20/9/14

Αφιερωμένο στην Αντιγόνη

ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ


ΕΛΕΝΑ ΤΖΕΛΕΠΗ (επιμέλεια), Αντινομίες της Αντιγόνης: Κριτικές θεωρήσεις του πολιτικού, εκδόσεις Εκκρεμές, Αθήνα, 2014

Το Γράμμα της Αντιγόνης» που περιλαμβάνεται στον τόμο, έχει μια μακρά ιστορία. Σε πρώτη μορφή, δημοσιεύτηκε στις 9 Αυγούστου 1990 ως Επιφυλλίδα στα ΝΕΑ. Ήταν μια αυθόρμητη, «σπλαχνική αντίδραση» (αγγλιστί: gut reaction) σε μιαν επιφυλλίδα σχετική με την τραγωδία του Γιώργου Βέλτσου, τον οποίο και κατέταξα στους «Αντίγονους». Έκτοτε, η «μοίρα» της Αντιγόνης, δεν έπαψε να με απασχολεί. Έτσι, η επιστολική-σατιρική μορφή, μπήκε σταδιακά σε διακειμενικό «διάλογο και αντίλογο» με ορισμένους από τους ερμηνευτές και τις ερμηνεύτριες που εμφανίζονται στον παρόντα τόμο, βρίσκοντας ταυτόχρονα θεωρητική συμπαράσταση, στη ψυχο-κοινωνικο-πολιτική «ερμηνεία» που επιχειρούσα, στον ιδεολογικό μηχανισμό που ο Michel Pecheux ονομάζει «αποταύτιση». Ούτε το «καλό κορίτσι» που υποτίθεται πως είναι η Ισμήνη, ούτε το «ανυπάκουο, κακό αγοροκόριτσο», όπως ορίζει την Αντιγόνη ο Κρέων – η άλλη πλευρά, δηλαδή, του ίδιου, κυρίαρχου, ιδεολογικού νομίσματος, αλλά, στο μέτρο του δυνατού, μια προσπάθεια αγωνιστικής μετατόπισης από μέρους της στο πεδίο του λόγου και συνακόλουθα σε εκείνο του πολιτικού, καθώς και μιας εκτόπισης από την καταπίεση της λεγόμενης «υποκειμενικότητας». Με άλλα λόγια, μια προσπάθεια από μέρους μου να ακούσω στις σιωπές που κρύβει ο γυναικείος λόγος στο Σοφόκλειο κείμενο, τις φεμινιστικές επιθυμίες μας.

Έτσι, «Το Γράμμα της Αντιγόνης» πήρε διάφορες μορφές: αυτή της «ανακοίνωσης» στο Συμπόσιο που οργάνωσε το Φινλανδικό Ινστιτούτο στην Αθήνα με θέμα «Τhe Writing Woman: Ritual and Religious Perspectives” στις 21-22 Μαϊου, 1997, κατόπιν, με προτροπή του Γιάννη Σταυρακάκη, τη μορφή μελέτης πάνω στο θέμα: Objects- Material, Psychic, Aesthetic που δημοσιεύτηκε το 2006 στο Gramma. Για να καταλήξει σε ελληνική μετάφραση και, αφού πέρασε από τις Εκδόσεις ΑΓΡΑ, να εμφανιστεί στον παρόντα τόμο. Αυτά ως προς το κείμενο.
Μερικές σκόρπιες παρατηρήσεις τώρα πάνω σε ένα θέμα που φαίνεται να κυριαρχεί στον Τόμο: αυτό του Νόμου, άγραφου και γραπτού, σε σχέση με την ηθική τάξη και στάση του απέναντι στην Άνθρωπο. Συγχωρέστε με σας παρακαλώ αν, πάνω σε θέματα τόσο σοβαρά, σας πετάω από το ένα στο άλλο ύφος γραφής, αλλά λάβετε υπ’ όψη σας ότι όπως και να το κάνουμε το «ύφος» είναι και φορέας νοήματος.
Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, ο Κρόνος παντρεύτηκε την αδελφή του Ρέα. Ένα από τα παιδιά τους ήταν ο Δίας. Η Ρέα, λόγω της ανεξέλεγκτης σεξουαλικότητας του γιού της, του απαγόρευσε το γάμο, όμως εκείνος φοβέρισε τη μάνα του ότι θα τη βιάσει. Τότε η Ρέα μεταμορφώθηκε σε τρομερό, θηλυκό φίδι, αλλά ο Δίας δεν δίστασε: μεταμορφώθηκε και αυτός σε αρσενικό φίδι, περιτύλιξε σφιχτά τη μάνα του και την βίασε. Στη συνέχεια, βίασε την αδελφή του Ήρα κι αυτή, από ντροπή τον παντρεύτηκε. Από κει και πέρα, οι «απιστίες» του, όπως είναι σε όλες μας γνωστό, δεν είχαν τέλος: Ανάμεσα σε άλλες, πήδηξε και την αδελφή του τη Δήμητρα, η οποία του γέννησε την Περσεφόνη. Ο θείος της Περσεφόνης και αδελφός του Δία, ο Άδης την ερωτεύτηκε τρελά. Ζήτησε λοιπόν το χέρι της ανιψιάς του από τον Δία, όμως αυτός, που την ήθελε δικιά του, του το αρνήθηκε. Τότε, ο θείος την έκλεψε. Λέγεται, ότι ο πόθος του Δία για τα κάλλη της κόρης- κουνιάδας του της Περσεφόνης ήταν τέτοιος, που δεν δίστασε να τα δοκιμάσει! Για να μην αναφέρω την κακότυχη Ευρώπη, όπου ο Δίας μεταμορφώθηκε σε ταύρο-ναζί για να την βιάσει και είδαμε που κατάντησε σήμερα!
Συμπέρασμα: όπου υπάρχει αθανασία είναι αδύνατον να υπάρχει ηθική και νομοθεσία. Η Θνητότητα είναι προϋπόθεση του Νόμου και της Ηθικής. Από κει και πέρα, αρχίζουν τα θεωρητικά μπερδέματα και οι τιτάνιες λογομαχίες.
Έτσι, ενώ αυτά τα ακατανόμαστα συνέβαιναν σαν να μην έτρεχε τίποτα στο «θεϊκό» κοσμοείδωλο των αρχαίων Ελλήνων και Ελληνίδων, όταν παρόμοιας αφηγηματικής μορφολογίας συμβάντα τύχαιναν στο μυθικό κόσμο των θνητών, μοιραία κατέληγαν σε φοβερές τραγωδίες! Βλέπε π.χ., εκείνη του Οιδίποδα. Αλλά, για ποιον Οιδίποδα μιλάμε; Για ποιον Κρέοντα, ποιαν Ισμήνη και ποιαν Αντιγόνη; Τον Οιδίποδα του Σοφοκλή στο Οιδίπους Τύραννος, πρότυπο ηθικού ανδρός, σύμφωνα με το Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, ή τον παλιόγερο, στις Φοίνισσες του μέγιστου Ευρυπίδη (409 π.χ.,) που οι γιοι του Ετεοκλής και Πολυνίκης τον έχουν μπουντρουμιάσει στα υπόγεια του παλατιού κι αυτός όλη μέρα βρίζει και καταριέται, όπως μας εξομολογείται η δύσμοιρη γριά Ιοκάστη; Ποιόν Κρέοντα; Εκείνον που βεβαιώνει τον καχύποπτο Τύραννο Οιδίποδα ότι μόνο αν ήταν τρελός θα αντάλλασσε την dolce far niente ζωούλα του με τα βαρίδια της εξουσίας, ή εκείνον τον δολοπλόκο στην Αντιγόνη που τελικά, αφού ξέκανε του ανιψιούς του, κατέκτησε το θρόνο για να κυβερνήσει τη Θήβα ως ελέω Θεού Μονάρχης που δεν υπόκειται σε κανένα Νόμο θεϊκό ή ανθρώπινο; Ποιάν Ισμήνη; την άτολμη αστή, όπως θέλει να την ερμηνεύει ένας ψυχαναλυτής Αντίγονος, ή τη θαρραλέα Ισμήνη στον Οιδίποδα επί Κωλωνώ που πάει κι έρχεται καβάλα στο άλογό της, ως σύνδεσμος του Πατέρα της, μεταφέροντάς του τα νέα της Πόλης και τους χρησμούς του Μαντείου; Και ποια τελικά είναι η σειρά των γεγονότων και των πράξεων; Αυτή στο Επτά επί Θήβαις» του Αισχύλου, στην κάθε μια από τις τραγωδίες του Σοφοκλή, ή εκείνη στις Φοίνισσες του Ευρυπίδη;
Αλλά αυτά τα ερωτήματα ίσως μπορούν να απαντηθούν μόνο σε ένα Σεμινάριο όπου, πέρα από τις πέντε τραγωδίες, θα παίρναμε υπόψη μας και τη χαμένη Αντιγόνη του Ευριπίδη, που καταλήγει σε success story: εκεί, η Αντιγόνη υπερβαίνει το αιμομικτικό σύνδρομο καθώς και την «ενόρμηση του θανάτου», καθώς, με τη βοήθεια του Διονύσου, ξεφεύγει από τα ψυχαναλυτικά δόκανα, το σκάει με τον Αίμονα, κρύβονται σε μια σπηλιά και τελικά παντρεύονται! Ικανοποιεί έτσι την επιθυμία της Judith Buttler; Ναι! Η Αντιγόνη αντιστέκεται στον Κρέοντα και επιζεί!
Και οι υπόλοιποι Θεοί στο μεταξύ τι κάνουν; Τόσο αμέτοχα και άκαρδα παρακολουθούν αφ’ υψηλού όσα συμβαίνουν στους θνητούς; Βεβαίως όχι. Έχουν μεριμνήσει ώστε να γεφυρώσουν την απόσταση που χωρίζει την αιωνιότητα από το χρόνο μέσω της μαντικής «ως αντίδοτο στην «έλλειψη φρόνησης», που χαρακτηρίζει τους ανθρώπους, όπως λέει ο Πλάτων στον Τιμαίο. Στο θέμα αυτό είναι όμως που λαθεύουν και αμαρτάνουν οι θνητοί. «Αμαρτάνουν» όχι με τη χριστιανική έννοια, αλλά με την έννοια της εσφαλμένης κρίσης, που μαρτυρά τα όρια της ανθρώπινης νόησης .Γιατί οι θνητοί, έχοντας λάβει το θεϊκό χρησμό, θαρρούν πως είναι ελεύθεροι να τον διαψεύσουν και να ακυρώσουν την πρόρρηση.
Έτσι, η τραγική ειρωνεία αναδύεται από την αμφίσημη ερμηνεία του μαντικού λόγου: εάν δηλαδή αυτός αφορά σε κανονιστικό ή σε περιγραφικό νόμο. Γιατί οι μεν ανθρώπινοι νόμοι αποτελούν προσταγές που επιβάλλονται με τιμωρίες, ενώ οι φυσικοί, ή θεϊκοί νόμοι αποτελούν περιγραφές σύμφωνα με τις οποίες τα πράγματα πράγματι συμβαίνουν έτσι. Τους κανονιστικούς νόμους είναι δυνατόν κάποιος να τους παραβεί, τους περιγραφικούς, ωστόσο, είναι αδύνατον. Τίποτα δεν μπορεί να προκαλέσει την ακύρωσή τους αφού προκύπτουν από λογική αναγκαιότητα. Όπως λέει και ξαναλέει στους άφρονες ο Τειρεσίας, «αυτά θα γίνουν κι αν εγώ σωπάσω». Γιατί, ενώ οι κανονιστικοί νόμοι εκφέρονται με την πρόθεση να επηρεάσουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, οι περιγραφικοί νόμοι γράφονται ή εκφέρονται με μόνο σκοπό την περιγραφή της ακολουθίας μιας κατάστασης πραγμάτων.[i]
Αυτή η «έλλειψη κρίσης» είναι που οδηγεί στην Αμαρτία την Ιοκάστη, το Λάιο και τον Κρέοντα. ¨Όχι όμως τον Οιδίποδα, ούτε την Αντιγόνη. Κι εδώ προβάλλει η έννοια της προαίρεσης.
Στα Ηθικά Νικομάχεια, ο Αριστοτέλης διακρίνει ανάμεσα στην εκούσια και ακούσια πράξη. Ορίζει δε ως «ακούσια» κάθε πράξη που γίνεται από άγνοια ή με την επιβολή της βίας. Αντίθετα, εκούσια είναι η πράξη η οποία είναι αποτέλεσμα επιλογής και προτίμησης και κατά την οποία ο άνθρωπος ενεργεί με τη θέλησή του. Ο Αριστοτέλης, συνδέει τόσο την εκούσια όσο και την ακούσια πράξη με την προαίρεση, θεωρεί δε ότι αυτή βρίσκεται σε πολύ στενή σχέση με την αρετή. Αν και η βούληση με την προαίρεση βρίσκονται πολύ κοντά, εντούτοις διαφέρουν στο ότι μπορεί να έχουμε βούληση για πράγματα αδύνατα, όπως η αθανασία, πράγματα που δεν μπορεί να γίνουν με ανθρώπινες δυνάμεις, ενώ η προαίρεση, εξαρτάται από την ανθρώπινη δύναμη και προϋποθέτει την επιλογή.
Ο Αριστοτέλης σημειώνει πως ό,τι κάνουμε από άγνοια είναι μη-εκούσιο. Διαχωρίζει ωστόσο το μη-εκούσιο από το εκούσιο, αφού ακούσιο είναι μόνο ό,τι προκαλεί σε κάποιον άνθρωπο στεναχώρια και μεταμέλεια, ενώ μη-εκούσιο ότι δεν συνοδεύεται από μεταμέλεια. Έτσι, ο Οιδίπους, ενώ έπραξε εν αγνοία του και εξ ανάγκης, η πράξη του χαρακτηρίζεται ακούσια αφού κυριεύτηκε από μεταμέλεια και θεώρησε τον εαυτό του υπόλογο για τις ακούσιες μεν, ανίερες δε πράξεις του. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε αποφασίζει να τυφλωθεί με το ίδιο του το χέρι και να αυτοεξοριστεί. Όταν η εξωτερική ανάγκη μετατρέπεται σε εσωτερική, συνειδησιακή υποχρέωση τότε το ανθρώπινο υποκείμενο συγκροτείται σε ηθική οντότητα. Πρότυπο μιας τέτοιας ηθικής οντότητας αποτελεί ο Οιδίπους.
Στην περίπτωση της Αντιγόνης, τόσο αυτή όσο και ο Κρέων πράττουν εκούσια. Με την εξής, ωστόσο, διαφορά: ότι η Αντιγόνη αντιλαμβάνεται και σέβεται το θεϊκό νόμο ως περιγραφικό, δηλαδή ως εξωτερική αναγκαιότητα στην οποία θα ήταν άσκοπο, αν όχι ύβρις να εναντιωθεί η ανθρώπινη βούληση. Υψώνει έτσι το ηθικό της ανάστημα απέναντι στον κανονιστικό, αυταρχικό νόμο του Κρέοντα. Ένα νόμο που αντιβαίνει ακόμα και στον ίδιο το νόμο της τραγωδίας! Και εννοώ, εκείνον της Κάθαρσης που προειδοποιεί: ότι όταν οι Νόμοι βασίζονται μόνο στο Φόβο και αγνοούν το Έλεος είναι νόμοι βάρβαροι και αυταρχικοί, και η ανθρώπινη βούληση δικαίως τους καταπατεί.
 Με δεδομένο το «τετελεσμένο» στην τραγωδία Αντιγόνη, συνάγουμε ότι η εκούσια πράξη του Κρέοντα, παρά το τραγικό τέλος που οδήγησε στο θάνατο όλων τους οικείων του και στην καταστροφή της Πόλης, δεν «μεταμελήθηκε» αφού εξακολούθησε να ζει και, υποθέτουμε, ως ο τελευταίος επιζών του Οικογένειας, να άρχει.
Όμως, όλα τα παραπάνω που εκθέσαμε, η Αντιγόνη, συντροφιά και πάλι με όλη την πολύπαθη οικογένειά της, πλην Ισμήνης, εκεί, στον Άδη, στο γράμμα προς την αδελφή της, καταβάλει κάθε ηρωική προσπάθεια να τα «απομυθοποιήσει» προκειμένου να «απελευθερωθεί». Το αν τελικά θα τα καταφέρει, εξαρτάται και από εμάς, τις άλλες αδελφές της.

*Εκφωνήθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου στις 29.5. 2014

[i] Για μια εκτενέστερη ανάλυση αυτού του θέματος καθώς και της «ακούσιας πράξης» σε συνάρτηση με τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, βλέπε: Τζίνα Πολίτη, «Εάν-τότε: Η λογική στο έλεος της τραγικής ειρωνίας », στο Η Δοκιμασία της Ανάγνωσης, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2010.

Δεν υπάρχουν σχόλια: