ΤΗΣ ΒΕΡΑΣ ΠΑΥΛΟΥ
Στην εισαγωγή-διάλογο με την συγγραφέα, στο βιβλίο Ο άγνωρος δεσμός, η Ράντμιλα Ζυγούρη
λέει στην Άννα Αγγελοπούλου: «Θα εξελιχθούμε προς μία ψυχανάλυση κβαντική όπου
το αντικείμενο-οποιοδήποτε αντικείμενο επιθυμίας-θα είναι παρόν ή απόν εφόσον
θα υπάρχει κάποιος για να το συναντήσει και να το ονοματίσει». Η φράση αυτή
τοποθετεί επιστημολογικά την συγγραφέα στο ρεύμα των σύγχρονων αναλυτών που
συνεχίζοντας την θεώρηση του Φρόιντ και του Λακάν, κάνουν ταυτόχρονα τομή
προχωρώντας τις έννοιες. Ο ψυχαναλυτής, ως παρατηρητής ενός απρόβλεπτου
κβαντικού σύμπαντος, χρειάζεται να εισέλθει
στο πεδίο με όλο του το είναι ώστε να κάνει να αναδυθούν αποκομμένα στοιχεία που
αιωρούνται εντός της κυμαινόμενης προσοχής αναζητώντας χώρο για την πραγμάτωσή
τους. Είναι πολύ κοντά στην προσέγγιση της Γαλλίδας ψυχαναλύτριας Μισέλ
Μοντρελαί που κάνει μια αναλογία ασυνειδήτου και κβαντικού μικρόκοσμου[1].
Τι είναι όμως η μεταβίβαση; Πρόκειται για μια έννοια αρχικά
του δικαίου που σηματοδοτεί μεταφορά, μετάθεση άυλων τίτλων, δικαιωμάτων. Στην
ψυχανάλυση αφορά την μετάθεση ασυνείδητων
αισθημάτων από ένα πρόσωπο σε ένα άλλο τα οποία επανενεργοποιούνται και
αποκτούν υπόσταση επίκαιρου γεγονότος. Ισχύει σε όλες τις σχέσεις και κατεξοχήν
στον έρωτα. Όμως όλες οι σχέσεις δεν κινούνται γύρω από την «ανάλυση» αυτής της
μετάθεσης. Είναι κατεξοχήν ο χώρος της θεραπείας όπου αυτή η ασυνείδητη μετάθεση
γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας. Για την Ράντμιλα Ζυγούρη η μεταβίβαση είναι
«μετατόπιση» =αλλαγή χρόνου και τόπου κάποιων συμβάντων που επικαιροποιούνται
στην ανάλυση. Ταυτόχρονα όπως λέει διαδραματίζεται και κάτι νέο.Übertrangung.Δημιουργία.Πώς
γίνεται αυτό; Η Μισέλ Μοντρελαί αντίστοιχα μιλά για Invention, επανανακάλυψη του παρελθόντος
και ταυτόχρονα επινόηση.
Η μεταβίβαση είναι το όχημα της ανάλυσης. Κάτι χρειάζεται να αγκιστρωθεί στο ασυνείδητο αναλύοντος-
αναλυτή ώστε να ξεκινήσει το ταξίδι .«Ο καθένας φέρει την ιστορία και την
γεωγραφία του που αγκιστρώνεται στο πρωτόγονο βλέμμα του ερωτευμένου την στιγμή
της συνάντησης» γράφει με γλώσσα εξαιρετικά
ποιητική η συγγραφέας. Μπαίνουμε τότε σε αυτή «την άλλη σκηνή» που όπως λέει ο Octave Mannoni[2] διαδραματίζεται εν αγνοία μας ως δράμα. Μιλά για την
παιδαγωγική. Διότι και στη σχέση εκπαιδευτικού-μαθητή και στη σχέση
γιατρού-ασθενή υπάρχει η μεταβίβαση. Απλά δεν είναι το κύριο εργαλείο. Το έργο,
η γνώση, λειτουργούν σε ένα άλλο επίπεδο.
Στη θεραπεία η απουσία του άλλου επιπέδου επιτρέπει να λειτουργήσει το «ως
εάν».
Η Ζυγούρη σε συνέχεια του Φρόιντ έρχεται να πει ότι αυτό που
χρειάζεται να χειριστούμε μας είναι ενίοτε εντελώς άγνωρο.Ο χειρισμός δεν
γίνεται με βάση έννοιες. Χρειάζεται ανοιχτότητα,
άνευ όρων παρουσία, ελευθερία έναντι του
παράλογου που έρχεται ως ιδέα από το ασυνείδητο, χώρο για την πραγματικότητα
της ζωής του άλλου. Είναι μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση. «Να στοχάζεσαι
λέει την ιστορία σου μαζί με τον άλλον», όλες τις οδύνες του παρελθόντος αλλά
και της καθημερινότητας μιας δύσκολης ζωής που επερωτά διαρκώς το αναλυτικό
πεδίο.
Πρώτος ο Φρόιντ μίλησε για μεταβίβαση. Αρχικά την θεώρησε
εμπόδιο, στην συνέχεια βασικό εργαλείο. Μίλησε για εκδραματίσεις που ταρακουνάνε
την θεραπεία δίχως να ξέρει κανείς τι συμβαίνει. Ο Φρόιντ μιλά για έρωτα μεταβίβασης η Ράντμιλα Ζυγούρη
μιλά για παράδοξο έρωτα –συνέχεια
και τομή σε σχέση με την φροϋδική έννοια. Είναι αυτός ο έρωτας που έλκει
κάποιον προς τις ορμές της ζωής. Εάν πραγματωθεί παύει να είναι πηγή επιθυμίας
που γεννά το νέο.Φρόιντ 1915 :« O δρόμος του αναλυτή είναι διαφορετικός και δεν έχει πρότυπο
στην πραγματική ζωή. Προσέχει κανείς να μην προκαλέσει περίσπαση από την
ερωτική μεταβίβαση, να μην την εκτοπίσει, εξίσου σταθερά απέχει από κάθε
ανταπόκριση σε αυτή. Δεν εγκαταλείπει την ερωτική μεταβίβαση αλλά την πραγματεύεται
ως κάτι μη πραγματικό μια κατάσταση από
την οποία οφείλει να διέλθει.»[3]
Ο Ζακ Λακάν αφιέρωσε το όγδοο σεμινάριο στο ζήτημα αυτό.
Βασίστηκε στο Συμπόσιο και στον έρωτα Αλκιβιάδη-Σωκράτη που ωθεί τον δεύτερο
στην αυτογνωσία. Σωκράτης: δεν είμαι εγώ το αντικείμενο της επιθυμίας σου.
Λέγοντας αυτό ορίζει αυτό που είναι η μεταβίβαση, μια διαρκής μετάθεση που
ανοίγει το δρόμο για να βρει κανείς το
«άγαλμά» του, το δικό του αντικείμενο, τη σχέση του με την επιθυμία. Εάν ο
έρωτας εκπληρωθεί κάτι κλείνει, πραγματοποιεί κάποιος την φαντασίωση, το πέρασμα
στην πράξη, αντί να την διέλθει.Η ανάλυση της μεταβίβασης που σηματοδοτεί το τέλος
ανάλυσης είναι η λακανική τομή σε σχέση με τη φροϋδική θεώρηση.
Η σχέση μεταβίβασης είναι ασύμμετρη. Δεν πρόκειται για ανισότητα.
Είναι δύο θέσεις που επιτρέπουν να ξεκινήσει κάτι. Κάτι υποθέτει για τον άλλον
αυτός που κάνει το διάβημα. Αυτός ο κάποιος στο τέλος της ανάλυσης γίνεται το απόρριμμα
του αναλυόμενου ο οποίος «διαφοροποιείται».
Όπως ο Σωκράτης, ο αναλυτής χειρίζεται αυτή τη διαφορά θέσεων συμβολικά και όχι φαντασιακά ασκώντας ισχύ. Είναι
ένας έρωτας με αρχή και τέλος που γεννά την δημιουργία και την γνώση του
ασυνειδήτου. Η ψυχανάλυση για τη
Ράντμιλα Ζυγούρη είναι κατεξοχήν πολιτική, βλέποντας στο σημείο αυτό την
μεγαλύτερη συμβολή του Ζακ Λακάν. Αναφέρεται προφανώς στην αποκαθήλωση του «Άλλου» που είναι η κάθε θέση
εξουσίας του κοινωνικού δεσμού.
Με τον άγνωρο
δεσμό η Ζυγούρη εισάγει μια καινοτόμο
ματιά στην έννοια του πραγματικού (Réel) του
Λακάν. Μας δίνει μία δυνατή απεικόνιση. Το έδαφος. Διακρίνει την μεταβίβαση από
τον δεσμό με βάση το έδαφος και τον
χάρτη. Η μεταβίβαση αποτελεί έναν
εννοιολογικό χάρτη ενώ στην ανάλυση έχουμε να κάνουμε με το έδαφος, το
πραγματικό. Προχωράμε σε «απάτητα εδάφη»
που μπορεί να έχουν να κάνουν με πολέμους, τραύματα, άγνωστες ιστορίες στο
σεντούκι. Το έδαφος ως πραγματικό (Réel) είναι αυτό που δεν παύει να μη
γράφεται, έχει να κάνει με το πραγματικό της φύσης, το άγνωρο. Έννοια κόμβος
μεταξύ ατομικού και κοινωνικού.
Ο δεσμός είναι το
έδαφος της μεταβίβασης. Εδώ προχωρά πέρα και από τον Λακάν μιλώντας γι αυτό
που παραμένει μετά από την ανάλυση της μεταβίβασης. Κάτι από τον δεσμό
διατηρείται μετά το τέλος της ανάλυσης. Μία συμβολική σχέση με τον αναλυτή που σηματοδοτεί τη γέννηση, την
αναγέννηση, την μύηση. Όπως γινόταν στα ελευσίνια μυστήρια ή σε άλλες
παραδόσεις, με τον σαμάνο κλπ. Ειδικά στην περίπτωση που κάποιος γίνεται
αναλυτής, ο έρωτας και ο δεσμός γίνονται
φορείς για την δημιουργία, για την μεταβίβαση σε νέα αντικείμενα, πρόσωπα,
άλλους αναλυτές. Γινόμαστε αναλυτές γιατί παραμένουμε κοντά στην ανάλυση σαν
διαδικασία και όχι για να παραμείνουμε με τους αναλυτές μας. Αν συμβαίνει αυτό,
όπως γίνεται σε πολλές σχολές, κάτι υπάρχει στο φαντασιακό που δεν έχει
αναλυθεί.
Η ανάλυση έχει στόχο τον αποχωρισμό σε αντίθεση, λέει η Ζυγούρη, με τον πραγματικό έρωτα που
είναι η υπόσχεση του «για πάντα». Ως «υπόσχεση αποχωρισμού», ως πένθος, μας
απελευθερώνει προς νέα πράγματα, με τη
λύση οιδιπόδειων και προοιδιπόδειων δεσμών, φέρει το θάνατο μέσα στη ζωή
για να ευχαριστηθούμε την ζωή. Ένα σημαντικό σημείο που ανακύπτει είναι η
«εμπλοκή» του αναλυτή. Πολλές φορές συμβαίνουν «παράδοξα» όπου ο ίδιος ο
αναλυτής προσεγγίζει άγνωρα δικά του στοιχεία. Αναφέρεται στην παρεξήγηση της
έννοιας της αποχής και της σιωπής. Στη σιωπή αναδύονται πολλά όταν υπάρχει ήδη ο
ψυχικός καμβάς. Με ανθρώπους που έχουν βιώσει την καταστροφή, το τραύμα, στα ψυχοσωματικά
ζητήματα, στην ψύχωση, ο αναλυτής μπαίνει εξαρχής πιο δυναμικά στο πεδίο. Μιλά
για τον εαυτό του δίνοντας δικά του σημαίνοντα,όνειρα, ακόμη και με ενοράσεις
όπως περιγράφει η Πιέρα Ωλανιέ[4] που θυμίζουν τον medicine man των
ινδιάνων.Οι Davoine-Gaudillière[5] μιλούν
επίσης για ψυχωτική μεταβίβαση και στοιχεία που περνούν από τον αναλυόμενο στον
αναλυτή ως συγκοινωνούντα δοχεία.
Κάτι μετέωρο, δυνητικό, μακρινό, διαγενεαλογικό και
φυλογενετικό[6] χρειάζεται να
«πραγματωθεί» στην ανάλυση.Εδώ είναι το νέο που εκφράζεται με την λέξη
«παράδοξο». που χρησιμοποιεί η Ζυγούρη. Υφαίνονται ισχυρά νήματα ζωής που
κάνουν να αναδυθούν παράδοξα που δεν έχουν άλλο δρόμο έκφρασης.Αναφέρεται στα
δύο σώματα που ανταλλάσουν τα στοιχεία τους.
Τι γίνεται με τις διάφορες σχολές όπου οι αναλυτές είναι
επόπτες, μέλη κλπ; Εκεί όπου το πλαίσιο επιβάλλεται με τρόπο καταλυτικό από τον
Θεσμό και ο νέος αναλυτής δεν μπορεί να αποδεσμευτεί; Η συγγραφέας, έχοντας
στην πράξη αμφισβητήσει τα κλειστά πλαίσια, θεωρεί ότι οι κάθετοι θεσμοί αλλοτριώνουν αυτό που
εντός της ανάλυσης είναι ανατρεπτικό. Την
ανάδυση της μοναδικότητας. Τάσσεται στην πράξη υπέρ των οριζόντιων σχέσεων
τις οποίες στήριξε με την δημιουργία της «ομοσπονδίας εργαστηρίων ψυχανάλυσης».
Τελικά η Ράντμιλα Ζυγούρη, με τη θηλυκή, δημιουργική γραφή
της μας καλεί να μην διστάσουμε να βουτήξουμε στο άγνωρο, ποιώντας το νέο.
Η Βέρα Παύλου είναι
ψυχαναλύτρια
[1] Δ. Παπαευθυμίου, Αντιμεταβίβαση/ «επιθυμία» του αναλυτή και
διττός χαρακτήρας του ασυνειδήτου, Εκ των Υστέρων τ. 21, Β. Παύλου, Η έννοια του μεταβιβαστικού πεδίου στο έργο
της Μισέλ Μοντρελαί, Εκ των Υστέρων τ.23
[2] Jean Claude Filloux, Το πεδίο της
παιδαγωγικής και η ψυχανάλυση, εκδ.Gutenberg, μτφρ.Μαρίνα Κουνεζή
[3] Sigmund Freud, Παρατηρήσεις για τον
έρωτα μεταβίβασης, εκδ.Πλέθρον, σελ. 47, μτφρ. Γιώργος Σαγκριώτης
[4] Πιέρα Ωλανιέ, Η Βία της
ερμηνείας,εκδ.της Εστίας και Pierra Aulagnier,
μτφρ, Μ.Κουνεζή, Η περίπτωση Φιλίπ, L’apprenti historien et le maître sorcier, ed.Puf
[5] Françoise Davoine-jean Max Gaudillière, Ιστορία και τραύμα,
εκδ.Μέθεξις και Françoise Davoine, μτφρ. Μ. Κουνεζή, Η
τρέλα Wittgenstein, εκδ.Νήσος,
μτφρ.Αγγελος Βουτσάς
[6] Sandor Ferenczi, Θάλασσα-Σύγχυση
γλωσσών ανάμεσα στους ενήλικους και στο παιδί, εκδ. Γαβριηλίδη, μτφρ. Ερη
Κούρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου