ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΛΕΔΑΚΗ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΡΤΖΙΛΑΚΗΣ, Υπo-νεωτερικότητα
και εργασία του πένθους: Η επήρεια της κρίσης στη σύγχρονη ελληνική κουλτούρα,
Εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 101
Με το βιβλίο Υπo-νεωτερικότητα και
εργασία του πένθους, o Γιώργος Τζιρτζιλάκης συνοψίζει τις βασικές συντεταγμένες που όρισαν την παραγωγή της
σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα. Ανατρέχοντας σε παραδείγματα που εκτείνονται από
τα τέλη της δεκαετίας του ’50 έως τις μέρες μας και παραθέτοντας συγκριτικά τη συμβολή
της γενιάς του ’30, εξετάζει το έργο των Κανιάρη, Κεσσανλή κ.ά, όπως και εκείνο
των σύγχρονων καλλιτεχνών -των καλλιτεχνών της νεότερης γενιάς που βρίσκονται
τώρα στη δημιουργική τους αιχμή- και σκιαγραφεί το διανοητικό περιβάλλον και το
κοινωνικό συγκείμενο, το οποίο καθόρισε την σημερινή πολιτισμική ταυτότητα της χώρας.
Βασικό σημείο γύρω από το οποίο διαρθρώνεται η συγκεκριμένη μελέτη, είναι η
συνθήκη της κρίσης. Εδώ, η κρίση αντιμετωπίζεται διττά, ως κατάσταση οριακής
βιωσιμότητας και πνευματικής αστάθειας. Διαμέσου μιας περιεκτικής αναδρομής σε
σημαίνουσες περιπτώσεις και στιγμές των γραμμάτων, ο Τζιρτζιλάκης δημιουργεί
ένα πλέγμα ερμηνειών που θεμελιώνεται στην επινοητική αντιστοίχιση μεταξύ ρευμάτων,
διανοητών και καλλιτεχνών που επέδρασαν στη νεωτερική και μετανεωτερική ιστορία
της χώρας.
Στόχος του είναι η ανάδειξη μιας ιδιοσυγκρασιακής φύσης, η οποία αναπαράγει
ανεξέλεγκτα κοινωνικοπολιτικές και αισθητικές στρεβλώσεις. Βασικά στοιχεία της
ερμηνευτικής του δομής συνιστούν έννοιες όπως η υποχρέωση, το χρέος και η
οφειλή, έννοιες οι οποίες
αναγνωρίζονται ως κεφαλαιώδη στοιχεία που διατρέχουν την κοινωνική οργάνωση και
τη λογική της δυτικής αντιληπτικότητας. Η συγκεκριμένη λογική αντλεί από το
επιδραστικό έργο του Maurizio Lazzarato, Η
κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου, ώστε να καταδείξει τους τρόπους με τους
οποίους η ελληνική κουλτούρα έχει δομηθεί πάνω σε μια σημαίνουσα αναγνώριση
οφειλής έναντι του πολιτισμού της αρχαιότητας. Εκείνο που τελικά υποδεικνύεται
είναι ότι η Ελλάδα, ως κατεξοχήν χώρα οφειλετών σε πολλά και διαφορετικά
επίπεδα, ανέπτυξε ένα habitus ενοχής το οποίο κινεί το σύνολο των μηχανισμών που
την συνέχουν.
Η αφήγηση ανασυνθέτει την αισθητική των ερειπίων, των θραυσμάτων και των
μερικών αντικειμένων, αναφέρεται στην έλλειψη και την απώλεια, εγκαθιδρύεται
μέσα σε έναν κόσμο που ορίζεται από καθοριστικές στιγμές αδυναμίας, ασυμμετρίες
και μια μόνιμη μελαγχολία που μεταστρέφει κάθε χαρά σε οδύνη. Ως τέτοιο τίθεται
το τοπικό πολιτισμικό πλαίσιο, ως μια ωδή στο δράμα και την αδιεξοδικότητα. Ο
Τζιρτζιλάκης φωτίζει μια ιδιότυπη διαστρωμάτωση όπου το πένθος διαδέχεται τη
χαρά και αναδύεται ως χαροποιό πένθος, ενώ η απώλεια επισημαίνεται ως θεμέλιο
της ύπαρξης. Το έλλειμμα και το απόθεμα αναδεικνύονται εδώ σε κεντρικές
ερμηνευτικές παραμέτρους, οι οποίες στοιχειοθετούν ένα βασικό εγχώριο λεξιλόγιο
όπου οι ελλείψεις συναρμόζονται με τις υπολειμματικές συσσωρεύσεις και
μορφοποιούν ένα αλλόκοτο, μη βιώσιμο πλέγμα. Ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός -ιδίως
η σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή- τίθενται υπό εξέταση σύμφωνα με τους όρους
μιας παράδοξης εθνολογίας όπως εκείνες στις οποίες αφιερώθηκε ο Georges
Bataille ή στα καθ’ ημάς ο Ηλίας Πετρόπουλος. Τα ζητήματα με τα οποία
ασχολήθηκαν και οι τρόποι προσέγγισης που επινόησαν, αποτελούν τη βάση πάνω
στην οποία ο συγγραφέας δομεί το αφηγηματικό του σχεδιάγραμμα. Κατά αυτόν τον
τρόπο σταθμίζει και συντάσσει τα δεδομένα που μας έχει δώσει η παρατεταμένη
περίοδος κρίσης, φτάνοντας έτσι σε μια συνολική αποτίμηση που αρθρώνεται με
όρους συλλογικής ιδιοσυγκρασίας.
Πρόκειται για μια πολυσχιδή επισκόπηση της πρόσφατης πολιτιστικής ιστορίας
της Ελλάδας, η οποία διεμβολίζεται από έναν πλούσιο σχολιασμό που προκαλεί τις
αναγνωστικές συνήθειες και καθοδηγεί τον αναγνώστη σε έναν παραγωγικό διάλογο πάνω
σε καίρια θέματα που αφορούν στην τέχνη. Το βιβλίο εν τέλει συνιστά μια
συμπυκνωμένη εξιστόρηση των βασικών παραγόντων που συνέβαλαν στην ανάδυση
εκείνου που σήμερα συνιστά το οικείο μας παράδειγμα. Μέσα από την αντιπαραβολή παραθεμάτων
από ένα διευρυμένο πεδίο ιδεών και από στοχαστές όπως ο Ιωάννης Σιναΐτης, ο Jacques Lacan και ο Giorgo
Agamben, με ταυτόχρονη επίκληση συγγραφέων όπως ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Νίκος
Γαβριήλ Πεντζίκης και ο Γιώργος Σεφέρης, αποδίδεται μια ζέουσα αναφορά που
οδηγεί στην διαπίστωση ότι η εγχώρια κουλτούρα πάσχει από ένα επίμονο άλγος του
αρχείου, το οποίο εκδηλώνεται με το τριμερές σύμπτωμα
μελαγχολία-πένθος-χαροποιό πένθος. Ένα σύμπτωμα το οποίο υπαγορεύει την σκηνή
της υπο-νεωτερικότητας, δηλαδή μια αρχιτεκτονική της εκκρεμότητας και της
επικείμενης οδύνης που αυτή συνεπάγεται.
Αν κάτι εδώ μπορεί να τεθεί υπό αναστοχαστική οπτική, είναι μια έμμονη
διάθεση ιστορικοποίησης που διατρέχει το βιβλίο. Πρόκειται για ένα πεδίο
έντασης που διαμορφώνεται από αντιτασσόμενες θέσεις σχετικά με την αποτίμηση
της ιστορίας και της πολιτισμικής γενεαλογίας στον καθορισμό του σύγχρονου
πολιτισμικού και πολιτικού χάρτη. Στο πλαίσιο της θεωρητικής κριτικής που προβληματοποιεί
την φυσικοποίηση της ιστορίας, αντιπαραβάλλονται από τη μια πλευρά ο τρέχων κοινωνικός
αγωνισμός και από την άλλη οι ιστορικές κατασκευές και οι παγιώσεις τους, όπως
και η επικαιροποίηση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Η προσφυγή στο
παρελθόν, τα σύμβολά του, τους μύθους του και τη γλώσσα του, δεν παύει να
αποσπά τη συλλογιστική μας από το παρόν και τις φλέγουσες εκφορές του δικού μας
κόσμου. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, τα επιχειρήματα εδώ συνιστούν το συμπέρασμα
χρόνιας παρατήρησης και ανάμιξης με τις ελληνικές και τις διεθνείς πολιτιστικές
πρακτικές και ανατέμνουν τις συνθήκες διαμόρφωσής τους. Επιπλέον, η
χαρακτηριστική πλαισίωση των κειμένων από διαστρωματώσεις εικόνων στο
μετα-εθνογραφικό ύφος του περιοδικού Documents που εξέδιδε ο Georges Bataille και οι
ομοϊδεάτες του στο Παρίσι τη δεκαετία του ’30, καθιστά το βιβλίο Υπo-νεωτερικότητα και εργασία του πένθους μια
εργασία που λειτουργεί ως αισθητική πρόταση, εμπεδώνοντας οργανικά μέσα στον
σχεδιασμό της την συναρμογή των επιμέρους πεδίων του πολιτισμού που προκρίνει.
Η Ευαγγελία Λεδάκη είναι κοινωνική ανθρωπολόγος
και επιμελήτρια εκθέσεων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου