3/3/12

Διά του Πρετεντέρη στον Βάρναλη

Από τη μια πλευρά είναι εκείνοι που θεωρούν ότι «για όλα φταίνε οι ξένοι». Ότι η σημερινή κρίση, δηλαδή, δημιουργήθηκε και συντηρείται ως σκοτεινό σχέδιο διαφόρων «ξένων κύκλων» που επιδιώκουν (για αδιευκρίνιστους λόγους) να «υποδουλώσουν την Ελλάδα».
Από την άλλη πλευρά βρίσκονται όσοι βροντοφωνάζουν ότι «για όλα φταίνε οι Έλληνες». Ότι η σημερινή κρίση, δηλαδή, είναι η αναπόφευκτη περιπέτεια μιας χώρας που «δεν είναι κανονική» (το διάβασα κι αυτό!..), η οποία περίπου αυτοδιαλύεται επειδή διάφορες παθογένειες δεν της επιτρέπουν να γίνει όσο κανονική πρέπει.
Αν καταλάβατε καλά, πρόκειται για μια αναβίωση της κατά Βάρναλη κολοσσιαίας απορίας: Φταίει «το ζαβό το ριζικό μας» ή φταίει «ο Θεός που μας μισεί»;
Γ. Πρετεντέρης, Το Βήμα, 26/2/2012

Οι Μοιραίοι

Μες την υπόγεια την ταβέρνα,
μες σε καπνούς και σε βρισιές
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα)
όλ' η παρέα πίναμ' εψές
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια.

Σφιγγόταν ο ένας πλάι στον άλλο
και κάπου εφτυούσε καταγής.
Ω! πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής!
Όσο κι ο νους να τυραννιέται,
άσπρην ημέρα δε θυμιέται.

Ήλιε και θάλασσα γαλάζα
και βάθος τ' άσωτ' ουρανού!
Ω! της αυγής κροκάτη γάζα,
γαρούφαλα του δειλινού,
λάμπετε, σβήνετε μακριά μας,
χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!

Του ενού ο πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος, ίδιο στοιχιό
τ' άλλου κοντόημερ' η γυναίκα
στο σπίτι λιώνει από χτικιό,
στο Παλαμήδι ο γιός του Μάζη
κ' η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.

- Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
- Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
- Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
- Φταίει πρώτ' απ' όλα το κρασί!
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα
δεν το βρε και δεν το 'πε ακόμα.

Έτσι στη σκότεινη ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.
Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα
όπου μας εύρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!

Έχει ενδιαφέρον το τι ακριβώς απομνημονεύει ο καθένας από ένα ποίημα, αφού η πολυσημία της τέχνης επιτρέπει διαφορετικές προσλήψεις. Πάντως, οι τέσσερις στίχοι των «φταίει» εκφέρονται από τους θαμώνες της «υπόγειας ταβέρνας», όχι από τον ποιητή/αφηγητή. Αυτός μιλά αμέσως μετά, και τους σχολιάζει. Μάλιστα, η έμφαση των τεσσάρων στίχων/εκδοχών του «φταίει» είναι με τέτοια σαφήνεια ειρωνική, που η «επιστροφή» της ειρωνείας, με στόχο τώρα την υποτιθέμενη «κολοσσιαία» αφέλεια του ποιητή, εκτρέπει την παρανάγνωση στην περιοχή της διαστρέβλωσης.
Δεν αποδίδω καμιά τέτοια πρόθεση στον κ. Πρετεντέρη, αλλά όμως το σχόλιό του αποτελεί τεκμήριο για τον τρόπο που έχει προσληφθεί συνολικά ο Βάρναλης, λόγω της πολιτικής του τοποθέτησης: ως προβλέψιμος, ναΐφ αριστερός. Αυτός, ο μαιτρ της ειρωνείας, που στο έργο του ασκεί ανηλεή κριτική στα λαϊκά ιδεολογήματα, σε όλα τα στερεότυπα που συνέχουν τη λαϊκή αντίληψη! Ακόμη περισσότερο: οι τέσσερις στίχοι των «φταίει» δεν ακολουθούνται από κάποια «θέση», δεν αποκαλύπτουν τον «φταίχτη», όπως θα συνέβαινε σε ένα «διδακτικό» ποίημα. Ο Βάρναλης αφήνει μετέωρη την αιτία και δραστικό το ερώτημα∙ ως ποιητής αποποιείται το ρόλο του «αποκαλυπτή» της αλήθειας:
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα
δεν το βρε και δεν το 'πε ακόμα.
Λαϊκιστής λοιπόν ο Βάρναλης; Μάλλον «αριστοκρατική» είναι η σχέση του με τον λαό. Ας μη συγχέουμε τη θεματική των ποιημάτων του, ας μη μας παρασύρει η ανεκδοτολογία της μποέμικης ζωής του, η μακρά θητεία του στα καταγώγια των Αθηνών και στα μπορντέλα της οδού Αθηνάς. Άλλωστε, λόγω αυτής της αριστοκρατικότητάς του, ακόμα και στο μεταπόλεμο λοιδορείται από την επίσημη αριστερά. Θυμίζω εκείνη τη θυελλώδη συζήτηση στην Επιθεώρηση τέχνης, όπου ο Βάρναλης εγκαλείται από την κομματική ορθοδοξία, ακριβώς γιατί δεν είναι αρκούντως «επαναστατικός», δηλαδή, με τις νόρμες της εποχής, λαϊκιστής.
Η πρόσληψη του Βάρναλη είναι αντίστοιχη με αυτή του Τζακ Λόντον. Ο μεγάλος αυτός αμερικανός, που τα περισσότερα βιβλία του διαθέτουν ένα ισχυρό βιωματικό υπόβαθρο, αφού αναφέρονται σε καταστάσεις που έχει ζήσει, ως εργάτης, ναυτικός, χρυσοθήρας, τυχοδιώκτης κλπ, θεωρήθηκε τυπικός αριστερός συγγραφέας. Μάλιστα, ο κορυφαίος χαρακτήρας του, ο Μάρτιν Ήντεν, στο ομώνυμο μυθιστόρημα, θεωρήθηκε «μαρξιστικός» χαρακτήρας. Έστω κι αν ο ίδιος ο συγγραφέας είχε δηλώσει κατ’ επανάληψη το αντίθετο, δηλαδή το προφανές: πως ο Μάρτιν Ήντεν είναι μάλλον νιτσεϊκός χαρακτήρας και συνοψίζει το λαϊκό «αμερικάνικο όνειρο». Η δε «φτέρνα», στην τελευταία στροφή του ποιήματος του Βάρναλη, μάλλον παραπέμπει στο μυθιστόρημα του Λόντον, Η σιδερένια φτέρνα (προσφάτως επανεκδόθηκε, σε μετάφραση Άρη Αλεξάνδρου, υπό τον τίτλο Το σιδερένιο τακούνι, εκδόσεις Γκοβόστη).
Αλλά αφού πήγαμε στο μεσοπόλεμο, ας προσέξουμε και τη χρονολογία δημοσίευσης του ποιήματος του Βάρναλη: 1922. Από εδώ θα μπορούσε να αρχίσει μια ενδιαφέρουσα συζήτηση, για την κριτική της κοινωνικής αδράνειας μέσα στην κρίση:
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!
Τέλος, να σημειώσουμε ότι οι τρεις πρώτες στροφές του ποιήματος μελοποιούνται το 1964, από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ, ένα χρόνο μετά, έχουμε τη μελοποίηση ολόκληρου του ποιήματος από τον Χρήστο Χαιρόπουλο, με ερμηνευτή τον Γιάννη Μάνο. Ο ποιητής, όπως μας πληροφορεί το ρεπορτάζ των εφημερίδων, άκουσε αυτή τη δεύτερη μελοποίηση στο σπίτι τού συνθέτη πριν κυκλοφορήσει σε δίσκο, υπάρχει μάλιστα και σχετική φωτογραφία. Κατά τη γνώμη μου, η μελοποίηση του Χαιρόπουλου βρίσκεται πιο κοντά στον Βάρναλη και στο ποίημα: συνιστά μια αντι-επική, μελωδική «ανάγνωσή» του, που αναδεικνύει τον πλούσιο λυρισμό του. Διαθέσιμη στον ιστότοπο: http://afmarx.wordpress.com/2008/11/26/moiraioi-varnalis

Υ.Γ. Ο Βάρναλης φέρεται να δήλωσε κάποτε: «Γράφω επαναστατικά ποιήματα, που τα διαβάζουν οι αστοί...».

ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ 

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Θυμίζουν λίγο κι' οι στίχοι βγαλμένοι από Οδύσσειας ναυτικούς ενώπιον σε... ασκούς αιόλου;