18/9/16

Αλλάζοντας οπτική γωνία

ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Democratic Self-Administration of Rojava & Studio Jonas Staal, New World Summit – Rojava (Model, photos and video), 2015-16 


ΓΙΑΝΝΗ ΨΥΧΟΠΑΙΔΗ, Ημερολόγια της φωτιάς. Μικρά κείμενα για την τέχνη, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 176

Το βιβλίο του Γιάννη Ψυχοπαίδη περιλαμβάνει δεκαοκτώ κείμενα, κατανεμημένα σε μικρές θεματικές ενότητες, με κάποια αυτοτέλεια, αλλά και συνάφεια, ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να αντιληφθεί τον τρόπο με τον οποίον ο συγγραφέας βλέπει, αισθάνεται και στοχάζεται τον πολιτισμό, την παράδοση και την καλλιτεχνική της έκφραση, το τοπίο και τους ανθρώπους. Αυτά τα κείμενα μπορούμε να τα σκεφτούμε σαν δεκαοκτώ ματιές του συγγραφέα και να σκεφτούμε αν πρόκειται για το ίδιο βλέμμα, για το βλέμμα με το  οποίο –με τις δεκαοκτώ αυτές ματιές– ο Γιάννης Ψυχοπαίδης κοιτάζει τα αντικείμενα της οπτικής του. Δεν ξέρω πόσο καλό, εύστοχο είναι αυτό το παράδειγμα, ώστε να εξηγήσει το πώς αυτό το βιβλιοκριτικό κείμενο προτείνει να προσεγγίσουμε τα δεκαοκτώ κείμενα του βιβλίου. Είναι πάντως βολικό και μεθοδολογικά εύχρηστο, ώστε να περάσω στην αφετηρία αυτής της παρουσίασης.
Με άλλα λόγια, θα προσπαθήσω να παρουσιάσω την οπτική του συγγραφέα, όπως νομίζω ότι αποτυπώνεται στα κείμενα του βιβλίου, ώστε να βρεθεί έδαφος, για να σταθεί η ακόλουθη θέση: θα υποστηρίξω ότι ο συγγραφέας και ζωγράφος, Γιάννης Ψυχοπαίδης (για τις ανάγκες αυτού του κειμένου θα θεωρήσω αξεχώριστες τις δυο ιδιότητες, τη γνώση, την πειθαρχημένη εργασία, αλλά και τους καημούς που τις συνοδεύουν, και καμιά φορά τις προκαλούν) προτείνει μια οπτική για τα πράγματα, η οποία απολήγει σε συγκεκριμένη ερμηνευτική θέση.  Πιστεύω ότι ο τρόπος, για να γίνει πιο ξεκάθαρο αυτό, είναι να περιγραφεί και να εκτεθεί η οπτική του Γιάννη Ψυχοπαίδη μέσα από το πώς βλέπει ο ίδιος το αντικείμενό της. Πριν, λοιπόν, να φτάσουμε στο να δούμε ποια είναι η θέση από την οποία ο συγγραφέας ερμηνεύει, θα πρέπει να δούμε από ποια θέση ο ζωγράφος κοιτάζει. Με βάση τα παραπάνω, θα προσπαθήσω να περιγράψω και να ανασυστήσω την οπτική του, μέσα από το κείμενο – δεύτερο στη σειρά των κειμένων του βιβλίου – που τιτλοφορείται «Στην επικράτεια του θανάτου. Χανς Χόλμπαϊν ‘Οι πρεσβευτές’ 1533». Το θέμα του είναι ίσως το καταλληλότερο, για να περιγραφεί η ερμηνευτική οπτική του συγγραφέα, για να αναδειχθεί το πώς κοιτάζει ο ζωγράφος. Είναι ταιριαστό με  το πώς ερμηνεύει συγχωνεύοντας αυτές τις δυο ιδιότητες, αχώνευτες, όταν συντίθενται, για μερικούς, δημιουργικά συγκεράσιμες, για άλλους.

Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, για να αναδείξει την οπτική, μέσα από την οποία βλέπει και ερμηνεύει  τον συγκεκριμένο πίνακα, περιγράφει τον χώρο της παράστασης. Όπως, δηλαδή, στο θέατρο, όπου ένα αρχή ην η σκηνή, η οποία γίνεται θεατρικός χώρος, εδώ ο συγγραφέας του δοκιμίου μάς δείχνει τον χώρο της εικαστικής παράστασης. Ένας τέτοιος χώρος διαφέρει από τον θεατρικό ως προς το ότι είναι σταθερά τα σήματα της παράστασης, ακίνητα. Απλώς είναι εκεί. Ο Ψυχοπαίδης, λοιπόν, περιγράφει τον πίνακα, για να μας δείξει ποια είναι τα σταθερά, τα αμετάβλητα σήματα  αυτής της παράστασης. Ξεκινά λέγοντας ότι εικονίζονται δύο άντρες, που στέκονται μπροστά σε μια κουρτίνα, οι οποίοι «κοιτούν χωρίς να μας κοιτούν» σαν να έχουν συγκεντρώσει την προσοχή τους σε «ένα νοητό σημείο έξω από τον πίνακα». Οι εικονιζόμενοι άντρες δείχνουν να είναι αυτάρκεις, ικανοποιημένοι από τον εαυτό τους και, μάλιστα, όπως τονίζει ο συγγραφέας, να διακατέχονται από «μια λανθάνουσα έπαρση και μια εσωτερικευμένη ταξική αλαζονεία». Χαρακτηρίζονται από την υψηλή παιδεία που φαίνεται να έχουν, όπως, άλλωστε, την υποδηλώνουν τα διάφορα επιστημονικά όργανα, καθώς και ένα μουσικό, που βρίσκονται πίσω τους. Αυτά δείχνουν ότι διαπνέονται από «ερευνητικό, επιστημονικό πνεύμα» αλλά και ότι έχουν «πολιτική και κοινωνική ισχύ». Για τον συγγραφέα, «και οι δύο μαζί, αρχετυπικές φιγούρες του κλήρου και της πολιτικής εξουσίας, συνθέτουν ένα οικουμενικό δίπολο του ανθρώπινου πολιτισμού –στρατιωτικού και πνευματικού– στα μέσα του 16ου αιώνα».
Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης περιγράφει τον πίνακα ως «ψύχραιμη και νηφάλια ενατένιση του κόσμου», η οποία όμως διασπάται, επειδή παρεμβάλλεται κάτι άλλο, κάτι εντελώς ξένο από αυτήν. Διαγωνίως ανάμεσα στους εικονιζόμενους πρεσβευτές ένα παράξενο αντικείμενο ανανοηματοδοτεί τα σταθερά σήματα της παράστασης. Υπάρχει κάτι που τα ταράζει, που, ίσως, τα αποσταθεροποιηθεί και τα κάνει να σαλεύουν. Πρόκειται για ένα ασαφές αντικείμενο, για «ένα παραμορφωμένο, αινιγματικό σχήμα που αμφισβητεί την προοπτική», όπως εξηγεί ο συγγραφέας. Το παρεμβαλλόμενο αντικείμενο είναι ένα ανθρώπινο κρανίο, ένας ξεκάθαρος συμβολισμός: στη φυσική και κοινωνική ευρωστία των εικονιζόμενων πρεσβευτών προστίθεται, ως  ξεκάθαρο σχόλιο, το σύμβολο του θανάτου. Ο συμβολισμός δεν είναι μόνο ξεκάθαρος, αλλά και κοινότοπος. Προς τι, λοιπόν, η σημασία του και γιατί να γίνεται λόγος για αυτόν; Ας παρακολουθήσουμε την ερμηνευτική κατεύθυνση που υποδεικνύει ο συγγραφέας, ξεκινώντας από την αμφισβήτηση της προοπτικής.  Αυτή δημιουργεί και οργανώνει τον χώρο. Επιτελεί μια κατασκευαστική λειτουργία, η οποία, εκτός από το να είναι κατασκευή και οργάνωση του χώρου, είναι και παραγωγή των σημάτων της παράστασης. Τότε, τα σήματα αυτής της παράστασης, όπως σταθεροποιούνται μέσα στον χώρο της, είναι τα παράγωγα μιας οπτικής, δηλαδή ενός τρόπου τού να βλέπει κανείς τον κατασκευασμένο χώρο και τα εσωτερικά του σήματα. Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, στο δοκίμιό του, θα μας δείξει πώς είναι το να βλέπουμε την κατασκευή του χώρου και τα σήματά του, μέσα από το βλέμμα, μέσα από το κοίταγμα όπως το ορίζει ο Χολμπάιν. Λέω «ορίζει», με την έννοια ότι δεν μπορούμε να δούμε τον χώρο και τα σήματα  της παράστασης ενός πίνακα, παρά μόνον από την οπτική γωνία στην οποία ο πίνακας μάς ορίζει ότι πρέπει να σταθούμε, για να κοιτάξουμε από αυτήν: μας δείχνει πού να σταθούμε, για να κοιτάξουμε από το συγκεκριμένο σημείο, από την οπτική γωνία που θέλει να τον δούμε. Είναι ορισμένη η κατεύθυνση του κοιτάγματος.
Ο συγγραφέας θα προχωρήσει σε μια ερμηνευτική ανασύσταση. Θα μας δείξει αν και πώς είναι δυνατή η αλλαγή οπτικής γωνίας. Αυτό, όμως, προαπαιτεί να μας δείξει γιατί και πώς η παρεμβολή του ανθρώπινου κρανίου επηρεάζει την οπτική μας. Για να το καταφέρει αυτό, θα προσπαθήσει να μας δείξει πώς σχηματίζεται η οπτική του Χόλμπαϊν, ποιο είναι το βλέμμα του. Ο Χόλμπαϊν κοιτάζει, όπως εξηγεί ο συγγραφέας, με διεισδυτικό βλέμμα. Κοιτάζει «στοχεύοντας στην ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, έξω από κάθε δραματικότητα». Είναι ένα καθαρό βλέμμα, με την έννοια ότι «τα εξωτερικά εκφραστικά συναισθήματα παραμένουν στη σκιά». Γι’ αυτό ο Γ. Ψυχοπαίδης καταλήγει στο ότι «η οξυδέρκεια του βλέμματος του Χόλμπαϊν δεν θολώνει ποτέ από τα ευκαιριακά πάθη». Σε αυτό συνίσταται η καθαρότητα αυτού του βλέμματος: Ο Χόλμπαϊν στρέφει το βλέμμα του στο ψυχικό βάθος. Για να μπορέσει να δει, χρειάζεται καθαρό βλέμμα, δηλαδή βλέμμα που να μη θολώνει από την συγκίνηση των ανθρώπινων συναισθημάτων. Φαίνεται πολύ τραχύ, πολύ εργαλειακό όλο αυτό, ιδίως για καλλιτέχνη. Θα πρέπει, όμως, να σκεφτούμε ότι ο συγγραφέας μιλά για την ανθρώπινη συγκίνηση, όπως αυτή εμπλέκεται μέσα στις περιστάσεις και προκαλείται από αυτές και δονεί τις στιγμές της ύπαρξης. Ο Χόλμπαϊν αποσκοπεί στην καλλιτεχνική συγκίνηση. Αποσκοπεί σε αυτήν που του επιτρέπει να «γίνεται ο αιχμηρός ανατόμος στην αναζήτηση και καταγραφή του ανθρώπινου όντος».
Ποιος άλλος είναι τανυζόμενη αντέννα, που πιάνει τα σήματα αυτής της καλλιτεχνικής και όχι της συναισθηματικής συγκίνησης,  που είναι αποτέλεσμα της  κοινής για όλους ανθρώπινης ευαισθησίας, αυτής, δηλαδή, της οποίας όλοι οι υπόλοιποι συχνά γινόμαστε παρανάλωμα της πυράς της;  Είναι ο ηθοποιός. Αυτός είναι ο φορέας και ενεργός συντελεστής στην πρόκληση, στη δημιουργία αυτής της ιδιαίτερης ψυχονοητικής κατάστασης που λέγεται «καλλιτεχνική συγκίνηση» και διαφέρει από την άλλη. Γι’ αυτό ο συγγραφέας, συσχετίζει την οπτική του Χόλμπαϊν για τη συγκίνηση με αυτήν του Ντιντερό για τη σχέση υποκριτικής και ευαισθησίας: «Αυτή η ψυχρή αίσθηση και το μυαλό οδηγούν και τον Χόλμπαϊν να ολοκληρώσει το έργο του με ένα μοναδικό στην ιστορία της τέχνης εικαστικό αιφνιδιασμό».  Ο συγγραφέας, κατά τον σχηματισμό της ερμηνευτικής του θέσης, συνδέει αυτή την «ψυχρή αίσθηση» με την αλλαγή της οπτικής γωνίας. Αυτός που βλέπει τον πίνακα θα πρέπει να βρει το κατάλληλο σημείο, για να δει. Θα πρέπει να βρει την οπτική γωνία, που θα του επιτρέψει να ανακατευθύνει το βλέμμα του σε πορεία διαφορετική από αυτήν που υποδεικνύει η προοπτική, η οποία διαμορφώνει και οργανώνει τον χώρο. Θα μπορέσει έτσι να ξαναδεί, μέσα στον αναδιοργανωμένο χώρο, και τα σήματα της παράστασης και, κυρίως, τα σωματικά σήματα του χώρου: τους δύο άντρες διαμεσολαβούμενους από το σχήμα-σύμβολο του ανθρώπινου κρανίου.
Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, με την ερμηνευτική κριτική αυτού του πίνακα, μας δείχνει πώς ο Χόλμπαϊν, αλλάζοντας οπτική γωνία, αλλάζει και την ίδια τη λειτουργία του εικονίζειν. Το να αλλάξει κάποιος την οπτική γωνία που του επιβάλλει ένας πίνακας είναι σαν να αλλάζει τις προϋποθέσεις και το πλαίσιο, υπό τα οποία μια έννοια έχει ορισμένη σημασία. Αυτό μάς δείχνει η αλλαγή αυτής της οπτικής. Αυτό το κείμενο είναι ίσως και το πιο αντιπροσωπευτικό, για να καταλάβουμε πώς ο Γ. Ψυχοπαίδης, σε αυτό το βιβλίο, με καθένα από τα κείμενά του, προτείνει μια αλλαγή  οπτικής γωνίας ως προϋπόθεσης της κριτικής ερμηνείας και των σημάτων της.

Ο Στέφανος Δημητρίου διδάσκει Πολιτική Φιλοσοφία στον Τομέα Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Δεν υπάρχουν σχόλια: