτοσύνη στον άλλο, την αυθόρμητη,
ανεπιφύλακτη υποδοχή του ξένου, την αλληλεγγύη με αυτό καθαυτό το ανθρώπινο
είδος που είχαμε όλοι μας κάποτε, κάποια στιγμή χρειάστηκε να τη χάσουμε.
Αυτή την αλληλεγγύη καλούμαστε να ανακτήσουμε. Είναι
επείγον, ιδιαιτέρως στις μέρες μας.
Η Ελισάβετ Κούκη είναι ψυχαναλύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου