1/9/12

Η ζωγράφος του μήνα

ΤΗΣ ΛΗΔΑΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Η ζωγράφος του Σεπτεμβρίου είναι η Βασιλική Τζούτη. Γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (1997-2001) θεατρολογία, καθώς και στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (2007-2012) ζωγραφική, με δάσκαλο τον Γιάννη Ψυχοπαίδη. Ενώ την άνοιξη του 2011 φοίτησε στο Universite Paris 8, με υποτροφία του ΙΚΥ.
Το 2001 ξεκίνησε μια συνεργασία με το Ίδρυμα Τσαρούχη, με στόχο την έρευνα και την καταγραφή των έργων του ζωγράφου. Το 2004 δούλεψε ως βοηθός σκηνογράφου δίπλα στη Χλόη Ομπλένσκυ, στις «Ευτυχισμένες Μέρες» του Μπέκετ (σκηνοθεσία: Άννα Κοκκίνου, Μαρία Γεμεντζάκη).

Συνεργάζεται από το 2005 με το Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Μουσείου Μπενάκη. Μέσα στα πλαίσια του προγράμματος «Δια βίου μάθησης» δίδαξε (2005-2007) τις «Ασκήσεις Δημιουργικής Μάθησης» σε ενήλικες. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια θεατρικού παιχνιδιού, Αrt- Τherapie, καθώς και Θεωρίας της Φωτογραφίας, με δασκάλους, μεταξύ άλλων, τους Λάκη Κουρετζή, Κλειώ Μακρή, Πλάτωνα Ριβέλλη.
Το 2010 συνεργάστηκε με τον Ric Carvalho, στη δράση «the cricket projekt», σε μια έρευνα πάνω στην αναπνοή και τη σχέση της με την ανθρώπινη φύση. Την ίδια χρονιά ξεκινάει τη συνεργασία της με το Θέατρο του Πανικού. Συμμετείχε σε έκθεση στο NOSOSTROS, με θέμα τη μετανάστευση. Το 2011 οργάνωσε εικαστικές δράσεις στο Παρίσι, στα πλαίσια της έρευνας «Απτή Επαφή με την Ελληνική Παράδοση» (Μουσείο Λούβρου, Universite Paris 8.)
Έχει συμμετάσχει σε ποικίλες ομαδικές εκθέσεις, όπως η
«Φωτιά στην Ολυμπία», στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων Μελίνα (2008), η «Α3», στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (2009), η «Εξορίες», στο Σπίτι της Κύπρου (2010), η «Με ασβέστη και θάλάσσα», στο Σπίτι της Κύπρου, και η «Υπ’ Ατμών», στο Τραίνο στο Ρουφ (2011), η «Ο θάνατος του δημιουργού», στο beton 7, η «Σημαίες και Λάβαρα», στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (2012).
Η Βασιλική Τζούτη δημιουργεί κυρίως με τα μέσα των πρωτοπόρων εκφραστών του μοντέρνου, του Κίρχνερ, του Σμιτ-Ρόττλουφ, του Νόλντε, του Μοντιλιάνι. Οι απτές, μεγάλες ή μικρές κηλίδες και ορμητικές πινελιές σφραγίζουν την εικαστική της γλώσσα. Οι φόρμες της και η πλαστικότητά τους ορίζουν το χώρο. Τα συναισθήματα εκφράζονται μέσα από χρωματικές αντιθέσεις αλλά και μέσα από την αντίστιξη της παραμόρφωσης με τη γραμμική αποτύπωση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών.
Πλάθει κοριτσίστικα σώματα που συμπυκνώνουν, με την απλότητα της επίπεδης, αποδραματοποιημένης προβολής τους, την αμεσότητα τής αθωότητάς τους και την αδιαμεσολάβητη παρρησία τους. Είναι η ευθύτητα του παιδιού που σε καρφώνει, χωρίς αιδώ, αμείλικτα. Η οποία, συχνά, αναιρείται, εξ ίσου αμείλικτα, με την επιτηδευμένη, ενήλικη πόζα που αυτό, σύμφωνα με τις επιταγές της μόδας, παίρνει.
Πλάθει γυναικεία σώματα που μοιάζουν να ενσαρκώνουν τα ανθρώπινα πάθη, όταν αφομοιώνονται στο κυματιστό τοπίο μέσα στο οποίο προβάλλονται. Αλλά και γυναικεία σώματα που απογυμνώνουν, όταν καταλαμβάνουν αποκλειστικά το χώρο, με τη στάση και την αμφίεσή τους τη χρόνια υποταγή σε επιβεβλημένα σεξουαλικά και κοινωνικά στερεότυπα.
Φτιάχνει πρόσωπα σαν τραγικές μάσκες που κραυγάζουν με την αγωνία της ορθάνοιχτης ματιάς τους και τα σφιχτοκλεισμένα στόματά τους. Πρόσωπα που διαδηλώνουν με τα σβησμένα ή πασαλειμμένα χυδαία στα άκρα τους βλέμματα και χείλη την απόγνωσή τους. Πρόσωπα που καλύπτονται εξ ολοκλήρου με ζωόμορφα προσωπεία και δείχνουν την κτηνώδη πλευρά μας.
Η Βασιλική Τζούτη επιχειρεί, μέσα από τις συναισθηματικά φορτισμένες μορφές της, να φέρει στο φως την ατομική και συλλογική, οδυνηρή, θλιβερή, ναρκισσιστική, ανθεκτική στο πέρας των αιώνων γυναικεία παρουσία.

1 σχόλιο:

Γιώργος Σαχίνης είπε...

Το άρθρο δεν θα μπορούσε να εκφράσει καλύτερα αυτό που ένιωσα όταν είδα το έργο. Ελπίζω να το ξαναδούμε σύντομα!