ΤΗΣ
ΑΝΘΟΥΛΑΣ ΔΑΝΙΗΛ
ΓΙΑΝΝΗΣ
ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΣ, Ο Emile Legrand και η
Ελληνική Βιβλιογραφία, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, σελ. 712
Ο καθηγητής της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας, Γιάννης
Παπακώστας, μας αιφνιδίασε και πάλι ευχάριστα με την ανά χείρας πολυσέλιδη
μελέτη του. Μελέτη ερευνητικού περιεχομένου, που συνδέεται ευθέως με την
εκδοτική δραστηριότητα του Ελληνισμού κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, και
μέσω της οποίας έρχεται στην επιφάνεια μια αθέατη πλευρά για τον τρόπο που
εργάστηκε ο Γάλλος ελληνιστής, στην προσπάθειά του να συγκεντρώσει και να
τιθασεύσει ένα απέραντο υλικό, να το ταξινομήσει ιστορικά και εν τέλει να
δωρίσει στον Ελληνισμό το περιώνυμο ενδεκάτομο έργο του με τον ενδεικτικό τίτλο
Bibliographie Hellénique.
Ένα έργο, όπου καταγράφονται τα βιβλία που εκδόθηκαν
από Έλληνες συντελεστές (συγγραφείς, επιμελητές, εκδότες, τυπογράφους) κατά τη
διάρκεια της Τουρκοκρατίας, αρχίζοντας από την έκδοση της Γραμματικής του
Κωνσταντίνου Λάσκαρη που τυπώθηκε στο Μεδιόλανο το 1476, και φτάνοντας έως το
1790, με τελευταίο το έργο Φυσικής
Απάνθισμα του Ρήγα Φεραίου.
Την πορεία
της συγκρότησης αυτού του μεγαλεπήβολου έργου, ο Παπακώστας είχε τη σπάνια
ευκαιρία να την παρακολουθήσει εκ των ένδον, με βάση ένα σπάνιο και πολύτιμο
για τη συγκεκριμένη περίπτωση υλικό που είχε στα χέρια του. Πρόκειται για
επιστολές διαφόρων λογίων, Ελλήνων και ξένων, στους οποίους ο Legrand είχε απευθυνθεί προκειμένου να
αναζητήσει πληροφορίες, με τις οποίες θα εμπλούτιζε τη Βιβλιογραφία του, και οι
οποίοι έσπευσαν να ανταποκριθούν. Αυτών των λογίων τις επιστολές δημοσιεύει ο
Παπακώστας, ενώ παράλληλα διερευνά και παράλληλους χώρους, ώστε ο αναγνώστης να
μπορεί να αναχθεί ευχερέστερα στην εποχή και τους συντελεστές. Η ανταπόκριση
πολλών Ελλήνων λογίων να συντρέξουν το έργο του είχε και την έννοια της εθνικής
προσφοράς, σε μια τόσο σημαντική, όπως αξιολογήθηκε, εθνική υπόθεση.
Εκτιμήθηκε, επισημαίνει ο Παπακώστας, ότι αυτή θα αποτελούσε βασική πηγή
πληροφοριών και με την πρωτογενή της έρευνα θα αντικατόπτριζε την πνευματική
φυσιογνωμία του νεότερου Ελληνισμού κατά τη μακρά περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Οι λόγιοι, των οποίων επιστολές δημοσιεύονται στον
εν λόγω τόμο, με τη σειρά, είναι: Κ.
Σάθας, Β. Γεωργιάδης, Αθ. Παπαδόπουλος Κεραμεύς, Β. Μυστακίδης, Ματθαίος, μοναχός
της ρωσικής Μονής του Αγίου Παντελεήμονος στο Άγιον Όρος, και οι Ρώσοι
ελληνιστές, καθηγητές του Πανεπιστημίου της Μόσχας, Αλέξιος Παυλώφ εκ των Παυλίδων, και Ιβάν Νικολάγεβιτς Γκροσούνσκυ.
Ο Γεωργιάδης, που στις αρχές του 1882 διερεύνησε σε
βιβλιοθήκες του Μονάχου, όπου έκανε και τις μεταπτυχιακές του σπουδές, είναι ο
μετέπειτα πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειος ο Γ΄.
Ο Σάθας αλληλογραφούσε με τον Legrand από την Αθήνα, τη Βιέννη και τη
Βενετία, ο Παπαδόπουλος Κεραμεύς από τα Ιεροσόλυμα και την Πετρούπολη, ο
Μυστακίδης από την Κωνσταντινούπολη και το Τύμπινγκεν της Γερμανίας και οι δύο
Ρώσοι από τη Μόσχα. Εξαιρετικά σημαντική θεωρείται η συμβολή του πολωνικής
καταγωγής μοναχού Ματθαίου, ο οποίος με μεγάλη προθυμία συνέτρεξε τον Legrand στις βιβλιογραφικές του
αναζητήσεις τις οποίες ο μοναχός εντόπιζε στην πλούσια βιβλιοθήκη της μονής.
Δημοσιεύοντας ο Παπακώστας το αρχειακό αυτό υλικό,
το οποίο, ας σημειωθεί, αποτελεί μια πολύτιμη μαρτυρία και συμβολή στα ελληνικά
γράμματα, παράλληλα προβαίνει και σε φιλολογικό σχολιασμό, φωτίζοντας έτσι
αθέατες πλευρές της πνευματικής μας ζωής.
Ο τόμος αποτελείται από τρία μέρη. Το Πρώτο Μέρος,
σελ. 1-216, συνιστά μια κατατοπιστική εισαγωγή (που θα μπορούσε να αποτελέσει
και ξεχωριστό βιβλίο), όπου ο Παπακώστας διερευνά το εκδοτικό πεδίο με το οποίο
συνδέεται ο τόμος και ειδικότερα με τα τυπογραφεία της Βενετίας και τους συντελεστές
των έργων: συγγραφείς, επιμελητές, τυπογράφους, χρηματοδότες κ.τ.λ. Αναφέρεται
επίσης στην αποσπασματική συμβολή ενός αθέατου συντελεστή, όπως ήταν ο Γ.Α.
Μαυροκορδάτος, στον οποίο οφείλεται και η πρόταση προς τον Legrand να αναλάβει τη συγκρότηση αυτού
του μεγαλεπήβολου έργου. Ο Μαυροκορδάτος λοιπόν (1839-1902), γαμβρός του
πλούσιου ομογενούς Σίμωνος Σίνα, με έδρα τη Βιέννη, έθεσε στη διάθεση του Legrand την πλούσια βιβλιοθήκη, τα
χειρόγραφα, που, ως μανιώδης συλλέκτης, είχε συγκεντρώσει και το κυριότερο
ανέλαβε το κόστος της έκδοσης.
Στο
Δεύτερο Μέρος (σελ. 219-639) δημοσιεύονται 160 επιστολές των ανωτέρω λογίων,
τις οποίες ο φιλολογικός επιμελητής συνοδεύει με εκτενή σχόλια, αναζητώντας τις
πρώτες δημοσιεύσεις των καταγραφόμενων από τον Legrand έργων, καταφεύγοντας μάλιστα και σε μεταγενέστερες μελέτες
λογίων, που έχουν ασχοληθεί με την περίοδο, φωτίζοντας έτσι χωριστά κάθε
αναφερόμενο στις επιστολές έργο.
Στο Τρίτο Μέρος (σελ. 641-643) καταχωρίζονται
δείγματα των χειρόγραφων επιστολών, καθώς και αναπαραστάσεις τίτλων και
τυπογραφικών σημάτων των διαφόρων εκδοτικών οίκων. Αποτελούν πρόσθετα δείγματα,
προκειμένου να αποδοθούν όσο το δυνατόν πιστότερα μερικές σελίδες τίτλων των
καταγραφόμενων βιβλίων. Έτσι, έχει κανείς προ οφθαλμών τις απεικονίσεις του
τρόπου γραφής των συνεργατών του Legrand, τα σήματα
ιστορικών τυπογραφείων, ειδικότερα της Βενετίας, όπως του Νικολάου Γλυκή, των
Βλαστού και Καλλιέργη, όπου τυπώθηκε το 1499 το Ετυμολογικό μέγα κατ’ αλφάβητον πάνυ ωφέλιμον λεξικόν, του Νικολάου
Σάρου, των αδελφών Σπινέλι, των εκδόσεων Κουνάδη κ.ά.
Ο Legrand,
προκειμένου να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα αναγραφόμενα έργα,
πλαισίωσε την περιγραφή τους με προλογικά σημειώματα και αποσπάσματα από το
κυρίως σώμα, καθιστώντας έτσι ευχερέστερη την κατανόηση αλλά και την ενημέρωση
προς τον αναγνώστη. Μια προσπάθεια ιδιαιτέρως σημαντική, αν λάβει κανείς υπόψη
του τη δυσκολία που είχε ένας βιβλιόφιλος την εποχή αυτή να προσεγγίσει έργα
που βρίσκονταν σε απομακρυσμένες βιβλιοθήκες.
Εκείνο όμως, που συντελεί στην πρόσθετη καταξίωση
του σημαντικού αυτού έργου, είναι ότι ο Παπακώστας προχώρησε πολύ πιο πέρα.
Εκτός από τις βιβλιογραφικές πηγές, όχι πάντοτε προσιτές για την περίπτωσή του,
κατέφυγε και σε άλλα αρχεία, προκειμένου να φωτίσει πληρέστερα τη συναφή δράση
των συνεργατών του Γάλλου ελληνιστή αλλά και του ίδιου του Legrand, του οποίου προσπάθησε να φωτίσει
πληρέστερα τη ζωή (1871-1903), την επαγγελματική του κατάσταση, την
επιστημονική και κυρίως τη συγγραφική δραστηριότητα. Η ανέκδοτη διδακτορική
διατριβή της Ιωάννας Δίτσα, η ανέκδοτη και άγνωστη αλληλογραφία του Κ. Σάθα με
τον Δημ. Βικέλα, που απόκειται στην Εθνική Βιβλιοθήκη, η Εταιρεία Βυζαντινών Σπουδών,
όπου τα κατάλοιπα του Μυστακίδη, τα Πρακτικά του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου και
καταγεγραμμένες πληροφορίες για θέματα φιλολογικών διαγωνισμών: λόγου χάριν
περίπτωση Σάθα, είναι μερικές από τις αθέατες και άγνωστες αυτές πηγές.
Ο επιστήμονας, ο μελετητής, ο αναγνώστης που θα
πάρει στα χέρια του τον ογκώδη τόμο Ο Emile Legrand και η
Ελληνική Βιβλιογραφία, έργο βουνό, όπως χαρακτηρίστηκε, θα αισθανθεί
αμέσως το δέος που γεννά το πόνημα και από το πρώτο φυλλομέτρημα θα αντιληφθεί τη
σημασία του έργου που επεχείρησε ο Παπακώστας, σεβόμενος και την επιθυμία του
καθηγητή του Σταμ. Κ. Καρατζά για την έκδοση, αλλά κυρίως, τη μέσα φωνή του
επιστήμονος και ερευνητή, του οποίου το πάθος για την Ελληνική Φιλολογία,
μεσαιωνική και νεότερη, είναι γνωστό από τις ποικίλες εκφάνσεις, οι οποίες
καλύπτουν όλο το φάσμα των επιστημονικών του δραστηριοτήτων.
Η Ανθούλα Δανιήλ είναι φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου