ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ
ΑΘΗΝΑΚΗ
ΝΤΙΝΟΣ
ΣΙΩΤΗΣ, Εκεί έξω, Κοινωνία των
(δε)κάτων, σελ. 64
Τίνα Κώτση, When i say “red” it is “a”,
aπό την ομαδική έκθεση
επιτόπιων έργων Refuge Project
στο πολεμικό καταφύγιο του Αδάμαντα της Μήλου
|
Οι γραφιάδες
δημιουργούν στην εποχή τους.
Κρατούμενο πρώτο, αυτονόητο. Οι γραφιάδες δημιουργούν για την εποχή τους; Ερώτημα πρώτο, συνηθισμένο. Οι γραφιάδες
δημιουργούν από την εποχή τους;
Ερώτημα δεύτερο, ασφαλές. Οι γραφιάδες δημιουργούν υπό την εποχή τους. Κρατούμενο δεύτερο, υπό αίρεση.
Μια διαρκής συζήτηση των τελευταίων
χρόνων είναι τα δεδομένα και τα ερωτήματα που τέθηκαν παραπάνω. Αναφαίνεται, και
λόγω της περιώνυμης κρίσης, ένα ακόμα ζήτημα: τι είδους λογοτεχνία θα είναι
αυτή εάν τα «κρατούμενα» ισχύουν και αν τα «ερωτήματα» απαντηθούν καταφατικά;
Οι απόψεις που κατατίθενται χωρίζονται, μέσες-άκρες, σε δύο κατηγορίες: σ’
εκείνες που αφορμώνται από τη στρατευμένη (εντός ή εκτός εισαγωγικών) τέχνη και
σ’ εκείνες που δέχονται την τέχνη ως πούρο αισθητικό εργαλείο/μέσο κ.ο.κ.
Φτάνουν αυτοί οι διαχωρισμοί; Είναι επαρκείς για να βρούμε έναν κάποιον
μπούσουλα για τη λογοτεχνική παραγωγή; Καταχρηστικά, προτείνω να δεχτούμε ότι
επαρκούν ως γενικές παρατηρήσεις και όχι ως απόλυτες και εντελείς παραδοχές.
Ο Ντίνος Σιώτης ανήκει στους ποιητές
που θολώνουν τα νερά της κριτικής και της θεωρίας. Η ποίησή του, παρότι δεν
φεύγει απ’ το εκάστοτε παρόν ούτε κατά ένα χιλιοστό, απευθύνεται στη
λογοτεχνική διαχρονία. Κι εδώ είναι που μπερδεύονται τα «κρατούμενα» και τα
«ερωτήματα». Δικαίως ή αδίκως, ο ποιητής έχει καλά χωνεμένη την αμφισβήτηση,
έχοντας όμως παραδεχτεί (εν είδει συμβιβασμού), καταπώς φαίνεται, το σχήμα «αδυναμία-λύση-εκκίνηση»
σε κυκλική μορφή.
Αυτό, αφ’ εαυτού του, τον οδηγεί σε
μια ποιητική δημιουργία όπου ο άκρατος σαρκασμός αποτελεί βαρύ οπλοστάσιο της
καθημερινότητας και τα επιθετικά μετόπισθεν της διηνεκούς μελαγχολίας των
καιρών - των δικών μας και των άλλων. Ειδικά στην πρόσφατη συλλογή του, στο
«εκεί έξω», η άμυνα στη λαίλαπα του καθημερινού βγαίνει ολόφωτη στο προσκήνιο,
ενώ δημιουργεί παράλληλα ένα κλίμα «συνδρόμου της καμήλας»: αποθηκεύω σαρκασμό
για να ’χω για το μέλλον:
περίμενα να
μου ταχυ-// δρομήσεις το γράμμα που σου έγραψα/ περίμενα συνωστισμό επιστολών στο/ ηλεκτρονικό μου γραμματοκιβώτιο// όμως είχα
ξεχάσει τον κωδικό και/ δεν μπορούσα να το ελέγξω ανέβαλα/ βγήκα εκεί έξω ήταν αργά τα τελευταία// ποτά είχαν
σερβιριστεί στην πλατεία/ παιζόταν ένα έργο με κακοφωτισμένα/ μυστικά ή μήπως
δεν κάνω λάθος; («δεν κάνω λάθος;»)
Ο σαρκασμός όμως του Ντίνου Σιώτη
κατευθύνεται μοιραία προς τον υπερρεαλιστικό οίστρο. Άλλη μια άμυνα, απ’ ό,τι
φαίνεται, στη σοβαροφάνεια των ημερών (του) και, ίσως, άλλος ένας τρόπος να
εξηγηθεί το παράλογο, που μας καλεί να χρησιμοποιήσουμε τα ίδια του τα όπλα. Ο
ποιητής ωστόσο δεν τραβάει από τα μαλλιά τα, έτσι κι αλλιώς, αποδεδειγμένα του
χαρίσματα· λοξοκοιτάζει τον κόσμο, ως ποιητής που είναι, και θέτει εαυτόν εντός
του κόσμου τούτου, ως τέτοιος ποιητής
που είναι.
Από την άλλη, η έλλειψη στίξης και η
συνεχόμενη αφήγηση ―διόλου παραληρηματική―, ίδια του Σιώτη, εξωραΐζουν τη μέσα
μελαγχολία για το «εκεί έξω», δίχως να υποπίπτουν σε μελοδράματα, αφυδατωμένες
περιγραφές και υποσχέσεις για επίγειους παραδείσους. Ο ποιητής εξάλλου δεν
καταθέτει μελλοντολογικό όραμα και δεν τον αφορά η μετά μελαγχολίαν ζωή· ανήκει
στην κάστα των δημιουργών που το παρόν τούς τρώει τα σωθικά και, την ίδια
στιγμή, τους τροφοδοτεί: καραδοκώ
σημαίνει περιμένω// να κάνω το καλό να ρίξω το πηγάδι/ στην πέτρα ν’ αναπολώ το
μέλλον/ μέσα από εικόνες που δεν ήρθαν// κι ας έχω χάσει την πίστη μου κι/ ας
μη με προστατεύει άλλο η όρασή/ μου ή νοσταλγία ή το σύννεφο («ένωση»)
Ο Ντίνος Σιώτης έχει χαρακτηριστεί
πολίτης του κόσμου, με ποίηση που δεν μένει στην ελληνική πραγματικότητα. Δεν
υπάρχει λόγος ν’ αρχίσουμε τους τεμενάδες και τους λιβανωτούς. Μπορούμε όμως να
επιστρέψουμε στα αρχικά «κρατούμενα» και «ερωτήματα» και να επιβεβαιώσουμε ότι
παραμένουν ως έχουν, δίχως να μετακινηθούν. Άλλωστε, ο ποιητής ποτέ δεν έμενε
σε ησυχία, σε δόγματα και σε δεδομένα, εκτός κι αν τα παραδεχόταν ως αδυναμίες·
δικές του, πρώτα απ’ όλα, και των άλλων.
Το «εκεί έξω» είναι μια συλλογή που
συμμαζεύει τ’ ασυμμάζευτα της πανταχού παρούσας παράνοιας της εποχής και του
κόσμου του ποιητή. Και περιορίζομαι στο κτητική σχήμα «του ποιητή», γιατί ο
Ντίνος Σιώτης δεν χαρίζεται εύκολα στη θεωρία· όπως και να ’χει, δεν
σχηματοποιείται εύκολα από τις παραδοχές των γύρω. Καλό ή κακό, λίγη σημασία
έχει· αυτό που, ίσως, κυριαρχεί στα πάντα διαβάζοντάς τον είναι η μία, τελικά,
και μόνη εικόνα: «γερό σφίξιμο σε ό,τι χαλάρωσε από / πάνω μέχρι κάτω για να
μπορούμε / να λύνουμε και να δένουμε ξανά» («γενική προσώπου»).
Ο Δημήτρης Αθηνάκης είναι ποιητής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου